Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

1 Samuel 15


font
DOUAI-RHEIMSGREEK BIBLE
1 And Samuel said to Saul: The Lord sent me to anoint thee king over his People Israel: now therefore hearken thou unto the voice of the Lord:1 Ειπε δε Σαμουηλ προς τον Σαουλ, Εμε απεστειλεν ο Κυριος να σε χρισω βασιλεα επι τον λαον αυτου, επι τον Ισραηλ? τωρα λοιπον ακουσον της φωνης των λογων του Κυριου.
2 Thus saith the Lord of hosts: I have reckoned up all that Amalec hath done to Israel: I how he opposed them in the way when they came up out of Egypt.2 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? Θελω εκδικησει οσα εκαμεν ο Αμαληκ εις τον Ισραηλ, οτι αντεσταθη εις αυτον εν τη οδω, οτε ανεβαινεν εξ Αιγυπτου?
3 Now therefore go, and smite Amalec, and utterly destroy all that he hath: spare him not, nor covet any thing that is his: but slay both man and woman, child and suckling, ox and sheep, camel and ass.3 υπαγε τωρα και παταξον τον Αμαληκ, και εξολοθρευσον παν ο, τι εχει και μη φεισθης αυτους? αλλα θανατωσον και ανδρα και γυναικα και παιδιον και θηλαζον και βουν και προβατον και καμηλον και ονον.
4 So Saul commanded the people, and numbered them as lambs: two hundred thousand footmen, and ten thousand of the men of Juda.4 Και ο Σαουλ εκαλεσε τον λαον και απηριθμησεν αυτους εν Τελαιμ, διακοσιας χιλιαδας πεζων και δεκα χιλιαδας ανδρων Ιουδα.
5 And when Saul was come to the city of Amalec, he laid ambushes in the torrent.5 Και ηλθεν ο Σαουλ εως της πολεως του Αμαληκ και ενεδρευσεν εν τη φαραγγι.
6 And Saul said to the Cinite: Go, depart and get ye down from Amalec: lest I destroy thee with him. For thou hast shewn kindness to all the children of Israel, when they came up out of Egypt. And the Cinite departed from the midst of Amalec.6 Και ειπεν ο Σαουλ προς τους Κεναιους, Υπαγετε, αναχωρησατε, καταβητε εκ μεσου των Αμαληκιτων, δια να μη σας συμπεριλαβω μετ' αυτων? διοτι σεις εδειξατε ελεος εις παντας τους υιους Ισραηλ, οτε ανεβαινον εξ Αιγυπτου. Και ανεχωρησαν οι Κεναιοι εκ μεσου των Αμαληκιτων.
7 And Saul smote Amalec from Hevila, until thou comest to Sur, which is over against Egypt.7 Και επαταξεν ο Σαουλ τους Αμαληκιτας απο Αβιλα εως της εισοδου Σουρ, της κατα προσωπον Αιγυπτου.
8 And he took Agag the king of Amalec alive: but all the common people he slew with the edge of the sword.8 Και συνελαβεν Αγαγ τον βασιλεα των Αμαληκιτων ζωντα, παντα δε τον λαον εξωλοθρευσεν εν στοματι μαχαιρας.
9 And Saul and the people spared Agag and the best of the flocks of sheep and of the herds, and the garments and the rams, and all that was beautiful, and would not destroy them: but every thing that was vile and good for nothing, that they destroyed.9 Πλην εφεισθη ο Σαουλ και ο λαος τον Αγαγ και τα καλητερα των προβατων και των βοων και των δευτερευοντων και των αρνιων και παντος αγαθου, και δεν ηθελον να εξολοθρευσωσιν αυτα? αλλα παν το ευτελες και εξουδενωμενον, εκεινο εξωλοθρευσαν.
10 And the word of the Lord came to Samuel, saying:10 Τοτε εγεινε λογος Κυριου προς τον Σαμουηλ, λεγων,
11 It repenteth me that I have made Saul king: for he hath forsaken me, and hath not executed my commandments. And Samuel was grieved, and he cried unto the Lord all night.11 Μετεμεληθην οτι εκαμα τον Σαουλ βασιλεα? διοτι εστραφη απο οπισθεν μου και τους λογους μου δεν εξετελεσε. Και τουτο ελυπησε τον Σαμουηλ, και εβοησε προς τον Κυριον δι' ολης της νυκτος.
12 And when Samuel rose early, to go to Saul in the morning, it was told Samuel, that Saul was come to Carmel, and had erected for himself a triumphant arch, and returning had passed on, and gone down to Galgal. And Samuel came to Saul, and Saul was offering a holocaust to the Lord out of the choicest of the spoils which he had brought from Amalec.12 Και οτε εξηγερθη ο Σαμουηλ ενωρις δια να υπαγη εις συναντησιν του Σαουλ το πρωι, ανηγγειλαν προς τον Σαμουηλ, λεγοντες, Ο Σαουλ ηλθεν εις τον Καρμηλον, και ιδου, ανηγειρεν εις εαυτον τροπαιον? επειτα εστραφη και διεπερασε και κατεβη εις Γαλγαλα.
