Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

Évangile selon Jean 9


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Comme Jésus passait, il vit un homme qui était aveugle de naissance.1 Και ενω ανεχωρει, ειδεν ανθρωπον τυφλον εκ γενετης.
2 Ses disciples lui demandèrent: "Rabbi, qui a péché pour qu’il soit ainsi aveugle? Est-ce lui ou ses parents?”2 Και ηρωτησαν αυτον οι μαθηται αυτου, λεγοντες? Ραββι, τις ημαρτεν, ουτος η οι γονεις αυτου, ωστε να γεννηθη τυφλος;
3 Jésus leur dit: "S’il est ainsi, ce n’est pas à cause d’un péché, de lui ou de ses parents, mais pour qu’une œuvre de Dieu, et très évidente, se fasse en lui.3 Απεκριθη ο Ιησους? Ουτε ουτος ημαρτεν ουτε οι γονεις αυτου, αλλα δια να φανερωθωσι τα εργα του Θεου εν αυτω.
4 Aussi longtemps qu’il fait jour, nous devons faire les œuvres de celui qui m’a envoyé. Ensuite vient la nuit et l’on ne peut plus rien faire.4 Εγω πρεπει να εργαζωμαι τα εργα του πεμψαντος με, εωσου ειναι ημερα? ερχεται νυξ οτε ουδεις δυναται να εργαζηται.
5 Tant que je suis dans le monde, je suis la lumière du monde.”5 Ενοσω ειμαι εν τω κοσμω, ειμαι φως του κοσμου.
6 Après avoir ainsi parlé, Jésus crache à terre et avec sa salive fait un peu de boue dont il enduit les yeux de l’aveugle.6 Αφου ειπε ταυτα, επτυσε χαμαι και εκαμε πηλον εκ του πτυσματος και επεχρισε τον πηλον επι τους οφθαλμους του τυφλου
7 Puis il lui dit: "Va te laver à la piscine de Siloé (ce nom veut dire: l’Envoyé).” L’homme y va, se lave et repart: il voyait clair.7 και ειπε προς αυτον? Υπαγε, νιφθητι εις την κολυμβηθραν του Σιλωαμ, το οποιον ερμηνευεται απεσταλμενος. Υπηγε λοιπον και ενιφθη, και ηλθε βλεπων.
8 Les voisins et ceux qui auparavant l’ont vu mendier s’étonnent: "Mais c’est bien celui qui s’installait ici pour mendier!”8 Οι δε γειτονες και οσοι εβλεπον αυτον προτερον οτι ητο τυφλος ελεγον δεν ειναι ουτος, οστις εκαθητο και εζητει;
9 Les uns disent: "C’est lui”, et d’autres: "Non, c’est un autre qui lui ressemble.” Et lui leur dit: "C’est bien moi.”9 Αλλοι ελεγον οτι ουτος ειναι? αλλοι δε οτι ομοιος αυτου ειναι. Εκεινος ελεγεν οτι εγω ειμαι.
10 On lui demande: "Mais comment tes yeux se sont-ils ouverts?”10 Ελεγον λοιπον προς αυτον? Πως ηνοιχθησαν οι οφθαλμοι σου;
11 Il répond: "Celui qu’on appelle Jésus a fait de la boue et m’en a enduit les yeux, puis il m’a dit: Va te laver à Siloé. J’y suis allé et, aussitôt lavé, j’ai vu.”11 Απεκριθη εκεινος και ειπεν? Ανθρωπος λεγομενος Ιησους εκαμε πηλον και επεχρισε τους οφθαλμους μου και μοι ειπεν? Υπαγε εις την κολυμβηθραν του Σιλωαμ και νιφθητι? αφου δε υπηγα και ενιφθην, ανεβλεψα.
12 Ils lui disent: "Où est cet homme?” Il répond: "Je ne sais pas.”12 Ειπον λοιπον προς αυτον? Που ειναι εκεινος; Λεγει? Δεν εξευρω.
13 On amène donc aux Pharisiens l’aveugle guéri.13 Φερουσιν αυτον τον ποτε τυφλον προς τους Φαρισαιους.
14 Mais voilà que c’était un sabbat, et Jésus avait fait de la boue et il lui avait enduit les yeux!14 Ητο δε σαββατον, οτε εκαμε τον πηλον ο Ιησους και ηνοιξε τους οφθαλμους αυτου.
15 À leur tour les Pharisiens l’interrogent: "Comment as-tu retrouvé la vue?” Il leur répond: "Il a mis de la boue sur mes yeux, je me suis lavé et je vois.”15 Παλιν λοιπον ηρωτων αυτον και οι Φαρισαιοι πως ανεβλεψε. Και εκεινος ειπε προς αυτους? Πηλον εβαλεν επι τους οφθαλμους μου, και ενιφθην, και βλεπω.
