Isaiah (ישעיה) - Isaia 88
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
STUTTGARTENSIA-DELITZSCH | GREEK BIBLE |
---|---|
1 שִׁיר מִזְמֹור לִבְנֵי קֹרַח לַמְנַצֵּחַ עַל־מָחֲלַת לְעַנֹּות מַשְׂכִּיל לְהֵימָן הָאֶזְרָחִי | 1 Ωιδη ψαλμου δια τους υιους Κορε, εις τον πρωτον μουσικον, επι Μαχαλαθ-λεανωθ, Μασχιλ του Αιμαν του Εζραιτου.>> Κυριε ο Θεος της σωτηριας μου, ημεραν και νυκτα εκραξα ενωπιον σου? |
2 יְהוָה אֱלֹהֵי יְשׁוּעָתִי יֹום־צָעַקְתִּי בַלַּיְלָה נֶגְדֶּךָ | 2 Ας ελθη ενωπιον σου η προσευχη μου? κλινον το ωτιον σου εις την κραυγην μου? |
3 תָּבֹוא לְפָנֶיךָ תְּפִלָּתִי הַטֵּה־אָזְנְךָ לְרִנָּתִי | 3 Διοτι ενεπλησθη κακων η ψυχη μου, και η ζωη μου πλησιαζει εις τον αδην. |
4 כִּי־שָׂבְעָה בְרָעֹות נַפְשִׁי וְחַיַּי לִשְׁאֹול הִגִּיעוּ | 4 Συγκατηριθμηθην μετα των καταβαινοντων εις τον λακκον? εγεινα ως ανθρωπος μη εχων δυναμιν? |
5 נֶחְשַׁבְתִּי עִם־יֹורְדֵי בֹור הָיִיתִי כְּגֶבֶר אֵין־אֱיָל | 5 εγκαταλελειμμενος μεταξυ των νεκρων, ως οι πεφονευμενοι, κοιτωμενοι εν τω ταφω, τους οποιους δεν ενθυμεισαι πλεον, και οιτινες απεκοπησαν απο της χειρος σου. |
6 בַּמֵּתִים חָפְשִׁי כְּמֹו חֲלָלִים ׀ שֹׁכְבֵי קֶבֶר אֲשֶׁר לֹא זְכַרְתָּם עֹוד וְהֵמָּה מִיָּדְךָ נִגְזָרוּ | 6 Μ' εβαλες εις τον κατωτατον λακκον, εις το σκοτος, εις τα βαθη. |
7 תַּנִי בְּבֹור תַּחְתִּיֹּות בְּמַחֲשַׁכִּים בִּמְצֹלֹות | 7 Επ' εμε επεστηριχθη ο θυμος σου, και παντα τα κυματα σου επεφερες επ' εμε. Διαψαλμα. |
8 עָלַי סָמְכָה חֲמָתֶךָ וְכָל־מִשְׁבָּרֶיךָ עִנִּיתָ סֶּלָה | 8 Εμακρυνας τους γνωστους μου απ' εμου? με εκαμες βδελυγμα προς αυτους? απεκλεισθην και δεν δυναμαι να εξελθω. |
9 הִרְחַקְתָּ מְיֻדָּעַי מִמֶּנִּי שַׁתַּנִי תֹועֵבֹות לָמֹו כָּלֻא וְלֹא אֵצֵא | 9 Ο οφθαλμος μου ητονησεν απο της θλιψεως? σε επεκαλεσθην, Κυριε, ολην την ημεραν? ηπλωσα προς σε τας χειρας μου. |
10 עֵינִי דָאֲבָה מִנִּי עֹנִי קְרָאתִיךָ יְהוָה בְּכָל־יֹום שִׁטַּחְתִּי אֵלֶיךָ כַפָּי | 10 Μηπως εις τους νεκρους θελεις καμει θαυμασια; η οι τεθνεωτες θελουσι σηκωθη και θελουσι σε αινεσει; Διαψαλμα. |
11 הֲלַמֵּתִים תַּעֲשֶׂה־פֶּלֶא אִם־רְפָאִים יָקוּמוּ ׀ יֹודוּךָ סֶּלָה | 11 Μηπως εν τω ταφω θελουσι διηγεισθαι το ελεος σου η την αληθειαν σου εν τη φθορα; |
12 הַיְסֻפַּר בַּקֶּבֶר חַסְדֶּךָ אֱמוּנָתְךָ בָּאֲבַדֹּון | 12 Μηπως θελουσι γνωρισθη εν τω σκοτει τα θαυμασια σου και η δικαιοσυνη σου εν τω τοπω της ληθης. |
13 הֲיִוָּדַע בַּחֹשֶׁךְ פִּלְאֶךָ וְצִדְקָתְךָ בְּאֶרֶץ נְשִׁיָּה | 13 Αλλ' εγω προς σε, Κυριε, εκραξα? και το πρωι η προσευχη μου θελει σε προφθασει. |
14 וַאֲנִי ׀ אֵלֶיךָ יְהוָה שִׁוַּעְתִּי וּבַבֹּקֶר תְּפִלָּתִי תְקַדְּמֶךָּ | 14 Δια τι, Κυριε, απορριπτεις την ψυχην μου, αποκρυπτεις το προσωπον σου απ' εμου; |
15 לָמָה יְהוָה תִּזְנַח נַפְשִׁי תַּסְתִּיר פָּנֶיךָ מִמֶּנִּי | 15 Ειμαι τεθλιμμενος και ψυχομαχων εκ νεοτητος? δοκιμαζω τους φοβους σου και ευρισκομαι εν αμηχανια. |
16 עָנִי אֲנִי וְגֹוֵעַ מִנֹּעַר נָשָׂאתִי אֵמֶיךָ אָפוּנָה | 16 Επ' εμε διηλθον αι οργαι σου? οι τρομοι σου με εφανισαν. |
17 עָלַי עָבְרוּ חֲרֹונֶיךָ בִּעוּתֶיךָ צִמְּתוּתֻנִי | 17 Ως υδατα με περιετριγυρισαν ολην την ημεραν? ομου με περιεκυκλωσαν. |
18 סַבּוּנִי כַמַּיִם כָּל־הַיֹּום הִקִּיפוּ עָלַי יָחַד | 18 Απεμακρυνας απ' εμου τον αγαπητον και τον φιλον? οι γνωστοι μου ειναι αφανεις. |
19 הִרְחַקְתָּ מִמֶּנִּי אֹהֵב וָרֵעַ מְיֻדָּעַי מַחְשָׁךְ |