Scrutatio

Giovedi, 15 maggio 2025 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Salmi 77


font
BIBBIA VOLGARELXX
1 Attendete, popolo mio, la mia legge; inclinate le vostre orecchie nelle parole della bocca mia.1 συνεσεως τω ασαφ προσεχετε λαος μου τον νομον μου κλινατε το ους υμων εις τα ρηματα του στοματος μου
2 Aprirò la mia bocca ne' proverbii; parlerò le proposizioni dal principio.2 ανοιξω εν παραβολαις το στομα μου φθεγξομαι προβληματα απ' αρχης
3 Quante cose noi avemo udite e conosciute; e li padri nostri a noi raccontorono.3 οσα ηκουσαμεν και εγνωμεν αυτα και οι πατερες ημων διηγησαντο ημιν
4 Non sono occultate da' loro figliuoli nell' altra generazione, narranti le laude del Signore, e sue virtù, e le sue maraviglie che ha fatto.4 ουκ εκρυβη απο των τεκνων αυτων εις γενεαν ετεραν απαγγελλοντες τας αινεσεις του κυριου και τας δυναστειας αυτου και τα θαυμασια αυτου α εποιησεν
5 Egli suscitò il testimonio in Iacob, e in Israel puose la legge.5 και ανεστησεν μαρτυριον εν ιακωβ και νομον εθετο εν ισραηλ οσα ενετειλατο τοις πατρασιν ημων του γνωρισαι αυτα τοις υιοις αυτων
6 Quante cose comandò a' padri nostri, che manifestassero a' loro figliuoli, acciò che l' altra generazione conosca. Li figliuoli che nasceranno, e che si leveranno, racconteranno a' suoi figliuoli;6 οπως αν γνω γενεα ετερα υιοι οι τεχθησομενοι και αναστησονται και απαγγελουσιν αυτα τοις υιοις αυτων
7 acciò che pongano in Dio loro speranza, e non dismèntichino l'opere di Dio, e cerchino li comandamenti suoi.7 ινα θωνται επι τον θεον την ελπιδα αυτων και μη επιλαθωνται των εργων του θεου και τας εντολας αυτου εκζητησουσιν
8 E non siano fatti come loro padri, e generazione rea e perversa; generazione che non ha drizzato il suo cuore, e non è creduto esser con Iddio il spirito suo.8 ινα μη γενωνται ως οι πατερες αυτων γενεα σκολια και παραπικραινουσα γενεα ητις ου κατηυθυνεν την καρδιαν αυτης και ουκ επιστωθη μετα του θεου το πνευμα αυτης
9 Li figliuoli di Efrem, estendendo e mandando l'arco, nel dì della battaglia si convertirono.9 υιοι εφραιμ εντεινοντες και βαλλοντες τοξοις εστραφησαν εν ημερα πολεμου
10 Non osservorone il testamento di Dio; e nella sua legge non volsero andare.10 ουκ εφυλαξαν την διαθηκην του θεου και εν τω νομω αυτου ουκ ηθελον πορευεσθαι
11 E si dismenticorono delli suoi beneficii, e delle sue maraviglie mostrate a loro.11 και επελαθοντο των ευεργεσιων αυτου και των θαυμασιων αυτου ων εδειξεν αυτοις
12 Fece maraviglie dinanzi loro padri nella terra di Egitto, nel campo di Tani.12 εναντιον των πατερων αυτων α εποιησεν θαυμασια εν γη αιγυπτω εν πεδιω τανεως
13 (Ma) aperse il mare, e condusse quelli; e raunò le acque come nell' otre.13 διερρηξεν θαλασσαν και διηγαγεν αυτους εστησεν υδατα ωσει ασκον
14 E menolli colla nube per il dì, e per tutta la notte con la illuminazione del fuoco.14 και ωδηγησεν αυτους εν νεφελη ημερας και ολην την νυκτα εν φωτισμω πυρος
15 Ruppe la pietra nel deserto; e detteli l'acqua, come nel grande abisso.15 διερρηξεν πετραν εν ερημω και εποτισεν αυτους ως εν αβυσσω πολλη
16 E trasse l'acqua dalla pietra; e menò le acque come fiume.16 και εξηγαγεν υδωρ εκ πετρας και κατηγαγεν ως ποταμους υδατα
