Vangelo secondo Matteo - Matthew 24
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | BIBBIA CEI 2008 |
---|---|
1 Και εξελθων ο Ιησους ανεχωρει απο του ιερου? και προσηλθον οι μαθηται αυτου δια να επιδειξωσιν εις αυτον τας οικοδομας του ιερου. | 1 Mentre Gesù, uscito dal tempio, se ne andava, gli si avvicinarono i suoi discepoli per fargli osservare le costruzioni del tempio. |
2 Ο δε Ιησους ειπε προς αυτους? Δεν βλεπετε παντα ταυτα; αληθως σας λεγω, δεν θελει αφεθη εδω λιθος επι λιθον, οστις δεν θελει κατακρημνισθη. | 2 Egli disse loro: «Non vedete tutte queste cose? In verità io vi dico: non sarà lasciata qui pietra su pietra che non sarà distrutta». |
3 Και ενω εκαθητο επι του ορους των Ελαιων, προσηλθον προς αυτον οι μαθηται κατ' ιδιαν, λεγοντες? Ειπε προς ημας ποτε θελουσι γεινει ταυτα, και τι το σημειον της παρουσιας σου και της συντελειας του αιωνος; | 3 Al monte degli Ulivi poi, sedutosi, i discepoli gli si avvicinarono e, in disparte, gli dissero: «Di’ a noi quando accadranno queste cose e quale sarà il segno della tua venuta e della fine del mondo». |
4 Και αποκριθεις ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Βλεπετε μη σας πλανηση τις. | 4 Gesù rispose loro: «Badate che nessuno vi inganni! |
5 Διοτι πολλοι θελουσιν ελθει επι τω ονοματι μου, λεγοντες, Εγω ειμαι ο Χριστος, και πολλους θελουσι πλανησει. | 5 Molti infatti verranno nel mio nome, dicendo: “Io sono il Cristo”, e trarranno molti in inganno. |
6 Θελετε δε ακουσει πολεμους και φημας πολεμων? προσεχετε μη ταραχθητε? επειδη παντα ταυτα πρεπει να γεινωσιν, αλλα δεν ειναι ετι το τελος. | 6 E sentirete di guerre e di rumori di guerre. Guardate di non allarmarvi, perché deve avvenire, ma non è ancora la fine. |
7 Διοτι θελει εγερθη εθνος επι εθνος και βασιλεια επι βασιλειαν, και θελουσι γεινει πειναι και λοιμοι και σεισμοι κατα τοπους? | 7 Si solleverà infatti nazione contro nazione e regno contro regno; vi saranno carestie e terremoti in vari luoghi: |
8 παντα δε ταυτα ειναι αρχη ωδινων. | 8 ma tutto questo è solo l’inizio dei dolori. |
9 Τοτε θελουσι σας παραδωσει εις θλιψιν και θελουσι σας θανατωσει, και θελετε εισθαι μισουμενοι υπο παντων των εθνων δια το ονομα μου. | 9 Allora vi abbandoneranno alla tribolazione e vi uccideranno, e sarete odiati da tutti i popoli a causa del mio nome. |
10 Και τοτε θελουσι σκανδαλισθη πολλοι και θελουσι παραδωσει αλληλους και θελουσι μισησει αλληλους. | 10 Molti ne resteranno scandalizzati, e si tradiranno e odieranno a vicenda. |
11 Και πολλοι ψευδοπροφηται θελουσιν εγερθη και πλανησει πολλους, | 11 Sorgeranno molti falsi profeti e inganneranno molti; |
12 και επειδη θελει πληθυνθη η ανομια, η αγαπη των πολλων θελει ψυχρανθη. | 12 per il dilagare dell’iniquità, si raffredderà l’amore di molti. |
13 Ο δε υπομεινας εως τελους, ουτος θελει σωθη. | 13 Ma chi avrà perseverato fino alla fine sarà salvato. |
14 Και θελει κηρυχθη τουτο το ευαγγελιον της βασιλειας εν ολη τη οικουμενη προς μαρτυριαν εις παντα τα εθνη, και τοτε θελει ελθει το τελος. | 14 Questo vangelo del Regno sarà annunciato in tutto il mondo, perché ne sia data testimonianza a tutti i popoli; e allora verrà la fine. |
15 Οταν λοιπον ιδητε το βδελυγμα της ερημωσεως, το λαληθεν δια του προφητου Δανιηλ, ισταμενον εν τω τοπω τω αγιω-ο αναγινωσκων ας εννοη- | 15 Quando dunque vedrete presente nel luogo santo l’abominio della devastazione, di cui parlò il profeta Daniele – chi legge, comprenda –, |
16 τοτε οι εν τη Ιουδαια ας φευγωσιν επι τα ορη? | 16 allora quelli che sono in Giudea fuggano sui monti, |
17 οστις ευρεθη επι του δωματος, ας μη καταβη δια να λαβη τι εκ της οικιας αυτου? | 17 chi si trova sulla terrazza non scenda a prendere le cose di casa sua, |