13 And when Samuel was come to Saul, Saul said to him: Blessed be thou of the Lord, I have fulfilled the word of the Lord.13 Και υπηγεν ο Σαμουηλ προς τον Σαουλ? και ειπεν ο Σαουλ προς αυτον, Ευλογημενος να ησαι παρα του Κυριου? εξετελεσα τον λογον του Κυριου.
14 And Samuel said: What meaneth then this bleating of the flocks, which soundeth in my ears, and the lowing of the herds, which I hear?14 Ειπε δε ο Σαμουηλ, Και τις η φωνη αυτη των προβατων εις τα ωτα μου, και η φωνη των βοων, την οποιαν ακουω;
15 And Saul said: They have brought them from Amalec: for the people spared the best of the sheep and of the herds that they might be sacrificed to the Lord thy God, but the rest we have slain.15 Και ειπεν ο Σαουλ, Εκ των Αμαληκιτων εφεραν αυτα? διοτι ο λαος εφεισθη τα καλητερα των προβατων και των βοων, δια να θυσιαση εις Κυριον τον Θεον σου? τα δε λοιπα εξωλοθρευσαμεν.
16 And Samuel said to Saul: Suffer me, and I will tell thee what the Lord hath said to me this night. And he said to him: Speak.16 Τοτε ειπεν ο Σαμουηλ προς τον Σαουλ, Αφες, και θελω απαγγειλει προς σε τι ελαλησεν ο Κυριος εις εμε την νυκτα. Ο δε ειπε προς αυτον, Λεγε.
17 And Samuel said: When thou wast a little one in thy own eyes, wast thou not made the head of the tribes of Israel? And the Lord anointed thee to be king over Israel.17 Και ειπεν ο Σαμουηλ, Ενω συ ησο μικρος εμπροσθεν των οφθαλμων σου, δεν εγεινες η κεφαλη των φυλων του Ισραηλ, και σε εχρισεν ο Κυριος βασιλεα επι τον Ισραηλ;
18 And the Lord sent thee on the way, and said: Go, and kill the sinners of Amalec, and thou shalt fight against them until thou hast utterly destroyed them.18 και σε εστειλεν ο Κυριος εις την οδον και ειπεν, Υπαγε και εξολοθρευσον τους αμαρτανοντας εις εμε, τους Αμαληκιτας, και πολεμησον εναντιον αυτων εωσου εξαφανισης αυτους?
19 Why then didst thou not hearken to the voice of the Lord: but hast turned to the prey, and hast done evil in the eyes of the Lord.19 δια τι λοιπον δεν υπηκουσας της φωνης του Κυριου, αλλ' ωρμησας επι τα λαφυρα και επραξας το κακον ενωπιον του Κυριου;
20 And Saul said to Samuel: Yea I have hearkened to the voice of the Lord, and have walked in the way by which the Lord sent me, and have brought Agag the king of Amalec, and Amalec I have slain.20 Και ειπεν ο Σαουλ προς τον Σαμουηλ, Ναι, υπηκουσα της φωνης του Κυριου και υπηγα εις την οδον εις την οποιαν ο Κυριος με απεστειλε και εφερα τον Αγαγ τον βασιλεα του Αμαληκ, τους δε Αμαληκιτας εξωλοθρευσα?
21 But the people took of the spoils sheep and oxen, as the firstfruits of those things that were slain, to offer sacrifice to the Lord their God in Galgal.21 ο λαος ομως ελαβεν εκ των λαφυρων προβατα και βοας, τα καλητερα απο των απηγορευμενων, δια να θυσιαση εις Κυριον τον Θεον σου εν Γαλγαλοις.
22 And Samuel said: Doth the Lord desire holocausts and victims, and not rather that the voice of the Lord should be obeyed? For obedience is better than sacrifices: and to hearken rather than to offer the fat of rams.22 Και ειπεν ο Σαμουηλ, Μηπως ο Κυριος αρεσκεται εις τα ολοκαυτωματα και εις τας θυσιας, καθως εις το να υπακουωμεν της φωνης του Κυριου; ιδου, η υποταγη ειναι καλητερα παρα την θυσιαν? η υπακοη, παρα το παχος των κριων?
