Ezekiel jövendölése 22
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Akkor az Úr ezt a szózatot intézte hozzám: | 1 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε; λεγων, |
2 »Hát te, emberfia, nem mondasz ítéletet, nem mondasz ítéletet a vér városa felett? | 2 Και συ, υιε ανθρωπου, θελεις κρινει, θελεις κρινει την πολιν των αιματων; και θελεις παραστησει εις αυτην παντα τα βδελυγματα αυτης; |
3 Mutasd meg neki minden utálatosságát és mondd: Így szól az Úr Isten: Ó, ez a város! Saját keblében ont vért, hogy eljöjjön az ő ideje, és önmaga ellen készít bálványokat, hogy megfertőzze magát! | 3 Ειπε λοιπον, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ω πολις εκχεουσα αιματα μεσω εαυτης, δια να ελθη ο καιρος αυτης, και κατασκευαζουσα ειδωλα εναντιον εαυτης, δια να μιαινηται, |
4 Vétkeztél az általad kiontott vérrel, megfertőzted magadat bálványaiddal, amelyeket készítettél, siettetted napjaidat és elhoztad esztendeid idejét; ezért gyalázatává teszlek a nemzeteknek, gúny tárgyává az egész földnek. | 4 εγεινας ενοχος εν τω αιματι σου, το οποιον εξεχεας, και εμιανθης εν τοις ειδωλοις σου, τα οποια κατεσκευασας, και εκαμες να πλησιασωσιν αι ημεραι σου, και ηλθες μεχρι των ετων σου? δια τουτο σε κατεστησα ονειδος εις τα εθνη και παιγνιον εις παντας τους τοπους. |
5 Akik közel vannak hozzád és akik távol vannak tőled, ujjonganak majd feletted, te szennyes, hírhedt, rettenetes végű! | 5 Οι πλησιον και οι μακραν απο σου θελουσιν εμπαιξει σε, μεμολυσμενη κατα το ονομα, μεγαλη κατα τας συμφορας. |
6 Íme, benned Izrael fejedelmei mindannyian teljes erejükből azon vannak, hogy vért ontsanak. | 6 Ιδου, οι αρχοντες του Ισραηλ ησαν εν σοι, δια να χυνωσιν αιμα, εκαστος κατα την δυναμιν αυτου. |
7 Az apát és az anyát gyalázattal illetik tebenned, a jövevényt elnyomják körödben, az árvát és az özvegyet megszomorítják közötted. | 7 Εν σοι κατεφρονουν πατερα και μητερα? εν μεσω σου εφεροντο απατηλως προς τον ξενον? εν σοι κατεδυναστευον τον ορφανον και την χηραν. |
8 Szent dolgaimat megvetetted, szombatjaimat megszentségtelenítetted. | 8 Τα αγια μου κατεφρονησας και τα σαββατα μου εβεβηλωσας. |
9 Rágalmazó férfiak vannak körödben, hogy vért ontsanak, a hegyeken esznek, gonoszságot cselekszenek körödben. | 9 Εν σοι ησαν ανδρες συκοφανται δια να χυνωσιν αιμα, και εν σοι ετρωγον επι των ορεων, εν μεσω σου πραττουσιν ανοσιουργιας. |
10 Felfedik benned az apa szemérmét, megalázzák benned a havi folyást szenvedőt, amikor az tisztátalan. | 10 Εν σοι εξεσκεπασαν αισχυνην πατρος, εν σοι εταπεινωσαν την αποκεχωρισμενην εν τη ακαθαρσια αυτης. |
11 Mindenki utálatosságot cselekszik embertársának feleségével; az após gonoszul meggyalázza menyét, a testvér nővérén, saját apja leányán követ el erőszakot. | 11 Και ο μεν επραξε βδελυριαν μετα της γυναικος του πλησιον αυτου, ο δε εμιανεν ανοσιως την νυμφην αυτου, και αλλος εν σοι εταπεινωσε την αδελφην αυτου, την θυγατερα του πατρος αυτου. |
