1 A Moab questo dice lo Signore delli esèrciti, Iddio d' Israel: guai sopra Nabo! poi ch' è guasta e confusa (e morrà); presa è Cariataim; confusa è la forte e si spaurì. | 1 Κατα του Μωαβ. Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Ουαι εις την Νεβω? διοτι απωλεσθη? η Κιριαθαιμ κατησχυνθη, εκυριευθη? η Μισγαβ κατησχυνθη και ετρομαξε. |
2 Non ci è più allegrezza in Moab; e pensarono male contro a Esebon. Venite, e scacciatela dalla gente. Adunque istando cheta tacerai, e lo coltello ti seguiterà. | 2 δεν θελει εισθαι πλεον καυχημα εις τον Μωαβ? εν Εσεβων κακον εβουλευθησαν εναντιον αυτης? Ελθετε και ας εξαλειψωμεν αυτην απο του να ηναι εθνος? και συ, Μαδμεν, θελεις κατεδαφισθη? μαχαιρα θελει σε καταδιωξει. |
3 La voce di romore di Oronaim: guastamento, e grande tritamento. | 3 Φωνη κραυγης απο Οροναιμ, λεηλασια και συντριμμα μεγα. |
4 È trita Moab; annunziate lo romore alli suoi piccolini. | 4 Ο Μωαβ συνετριβη? τα παιδια αυτου εξεπεμψαν κραυγην. |
5 Luit salio piagnendo per lo salimento nel pianto; però che nella descensione di Oronaim li nimici udirono urlo di contrizione: | 5 Διοτι εις την αναβασιν της Λουειθ θελει υψωθη κλαυθμος επι κλαυθμον, επειδη εις την καταβασιν του Οροναιμ ηκουσαν οι εχθροι κραυγην συντριμματος. |
6 Fuggite, salvate le vostre anime; e sarete quasi come [miriche] nel deserto. | 6 Φυγετε, σωσατε την ζωην σας, και γενεσθε ως αγριομυρικη εν τη ερημω. |
7 Però che avesti fidanza nelle tue armature e ne' tuoi tesori, tu in verità sarai presa; e Camos anderà in transmigrazione, e li suoi sacerdoti e' suoi principi insieme. | 7 Διοτι, επειδη ηλπισας επι τα οχυρωματα σου και επι τους θησαυρους σου, και συ αυτος θελεις πιασθη? και ο Χεμως θελει εξελθει εις αιχμαλωσιαν, οι ιερεις αυτου και οι αρχοντες αυτου ομου. |
8 E verrà lo predatore ad ogni terra, e nulla terra sarà salvata; e le valli periranno, e li campi saranno (dipartiti e) sconciati; però che Iddio disse: | 8 Και θελει ελθει επι πασαν πολιν ο εξολοθρευτης, και πολις δεν θελει εκφυγει? η κοιλας οτι θελει απολεσθη και η πεδινη θελει αφανισθη, καθως ειπε Κυριος. |
9 Date lo fiore di Moab, per che di fuori uscirà; le sue cittadi saranno deserte e sanza abitazione. | 9 Δοτε πτερυγας εις τον Μωαβ, δια να πεταξη και να εκφυγη? διοτι αι πολεις αυτου θελουσιν ερημωθη, χωρις να υπαρχη ο κατοικων εν αυταις. |
10 Maledetto lo uomo che fa l' opera del Signore Iddio fraudolentemente; e maledetto colui che vieta lo suo coltello del sangue. | 10 Επικαταρατος ο ποιων το εργον του Κυριου αμελως? και επικαταρατος ο αποσυρων την μαχαιραν αυτου απο αιματος. |
11 Moab fu abbondante dalla sua fanciullezza, e riposossi nelle sue feci, e non è stato transmesso di vaso in vaso, e non andoe in transmigrazione; però rimase lo suo gusto in lui, e lo suo odore non è immutato. | 11 Ο Μωαβ εσταθη αταραχος εκ νεοτητος αυτου και ανεπαυετο επι την τρυγιαν αυτου και δεν εξεκενωθη απο αγγειον εις αγγειον ουδε υπηγεν εις αιχμαλωσιαν? δια τουτο η γευσις αυτου εμεινεν εις αυτον, και η οσμη αυτου δεν μετεβληθη. |
