Scrutatio

Sabato, 18 maggio 2024 - San Giovanni I papa ( Letture di oggi)

Lettera ai Galati - האיגרת אל הגלטים 15


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 וַיַּשְׁכִּימוּ רָאשֵׁי הַכֹּהֲנִים עִם־הַזְּקֵנִים וְהַסּוֹפְרִים וְכָל־הַסַּנְהֶדְרִין בַּבֹּקֶר וַיִּתְיָעֲצוּ וַיַּאַסְרוּ אֶת־יֵשׁוּעַ וַיּוֹלִיכֻהוּ מִשָּׁם וַיִּמְסְרֻהוּ אֶל־פִּילָטוֹס1 Και ευθυς το πρωι συνεβουλευθησαν οι αρχιερεις μετα των πρεσβυτερων και γραμματεων και ολον το συνεδριον, και δεσαντες τον Ιησουν εφεραν και παρεδωκαν εις τον Πιλατον.
2 וַיִּשְׁאַל אוֹתוֹ פִּילָטוֹס הַאַתָּה מֶלֶךְ הַיְּהוּדִים וַיַּעַן וַיֹּאמֶר אֵלָיו אַתָּה אָמָרְתָּ2 Και ηρωτησεν αυτον ο Πιλατος? Συ εισαι ο βασιλευς των Ιουδαιων; Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτον? Συ λεγεις.
3 וְרָאשֵׁי הַכֹּהֲנִים הִרְבּוּ לְשִׂטְנוֹ3 Και κατηγορουν αυτον οι αρχιερεις πολλα.
4 וַיּוֹסֶף פִּילָטוֹס וַיִּשְׁאָלֵהוּ לֵאמֹר הַאֵינְךָ מֵשִׁיב דָּבָר רְאֵה כַּמָּה הֵם מְעִידִים בָּךְ4 Ο δε Πιλατος παλιν ηρωτησεν αυτον, λεγων? Δεν αποκρινεσαι ουδεν; ιδε ποσα σου καταμαρτυρουσιν.
5 וְיֵשׁוּעַ לֹא־הֵשִׁיב עוֹד אַף־דָּבָר אֶחָד וַיִּתְמַהּ פִּילָטוֹס5 Ο δε Ιησους ετι δεν απεκριθη ουδεν, ωστε ο Πιλατος εθαυμαζε.
6 וּבְכָל־חַג הָיָה דַרְכּוֹ לִפְטֹר לָהֶם אָסִיר אֶחָד אֵת אֲשֶׁר יְבַקֵּשׁוּ6 Κατα δε την εορτην απελυεν εις αυτους ενα δεσμιον, οντινα εζητουν?
7 וַיְהִי אִישׁ הַנִּקְרָא בְשֵׁם בַּר־אַבָּא אָסוּר עִם־הַמּוֹרְדִים אֲשֶׁר רָצְחוּ רֶצַח בְּעֵת הַמָּרֶד7 ητο δε ο λεγομενος Βαραββας δεδεμενος μετα των συνωμοτων, οιτινες εν τη στασει επραξαν φονον.
8 וַיִּשָּׂא הֶהָמוֹן אֶת־קוֹלוֹ וַיָּחֵלּוּ לְבַקֵּשׁ שֶׁיַּעֲשֶׂה לָהֶם כְּפַעַם בְּפָעַם8 Και αναβοησας ο οχλος, ηρχισε να ζητη να καμη καθως παντοτε εκαμνεν εις αυτους.
9 וַיַּעַן אֹתָם פִּילָטוֹס וַיֹּאמַר הֲתַחְפְּצוּ כִּי־אֶפְטֹר לָכֶם אֶת־מֶלֶךְ הַיְּהוּדִים9 Ο δε Πιλατος απεκριθη προς αυτους, λεγων? Θελετε να σας απολυσω τον βασιλεα των Ιουδαιων;
10 כִּי יָדַע אֲשֶׁר רַק־מִקִּנְאָה מְסָרוּהוּ רָאשֵׁי הַכֹּהֲנִים10 Επειδη ηξευρεν οτι δια φθονον παρεδωκαν αυτον οι αρχιερεις.