12 Ajándékokat fogadnak el soraidban, hogy vért ontsanak; kamatot és ráadást szedsz, fukarságból elnyomod felebarátaidat, rólam pedig megfeledkezel – mondja az Úr Isten. | 12 Εν σοι ελαμβανον δωρα δια να εκχεωσιν αιμα? ελαβες τοκον και προσθηκην και δι' απατης ησχροκερδησας απο των πλησιον σου, και ελησμονησας εμε, λεγει Κυριος ο Θεος. |
13 Íme, én összecsapom kezemet fukarságod fölött, amelyet tanúsítottál, és a vér fölött, amit körödben kiontottak. | 13 Ιδου, δια τουτο εκροτησα τας χειρας μου επι τη αισχροκερδεια σου, την οποιαν επραξας, και επι τω αιματι σου, το οποιον ητο εν μεσω σου. |
14 Vajon helytáll-e majd szíved vagy erős marad-e kezed azokban a napokban, amelyeket én hozok majd rád? Én, az Úr, szóltam és megcselekszem! | 14 Θελει ανθεξει η καρδια σου; η θελουσιν εχει δυναμιν αι χειρες σου, εν ημεραις καθ' ας εγω θελω ενεργησει εναντιον σου; εγω ο Κυριος ελαλησα και θελω εκτελεσει. |
15 Szétszórlak a nemzetek közé, elszélesztelek az országokba és véget vetek tisztátalanságodnak. | 15 Και θελω σε διασκορπισει εν τοις εθνεσι και σε διασπειρει εις τους τοπους και θελω εξαλειψει απο σου την ακαθαρσιαν σου. |
16 Aztán birtokomba veszlek a nemzetek szeme láttára, és megtudod, hogy én vagyok az Úr!« | 16 Και θελεις βεβηλωθη εν σοι ενωπιον των εθνων, και θελεις γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος. |
17 Akkor az Úr ezt a szózatot intézte hozzám: | 17 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων, |
18 »Emberfia, salakká lett előttem Izrael háza; ezek mindnyájan réz és ón, vas és ólom a kemence közepén; ezüstnek salakjává lettek! | 18 Υιε ανθρωπου, ο οικος Ισραηλ εγεινεν εις εμε σκωρια? παντες ειναι χαλκος και κασσιτερος και σιδηρος και μολυβδος εν τω μεσω του χωνευτηριου? ειναι σκωριαι αργυρου. |
19 Ezért így szól az Úr Isten: Mivel mindnyájan salakká lettetek, íme, én összegyűjtelek titeket Jeruzsálem közepén. | 19 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Επειδη παντες σεις εγεινετε σκωριαι, ιδου, δια τουτο θελω σας συναξει εις το μεσον της Ιερουσαλημ? |
20 Amint összegyűjtik az ezüstöt, a rezet, az ónt, a vasat és az ólmot a kemence közepén, hogy olvasztó tüzet gyújtsak benne, úgy gyűjtelek össze titeket bosszúmban és haragomban, és megnyugszom majd, ha megolvasztalak titeket. | 20 καθως συναγουσιν εις το μεσον του χωνευτηριου τον αργυρον και τον χαλκον και τον σιδηρον και τον μολυβδον και τον κασσιτερον, δια να φυσησωσι το πυρ επ' αυτα ωστε να διαλυσωσιν αυτα, ουτως εν τω θυμω μου και εν τη οργη μου θελω σας συναξει και θελω σας βαλει εκει και διαλυσει. |
21 Összegyűjtelek titeket és megégetlek benneteket bosszúm tüzében, és megolvadtok annak közepette. | 21 Θελω εξαπαντος σας συναξει, και εν τω πυρι της οργης μου θελω εμφυσησει εφ' υμας και θελετε διαλυθη εν τω μεσω αυτης. |
22 Amint megolvad az ezüst a kemence közepén, olyanok lesztek ti is annak a közepén; és amikor kiöntöm rátok bosszúságomat, megtudjátok majd, hogy én vagyok az Úr!« | 22 Καθως ο αργυρος διαλυεται εν μεσω του χωνευτηριου, ουτω θελετε διαλυθη εν μεσω αυτης? και θελετε γνωρισει οτι εγω ο Κυριος εξεχεα την οργην μου εφ' υμας. |
