Scrutatio

Venerdi, 10 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

Lettera ai Romani 14


font
DIODATIGREEK BIBLE
1 OR accogliete quel che è debole in fede; ma non già a quistioni di dispute.1 Τον δε ασθενουντα κατα την πιστιν προσδεχεσθε, ουχι εις φιλονεικιας διαλογισμων.
2 L’uno crede di poter mangiar d’ogni cosa; ma l’altro, che è debole, mangia dell’erbe.2 Αλλος μεν πιστευει οτι δυναται να τρωγη παντα, ο δε ασθενων τρωγει λαχανα.
3 Colui che mangia non isprezzi colui che non mangia, e colui che non mangia non giudichi colui che mangia; poichè Iddio l’ha preso a sè.3 Ο τρωγων ας μη καταφρονη τον μη τρωγοντα, και ο μη τρωγων ας μη κρινη τον τρωγοντα? διοτι ο Θεος προσεδεχθη αυτον.
4 Chi sei tu, che giudichi il famiglio altrui? egli sta ritto, o cade, al suo proprio Signore, ma sarà raffermato, perciocchè Iddio è potente da raffermarlo.4 Συ τις εισαι οστις κρινεις ξενον δουλον; εις τον ιδιον αυτου κυριον ισταται η πιπτει? θελει ομως σταθη, διοτι ο Θεος ειναι δυνατος να στηση αυτον.
5 L’uno stima un giorno più che l’altro; e l’altro stima tutti i giorni pari; ciascuno sia appieno accertato nella sua mente.5 Αλλος μεν κρινει μιαν ημεραν αγιωτεραν παρα αλλην ημεραν, αλλος δε κρινει ισην πασαν ημεραν. Ας ηναι εκαστος πεπληροφορημενος εις τον ιδιον αυτου νουν.
6 Chi ha divozione al giorno ve l’ha al Signore; e chi non ha alcuna divozione al giorno non ve l’ha al Signore. E chi mangia, mangia al Signore; perciocchè egli rende grazie a Dio; e chi non mangia non mangia al Signore, e pur rende grazie a Dio.6 Ο παρατηρων την ημεραν παρατηρει αυτην δια τον Κυριον, και ο μη παρατηρων την ημεραν δια τον Κυριον δεν παρατηρει αυτην. Ο τρωγων δια τον Κυριον τρωγει? διοτι ευχαριστει εις τον Θεον. Και ο μη τρωγων δια τον Κυριον δεν τρωγει, και ευχαριστει εις τον Θεον.
7 Poichè niun di noi vive a sè stesso, nè muore a sè stesso.7 Διοτι ουδεις εξ ημων ζη δι' εαυτον και ουδεις αποθνησκει δι' εαυτον.
8 Perciocchè, se pur viviamo, viviamo al Signore; e se moriamo, moriamo al Signore; dunque, o che viviamo, o che moriamo, siamo del Signore.8 Επειδη εαν τε ζωμεν, δια τον Κυριον ζωμεν? εαν τε αποθνησκωμεν, δια τον Κυριον αποθνησκομεν. Εαν τε λοιπον ζωμεν, εαν τε αποθνησκωμεν, του Κυριου ειμεθα.
9 Imperocchè a questo fine Cristo è morto, e risuscitato, e tornato a vita, acciocchè egli signoreggi e sopra i morti, e sopra e vivi.9 Επειδη δια τουτο ο Χριστος και απεθανε και ανεστη και ανεζησε, δια να ηναι Κυριος και νεκρων και ζωντων.
10 Or tu, perchè giudichi il tuo fratello? ovvero tu ancora, perchè sprezzi il tuo fratello? poichè tutti abbiamo a comparire davanti al tribunal di Cristo.10 Συ δε δια τι κρινεις τον αδελφον σου; η και συ δια τι εξουθενεις τον αδελφον σου; επειδη παντες ημεις θελομεν παρασταθη εις το βημα του Χριστου.