17 E ancora si misero a peccare contra luì; e commossero l' Altissimo nell' ira nella via delle acque.17 και προσεθεντο ετι του αμαρτανειν αυτω παρεπικραναν τον υψιστον εν ανυδρω
18 E tentorono Iddio nel suo cuore, domandando cibi a loro anime.18 και εξεπειρασαν τον θεον εν ταις καρδιαις αυτων του αιτησαι βρωματα ταις ψυχαις αυτων
19 E hanno sparlato contra Iddio; dissero : adunque potrà Iddio preparare la mensa nel deserto?19 και κατελαλησαν του θεου και ειπαν μη δυνησεται ο θεος ετοιμασαι τραπεζαν εν ερημω
20 Però che percosse la pietra, e uscirono l'acque, e gli fiumi si sparsero, adunque potrà dare etiam il pane, ovver apparecchiare la mensa al suo popolo?20 επει επαταξεν πετραν και ερρυησαν υδατα και χειμαρροι κατεκλυσθησαν μη και αρτον δυναται δουναι η ετοιμασαι τραπεζαν τω λαω αυτου
21 E però udì il Signore, e prolungò; è il fuoco acceso in Iacob, e l'ira entrò in Israel.21 δια τουτο ηκουσεν κυριος και ανεβαλετο και πυρ ανηφθη εν ιακωβ και οργη ανεβη επι τον ισραηλ
22 Per che non credettero in Dio, e non sperorono in la salute sua.22 οτι ουκ επιστευσαν εν τω θεω ουδε ηλπισαν επι το σωτηριον αυτου
23 E comandò alle nubi di sopra, e aperse le porte del cielo.23 και ενετειλατο νεφελαις υπερανωθεν και θυρας ουρανου ανεωξεν
24 E (allora) piovette la manna da mangiare, e detteli il pane del cielo.24 και εβρεξεν αυτοις μαννα φαγειν και αρτον ουρανου εδωκεν αυτοις
25 Mangiò l' uomo il pane di angeli; e dètte loro cibi in abbondanza.25 αρτον αγγελων εφαγεν ανθρωπος επισιτισμον απεστειλεν αυτοις εις πλησμονην
26 Mandò dal cielo il vento austro, e nella sua virtù mostrò l'africo.26 απηρεν νοτον εξ ουρανου και επηγαγεν εν τη δυναστεια αυτου λιβα
27 E piovette sopra loro le carni come polvere, e li uccelli con penne a modo di arena di mare.27 και εβρεξεν επ' αυτους ωσει χουν σαρκας και ωσει αμμον θαλασσων πετεινα πτερωτα
28 E cascorono in mezzo de' loro alloggiamenti, e appresso loro tabernacoli.28 και επεπεσον εις μεσον της παρεμβολης αυτων κυκλω των σκηνωματων αυτων
29 E mangiorono, e satolloronsi molto; e compierono loro desiderio, e non furono ingannati da quello.29 και εφαγοσαν και ενεπλησθησαν σφοδρα και την επιθυμιαν αυτων ηνεγκεν αυτοις
30 Ancora nella loro bocca erano loro cibi; e l'ira di Dio venne sopra quelli.30 ουκ εστερηθησαν απο της επιθυμιας αυτων ετι της βρωσεως αυτων ουσης εν τω στοματι αυτων
31 E uccise loro ingrassati, e impacciò li eletti d' Israel.31 και οργη του θεου ανεβη επ' αυτους και απεκτεινεν εν τοις πιοσιν αυτων και τους εκλεκτους του ισραηλ συνεποδισεν
32 In tutte queste cose ancora peccorono; e non credettero alle sue maraviglie.32 εν πασιν τουτοις ημαρτον ετι και ουκ επιστευσαν εν τοις θαυμασιοις αυτου
33 E nella vanità vennero meno loro giorni, e' loro anni mancorono presto.33 και εξελιπον εν ματαιοτητι αι ημεραι αυτων και τα ετη αυτων μετα σπουδης
34 Quando li uccideva, cercavano lui; e ritornavano, e per tempo a lui venivano.34 οταν απεκτεννεν αυτους εξεζητουν αυτον και επεστρεφον και ωρθριζον προς τον θεον
35 E arricordaronsi che Iddio è loro aiuto, e l'eccelso Iddio è loro redentore.35 και εμνησθησαν οτι ο θεος βοηθος αυτων εστιν και ο θεος ο υψιστος λυτρωτης αυτων εστιν
