Scrutatio

Giovedi, 1 maggio 2025 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Józsue könyve 3


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Erre Józsue kora reggel felkelt és elindította a tábort. El is indultak Sittímből és eljutottak a Jordánig, ő és Izrael valamennyi fia, s ott időztek három napig.1 και ωρθρισεν ιησους το πρωι και απηραν εκ σαττιν και ηλθοσαν εως του ιορδανου και κατελυσαν εκει προ του διαβηναι
2 Ennek elmúltával az elöljárók bejárták a tábort,2 και εγενετο μετα τρεις ημερας διηλθον οι γραμματεις δια της παρεμβολης
3 és kikiáltották: »Mihelyt meglátjátok az Úrnak, a ti Isteneteknek szövetségládáját és hogy a Lévi törzséből való papok azt viszik, keljetek fel ti is, és menjetek utánuk,3 και ενετειλαντο τω λαω λεγοντες οταν ιδητε την κιβωτον της διαθηκης κυριου του θεου ημων και τους ιερεις ημων και τους λευιτας αιροντας αυτην απαρειτε απο των τοπων υμων και πορευεσθε οπισω αυτης
4 – kétezer könyöknyi távolság legyen köztetek és a láda között, hogy messziről láthassátok és tudjátok, melyik úton kell haladnotok, mert azon még nem jártatok sohasem –, de vigyázzatok ám, hogy a ládához közelebb ne kerüljetek!«4 αλλα μακραν εστω ανα μεσον υμων και εκεινης οσον δισχιλιους πηχεις στησεσθε μη προσεγγισητε αυτη ιν' επιστησθε την οδον ην πορευεσθε αυτην ου γαρ πεπορευσθε την οδον απ' εχθες και τριτης ημερας
5 Józsue pedig azt mondta a népnek: »Szentelődjetek meg, mert holnap csodákat fog művelni az Úr közöttetek.«5 και ειπεν ιησους τω λαω αγνισασθε εις αυριον οτι αυριον ποιησει εν υμιν κυριος θαυμαστα
6 Majd azt mondta a papoknak: »Vegyétek fel a szövetség ládáját, és vonuljatok vele a nép élén.« Azok teljesítették a parancsot, felvették és előttük mentek.6 και ειπεν ιησους τοις ιερευσιν αρατε την κιβωτον της διαθηκης κυριου και προπορευεσθε του λαου και ηραν οι ιερεις την κιβωτον της διαθηκης κυριου και επορευοντο εμπροσθεν του λαου
7 Azt mondta ekkor az Úr Józsuénak: »Ma kezdelek felemelni téged egész Izrael előtt, hogy megtudják, hogy úgy, ahogy Mózessel voltam, úgy leszek veled is.7 και ειπεν κυριος προς ιησουν εν τη ημερα ταυτη αρχομαι υψωσαι σε κατενωπιον παντων υιων ισραηλ ινα γνωσιν καθοτι ημην μετα μωυση ουτως εσομαι και μετα σου
8 Parancsolj tehát a papoknak, akik a szövetség ládáját viszik, és mondd nekik: Ha a Jordán vizének széléhez értek, álljatok meg a Jordánban.«8 και νυν εντειλαι τοις ιερευσιν τοις αιρουσιν την κιβωτον της διαθηκης λεγων ως αν εισελθητε επι μερους του υδατος του ιορδανου και εν τω ιορδανη στησεσθε
9 Azt mondta erre Józsue Izrael fiainak: »Gyertek ide, és halljátok az Úrnak, a ti Isteneteknek szavát!«9 και ειπεν ιησους τοις υιοις ισραηλ προσαγαγετε ωδε και ακουσατε το ρημα κυριου του θεου ημων
10 Majd így folytatta: »A következő dologból fogjátok megtudni, hogy az Úr, az élő Isten közöttetek van és elűzi színetek elől a kánaánit, a hetitát, a hivvitát, a perizitát, a girgasitát, a jebuzitát meg az amoritát:10 εν τουτω γνωσεσθε οτι θεος ζων εν υμιν και ολεθρευων ολεθρευσει απο προσωπου ημων τον χαναναιον και τον χετταιον και τον φερεζαιον και τον ευαιον και τον αμορραιον και τον γεργεσαιον και τον ιεβουσαιον
11 íme, az egész föld Urának szövetségládája bemegy előttetek a Jordánba. –11 ιδου η κιβωτος διαθηκης κυριου πασης της γης διαβαινει τον ιορδανην
12 Válasszatok tizenkét férfit Izrael törzseiből, egyet-egyet minden törzsből –12 προχειρισασθε υμιν δωδεκα ανδρας απο των υιων ισραηλ ενα αφ' εκαστης φυλης
13 s amint a papok, akik az Úrnak, az egész föld Istenének ládáját viszik, talpukat a Jordán vizére teszik, a lefelé levő víz lefolyik és elfogy, a felülről jövő pedig egy tömegben megáll.«13 και εσται ως αν καταπαυσωσιν οι ποδες των ιερεων των αιροντων την κιβωτον της διαθηκης κυριου πασης της γης εν τω υδατι του ιορδανου το υδωρ του ιορδανου εκλειψει το δε υδωρ το καταβαινον στησεται
14 A nép tehát elindult sátraiból, hogy átkeljen a Jordánon, s a papok, akik a szövetség ládáját vitték, előtte mentek.14 και απηρεν ο λαος εκ των σκηνωματων αυτων διαβηναι τον ιορδανην οι δε ιερεις ηροσαν την κιβωτον της διαθηκης κυριου προτεροι του λαου
15 Amint beléptek a Jordánba, és lábukat belemártották a víz szélébe – mivel aratás ideje volt, a Jordán teljesen betöltötte medrének partjait –,15 ως δε εισεπορευοντο οι ιερεις οι αιροντες την κιβωτον της διαθηκης επι τον ιορδανην και οι ποδες των ιερεων των αιροντων την κιβωτον της διαθηκης κυριου εβαφησαν εις μερος του υδατος του ιορδανου ο δε ιορδανης επληρου καθ' ολην την κρηπιδα αυτου ωσει ημεραι θερισμου πυρων
16 a felülről jövő víz egy helyen megállt és messze attól a várostól, amelyet Ádomnak neveznek, egészen Szártán helyéig, úgy feltornyosodott, hogy hegynek látszott, a lefelé levő víz pedig lefolyt a Puszta tengerébe (melyet most Holt-tengernek neveznek), míg egészen el nem fogyott.16 και εστη τα υδατα τα καταβαινοντα ανωθεν εστη πηγμα εν αφεστηκος μακραν σφοδρα σφοδρως εως μερους καριαθιαριμ το δε καταβαινον κατεβη εις την θαλασσαν αραβα θαλασσαν αλος εως εις το τελος εξελιπεν και ο λαος ειστηκει απεναντι ιεριχω
17 Erre a nép átment Jerikó felé: a papok, akik az Úr szövetségének ládáját vitték, száraz talajon, a Jordán közepén, felövezve álltak, s az egész nép száraz medren ment át.17 και εστησαν οι ιερεις οι αιροντες την κιβωτον της διαθηκης κυριου επι ξηρας εν μεσω του ιορδανου και παντες οι υιοι ισραηλ διεβαινον δια ξηρας εως συνετελεσεν πας ο λαος διαβαινων τον ιορδανην