16 Quelques-uns des Pharisiens disent alors: "Cet homme-là n’est pas avec Dieu puisqu’il ne respecte pas le Sabbat.” Mais d’autres répondent: "Un homme pécheur peut-il faire de tels signes?” Et ils sont divisés.16 Ελεγον λοιπον τινες εκ των Φαρισαιων? Ουτος ο ανθρωπος δεν ειναι παρα του Θεου, διοτι δεν φυλαττει το σαββατον. Αλλοι ελεγον? Πως δυναται ανθρωπος αμαρτωλος να καμνη τοιαυτα θαυματα; Και ητο σχισμα μεταξυ αυτων.
17 Alors de nouveau on demande à l’aveugle: "Puisqu’il t’a ouvert les yeux, que penses-tu de lui?” Et il répond: "C’est un prophète.”17 Λεγουσι παλιν προς τον τυφλον? Συ τι λεγεις περι αυτου, επειδη ηνοιξε τους οφθαλμους σου; Και εκεινος ειπεν οτι προφητης ειναι.
18 Les Juifs ne veulent pas croire qu’il voie après avoir été aveugle, tant qu’ils n’auront pas convoqué les parents du miraculé.18 Δεν επιστευσαν λοιπον οι Ιουδαιοι περι αυτου οτι ητο τυφλος και ανεβλεψεν, εως οτου εφωναξαν τους γονεις αυτου του αναβλεψαντος
19 Ils leur demandèrent: "C’est bien votre fils? Et vous dites qu’il est né aveugle? Et alors, pourquoi voit-il maintenant?”19 και ηρωτησαν αυτους, λεγοντες? Ουτος ειναι ο υιος σας, τον οποιον σεις λεγετε οτι εγεννηθη τυφλος; πως λοιπον βλεπει τωρα;
20 Les parents répondirent: "Oui, c’est notre fils, et il est né aveugle.20 Απεκριθησαν προς αυτους οι γονεις αυτου και ειπον? Εξευρομεν οτι ουτος ειναι ο υιος ημων και οτι εγεννηθη τυφλος?
21 Mais comment voit-il maintenant, nous n’en savons rien; et qui lui a ouvert les yeux, nous n’en savons rien. Interrogez-le, c’est un adulte, il expliquera lui-même son cas.”21 Πως δε βλεπει τωρα δεν εξευρομεν, η τις ηνοιξε τους οφθαλμους αυτου ημεις δεν εξευρομεν? αυτος ηλικιαν εχει, αυτον ερωτησατε, αυτος περι εαυτου θελει λαλησει.
22 Ses parents firent cette réponse parce qu’ils avaient peur des Juifs. En effet les Juifs avaient déjà décidé d’exclure de la communauté tous ceux qui reconnaîtraient Jésus comme le Messie.22 Ταυτα ειπον οι γονεις αυτου, διοτι εφοβουντο τους Ιουδαιους? επειδη ηδη ειχον συμφωνησει οι Ιουδαιοι, εαν τις ομολογηση αυτον Χριστον, να γεινη αποσυναγωγος.
23 Pour cette raison les parents dirent: "Demandez-lui, c’est un adulte.”23 Δια τουτο οι γονεις αυτου ειπον οτι ηλικιαν εχει, αυτον ερωτησατε.
24 On convoque donc une deuxième fois cet aveugle et on lui dit: "Dis toute la vérité. Nous savons que cet homme est un pécheur.”24 Εφωναξαν λοιπον εκ δευτερου τον ανθρωπον, οστις ητο τυφλος, και ειπον προς αυτον? Δοξασον τον Θεον? ημεις εξευρομεν οτι ο ανθρωπος ουτος ειναι αμαρτωλος.
25 Il répond: "S’il est un pécheur, je n’en sais rien. Je ne sais qu’une chose: j’étais aveugle et maintenant je vois.”25 Απεκριθη λοιπον εκεινος και ειπεν? Αν ηναι αμαρτωλος δεν εξευρω? εν εξευρω, οτι ημην τυφλος και τωρα βλεπω.