18 και οστις ευρεθη εν τω αγρω, ας μη επιστρεψη οπισω δια να λαβη τα ιματια αυτου. | 18 e chi si trova nel campo non torni indietro a prendere il suo mantello. |
19 Ουαι δε εις τας εγκυμονουσας και τας θηλαζουσας εν εκειναις ταις ημεραις. | 19 In quei giorni guai alle donne incinte e a quelle che allattano! |
20 Προσευχεσθε δε δια να μη γεινη η φυγη υμων εν χειμωνι μηδε εν σαββατω. | 20 Pregate che la vostra fuga non accada d’inverno o di sabato. |
21 Διοτι τοτε θελει εισθαι θλιψις μεγαλη, οποια δεν εγεινεν απ' αρχης κοσμου εως του νυν, ουδε θελει γεινει. | 21 Poiché vi sarà allora una tribolazione grande, quale non vi è mai stata dall’inizio del mondo fino ad ora, né mai più vi sarà. |
22 Και αν δεν συνετεμνοντο αι ημεραι εκειναι, δεν ηθελε σωθη ουδεμια σαρξ? δια τους εκλεκτους ομως θελουσι συντμηθη αι ημεραι εκειναι. | 22 E se quei giorni non fossero abbreviati, nessuno si salverebbe; ma, grazie agli eletti, quei giorni saranno abbreviati. |
23 Τοτε εαν τις ειπη προς υμας? Ιδου εδω ειναι ο Χριστος η εδω, μη πιστευσητε? | 23 Allora, se qualcuno vi dirà: “Ecco, il Cristo è qui”, oppure: “È là”, non credeteci; |
24 διοτι θελουσιν εγερθη ψευδοχριστοι και ψευδοπροφηται και θελουσι δειξει σημεια μεγαλα και τερατα, ωστε να πλανησωσιν, ει δυνατον, και τους εκλεκτους. | 24 perché sorgeranno falsi cristi e falsi profeti e faranno grandi segni e miracoli, così da ingannare, se possibile, anche gli eletti. |
25 Ιδου, προειπα προς υμας. | 25 Ecco, io ve l’ho predetto. |
26 Εαν λοιπον ειπωσι προς υμας, Ιδου, εν τη ερημω ειναι, μη εξελθητε, Ιδου, εν τοις ταμειοις, μη πιστευσητε? | 26 Se dunque vi diranno: “Ecco, è nel deserto”, non andateci; “Ecco, è in casa”, non credeteci. |
27 διοτι καθως η αστραπη εξερχεται απο ανατολων και φαινεται εως δυσμων, ουτω θελει εισθαι και η παρουσια του Υιου του ανθρωπου. | 27 Infatti, come la folgore viene da oriente e brilla fino a occidente, così sarà la venuta del Figlio dell’uomo. |
28 Διοτι οπου ειναι το πτωμα, εκει θελουσι συναχθη οι αετοι. | 28 Dovunque sia il cadavere, lì si raduneranno gli avvoltoi. |
29 Ευθυς δε μετα την θλιψιν των ημερων εκεινων ο ηλιος θελει σκοτισθη και η σεληνη δεν θελει δωσει το φεγγος αυτης, και οι αστερες θελουσι πεσει απο του ουρανου και αι δυναμεις των ουρανων θελουσι σαλευθη. | 29 Subito dopo la tribolazione di quei giorni, il sole si oscurerà, la luna non darà più la sua luce, le stelle cadranno dal cielo e le potenze dei cieli saranno sconvolte. |
30 Και τοτε θελει φανη το σημειον του Υιου του ανθρωπου εν τω ουρανω, και τοτε θελουσι θρηνησει πασαι αι φυλαι της γης και θελουσιν ιδει τον Υιον του ανθρωπου ερχομενον επι των νεφελων του ουρανου μετα δυναμεως και δοξης πολλης. | 30 Allora comparirà in cielo il segno del Figlio dell’uomo e allora si batteranno il petto tutte le tribù della terra, e vedranno il Figlio dell’uomo venire sulle nubi del cielo con grande potenza e gloria. |
31 Και θελει αποστειλει τους αγγελους αυτου μετα σαλπιγγος φωνης μεγαλης, και θελουσι συναξει τους εκλεκτους αυτου εκ των τεσσαρων ανεμων απ' ακρων ουρανων εως ακρων αυτων. | 31 Egli manderà i suoi angeli, con una grande tromba, ed essi raduneranno i suoi eletti dai quattro venti, da un estremo all’altro dei cieli. |
32 Απο δε της συκης μαθετε την παραβολην? Οταν ο κλαδος αυτης γεινη ηδη απαλος και εκβλαστανη τα φυλλα, γνωριζετε οτι πλησιαζει το θερος? | 32 Dalla pianta di fico imparate la parabola: quando ormai il suo ramo diventa tenero e spuntano le foglie, sapete che l’estate è vicina. |
33 ουτω και σεις, οταν ιδητε παντα ταυτα, εξευρετε οτι πλησιον ειναι επι τας θυρας. | 33 Così anche voi: quando vedrete tutte queste cose, sappiate che egli è vicino, è alle porte. |