12 Però, ecco, li dì vegnono, dice Iddio, e manderò loro ordinatori e facitori di barili, e lo faranno stare a basso, e attigneranno li suoi vasi, e li suoi barili si romperanno. | 12 Δια τουτο, ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και θελω αποστειλει επ' αυτον μετατοπιστας και θελουσι μετατοπισει αυτον? και θελουσιν εκκενωσει τα αγγεια αυτου και συντριψει τους πιθους αυτου. |
13 E sarà confuso Moab da Camos, come è confusa la casa (sua) d' Israel da Betel, nella quale avea fidanza. | 13 Και ο Μωαβ θελει αισχυνθη δια τον Χεμως, καθως ησχυνθη ο οικος Ισραηλ δια την Βαιθηλ την ελπιδα αυτων. |
14 O come dite voi: noi siamo forti uomini, e robusti a combattere? | 14 Πως λεγετε, Ημεις ειμεθα ισχυροι και ανδρες δυνατοι εις πολεμον; |
15 Moab è guastata; e le sue cittadi assalirono, e li suoi eletti giovani discesero in occisione, disse lo re; lo Signore delli esèrciti è lo suo nome. | 15 Ο Μωαβ ελεηλατηθη, και επυρποληθησαν αι πολεις αυτου, και οι εκλεκτοι νεοι αυτου κατεβησαν εις σφαγην, λεγει ο Βασιλευς, του οποιου το ονομα ειναι ο Κυριος των δυναμεων. |
16 Presso è la morte di Moab per venire; lo suo male velocemente corre troppo. | 16 Η συμφορα του Μωαβ πλησιαζει να ελθη, και η θλιψις αυτου σπευδει σφοδρα. |
17 Consolate lui, voi tutti che siete nel suo circuito; e voi che sapete lo suo nome, sì dite: come è rotta la verga forte, e la mazza gloriosa? | 17 Παντες οι κυκλω αυτου, θρηνησατε αυτον? και παντες οι γνωριζοντες το ονομα αυτου, ειπατε, Πως συνετριβη η δυνατη ραβδος, η ενδοξος βακτηρια. |
18 Discendi (della forza) della gloria, e siedi nella sete, abitazione della figliuola di Dibon; però che lo guastatore di Moab verrà a te, e dissiperà le tue armadure. | 18 Θυγατηρ, η κατοικουσα εν Δαιβων, καταβα απο της δοξης και καθησον εν ανυδρω? διοτι ο λεηλατης του Μωαβ αναβαινει επι σε και θελει αφανισει τα οχυρωματα σου. |
19 Istà nella via, e agguarda, abitazione di Aroer; addomanda quello che fugge, e a quello che è iscampato, die: che t'è avvenuto? | 19 Η κατοικουσα εν Αροηρ, στηθι πλησιον της οδου και παρατηρησον? ερωτησον τον φευγοντα και την διασωζομενην και ειπε, Τι εγεινεν; |
20 Moab è confuso, però ch' egli è vinto; urlate e gridate, e annunziate in Arnon, però che guastato è Moab. | 20 Ο Μωαβ κατησχυνθη? διοτι συνετριβη? ολολυξον και βοησον. αναγγειλατε εις Αρνων οτι ο Μωαβ ελεηλατηθη, |
21 E lo giudicio è venuto alla terra de' campi; sopra Elon e sopra Iasa e sopra Mefat, | 21 και κρισις ηλθεν επι την γην της πεδινης, επι Ωλων και επι Ιαασα και επι Μηφααθ, |
22 e sopra Dibon e sopra Nabo [e sopra] la casa del Deblataim, | 22 και επι Δαιβων και επι Νεβω και επι Βαιθ-δεβλαθαιμ, |
23 e sopra Cariataim e sopra Beltgamul e sopra Betmaon, | 23 και επι Κιριαθαιμ και επι Βαιθ-γαμουλ και επι Βαιθ-μεων, |
24 e sopra Cariot e sopra Bosra e sopra tutte le cittadi della terra di Moab, le quali sono da lungi e appresso; (tutti questi sono nomi di terre). | 24 και επι Κεριωθ και επι Βοσορρα και επι πασας τας πολεις της γης Μωαβ, τας μακραν και τας εγγυς. |
25 Lo corno di Moab sì è tagliato, e lo braccio suo confratto, dice Iddio. | 25 Το κερας του Μωαβ συνεθλασθη και ο βραχιων αυτου συνετριβη, λεγει Κυριος. |
26 Inebriatelo (del calice dell' ira di Dio), però che s'è levato contro Iddio; e percoterà la mano di Moab nel suo vomito (cioè nel suo rigettare), e anco sarà dato lui in derisione. | 26 Μεθυσατε αυτον? διοτι εμεγαλυνθη κατα του Κυριου? και ο Μωαβ θελει κυλισθη εις τον εμετον αυτου και θελει εισθαι εις γελωτα και αυτος. |
