Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Prima lettera ai Tessalonicesi - (מכתב ראשון לסלוניקים) 8


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 עַל־כֵּן אֵין־אַשְׁמָה בָאֵלֶּה אֲשֶׁר הֵם בַּמָּשִׁיחַ יֵשׁוּעַ הַמִּתְהַלְּכִים בְּלֹא כַבָּשָׂר כִּי אִם־לְפִי הָרוּחַ1 Δεν ειναι τωρα λοιπον ουδεμια κατακρισις εις τους εν Χριστω, Ιησου, τους μη περιπατουντας κατα την σαρκα, αλλα κατα το πνευμα.
2 כִּי תוֹרַת רוּחַ הַחַיִּים בַּמָּשִׁיחַ יֵשׁוּעַ שִׁחְרְרָה אֹתִי מִתּוֹרַת הַחֵטְא וְהַמָּוֶת2 Διοτι ο νομος του Πνευματος της ζωης εν Χριστω Ιησου με ηλευθερωσεν απο του νομου της αμαρτιας και του θανατου.
3 כִּי מַה־שֶּׁלֹּא יָכְלָה הַתּוֹרָה לַעֲשֹוֹת הַנֶּחֱלָשָׁה עַל־יְדֵי הַבָּשָׂר עָשָׂה הָאֱלֹהִים בְּשָׁלְחוֹ אֶת־בְּנוֹ בְּתֹאַר בְּשַׂר הַחֵטְא וּבְעַד הַחֵטְא וַיַּרְשִׁיעַ אֶת־הַחֵטְא בַּבָּשָׂר3 Επειδη το αδυνατον εις τον νομον, καθοτι ητο ανισχυρος δια της σαρκος, ο Θεος πεμψας τον εαυτου Υιον με ομοιωμα σαρκος αμαρτιας και περι αμαρτιας, κατεκρινε την αμαρτιαν εν τη σαρκι,
4 לְמַעַן תִּמָּלֵא חֻקַּת הַתּוֹרָה בָּנוּ הַמִּתְהַלְּכִים בְּלֹא כַבָּשָׂר כִּי אִם־לְפִי הָרוּחַ4 δια να πληρωθη η δικαιοσυνη του νομου εις ημας τους μη περιπατουντας κατα την σαρκα, αλλα κατα το πνευμα?
5 כִּי אֲשֶׁר הֵמָּה לַבָּשָׂר בְּעִנְיְנֵי הַבָּשָׂר יַחְשֹׁבוּ וַאֲשֶׁר לָרוּחַ בְּעִנְיְנֵי הָרוּחַ יַחְשֹׁבוּ5 διοτι οι ζωντες κατα την σαρκα τα της σαρκος φρονουσιν, οι δε κατα το πνευμα τα του πνευματος.
6 כִּי־מַחֲשֶׁבֶת הַבָּשָׂר הִיא הַמָּוֶת וּמַחֲשֶׁבֶת הָרוּחַ הִיא הַחַיִּים וְהַשָּׁלוֹם6 Επειδη το φρονημα της σαρκος ειναι θανατος, το δε φρονημα του πνευματος ζωη και ειρηνη?
7 יַעַן מַחֲשֶׁבֶת הַבָּשָׂר רַק שִׂנְאַת אֱלֹהִים הִיא בַּאֲשֶׁר לֹא תִשְׁתַּעְבֵּד לְתוֹרַת הָאֱלֹהִים וְאַף אֵינֶנָּה יְכוֹלָה7 διοτι το φρονημα της σαρκος ειναι εχθρα εις τον Θεον? επειδη εις τον νομον του Θεου δεν υποτασσεται? αλλ' ουδε δυναται?
8 וַאֲשֶׁר הֵמָּה בַבָּשָׂר לֹא יוּכְלוּ לִהְיוֹת רְצוּיִם לֵאלֹהִים8 οσοι δε ειναι της σαρκος δεν δυνανται να αρεσωσιν εις τον Θεον.
9 וְאַתֶּם אֵינְכֶם בַּבָּשָׂר כִּי אִם־בָּרוּחַ אִם־אָמְנָם רוּחַ הָאֱלֹהִים שֹׁכֵן בְּקִרְבְּכֶם כִּי מִי שֶׁאֵין־בּוֹ רוּחַ הַמָּשִׁיחַ אֵינֶנּוּ שֶׁלּוֹ9 Σεις ομως δεν εισθε της σαρκος, αλλα του πνευματος, εαν το Πνευμα του Θεου κατοικη εν υμιν. Αλλ' εαν τις δεν εχη το Πνευμα του Χριστου, ουτος δεν ειναι αυτου.