36 E mostronno d' amarlo con loro bocca, e colla sua lingua a lui mentirono.36 και ηπατησαν αυτον εν τω στοματι αυτων και τη γλωσση αυτων εψευσαντο αυτω
37 Ma loro cuore non era con lui dritto; e non sono trovati fedeli nel suo testamento.37 η δε καρδια αυτων ουκ ευθεια μετ' αυτου ουδε επιστωθησαν εν τη διαθηκη αυτου
38 Ma egli è misericordioso; e farassi propizio a' loro peccati, e non li distruggerà. E accrescette, acciò levasse l'ira sua; e non accese ogni ira sua.38 αυτος δε εστιν οικτιρμων και ιλασεται ταις αμαρτιαις αυτων και ου διαφθερει και πληθυνει του αποστρεψαι τον θυμον αυτου και ουχι εκκαυσει πασαν την οργην αυτου
39 E ricordossi che sono carne; spirito andante e non ritornante.39 και εμνησθη οτι σαρξ εισιν πνευμα πορευομενον και ουκ επιστρεφον
40 Quante volte adirorono quello nel deserto? commossero lui in ira nel luogo arido?40 ποσακις παρεπικραναν αυτον εν τη ερημω παρωργισαν αυτον εν γη ανυδρω
41 E convertiti tentorono Iddio; e adirorono il santo d'Israel.41 και επεστρεψαν και επειρασαν τον θεον και τον αγιον του ισραηλ παρωξυναν
42 Non si sono ricordati della sua mano, nel dì nel quale ricomperolli della mano de' tribulanti'42 ουκ εμνησθησαν της χειρος αυτου ημερας ης ελυτρωσατο αυτους εκ χειρος θλιβοντος
43 come puose li segni suoi in Egitto, e sue maraviglie nel campo [di] Tani.43 ως εθετο εν αιγυπτω τα σημεια αυτου και τα τερατα αυτου εν πεδιω τανεως
44 E convertitte loro fiumi in sangue e loro pioggie, per che non bevessero.44 και μετεστρεψεν εις αιμα τους ποταμους αυτων και τα ομβρηματα αυτων οπως μη πιωσιν
45 Mandò in quelli le mosche canine, e mangiolli; le rane, e gli dissipò.45 εξαπεστειλεν εις αυτους κυνομυιαν και κατεφαγεν αυτους και βατραχον και διεφθειρεν αυτους
46 E alla brina dètte loro frutti, e loro fatiche alla locusta.46 και εδωκεν τη ερυσιβη τον καρπον αυτων και τους πονους αυτων τη ακριδι
47 E colla tempesta uccise loro vigne, è colla brina loro mori.47 απεκτεινεν εν χαλαζη την αμπελον αυτων και τας συκαμινους αυτων εν τη παχνη
48 E dètte loro bestiame alla tempesta, e loro possessione al fuoco.48 και παρεδωκεν εις χαλαζαν τα κτηνη αυτων και την υπαρξιν αυτων τω πυρι
49 In loro mandò l'ira del suo isdegno; lo isdegno, l'ira e tribulazione mandò per gli mali angeli.49 εξαπεστειλεν εις αυτους οργην θυμου αυτου θυμον και οργην και θλιψιν αποστολην δι' αγγελων πονηρων
50 Fece le vie all' andamento della sua ira, non perdonò alla morte di loro anime; e concluse nella morte loro bestiame.50 ωδοποιησεν τριβον τη οργη αυτου ουκ εφεισατο απο θανατου των ψυχων αυτων και τα κτηνη αυτων εις θανατον συνεκλεισεν
51 E uccise ogni primogenito nella terra di Egitto; le primizie di ogni loro fatica ne' tabernacoli di Cam.51 και επαταξεν παν πρωτοτοκον εν αιγυπτω απαρχην των πονων αυτων εν τοις σκηνωμασι χαμ
52 E menò fuori il suo popolo come pecore; e come capre per il deserto.52 και απηρεν ως προβατα τον λαον αυτου και ανηγαγεν αυτους ως ποιμνιον εν ερημω
53 E menolli in speranza, e non temettero; e il mare coperse loro nemici.53 και ωδηγησεν αυτους εν ελπιδι και ουκ εδειλιασαν και τους εχθρους αυτων εκαλυψεν θαλασσα