34 Αληθως σας λεγω, δεν θελει παρελθει η γενεα αυτη, εωσου γεινωσι παντα ταυτα. | 34 In verità io vi dico: non passerà questa generazione prima che tutto questo avvenga. |
35 Ο ουρανος και η γη θελουσι παρελθει, οι δε λογοι μου δεν θελουσι παρελθει. | 35 Il cielo e la terra passeranno, ma le mie parole non passeranno. |
36 Περι δε της ημερας εκεινης και της ωρας ουδεις γινωσκει, ουδε οι αγγελοι των ουρανων, ειμη ο Πατηρ μου μονος? | 36 Quanto a quel giorno e a quell’ora, nessuno lo sa, né gli angeli del cielo né il Figlio, ma solo il Padre. |
37 και καθως αι ημεραι του Νωε, ουτω θελει εισθαι και η παρουσια του Υιου του ανθρωπου. | 37 Come furono i giorni di Noè, così sarà la venuta del Figlio dell’uomo. |
38 Διοτι καθως εν ταις ημεραις ταις προ του κατακλυσμου ησαν τρωγοντες και πινοντες, νυμφευομενοι και νυμφευοντες, εως της ημερας καθ' ην ο Νωε εισηλθεν εις την κιβωτον, | 38 Infatti, come nei giorni che precedettero il diluvio mangiavano e bevevano, prendevano moglie e prendevano marito, fino al giorno in cui Noè entrò nell’arca, |
39 και δεν ενοησαν, εωσου ηλθεν ο κατακλυσμος και εσηκωσε παντας, ουτω θελει εισθαι και η παρουσια του Υιου του ανθρωπου. | 39 e non si accorsero di nulla finché venne il diluvio e travolse tutti: così sarà anche la venuta del Figlio dell’uomo. |
40 Τοτε δυο θελουσιν εισθαι εν τω αγρω? ο εις παραλαμβανεται και ο εις αφινεται? | 40 Allora due uomini saranno nel campo: uno verrà portato via e l’altro lasciato. |
41 δυο γυναικες θελουσιν αλεθει εν τω μυλω, μια παραλαμβανεται και μια αφινεται. | 41 Due donne macineranno alla mola: una verrà portata via e l’altra lasciata. |
42 Αγρυπνειτε λοιπον, διοτι δεν εξευρετε ποια ωρα ερχεται ο Κυριος υμων. | 42 Vegliate dunque, perché non sapete in quale giorno il Signore vostro verrà. |
43 Τουτο δε γινωσκετε οτι εαν ηξευρεν ο οικοδεσποτης εν ποια φυλακη της νυκτος ερχεται ο κλεπτης, ηθελεν αγρυπνησει και δεν ηθελεν αφησει να διορυχθη η οικια αυτου. | 43 Cercate di capire questo: se il padrone di casa sapesse a quale ora della notte viene il ladro, veglierebbe e non si lascerebbe scassinare la casa. |
44 Δια τουτο και σεις γινεσθε ετοιμοι, διοτι καθ' ην ωραν δεν στοχαζεσθε, ερχεται ο Υιος του ανθρωπου. | 44 Perciò anche voi tenetevi pronti perché, nell’ora che non immaginate, viene il Figlio dell’uomo. |
45 Τις λοιπον ειναι ο πιστος και φρονιμος δουλος, τον οποιον ο κυριος αυτου κατεστησεν επι των υπηρετων αυτου, δια να διδη εις αυτους την τροφην εν καιρω; | 45 Chi è dunque il servo fidato e prudente, che il padrone ha messo a capo dei suoi domestici per dare loro il cibo a tempo debito? |
46 Μακαριος ο δουλος εκεινος, τον οποιον οταν ελθη ο κυριος αυτου θελει ευρει πραττοντα ουτως. | 46 Beato quel servo che il padrone, arrivando, troverà ad agire così! |
47 Αληθως σας λεγω οτι θελει καταστησει αυτον επι παντων των υπαρχοντων αυτου. | 47 Davvero io vi dico: lo metterà a capo di tutti i suoi beni. |
48 Εαν δε ειπη ο κακος εκεινος δουλος εν τη καρδια αυτου, Βραδυνει να ελθη ο κυριος μου, | 48 Ma se quel servo malvagio dicesse in cuor suo: “Il mio padrone tarda”, |
49 και αρχιση να δερη τους συνδουλους, να τρωγη δε και να πινη μετα των μεθυοντων, | 49 e cominciasse a percuotere i suoi compagni e a mangiare e a bere con gli ubriaconi, |
50 θελει ελθει ο κυριος του δουλου εκεινου καθ' ην ημεραν δεν προσμενει και καθ' ην ωραν δεν εξευρει, | 50 il padrone di quel servo arriverà un giorno in cui non se l’aspetta e a un’ora che non sa, |
51 και θελει αποχωρισει αυτον, και το μερος αυτου θελει θεσει μετα των υποκριτων? εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων. | 51 lo punirà severamente e gli infliggerà la sorte che meritano gli ipocriti: là sarà pianto e stridore di denti. |