27 Fu anco iscorno a te, Israel, quasi come tu l'avessi trovato tra li latroni; adunque per le tue parole, le quali tu hai parlato contro a lui, sarai menato per prigione. | 27 Διοτι μηπως ο Ισραηλ δεν εσταθη γελως εις σε; μηπως ευρεθη μεταξυ κλεπτων; διοτι οσακις ομιλεις περι αυτου, σκιρτας υπο χαρας. |
28 Abbandonate le cittadi, e abitate nelle pietre. voi abitatori di Moab; siate quasi come la colomba, che istà nel nido in sommo alla bocca del forame. | 28 Κατοικοι του Μωαβ, καταλιπετε τας πολεις και κατοικησατε εν πετρα και γενεσθε ως περιστερα φωλευουσα εις τα πλαγια του στοματος του σπηλαιου. |
29 Noi aviamo udito la superbia di Moab; egli è molto superbo; la sublimità sua e la arroganza e la superbia e l'altezza del suo cuore. | 29 Ηκουσαμεν την υπερηφανιαν του Μωαβ, του καθ' υπερβολην υπερηφανου? την υψηλοφροσυνην αυτου και την αλαζονειαν αυτου και την υπερηφανιαν αυτου και την επαρσιν της καρδιας αυτου. |
30 Dice Iddio: io so lo suo vanto e l' arroganza; non fia appo lei la sua virtude, appresso a quello che potea fare la fortezza. | 30 Εγω γνωριζω την μανιαν αυτου, λεγει Κυριος, πλην ουχι ουτω? τα ψευδη αυτου δεν θελουσι τελεσφορησει. |
31 Però io mi lagnerò sopra Moab, e gridando dirò a tutto Moab, e alli uomini del muro fatto che si lamentavano. | 31 Δια τουτο θελω ολολυξει δια τον Μωαβ και θελω αναβοησει δια ολον τον Μωαβ? θελουσι θρηνολογησει δια τους ανδρας της Κιρ-ερες. |
32 Del pianto di lazer io piagnerò a te, vigna Sabama; li tuoi rami passorono il mare, pervennero infino al mare di Iazer; il predatore venne (in rovina) sopra la tua ricolta e la vendemmia. | 32 Αμπελε της Σιβμα, θελω κλαυσει δια σε υπερ τον κλαυθμον της Ιαζηρ? τα κληματα σου διεπεραααν την θαλασσαν, εφθασαν εως της θαλασσης της Ιαζηρ? ο λεηλατης επεπεσεν επι το θερος σου και επι τον τρυγητον σου. |
33 La letizia e l'allegrezza è tolta di Carmelo e della terra di Moab; e ho tolto lo vino de' canali, e lo follatore dell' uva non canterà più la sua usata canzone. | 33 Και χαρα και αγαλλιασις εξηλειφθη απο της καρποφορου πεδιαδος και απο της γης Μωαβ? και αφηρεσα τον οινον απο των ληνων? ουδεις θελει ληνοπατησει αλαλαζων? αλαλαγμος δεν θελει ακουσθη. |
34 Dello romore d' Esebon insino ad Eleale e Iasa diedono la loro voce; di Segor insino ad Oronaim, come vitella che si gitta in terra; e l'acque di Nemrim seranno pessime. | 34 Δια την κραυγην της Εσεβων, ητις εφθασεν εως Ελεαλη και εως Ιαας, αυτοι εδωκαν την φωνην αυτων απο Σηγωρ εως Οροναιμ ως δαμαλις τριετης? διοτι και τα υδατα του Νιμρειμ θελουσιν εκλειψει. |
35 E torrò di Moab, dice Iddio, quello che offera nelle altezze, e quelli che sacrificano alli iddii suoi. | 35 Και θελω παυσει εν τω Μωαβ, λεγει Κυριος, τον προσφεροντα ολοκαυτωμα εις τους υψηλους τοπους και τον θυμιαζοντα εις τους θεους αυτου. |
36 Però lo mio cuore suonerà a Moab quasi casa di metallo; e lo mio cuore alli uomini del muro malvagio darà suono delle gambe; per che feciono più che non poterono; però perirono. | 36 Δια τουτο η καρδια μου θελει βομβησει δια τον Μωαβ ως αυλος και η καρδια μου θελει βομβησει ως αυλος δια τους ανδρας της Κιρ-ερες? διοτι τα αποκτηθεντα εις αυτην αγαθα απωλεσθησαν. |