10 וְאִם־הַמָּשִׁיחַ בְּקִרְבְּכֶם אָז הַגּוּף מֵת הוּא בִּדְבַר הַחֵטְא וְהָרוּחַ חַיִּים הוּא בִּדְבַר הַצְּדָקָה10 Εαν δε ο Χριστος ηναι εν υμιν, το μεν σωμα ειναι νεκρον δια την αμαρτιαν, το δε πνευμα ζωη δια την δικαιοσυνην.
11 וְאִם־יִשְׁכֹּן בְּקִרְבְּכֶם רוּחַ הַמֵּעִיר אֶת־יֵשׁוּעַ מִן־הַמֵּתִים הוּא אֲשֶׁר הֵעִיר אֶת־הַמָּשִׁיחַ מִן־הַמֵּתִים גַּם אֶת־גְּוִיּוֹתֵיכֶם הַמֵּתוֹת יְחַיֶּה עַל־יְדֵי רוּחוֹ הַשֹּׁכֵן בְּקִרְבְּכֶם11 Εαν δε κατοικη εν υμιν το Πνευμα του αναστησαντος τον Ιησουν εκ νεκρων, ο αναστησας τον Χριστον εκ νεκρων θελει ζωοποιησει και τα θνητα σωματα υμων δια του Πνευματος αυτου του κατοικουντος εν υμιν.
12 לָכֵן אַחַי בִּהְיוֹתֵנוּ בַּבָּשָׂר חַיָּבִים אֲנַחְנוּ לֹא לִחְיוֹת לְפִי הַבָּשָׂר12 Αρα λοιπον, αδελφοι, ειμεθα χρεωσται ουχι εις την σαρκα, ωστε να ζωμεν κατα σαρκα?
13 כִּי אִם־תִּחְיוּ לְפִי הַבָּשָׂר מוֹת תְּמֻתוּן וְאִם־עַל־יְדֵי הָרוּחַ תְּמוֹתְתוּ אֶת־מַעַלְלֵי הַבָּשָׂר חָיֹה תִחְיוּ13 διοτι εαν ζητε κατα την σαρκα, μελλετε να αποθανητε? αλλ' εαν δια του Πνευματος θανατονητε τας πραξεις του σωματος, θελετε ζησει.
14 כִּי־כֹל אֲשֶׁר רוּחַ אֱלֹהִים יְנַהֲגֵם בְּנֵי אֱלֹהִים הֵמָּה14 Επειδη οσοι διοικουνται υπο του Πνευματος του Θεου, ουτοι ειναι υιοι του Θεου.
15 כִּי לֹא קִבַּלְתֶּם רוּחַ עַבְדוּת לָשׁוּב לִירֹא כִּי אִם־קִבַּלְתֶּם רוּחַ מִשְׁפַּט בָּנִים אֲשֶׁר בּוֹ קֹרְאִים אֲנַחְנוּ אַבָּא אָבִינוּ15 Διοτι δεν ελαβετε πνευμα δουλειας, δια να φοβησθε παλιν, αλλ' ελαβετε πνευμα υιοθεσιας, δια του οποιου κραζομεν? Αββα, ο Πατηρ.
16 וְהָרוּחַ הַהוּא מֵעִיד בְּרוּחֵנוּ כִּי־בְנֵי אֱלֹהִים אֲנַחְנוּ16 Αυτο το Πνευμα συμμαρτυρει με το πνευμα ημων οτι ειμεθα τεκνα Θεου.
17 וְאִם־בָּנִים אֲנַחְנוּ גַּם־יֹרְשִׁים נִהְיֶה יֹרְשֵׁי אֱלֹהִים וְחַבְרֵי הַמָּשִׁיחַ בִּירֻשָּׁה אִם־אָמְנָם נִתְעַנֶּה אִתּוֹ לְמַעַן גַּם־אִתּוֹ נְכֻבָּד17 Εαν δε τεκνα και κληρονομοι, κληρονομοι μεν Θεου, συγκληρονομοι δε Χριστου, εαν συμπασχωμεν, δια να γεινωμεν και συμμετοχοι της δοξης αυτου.
18 כִּי אֶחֱשֹׁב אֲשֶׁר עִנּוּיֵי הַזְּמָן הַזֶּה אֵינָם שְׁקוּלִים כְּנֶגֶד הַכָּבוֹד הֶעָתִיד לְהִגָּלוֹת עָלֵינוּ18 Επειδη φρονω οτι τα παθηματα του παροντος καιρου δεν ειναι αξια να συγκριθωσι με την δοξαν την μελλουσαν να αποκαλυφθη εις ημας.
19 כִּי הַבְּרִיאָה תַעֲרֹג וְעֵינֶיהָ תְלוּיוֹת לְהִתְגַּלּוּת בְּנֵי הָאֱלֹהִים19 Διοτι η μεγαλη προσδοκια της κτισεως προσμενει την φανερωσιν των υιων του Θεου.