11 וְרָאשֵׁי הַכֹּהֲנִים הֵסִיתוּ אֶת־הֶהָמוֹן לְבִלְתִּי פְּטֹר לָהֶם כִּי אִם אֵת בַּר־אַבָּא11 Οι αρχιερεις ομως διηγειραν τον οχλον να ζητησωσι να απολυση εις αυτους μαλλον τον Βαραββαν.
12 וַיֹּסֶף פִּילָטוֹס וַיַּעַן וַיֹּאמֶר לָהֶם וּמָה־אֵפוֹא חֲפַצְתֶּם וְאֶעֱשֶׂה לַאֲשֶׁר אַתֶּם קֹרְאִים מֶלֶךְ הַיְּהוּדִים12 Και ο Πιλατος αποκριθεις παλιν, ειπε προς αυτους? Τι λοιπον θελετε να καμω τουτον, τον οποιον λεγετε βασιλεα των Ιουδαιων;
13 וַיּוֹסִיפוּ לִצְעֹק הַצְלֵב אוֹתוֹ13 Οι δε παλιν εκραξαν? Σταυρωσον αυτον.
14 וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם פִּילָטוֹס מָה־אֵפוֹא עָשָׂה רָעָה וְהֵם הִרְבּוּ־עוֹד לִצְעֹק הַצְלֵב אוֹתוֹ14 Ο δε Πιλατος ελεγε προς αυτους? Και τι κακον επραξεν; οι δε περισσοτερον εκραξαν? Σταυρωσον αυτον.
15 וַיּוֹאֵל פִּילָטוֹס לַעֲשׂוֹת כִּרְצוֹן הָעָם וַיִּפְטֹר לָהֶם אֵת בַּר־אַבָּא וְאֵת יֵשׁוּעַ הִכָּה בַשּׁוֹטִים וַיִּמְסֹר אוֹתוֹ לְהִצָּלֵב15 Ο Πιλατος λοιπον, θελων να καμη εις τον οχλον το αρεστον, απελυσεν εις αυτους τον Βαραββαν και παρεδωκε τον Ιησουν, αφου εμαστιγωσεν αυτον, δια να σταυρωθη.
16 וַיּוֹלִיכֻהוּ אַנְשֵׁי הַצָּבָא אֶל־הֶחָצֵר הַפְּנִימִית הוּא בֵּית הַמִּשְׁפָּט וַיַּזְעִיקוּ אֶת־כָּל־הַגְּדוּד16 Οι δε στρατιωται εφεραν αυτον ενδον της αυλης, το οποιον ειναι το πραιτωριον, και συγκαλουσιν ολον το ταγμα των στρατιωτων?
17 וַיַּלְבִּישֻׁהוּ אַרְגָּמָן וַיְשָׂרְגוּ עֲטֶרֶת קֹצִים וַיְעַטְּרֻהוּ17 και ενδυουσιν αυτον πορφυραν και πλεξαντες ακανθινον στεφανον, βαλλουσι περι την κεφαλην αυτου,
18 וַיָּחֵלּוּ לְבָרְכוֹ לֵאמֹר שָׁלוֹם לְךָ מֶלֶךְ הַיְּהוּדִים18 και ηρχισαν να χαιρετωσιν αυτον, λεγοντες? Χαιρε, βασιλευ των Ιουδαιων?
19 וַיַּכּוּ עַל־רֹאשׁוֹ בְּקָנֶה וַיָּרֹקּוּ בוֹ וַיִּכְרְעוּ עַל־בִּרְכֵיהֶם וַיִּשְׁתַּחֲווּ לוֹ19 και ετυπτον την κεφαλην αυτου με καλαμον και ενεπτυον εις αυτον, και γονυπετουντες προσεκυνουν αυτον.
20 וְאַחֲרֵי הִתְלוֹצְצָם בּוֹ הִפְשִׁיטוּ אוֹתוֹ אֶת־הָאַרְגָּמָן וַיַּלְבִּישֻׁהוּ אֶת־בְּגָדָיו וַיּוֹצִיאֻהוּ לִצְלֹב אוֹתוֹ20 Και αφου ενεπαιξαν αυτον, εξεδυσαν αυτον την πορφυραν και ενεδυσαν αυτον τα ιματια αυτου και εφεραν αυτον εξω, δια να σταυρωσωσιν αυτον.