23 Because it is like the sin of witchcraft, to rebel: and like the crime of idolatry, to refuse to obey. Forasmuch therefore as thou hast rejected the word of the Lord, the Lord hath also rejected thee from being king.23 διοτι η απειθεια ειναι καθως το αμαρτημα της μαγειας? και το πεισμα, καθως η ασεβεια και ειδωλολατρεια? επειδη συ απερριψας τον λογον του Κυριου, δια τουτο και αυτος απερριψε σε απο του να ησαι βασιλευς.
24 And Saul said to Samuel: I have sinned because I have transgressed the commandment of the Lord, and thy words, fearing the people, and obeying their voice.24 Και ειπεν ο Σαουλ προς τον Σαμουηλ, Ημαρτησα? διοτι παρεβην το προσταγμα του Κυριου και τους λογους σου, φοβηθεις τον λαον και υπακουσας εις την φωνην αυτων?
25 But now bear, I beseech thee, my sin, and return with me, that I may adore the Lord.25 τωρα λοιπον συγχωρησον, παρακαλω, το αμαρτημα μου και επιστρεψον μετ' εμου, δια να προσκυνησω τον Κυριον.
26 And Samuel said to Saul: I will not return with thee, because thou hast rejected the word of the Lord, and the Lord hath rejected thee from being king over Israel.26 Ο δε Σαμουηλ ειπε προς τον Σαουλ, Δεν θελω επιστρεψει μετα σου? διοτι απερριψας τον λογον του Κυριου, και ο Κυριος απερριψε σε απο του να ησαι βασιλευς επι τον Ισραηλ.
27 And Samuel turned about to go away: but he laid hold upon the skirt of his mantle, and it rent.27 Και καθως εστραφη ο Σαμουηλ δια να αναχωρηση, εκεινος επιασεν αυτον απο του κρασπεδου του ιματιου αυτου? και εξεσχισθη.
28 And Samuel said to him: The Lord hath rent the kingdom of Israel from thee this day, and hath given it to thy neighbour who is better than thee.28 Και ειπε προς αυτον ο Σαμουηλ, Εξεσχισεν η Κυριος την βασιλειαν του Ισραηλ απο σου σημερον και εδωκεν αυτην εις τον πλησιον σου, τον καλητερον σου?
29 But the triumpher in Israel will riot spare, and will not be moved to repentance: for he is not a mail that he should repent.29 ουδε θελει ψευσθη ο Ισχυρος του Ισραηλ ουδε μεταμεληθη? διοτι ουτος δεν ειναι ανθρωπος, ωστε να μεταμεληθη.
30 Then he said: I have sinned: yet honour me now before the ancients of my people, and before Israel, and return with me, that I may adore the Lord thy God.30 Ο δε ειπεν, Ημαρτησα? αλλα τιμησον με τωρα, παρακαλω, εμπροσθεν των πρεσβυτερων του λαου μου και εμπροσθεν του Ισραηλ, και επιστρεψον μετ' εμου, δια να προσκυνησω Κυριον τον Θεον σου.
31 So Samuel turned again after Saul: and Saul adored the Lord.31 Και επεστρεψεν ο Σαμουηλ κατοπιν του Σαουλ και προσεκυνησεν ο Σαουλ τον Κυριον.
32 And Samuel said: Bring hitherto me Agag the king of Amalec. And Agag was presented to him very fat, and trembling. And Agag said: Doth bitter death separate in this manner?32 Τοτε ειπεν ο Σαμουηλ, Φερετε μοι ενταυθα Αγαγ τον βασιλεα των Αμαληκιτων. Και ηλθε προς αυτον ο Αγαγ χαριεντως? διοτι ελεγεν ο Αγαγ, Βεβαιως η πικρια του θανατου επερασεν.
33 And Samuel said: As thy sword hath made women childless, so shall thy mother be childless among women. And Samuel hewed him in pieces before the Lord in Galgal.33 Ο δε Σαμουηλ ειπε, Καθως ητεκνωσε γυναικας η ρομφαια σου, ουτω θελει ατεκνωθη μεταξυ των γυναικων η μητηρ σου. Και κατεκοψεν ο Σαμουηλ τον Αγαγ ενωπιον του Κυριου εν Γαλγαλοις.
34 And Samuel departed to Ramatha: but Saul went up to his house in Gabaa.34 Τοτε ανεχωρησεν ο Σαμουηλ εις Ραμα? ο δε Σαουλ ανεβη εις τον οικον αυτου, εις Γαβαα Σαουλ.
35 And Samuel saw Saul no more till the day of his death: nevertheless Samuel mourned for Saul, because the Lord repented that he had made him king over Israel.35 Ο δε Σαμουηλ δεν ειδε πλεον τον Σαουλ εως της ημερας του θανατου αυτου? επενθησεν ομως ο Σαμουηλ δια τον Σαουλ. Και ο Κυριος μετεμεληθη οτι εκαμε τον Σαουλ βασιλεα επι τον Ισραηλ.