20 כִּי־נִכְבְּשָׁה הַבְּרִיאָה לַהֶבֶל לֹא מֵרְצוֹנָהּ כִּי אִם־לְמַעַן הַכֹּבֵשׁ אֹתָהּ אֱלֵי־תִקְוָה20 Επειδη η κτισις υπεταχθη εις την ματαιοτητα, ουχι εκουσιως, αλλα δια τον υποταξαντα αυτην,
21 אֲשֶׁר הַבְּרִיאָה גַּם־הִיא תְשֻׁחְרַר מֵעַבְדוּת הַכִּלָּיוֹן אֶל־חֵרוּת כְּבוֹד בְּנֵי הָאֱלֹהִים21 επ' ελπιδι οτι και αυτη η κτισις θελει ελευθερωθη απο της δουλειας της φθορας και μεταβη εις την ελευθεριαν της δοξης των τεκνων του Θεου.
22 כִּי יָדַעְנוּ אֲשֶׁר הַבְּרִיאָה כֻּלָּהּ יַחַד תֵּאָנַח וְתָחִיל עַד־הֵנָּה22 Επειδη εξευρομεν οτι πασα η κτισις συστεναζει και συναγωνια εως του νυν?
23 וְלֹא־זֹאת בִּלְבָד כִּי גַם־אֲנַחְנוּ אַף־אִם יֶשׁ־לָנוּ בִּכּוּרֵי הָרוּחַ נֵאָנַח בְּנַפְשֵׁנוּ וּנְחַכֶּה לְמִשְׁפַּט הַבָּנִים פְּדוּת גְּוִיָּתֵנוּ23 και ουχι μονον αυτη, αλλα και αυτοι οιτινες εχομεν την απαρχην του Πνευματος, και ημεις αυτοι στεναζομεν εν εαυτοις περιμενοντες την υιοθεσιαν, την απολυτρωσιν του σωματος ημων.
24 כִּי נוֹשַׁעְנוּ בַתִּקְוָה אַךְ הַתִּקְוָה הַנִּרְאָה לָעֵינַיִם אֵינֶנָּה תִקְוָה כִּי אֵיךְ יְיַחֵל אִישׁ לַדָּבָר אֲשֶׁר־הוּא רֹאֶה24 Διοτι με την ελπιδα εσωθημεν? ελπις δε ητις βλεπεται δεν ειναι ελπις? διοτι εκεινο, το οποιον βλεπει τις, δια τι και ελπιζει;
25 אֲבָל אִם־נְקַוֶּה לַאֲשֶׁר לֹא רְאִינֻהוּ נְחַכֶּה לוֹ בְּסַבְלָנוּת25 Εαν δε ελπιζωμεν εκεινο, το οποιον δεν βλεπομεν, δια της υπομονης περιμενομεν αυτο.
26 וְכֵן גַּם־הָרוּחַ תֹּמֵךְ אֹתָנוּ בְּחֻלְשׁוֹתֵינוּ כִּי לֹא יָדַעְנוּ מַה־לְּהִתְפַּלֵּל כָּרָאוּי אָכֵן הָרוּחַ הוּא מַפְגִּיעַ בַּעֲדֵנוּ בַּאֲנָחוֹת עֲמֻקּוֹת מִדַּבֵּר26 Ωσαυτως δε και το Πνευμα συμβοηθει εις τας ασθενειας ημων? επειδη το τι να προσευχηθωμεν ως πρεπει δεν εξευρομεν, αλλ' αυτο το Πνευμα ικετευει υπερ ημων δια στεναγμων αλαλητων?
27 וְהַחֹקֵר לְבָבוֹת יוֹדֵעַ אֶת־אֲשֶׁר יַחֲשֹׁב הָרוּחַ כִּי כִּרְצוֹן הָאֱלֹהִים יַפְגִּיעַ בְּעַד הַקְּדוֹשִׁים27 ο δε ερευνων τας καρδιας εξευρει τι ειναι το φρονημα του Πνευματος, οτι κατα Θεον ικετευει υπερ των αγιων.
28 וְהִנֵּה יָדַעְנוּ כִּי לְאֹהֲבֵי אֱלֹהִים הַקְּרוּאִים בַּעֲצָתוֹ הַכֹּל יַעֲזֹר לְטוֹב לָהֶם28 Εξευρομεν δε οτι παντα συνεργουσι προς το αγαθον εις τους αγαπωντας τον Θεον, εις τους κεκλημενους κατα τον προορισμον αυτου?
29 כִּי אֵת אֲשֶׁר יְדָעָם מִקֶּדֶם אֹתָם גַּם־יָעַד מִקֶּדֶם לִהְיוֹת דּוֹמִים לִדְמוּת בְּנוֹ לְמַעַן יִהְיֶה הַבְּכוֹר בְּתוֹךְ אַחִים רַבִּים29 διοτι οσους προεγνωρισε, τουτους και προωρισε συμμορφους της εικονος του Υιου αυτου, δια να ηναι αυτος πρωτοτοκος μεταξυ πολλων αδελφων?
