Ezechielis 9
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748
Gen
Ex
Lv
Nm
Deut
Ios
Iudc
Ruth
1 Re
2 Re
3 Re
4 Re
1 Par
2 Par
Esd
Neh
Tob
Iudt
Esth
1 Mach
2 Mach
Iob
Ps
Prov
Eccle
Cant
Sap
Eccli
Isa
Ier
Lam
Bar
Ez
Dan
Os
Ioel
Am
Abd
Ion
Mi
Nah
Hab
Soph
Agg
Zach
Mal
Mt
Mc
Lc
Io
Act
Rom
1Cor
2Cor
Gal
Eph
Phil
Col
1 Thess
2 Thess
1 Tim
2 Tim
Tit
Philem
Hebr
Iac
1 Pt
2 Pt
1 Io
2 Io
3 Io
Iud
Apoc
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
NOVA VULGATA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Et clamavit in auribus meis voce magna dicens: “ Appro pinquaveruntvisitationes urbis, et unusquisque vas interfectionis habet in manu sua ”. | 1 Και εκραξεν εις τα ωτα μου μετα φωνης μεγαλης? λεγων, Ας πλησιασωσιν οι τεταγμενοι κατα της πολεως, εκαστος εχων το οπλον αυτου της εξολοθρευσεως εν τη χειρι αυτου. |
2 Et ecce sex viri veniebant de via portae superioris, quae respicit ad aquilonem,et uniuscuiusque vas interitus in manu eius; vir quoque unus in medio eorumvestitus lineis, et atramentarium scriptoris ad renes eius; et ingressi sunt etsteterunt iuxta altare aereum. | 2 Και ιδου, εξ ανδρες ηρχοντο απο της οδου της υψηλοτερας πυλης της βλεπουσης προς βορραν, εκαστος εχων εν τη χειρι αυτου οπλον κατασυντριμμου? και εν τω μεσω αυτων εις ανθρωπος ενδεδυμενος λινα με γραμματεως καλαμαριον εν τη οσφυι αυτου? και εισελθοντες εσταθησαν πλησιον του χαλκινου θυσιαστηριου. |
3 Et gloria Dei Israel elevata est de cherub,super quem erat, ad limen domus; et vocavit virum, qui indutus erat lineis etatramentarium scriptoris habebat in lumbis suis. | 3 Και η δοξα του Θεου του Ισραηλ ανεβη επανωθεν των χερουβειμ, επανωθεν των οποιων ητο, εις το κατωφλιον του οικου? και εφωνησε προς τον ανδρα τον ενδεδυμενον τα λινα, τον εχοντα εν τη οσφυι αυτου το καλαμαριον του γραμματεως? |
4 Et dixit Dominus ad eum: “Transi per mediam civitatem in medio Ierusalem et signa thau super frontesvirorum gementium et dolentium super cunctis abominationibus, quae fiunt inmedio eius ”. | 4 και ειπε Κυριος προς αυτον, Διελθε δια της πολεως, δια της Ιερουσαλημ, και καμε σημειον επι των μετωπων των ανδρων, των στεναζοντων και βοωντων δια παντα τα βδελυγματα τα γινομενα εν μεσω αυτης. |
5 Et illis dixit, audiente me: “ Transite per civitatemsequentes eum et percutite; non parcat oculus vester, neque misereamini: | 5 Προς δε τους αλλους ειπεν, ακουοντος εμου, Διελθετε κατοπιν αυτου δια της πολεως και παταξατε? ας μη φεισθη ο οφθαλμος σας και μη ελεησητε? |
6 senem, adulescentulum et virginem et parvulum et mulieres interficite usque adinternecionem; omnem autem, super quem videritis thau, ne occidatis, et asanctuario meo incipite ”. Coeperunt ergo a viris senioribus, qui erant antefaciem domus. | 6 γεροντας, νεους και παρθενους και νηπια και γυναικας, φονευσατε μεχρις εξαλειψεως? εις παντα ομως ανθρωπον εφ' ου ειναι το σημειον μη πλησιασητε? και αρχισατε απο του αγιαστηριου μου. Και ηρχισαν απο των ανδρων των πρεσβυτερων των εμπροσθεν του οικου. |
7 Et dixit ad eos: “Contaminate domum et implete atriainterfectis. Egredimini ”. Et egressi sunt et percutiebant eos, qui erant incivitate. | 7 Και ειπε προς αυτους, Μιανατε τον οικον και γεμισατε τας αυλας απο τραυματιων? εξελθετε. Και εξηλθον και επαταξαν εν τη πολει. |
8 Et caede completa, remansi ego ruique super faciem meam et clamans aio: “Heu,Domine Deus! Ergone disperdes omnes reliquias Israel, effundens furorem tuumsuper Ierusalem? ”. | 8 Ενω δε ουτοι επατασσον αυτους, εναπολειφθεις εγω επεσον επι προσωπον μου και ανεβοησα και ειπα, Οιμοι, Κυριε Θεε? συ εξαλειφεις απαν το υπολοιπον του Ισραηλ, εκχεων την οργην σου επι την Ιερουσαλημ; |
9 Et dixit ad me: “ Iniquitas domus Israel et Iudaemagna est nimis valde; et repleta est terra sanguinibus, et civitas repleta estiniustitia. Dixerunt enim: “Dereliquit Dominus terram, et Dominus non videt”; | 9 Και ειπε προς εμε, Η ανομια του οικου Ισραηλ και Ιουδα υπερεμεγαλυνθη σφοδρα και η γη ειναι πληρης αιματων? και πολις πληρης διαφθορας? διοτι λεγουσιν, Ο Κυριος εγκατελιπε την γην, και, Ο Κυριος δεν βλεπει. |
10 igitur et meus non parcet oculus, neque miserebor: viam eorum super caputeorum reddam ”. | 10 Και εγω λοιπον δεν θελει φεισθη ο οφθαλμος μου και δεν θελω ελεησει? κατα της κεφαλης αυτων θελω ανταποδωσει τας οδους αυτων. |
11 Et ecce vir, qui indutus erat lineis, qui habebatatramentarium in lumbis suis, respondit verbum dicens: “ Feci, sicutpraecepisti mihi ”. | 11 Και ιδου, ο ανηρ ο ενδεδυμενος τα λινα, ο εχων εν τη οσφυι αυτου το καλαμαριον, εφερεν αποκρισιν, λεγων, Εκαμον καθως προσεταξας εις εμε. |