26 Ils lui disent: "Qu’est-ce qu’il t’a fait? Comment t’a-t-il ouvert les yeux?”26 Ειπον δε προς αυτον παλιν? τι σοι εκαμε; πως ηνοιξε τους οφθαλμους σου;
27 Et lui répond: "Je vous l’ai déjà dit et vous ne voulez pas m’écouter. Qu’est-ce que vous voulez savoir de plus? Peut-être voulez-vous devenir ses disciples?”27 Απεκριθη προς αυτους? Σας ειπον ηδη, και δεν ηκουσατε? δια τι παλιν θελετε να ακουητε; μηπως και σεις θελετε να γεινητε μαθηται αυτου;
28 Aussitôt ils commencent à l’insulter: "Toi, tu es son disciple, mais nous, nous sommes les disciples de Moïse.28 Ελοιδορησαν λοιπον αυτον και ειπον? Συ εισαι μαθητης εκεινου? ημεις δε του Μωυσεως ειμεθα μαθηται.
29 Nous savons que Dieu a parlé à Moïse, mais celui-là, nous ne savons pas d’où il sort.”29 ημεις εξευρομεν οτι προς τον Μωυσην ελαλησεν ο Θεος? τουτον ομως δεν εξευρομεν ποθεν ειναι.
30 Alors l’homme leur répond: "C’est vraiment étonnant! Il m’a ouvert les yeux et vous ne savez pas d’où il vient?30 Απεκριθη ο ανθρωπος και ειπε προς αυτους? Εν τουτω μαλιστα ειναι το θαυμαστον, οτι σεις δεν εξευρετε ποθεν ειναι, και ηνοιξε μου τους οφθαλμους.
31 Nous savons bien que Dieu n’écoute pas les pécheurs; il écoute ceux qui respectent Dieu et qui font sa volonté.31 Εξευρομεν δε οτι αμαρτωλους ο Θεος δεν ακουει, αλλ' εαν τις ηναι βεοσεβης και καμνη το θελημα αυτου, τουτον ακουει.
32 On n’a jamais entendu dire que quelqu’un ait ouvert les yeux d’un aveugle de naissance.32 Εκ του αιωνος δεν ηκουσθη οτι ηνοιξε τις οφθαλμους γεγεννημενου τυφλου.
33 Cet homme ne pourrait rien faire s’il ne venait pas de Dieu.”33 Εαν ουτος δεν ητο παρα Θεου, δεν ηδυνατο να καμη ουδεν.
34 Les autres ripostèrent: "Tu n’es que péché depuis ta naissance, et tu veux nous faire la leçon?” Et ils l’expulsèrent.34 Απεκριθησαν και ειπον προς αυτον? Συ εγεννηθης ολος εν αμαρτιαις, και συ διδασκεις ημας; και εξεβαλον αυτον εξω.
35 Jésus apprit qu’on l’avait expulsé. Quand il le rencontra, il lui dit: "As-tu foi dans le Fils de l’Homme?”35 Ηκουσεν ο Ιησους οτι εξεβαλον αυτον εξω, και ευρων αυτον ειπε προς αυτον? Συ πιστευεις εις τον Υιον του Θεου;
36 Il répondit: "Qui est-il, Seigneur, que je croie en lui?”36 Απεκριθη εκεινος και ειπε? Τις ειναι, Κυριε, δια να πιστευσω εις αυτον;
37 Jésus lui dit: "Tu le vois, c’est lui qui te parle.”37 Και ο Ιησους ειπε προς αυτον? Και ειδες αυτον και ο λαλων μετα σου εκεινος ειναι.
38 L’homme déclara: "Je crois, Seigneur.” Et il se prosterna devant lui.38 Ο δε ειπε? Πιστευω, Κυριε? και προσεκυνησεν αυτον.
39 Jésus dit alors: "Je suis venu dans le monde pour une remise en cause: ceux qui ne voient pas verront, et ceux qui voient seront aveugles.”39 Και ειπεν ο Ιησους? Εγω δια κρισιν ηλθον εις τον κοσμον τουτον, δια να βλεπωσιν οι μη βλεποντες και να γεινωσι τυφλοι οι βλεποντες.
40 Quelques Pharisiens étaient là, et ils l’entendirent. Ils lui demandèrent: "Nous serions donc aveugles, nous aussi?”40 Και ηκουσαν ταυτα οσοι εκ των Φαρισαιων ησαν μετ' αυτου, και ειπον προς αυτον? Μηπως και ημεις ειμεθα τυφλοι;
41 Jésus leur répondit: "Si vous étiez aveugles, vous n’auriez pas de péché. Mais vous dites que vous voyez, c’est la preuve de votre péché”.41 Ειπε προς αυτους ο Ιησους? Εαν ησθε τυφλοι, δεν ηθελετε εχει αμαρτιαν? τωρα ομως λεγετε οτι βλεπομεν? η αμαρτια σας λοιπον μενει.