30 וְאֵת אֲשֶׁר־יְעָדָם מִקֶּדֶם אֹתָם גַּם־קָרָא וְאֶת־אֲשֶׁר קְרָאָם אֹתָם גַּם־הִצְדִּיק וְאֵת אֲשֶׁר הִצְדִּיקָם אֹתָם גַּם פֵּאֵר30 οσους δε προωρισε, τουτους και εκαλεσε, και οσους εκαλεσε, τουτους και εδικαιωσε, και οσους εδικαιωσε, τουτους και εδοξασε.
31 וְעַתָּה מַה־נֹּאמַר עַל־זֹאת אִם־הָאֱלֹהִים לָנוּ מִי יָרִיב אִתָּנוּ31 Τι λοιπον θελομεν ειπει προς ταυτα; Εαν ο Θεος ηναι υπερ ημων, τις θελει εισθαι καθ' ημων;
32 אֲשֶׁר־עַל־בְּנוֹ יְחִידוֹ לֹא חָס כִּי אִם־נְתָנוֹ בְּעַד כֻּלָּנוּ הֲלֹא גַם־יִתֵּן לָנוּ עִמּוֹ אֶת־הַכֹּל32 Επειδη οστις τον ιδιον εαυτου Υιον δεν εφεισθη, αλλα παρεδωκεν αυτον υπερ παντων ημων, πως και μετ' αυτου δεν θελει χαρισει εις ημας τα παντα;
33 מִי יָבִיא שִׂטְנָה עַל בְּחִירֵי אֱלֹהִים הֵן אֱלֹהִים הוּא הַמַּצְדִּיק33 Τις θελει εγκαλεσει τους εκλεκτους του Θεου; Θεος ειναι ο δικαιων?
34 וּמִי־הוּא יַאֲשִׁימֵם הֵן הַמָּשִׁיחַ אֲשֶׁר מֵת וּבְיוֹתֵר אֲשֶׁר נֵעוֹר מֵעִם הַמֵּתִים הוּא לִימִין הָאֱלֹהִים וְהוּא יַפְגִּיעַ בַּעֲדֵנוּ34 τις θελει εισθαι ο κατακρινων; Χριστος ο αποθανων, μαλλον δε και αναστας, οστις και ειναι εν τη δεξια του Θεου, οστις και μεσιτευει υπερ ημων.
35 מִי יַפְרִידֵנוּ מֵאַהֲבַת הַמָּשִׁיחַ הֲצָרָה אוֹ מְצוּקָה אוֹ מַשְׂטֵמָה אוֹ רָעָב אִם־עֶרְיָה אוֹ סַכָּנָה אוֹ־חָרֶב35 Τις θελει μας χωρισει απο της αγαπης του Χριστου; θλιψις η στενοχωρια η διωγμος η πεινα η γυμνοτης η κινδυνος η μαχαιρα;
36 כַּכָּתוּב כִּי־עָלֶיךָ הֹרַגְנוּ כָל־הַיּוֹם נֶחְשַׁבְנוּ כְּצֹאן טִבְחָה36 Καθως ειναι γεγραμμενον, Οτι ενεκα σου θανατουμεθα ολην την ημεραν. Ελογισθημεν ως προβατα σφαγης.
37 אֲבָל בְּכָל־אֵלֶּה גָּבַרְנוּ מְאֹד עַל־יְדֵי הָאֹהֵב אֹתָנוּ37 Αλλ' εις παντα ταυτα υπερνικωμεν δια του αγαπησαντος ημας.
38 וּבָטוּחַ אָנֹכִי כִּי לֹא הַמָּוֶת וְלֹא הַחַיִּים לֹא מַלְאָכִים וְלֹא שְׂרָרוֹת וְלֹא גְבוּרוֹת לֹא הַהֹוֶה וְלֹא הֶעָתִיד38 Επειδη ειμαι πεπεισμενος οτι ουτε θανατος ουτε ζωη ουτε αγγελοι ουτε αρχαι ουτε δυναμεις ουτε παροντα ουτε μελλοντα
39 לֹא הָרוֹם וְלֹא הָעֹמֶק וְלֹא כָל־בְּרִיָּה אַחֶרֶת יוּכְלוּ לְהַפְרִידֵנוּ מֵאַהֲבַת הָאֱלֹהִים אֲשֶׁר הִיא בַּמָּשִׁיחַ יֵשׁוּעַ אֲדֹנֵינוּ39 ουτε υψωμα ουτε βαθος ουτε αλλη τις κτισις θελει δυνηθη να χωριση ημας απο της αγαπης του Θεου της εν Χριστω Ιησου τω Κυριω ημων.