54 E condusseli nel monte della sua santificazione, monte acquistato colla sua destra. E da loro faccia scacciò le genti; e per sorte divise loro [la] terra in parte di distribuzione.54 και εισηγαγεν αυτους εις οριον αγιασματος αυτου ορος τουτο ο εκτησατο η δεξια αυτου
55 E fece abitare in li loro tabernacoli le tribù d' Israel.55 και εξεβαλεν απο προσωπου αυτων εθνη και εκληροδοτησεν αυτους εν σχοινιω κληροδοσιας και κατεσκηνωσεν εν τοις σκηνωμασιν αυτων τας φυλας του ισραηλ
56 E tentorono e adirorono l' Altissimo Iddio; e non osservorono li suoi testimoni.56 και επειρασαν και παρεπικραναν τον θεον τον υψιστον και τα μαρτυρια αυτου ουκ εφυλαξαντο
57 E partironsi, e non servorono il patto; come loro padri, convertironsi nell' iniquo arco.57 και απεστρεψαν και ησυνθετησαν καθως και οι πατερες αυτων και μετεστραφησαν εις τοξον στρεβλον
58 Nelli suoi colli il commossero in ira; nelli suoi idoli il provocorono a isdegno.58 και παρωργισαν αυτον εν τοις βουνοις αυτων και εν τοις γλυπτοις αυτων παρεζηλωσαν αυτον
59 Intese Iddio, e sprezzolli, e a niente recò Israel.59 ηκουσεν ο θεος και υπερειδεν και εξουδενωσεν σφοδρα τον ισραηλ
60 E scacciò il tabernacolo di Silo, il suo tabernacolo, dove abitò nelli uomini.60 και απωσατο την σκηνην σηλωμ σκηνωμα αυτου ου κατεσκηνωσεν εν ανθρωποις
61 E dette loro virtù in prigionia, e loro bellezza nelle mani dell' inimico.61 και παρεδωκεν εις αιχμαλωσιαν την ισχυν αυτων και την καλλονην αυτων εις χειρας εχθρου
62 Concluse il suo popolo nel coltello; e sprezzò la sua eredità.62 και συνεκλεισεν εις ρομφαιαν τον λαον αυτου και την κληρονομιαν αυτου υπερειδεν
63 Loro giovani, mangiolli il fuoco; e loro vergini non sono lamentate.63 τους νεανισκους αυτων κατεφαγεν πυρ και αι παρθενοι αυτων ουκ επενθηθησαν
64 Loro sacerdoti cascorono nel coltello; e loro vedove non [si] piangevano.64 οι ιερεις αυτων εν ρομφαια επεσαν και αι χηραι αυτων ου κλαυσθησονται
65 E risvegliossi il Signore come quello che dorme, come potente inebriato di vino.65 και εξηγερθη ως ο υπνων κυριος ως δυνατος κεκραιπαληκως εξ οινου
66 E percosse li suoi nemici da drieto; dètte quelli in obbrobrio sempiterno.66 και επαταξεν τους εχθρους αυτου εις τα οπισω ονειδος αιωνιον εδωκεν αυτοις
67 E scacciò il tabernacolo di Iosef; e non elesse la tribù di Efraim.67 και απωσατο το σκηνωμα ιωσηφ και την φυλην εφραιμ ουκ εξελεξατο
68 Ma elesse la tribù di Giuda, monte di Sion da lui amato.68 και εξελεξατο την φυλην ιουδα το ορος το σιων ο ηγαπησεν
69 Ed edificò il suo luogo santo, come unicorno, nella terra ch' egli ha fondato IN SECULA.69 και ωκοδομησεν ως μονοκερωτων το αγιασμα αυτου εν τη γη εθεμελιωσεν αυτην εις τον αιωνα
70 Ed elesse David servo suo, e tolselo dopo le mandrie delle pecore; dopo le pregnanti tolse lui.70 και εξελεξατο δαυιδ τον δουλον αυτου και ανελαβεν αυτον εκ των ποιμνιων των προβατων
71 Nutrica Iacob suo servo, e Israel sua eredità.71 εξοπισθεν των λοχευομενων ελαβεν αυτον ποιμαινειν ιακωβ τον λαον αυτου και ισραηλ την κληρονομιαν αυτου
72 E pascette quelli nella innocenza del suo cuore; e nelli intendimenti delle loro mani guidò loro.72 και εποιμανεν αυτους εν τη ακακια της καρδιας αυτου και εν ταις συνεσεσι των χειρων αυτου ωδηγησεν αυτους