Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΖΑΧΑΡΙΑΣ - Zaccaria - Zachariah 11


font
LXXJERUSALEM
1 διανοιξον ο λιβανος τας θυρας σου και καταφαγετω πυρ τας κεδρους σου1 Ouvre tes portes, Liban, et que le feu dévore tes cèdres!
2 ολολυξατω πιτυς διοτι πεπτωκεν κεδρος οτι μεγαλως μεγιστανες εταλαιπωρησαν ολολυξατε δρυες της βασανιτιδος οτι κατεσπασθη ο δρυμος ο συμφυτος2 Gémis, genévrier, car le cèdre est tombé, car les majestueux sont ravagés. Gémissez, chênes deBashân, car elle est abattue la forêt inaccessible.
3 φωνη θρηνουντων ποιμενων οτι τεταλαιπωρηκεν η μεγαλωσυνη αυτων φωνη ωρυομενων λεοντων οτι τεταλαιπωρηκεν το φρυαγμα του ιορδανου3 On entend le gémissement des pasteurs car leur majesté est ravagée. On entend les rugissementsdes lionceaux car l'orgueil du Jourdain est ravagé.
4 ταδε λεγει κυριος παντοκρατωρ ποιμαινετε τα προβατα της σφαγης4 Ainsi parle Yahvé mon Dieu: "Fais paître les brebis d'abattoir,
5 α οι κτησαμενοι κατεσφαζον και ου μετεμελοντο και οι πωλουντες αυτα ελεγον ευλογητος κυριος και πεπλουτηκαμεν και οι ποιμενες αυτων ουκ επασχον ουδεν επ' αυτοις5 celles que leurs acheteurs abattent sans être châtiés, dont leurs vendeurs disent: Béni soit Yahvé,me voilà riche, et que les pasteurs n'épargnent point.
6 δια τουτο ου φεισομαι ουκετι επι τους κατοικουντας την γην λεγει κυριος και ιδου εγω παραδιδωμι τους ανθρωπους εκαστον εις χειρας του πλησιον αυτου και εις χειρας βασιλεως αυτου και κατακοψουσιν την γην και ου μη εξελωμαι εκ χειρος αυτων6 Car je n'épargnerai plus les habitants du pays - oracle de Yahvé! - Mais voici que moi, je vaislivrer les hommes chacun aux mains de son prochain, aux mains de son roi. Ils écraseront le pays et je ne lesdélivrerai pas de leurs mains."
7 και ποιμανω τα προβατα της σφαγης εις την χαναανιτιν και λημψομαι εμαυτω δυο ραβδους την μιαν εκαλεσα καλλος και την ετεραν εκαλεσα σχοινισμα και ποιμανω τα προβατα7 Alors je fis paître les brebis d'abattoir qui appartiennent aux marchands de brebis. Je pris pourmoi deux bâtons, j'appelai l'un Faveur et l'autre Liens et je fis paître les brebis.
8 και εξαρω τους τρεις ποιμενας εν μηνι ενι και βαρυνθησεται η ψυχη μου επ' αυτους και γαρ αι ψυχαι αυτων επωρυοντο επ' εμε8 Je fis disparaître les trois pasteurs en un seul mois. Mais je perdis patience avec eux, et quant àeux, ils furent avares envers moi.
9 και ειπα ου ποιμανω υμας το αποθνησκον αποθνησκετω και το εκλειπον εκλειπετω και τα καταλοιπα κατεσθιετωσαν εκαστος τας σαρκας του πλησιον αυτου9 Alors je dis: "Je ne vous ferai plus paître. Que celle qui doit mourir meure; que celle qui doitdisparaître disparaisse, et que celles qui restent s'entre-dévorent.
10 και λημψομαι την ραβδον μου την καλην και απορριψω αυτην του διασκεδασαι την διαθηκην μου ην διεθεμην προς παντας τους λαους10 Puis" je pris mon bâton Faveur et le mis en morceaux pour rompre mon alliance, celle quej'avais conclue avec tous les peuples.
11 και διασκεδασθησεται εν τη ημερα εκεινη και γνωσονται οι χαναναιοι τα προβατα τα φυλασσομενα διοτι λογος κυριου εστιν11 Elle fut donc rompue en ce jour-là, et les marchands de brebis qui m'observaient surent quec'était là une parole de Yahvé.
12 και ερω προς αυτους ει καλον ενωπιον υμων εστιν δοτε στησαντες τον μισθον μου η απειπασθε και εστησαν τον μισθον μου τριακοντα αργυρους12 Je leur dis alors: "Si cela vous semble bon, donnez-moi mon salaire, sinon n'en faites rien." Ilspesèrent mon salaire: 30 sicles d'argent.
13 και ειπεν κυριος προς με καθες αυτους εις το χωνευτηριον και σκεψαι ει δοκιμον εστιν ον τροπον εδοκιμασθην υπερ αυτων και ελαβον τους τριακοντα αργυρους και ενεβαλον αυτους εις τον οικον κυριου εις το χωνευτηριον13 Yahvé me dit: "Jette-le au fondeur, ce prix splendide auquel ils m'ont apprécié!" Je pris donc les30 sicles d'argent et les jetai à la Maison de Yahvé, pour le fondeur.
14 και απερριψα την ραβδον την δευτεραν το σχοινισμα του διασκεδασαι την κατασχεσιν ανα μεσον ιουδα και ανα μεσον του ισραηλ14 Puis je mis en morceaux mon deuxième bâton, pour rompre la fraternité entre Juda et Israël.
15 και ειπεν κυριος προς με ετι λαβε σεαυτω σκευη ποιμενικα ποιμενος απειρου15 Yahvé me dit alors: "Prends encore l'équipement d'un pasteur insensé,
16 διοτι ιδου εγω εξεγειρω ποιμενα επι την γην το εκλιμπανον ου μη επισκεψηται και το διεσκορπισμενον ου μη ζητηση και το συντετριμμενον ου μη ιασηται και το ολοκληρον ου μη κατευθυνη και τα κρεα των εκλεκτων καταφαγεται και τους αστραγαλους αυτων εκστρεψει16 car voici que moi je vais susciter un pasteur dans le pays; celle qui a disparu, il n'en aura cure,celle qui chevrote, il ne la recherchera pas, celle qui est blessée, il ne la soignera pas, celle qui est enflée, il ne lasoutiendra pas, mais il dévorera la chair des bêtes grasses et arrachera même leurs sabots.
17 ω οι ποιμαινοντες τα ματαια και οι καταλελοιποτες τα προβατα μαχαιρα επι τους βραχιονας αυτου και επι τον οφθαλμον τον δεξιον αυτου ο βραχιων αυτου ξηραινομενος ξηρανθησεται και ο οφθαλμος ο δεξιος αυτου εκτυφλουμενος εκτυφλωθησεται17 Malheur au pasteur inexistant qui délaisse son troupeau! Que l'épée s'attaque à son bras et à sonoeil droit! Que son bras soit tout desséché, que son oeil droit soit aveuglé!"