21 וַיֶּאֶנְסוּ אִישׁ עֹבֵר אֶחָד הַבָּא מִן־הַשָּׂדֶה וּשְׁמוֹ שִׁמְעוֹן הַקּוּרִינִי אֲבִי אֲלֶכְסַנְדְּרוֹס וְרוּפוֹס לָשֵׂאת אֶת־צְלָבוֹ21 Και αγγαρευουσι τινα Σιμωνα Κυρηναιον διαβαινοντα, ενω ηρχετο απο του αγρου, τον πατερα του Αλεξανδρου και Ρουφου, δια να σηκωση τον σταυρον αυτου.
22 וַיְבִיאֻהוּ אֶל־מְקוֹם גָּלְגָּלְתָּא הוּא מְקוֹם הַגֻּלְגֹּלֶת22 Και φερουσιν αυτον εις τον τοπον Γολγοθα, το οποιον μεθερμηνευομενον ειναι, Κρανιου τοπος.
23 וַיִּתְּנוּ־לוֹ יַיִן מָזוּג בְּמֹר וְהוּא לֹא קִבֵּל23 Και εδιδον εις αυτον να πιη οινον μεμιγμενον με σμυρναν? αλλ' εκεινος δεν ελαβε.
24 וַיְהִי כַּאֲשֶׁר צָלְבוּ אוֹתוֹ וַיְחַלְּקוּ בְגָדָיו לָהֶם בְּהַפִּילָם עֲלֵיהֶם גּוֹרָל מַה־יִּקַּח אִישׁ אִישׁ24 Και αφου εσταυρωσαν αυτον, διεμεριζοντο τα ιματια αυτου, βαλλοντες κληρον επ' αυτα τι εκαστος να λαβη.
25 וַתְּהִי הַשָּׁעָה הַשְּׁלִישִׁית וַיִּצְלְבֻהוּ25 Ητο δε ωρα τριτη και εσταυρωσαν αυτον.
26 וַיְהִי דְּבַר־אַשְׁמָתוֹ כָּתוּב לְמַעְלָה מֶלֶךְ הַיְּהוּדִים26 Και η επιγραφη της κατηγοριας αυτου ητο επιγεγραμμενη, Ο βασιλευς των Ιουδαιων.
27 וַיִּצְלְבוּ אִתּוֹ שְׁנֵי פָרִיצִים אֶחָד לִימִינוֹ וְאֶחָד לִשְׂמֹאלוֹ27 Και μετ' αυτου σταυρονουσι δυο ληστας, ενα εκ δεξιων και ενα εξ αριστερων αυτου.
28 וַיִּמָּלֵא הַכָּתוּב הָאֹמֵר וְאֶת־פּשְׁעִים נִמְנָה28 Και επληρωθη η γραφη η λεγουσα? Και μετα ανομων ελογισθη.
29 וְהָעֹבְרִים גִּדְּפוּ אוֹתוֹ וַיָּנִיעוּ רֹאשָׁם לֵאמֹר הֶאָח אַתָּה הַהוֹרֵס אֶת־הַהֵיכָל וּבוֹנֶה אוֹתוֹ בִּשְׁלשֶׁת יָמִים29 Και οι διαβαινοντες εβλασφημουν αυτον, κινουντες τας κεφαλας αυτων και λεγοντες? Ουα, ο χαλων τον ναον και δια τριων ημερων οικοδομων,
30 הוֹשַׁע אֶת־עַצְמֶךָ וּרְדָה מִן־הַצְּלָב30 σωσον σεαυτον και καταβα απο του σταυρου.
31 וְכֵן לָעֲגוּ לוֹ גַּם־רָאשֵׁי הַכֹּהֲנִים עִם־הַסּוֹפְרִים בְּאָמְרָם אִישׁ אֶל־רֵעֵהוּ אֶת־אֲחֵרִים הוֹשִׁיעַ וְאֶת־עַצְמוֹ לֹא יוּכַל לְהוֹשִׁיעַ31 Ομοιως δε και οι αρχιερεις, εμπαιζοντες προς αλληλους μετα των γραμματεων, ελεγον? Αλλους εσωσεν, εαυτον δεν δυναται να σωση.