37 Ogni capo sarà calvo, e ogni barba sarà rasa; in ogni mano sarà allegatura, e sopra ogni dorso sarà cilicio. | 37 Διοτι πασα κεφαλη θελει εισθαι φαλακρα και πας πωγων εξυρισμενος? επι πασας τας χειρας θελουσιν εισθαι εντομαι και επι την οσφυν σακκος. |
38 Sopra tutti li tetti di Moab e nelle sue piazze sarà tutto pianto; però che è trito Moab sì come vaso disutile, dice Iddio. | 38 Επι παντα τα δωματα του Μωαβ και επι πασας τας πλατειας αυτου θρηνος θελει εισθαι? διοτι συνετριψα τον Μωαβ ως σκευος εν ω δεν υπαρχει χαρις, λεγει Κυριος. |
39 Com'è allegata, e urlano? come gittò Moab lo collo, e confuso è? E sarà Moab posto per ischerno, e in esempio a tutte le genti del suo circuito. | 39 Ολολυξατε, λεγοντες, Πως συνετριβη? πως ο Μωαβ εστρεψε τα νωτα εν καταισχυνη? ουτως ο Μωαβ θελει εισθαι γελως και φρικη εις παντας τους περι αυτον. |
40 Questo dice Iddio: ecco, volerà a modo d' aquila, e distese l'ali sue a Moab. | 40 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, θελει πεταξει ως αετος, και θελει απλωσει τας πτερυγας αυτου επι τον Μωαβ. |
41 Cariot sì è presa, e tutte le sue armature sono comprese; e sarà lo cuore de' forti di Moab in quello dì, come lo cuore della femina che partorisce. | 41 Η Κεριωθ εκυριευθη και τα οχυρωματα επιασθησαν, και αι καρδιαι των ισχυρων του Μωαβ θελουσιν εισθαι κατ' εκεινην την ημεραν ως καρδια γυναικος κοιλοπονουσης. |
42 E lo populo sì cesserà d'essere di Moab; però che s'è gloriato incontro a Dio. | 42 Και ο Μωαβ θελει εξαλειφθη απο του να ηναι λαος, διοτι εμεγαλυνθη κατα του Κυριου. |
43 Timore e fossa e lacciuolo sopra te, o abitatore di Moab, dice Iddio. | 43 Φοβος και λακκος και παγις θελουσιν εισθαι επι σε, κατοικε του Μωαβ, λεγει Κυριος. |
44 Chi fuggirà dalla faccia del timore (di Dio) cadrà nella fossa; e chi (sarà e) salirà della fossa sarà preso dal lacciuolo; io adducerò sopra Moab l'anno della loro visitazione, dice Iddio. | 44 Ο εκφυγων απο του φοβου θελει πεσει εις τον λακκον, και ο αναβας εκ του λακκου θελει πιασθη εν τη παγιδι? διοτι θελω φερει επ' αυτον, επι τον Μωαβ, το ετος της επισκεψεως αυτων, λεγει Κυριος. |
45 Egli stettono nell' ombra di Esebon fuggenti dello lacciuolo; però che lo fuoco è uscito di Esebon, e la fiamma del mezzo di Seon, e divorerà la parte di Moab e la sommità de' figliuoli di tumulto. (Lo tumulto si è vocabolo in grammatica', che in volgare si dice quando una gente viene con grande furore). | 45 Οι φυγοντες εσταθησαν υπο την σκιαν της Εσεβων ητονημενοι? πυρ ομως θελει εξελθει εξ Εσεβων και φλοξ εκ μεσου της Σηων, και θελει καταφαγει το οριον του Μωαβ και την ακροπολιν των θορυβουντων πολεμιστων. |
46 Guai a te, Moab! se' tu, popolo di Camos, perito; però che li tuoi figliuoli sono presi, e le tue figliuole sono poste in prigione. | 46 Ουαι εις σε, Μωαβ? ο λαος του Χεμως απωλεσθη? διοτι οι υιοι σου επιασθησαν αιχμαλωτοι και αι θυγατερες σου αιχμαλωτοι. |
47 E convertirò la cattivitade di Moab nelli novissimi dì, dice Iddio. Infino a qui si è trattato dei giudicii di Moab. | 47 Αλλ' εγω θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν του Μωαβ εν ταις εσχαταις ημεραις, λεγει Κυριος. Μεχρι τουτου η κρισις του Μωαβ. |