11 Perciocchè egli è scritto: Come io vivo, dice il Signore, ogni ginocchio si piegherà davanti a me, ed ogni lingua darà gloria a Dio.11 Διοτι ειναι γεγραμμενον? Ζω εγω, λεγει Κυριος, οτι εις εμε θελει καμψει παν γονυ, και πασα γλωσσα θελει δοξολογησει τον Θεον.
12 Così adunque ciascun di noi renderà ragion di sè stesso a Dio.12 Αρα λοιπον εκαστος ημων περι εαυτου θελει δωσει λογον εις τον Θεον.
13 PERCIÒ, non giudichiamo più gli uni gli altri; ma più tosto giudicate questo, di non porre intoppo, o scandalo al fratello.13 Λοιπον ας μη κρινωμεν πλεον αλληλους, αλλα τουτο κρινατε μαλλον, το να μη βαλλητε προσκομμα εις τον αδελφον η σκανδαλον.
14 Io so, e son persuaso nel Signor Gesù, che niuna cosa per sè stessa è immonda; ma, a chi stima alcuna cosa essere immonda, ad esso è immonda.14 Εξευρω και ειμαι πεπεισμενος εν Κυριω Ιησου οτι ουδεν υπαρχει ακαθαρτον αφ' εαυτου ειμη εις τον οστις στοχαζεται τι οτι ειναι ακαθαρτον, εις εκεινον ειναι ακαθαρτον.
15 Ma, se il tuo fratello è contristato per lo cibo, tu non cammini più secondo carità; non far, col tuo cibo, perir colui per cui Cristo è morto.15 Εαν ομως ο αδελφος σου λυπηται δια φαγητον, δεν περιπατεις πλεον κατα αγαπην? μη φερε εις απωλειαν με το φαγητον σου εκεινον, υπερ του οποιου ο Χριστος απεθανεν.
16 Il vostro bene adunque non sia bestemmiato.16 Ας μη βλασφημηται λοιπον το αγαθον σας.
17 Perciocchè il regno di Dio non è vivanda, nè bevanda; ma giustizia, e pace, e letizia nello Spirito Santo.17 Διοτι η βασιλεια του Θεου δεν ειναι βρωσις και ποσις, αλλα δικαιοσυνη και ειρηνη και χαρα εν Πνευματι Αγιω?
18 Perciocchè, chi in queste cose serve a Cristo è grato a Dio, ed approvato dagli uomini.18 επειδη ο δουλευων εν τουτοις τον Χριστον ευαρεστει εις τον Θεον και ευδοκιμει παρα τοις ανθρωποις.
19 Procacciamo adunque le cose che son della pace, e della scambievole edificazione.19 Αρα λοιπον ας ζητωμεν τα προς την ειρηνην και τα προς την οικοδομην αλληλων.
20 Non disfar l’opera di Dio per la vivanda; ben sono tutte le cose pure; ma vi è male per l’uomo che mangia con intoppo.20 Μη καταστρεφε το εργον του Θεου δια φαγητον. Παντα μεν ειναι καθαρα, κακον ομως ειναι εις τον ανθρωπον οστις τρωγει με σκανδαλον.
21 Egli è bene non mangiar carne, e non ber vino, e non far cosa alcuna, nella quale il tuo fratello s’intoppa, o è scandalezzato, o è debole.21 Καλον ειναι το να μη φαγης κρεας μηδε να πιης οινον μηδε να πραξης τι, εις το οποιον ο αδελφος σου προσκοπτει η σκανδαλιζεται η ασθενει.
22 Tu, hai tu fede? abbila in te stesso, davanti a Dio; beato chi non condanna sè stesso in ciò ch’egli discerne.22 Συ πιστιν εχεις; εχε αυτην εντος σου ενωπιον του Θεου? μακαριος οστις δεν κατακρινει εαυτον εις εκεινο, το οποιον αποδεχεται.
23 Ma colui che sta in dubbio, se mangia, è condannato; perciocchè non mangia con fede; or tutto ciò che non è di fede è peccato23 Οστις ομως αμφιβαλλει, κατακρινεται, εαν φαγη, διοτι δεν τρωγει εκ πιστεως? και παν ο, τι δεν γινεται εκ πιστεως, ειναι αμαρτια.