23 Akkor az Úr ezt a szózatot intézte hozzám: | 23 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων, |
24 »Emberfia, mondd neki: Te vagy az a tisztátalan föld, amelyre nem hull eső a bosszú napján! | 24 Υιε ανθρωπου, ειπε προς αυτην? Συ εισαι η γη, ητις δεν εκαθαρισθη, και δεν εγεινε βροχη επ' αυτης εν τη ημερα της οργης. |
25 Fejedelmei olyanok benne, mint az ordító és zsákmányt rabló oroszlán, úgy falják fel az embereket. A kincset és az értéket elrabolták, és megsokasították az özvegyek számát benne. | 25 Εν μεσω αυτης ειναι συνωμοσια των προφητων αυτης? ως λεοντες ωρυομενοι, αρπαζοντες το θηραμα, κατατρωγουσι ψυχας? ελαβον θησαυρους και πολυτιμα πραγματα? επληθυναν τας χηρας αυτης εν τω μεσω αυτης. |
26 Papjai megvetik törvényemet és megszentségtelenítik azt, ami szent előttem; szent és nem szent dolog között nem tesznek különbséget, a tisztátalant a tisztától nem különböztetik meg. Szombatjaimtól elfordítják szemüket, úgyhogy megszentségtelenítés ér engem közöttük. | 26 Οι ιερεις αυτης ηθετησαν τον νομον μου και εβεβηλωσαν τα αγια μου? μεταξυ αγιου και βεβηλου δεν εκαμον διαφοραν και μεταξυ ακαθαρτου και καθαρου δεν εκαμον διακρισιν, και εκρυπτον τους οφθαλμους αυτων απο των σαββατων μου, και εβεβηλουμην εν μεσω αυτων. |
27 Főemberei olyanok benne, mint a prédát ragadozó farkasok; vért ontanak, romlásba döntenek embereket és kapzsiságból nyereséget hajhásznak. | 27 Οι αρχοντες αυτης ειναι εν μεσω αυτης ως λυκοι αρπαζοντες το θηραμα, δια να εκχεωσιν αιμα, δια να αφανιζωσι ψυχας, δια να αισχροκερδησωσιν αισχροκερδειαν. |
28 Prófétái pedig kötőanyag nélkül tapasztották be őket, amikor hiábavalóságokat láttak és ilyen hazugságot jósoltak nekik: ‘Így szól az Úr Isten’ – holott az Úr nem szólt! | 28 Και οι προφηται αυτης περηλειφον αυτους με πηλον αμαλακτον, βλεποντες ορασεις ματαιας και μαντευοντες προς αυτους ψευδη, λεγοντες, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? ενω ο Κυριος δεν ελαλησεν. |
29 A föld népe kíméletlen az elnyomásban és erőszakosan rabol; a szűkölködőt és a szegényt sanyargatják, a jövevényt igazságtalan erőszakkal elnyomják. | 29 Ο λαος της γης μετεχειριζετο απατην και εκαμνεν αρπαγας και κατεδυναστευε τον πτωχον και τον ενδεη και τον ξενον ηπατα ανευ κρισεως. |
30 Kerestem köztük olyan embert, aki falat emelne és helytállna énelőttem a résben az országért, hogy el ne pusztítsam – de nem találtam! | 30 Και εζητησα μεταξυ αυτων ανδρα, οστις να ανεγειρη το περιφραγμα και να σταθη εν τη χαλαστρα ενωπιον μου υπερ της γης, δια να μη εξολοθρευσω αυτην? και δεν ευρηκα. |
31 Ezért kiöntöm rájuk bosszúmat és haragom tüzében megemésztem őket; tetteiket fejükre olvasom« – mondja az Úr Isten. | 31 Δια τουτο εξεχεα την οργην μου επ' αυτους? κατηναλωσα αυτους εν τω πυρι της οργης μου? τας οδους αυτων ανταπεδωκα επι τας κεφαλας αυτων, λεγει Κυριος ο Θεος. |