32 הַמָּשִׁיחַ מֶלֶךְ יִשְׂרָאֵל יֵרֶד־נָא מִן־הַצְּלָב לְמַעַן נִרְאֶה וְנַאֲמִין וְגַם־הַנִּצְלָבִים אִתּוֹ חֵרְפוּהוּ32 Ο Χριστος ο βασιλευς του Ισραηλ ας καταβη τωρα απο του σταυρου, δια να ιδωμεν και πιστευσωμεν. Και οι συνεσταυρωμενοι μετ' αυτου ωνειδιζον αυτον.
33 וּבִהְיוֹת הַשָּׁעָה הַשִּׁשִּׁית הָיָה חשֶׁךְ עַל־כָּל־הָאָרֶץ עַד הַשָּׁעָה הַתְּשִׁיעִית33 Οτε δε ηλθεν η εκτη ωρα, σκοτος εγεινεν εφ' ολην την γην εως ωρας εννατης?
34 וּבַשָּׁעָה הַתְּשִׁיעִית וַיִּצְעַק יֵשׁוּעַ בְּקוֹל גָּדוֹל אֱלָהִי אֱלָהִי לְמָה שְׁבַקְתַּנִי אֲשֶׁר פֵּרוּשׁוֹ אֵלִי אֵלִי לָמָה עֲזַבְתָּנִי34 και την ωραν την εννατην εβοησεν ο Ιησους μετα φωνης μεγαλης, λεγων? Ελωι, Ελωι, λαμα σαβαχθανι; το οποιον μεθερμηνευομενον ειναι, Θεε μου, Θεε μου, δια τι με εγκατελιπες;
35 וּמִקְצָת הָעֹמְדִים אֶצְלוֹ בְּשָׁמְעָם אֶת־זֹאת אָמְרוּ הִנֵּה אֶל־אֵלִיָּהוּ הוּא קוֹרֵא35 Και τινες των παρεστωτων ακουσαντες, ελεγον? Ιδου, τον Ηλιαν φωναζει.
36 וַיָּרָץ אֶחָד מֵהֶם וַיְמַלֵּא סְפוֹג חֹמֶץ וַיָּשֶׂם עַל־קָנֶה וַיַּשְׁקֵהוּ וַיֹּאמֶר הַנִּיחוּ וְנִרְאֶה אִם־יָבֹא אֵלִיָּהוּ לְהוֹרִידוֹ36 Δραμων δε εις και γεμισας σπογγον απο οξους και περιθεσας αυτον εις καλαμον, εποτιζεν αυτον, λεγων? Αφησατε, ας ιδωμεν αν ερχηται ο Ηλιας να καταβιβαση αυτον.
37 וְיֵשׁוּעַ נָתַן קוֹל גָּדוֹל וַיִּפַּח אֶת־נַפְשׁוֹ37 Ο δε Ιησους, εκβαλων φωνην μεγαλην, εξεπνευσε.
38 וּפָרֹכֶת הַהֵיכָל נִקְרְעָה לִשְׁנַיִם קְרָעִים מִלְּמַעְלָה לְמָטָּה38 Και το καταπετασμα του ναου εσχισθη εις δυο απο ανωθεν εως κατω.
39 וַיַּרְא שַׂר הַמֵּאָה הָעֹמֵד לְנֶגְדוֹ כִּי בְּזַעֲקוֹ כֵן נָפַח אֶת־נַפְשׁוֹ וַיֹּאמַר אָכֵן הָאִישׁ הַזֶּה הָיָה בֶן־הָאֱלֹהִים39 Ιδων δε ο εκατονταρχος ο παρισταμενος απεναντι αυτου οτι ουτω κραξας εξεπνευσεν, ειπεν? Αληθως ο ανθρωπος ουτος ητο Υιος Θεου.
40 וְגַם־נָשִׁים הָיוּ שָׁם רֹאוֹת מֵרָחוֹק וּבְתוֹכָן גַּם־מִרְיָם הַמַּגְדָּלִית וּמִרְיָם אִמּוֹ שֶׁל־יַעֲקֹב הַצָּעִיר וְשֶׁל־יוֹסֵי וּשְׁלֹמִית40 Ησαν δε και γυναικες απο μακροθεν θεωρουσαι, μεταξυ των οποιων ητο και Μαρια η Μαγδαληνη και Μαρια η μητηρ του Ιακωβου του μικρου και του Ιωση, και η Σαλωμη,
41 אֲשֶׁר גַּם־הָלְכוּ אַחֲרָיו וְשֵׁרְתֻהוּ בִּהְיוֹתוֹ בַגָּלִיל וַאֲחֵרוֹת רַבּוֹת אֲשֶׁר־עָלוּ אִתּוֹ יְרוּשָׁלָיִם41 αιτινες και οτε ητο εν τη Γαλιλαια ηκολουθουν αυτον και υπηρετουν αυτον, και αλλαι πολλαι, αιτινες συνανεβησαν μετ' αυτου εις Ιεροσολυμα.
42 וְעֵת הָעֶרֶב הִגִּיעַ וּמִפְּנֵי אֲשֶׁר עֶרֶב שַׁבָּת הָיָה הוּא הַיּוֹם שֶׁלִּפְנֵי הַשַּׁבָּת42 Και οτε εγεινεν ηδη εσπερα, διοτι ητο παρασκευη, τουτεστι προσαββατον,
43 וַיָּבֹא יוֹסֵף הָרָמָתִי יוֹעֵץ נִכְבָּד אֲשֶׁר הָיָה מְחַכֶּה גַם־הוּא לְמַלְכוּת הָאֱלֹהִים וַיֶּאֱזֹר אֹמֶץ וַיָּבֹא אֶל־פִּילָטוֹס וַיִּשְׁאַל אֶת־גּוּפַת יֵשׁוּעַ43 ηλθεν Ιωσηφ ο απο Αριμαθαιας, εντιμος βουλευτης, οστις και αυτος περιεμενε την βασιλειαν του Θεου, και τολμησας εισηλθε προς τον Πιλατον και εζητησε το σωμα του Ιησου.
44 וַיִּתְמַהּ פִּילָטוֹס עַל־אֲשֶׁר הוּא כְּבָר מֵת וַיִּקְרָא אֶל־שַׂר הַמֵּאָה וַיִּשְׁאָלֵהוּ הֲגָוַע כְּבָר44 Ο δε Πιλατος εθαυμασεν αν ηδη απεθανε? και προσκαλεσας τον εκατονταρχον, ηρωτησεν αυτον αν προ πολλου απεθανε?
45 וַיֵּדַע מִפִּי־שַׂר הַמֵּאָה כִּי־כֵן וַיִּתֵּן אֶת־גּוּפָתוֹ מַתָּנָה לְיוֹסֵף45 και μαθων παρα του εκατονταρχου, εχαρισε το σωμα εις τον Ιωσηφ.
46 וְהוּא קָנָה סָדִין וַיּוֹרֶד אֹתוֹ וַיִּכְרְכֵהוּ בַּסָּדִין וַיְשִׂימֵהוּ בְקֶבֶר חָצוּב בַּסֶּלַע וַיָּגֶל אֶבֶן עַל־פֶּתַח הַקָּבֶר46 Και ουτος, αγορασας σινδονα και καταβιβασας αυτον, ετυλιξε με την σινδονα και εθεσεν αυτον εν μνημειω, το οποιον ητο λελατομημενον εκ πετρας, και προσεκυλισε λιθον επι την θυραν του μνημειου.
47 וּמִרְיָם הַמַּגְדָּלִית וּמִרְיָם אֵם יוֹסֵי הָיוּ רֹאוֹת אֶת־הַמָּקוֹם אֲשֶׁר הוּשַׂם שָׁמָּה47 Η δε Μαρια η Μαγδαληνη και Μαρια η μητηρ του Ιωση εβλεπον που τιθεται.