Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΗΣΑΙΑΣ - Isaia - Isaiah 22


font
LXXVULGATA
1 το ρημα της φαραγγος σιων τι εγενετο σοι νυν οτι ανεβητε παντες εις δωματα1 Onus vallis Visionis. Quidnam quoque tibi est, quia ascendisti
et tu omnis in tecta ?
2 ματαια ενεπλησθη η πολις βοωντων οι τραυματιαι σου ου τραυματιαι μαχαιρας ουδε οι νεκροι σου νεκροι πολεμου2 Clamoris plena, urbs frequens,
civitas exsultans ;
interfecti tui, non interfecti gladio,
nec mortui in bello.
3 παντες οι αρχοντες σου πεφευγασιν και οι αλοντες σκληρως δεδεμενοι εισιν και οι ισχυοντες εν σοι πορρω πεφευγασιν3 Cuncti principes tui fugerunt simul
dureque ligati sunt ;
omnes qui inventi sunt vincti sunt pariter ;
procul fugerunt.
4 δια τουτο ειπα αφετε με πικρως κλαυσομαι μη κατισχυσητε παρακαλειν με επι το συντριμμα της θυγατρος του γενους μου4 Propterea dixi : Recedite a me :
amare flebo ;
nolite incumbere ut consolemini me
super vastitate filiæ populi mei ;
5 οτι ημερα ταραχης και απωλειας και καταπατηματος και πλανησις παρα κυριου σαβαωθ εν φαραγγι σιων πλανωνται απο μικρου εως μεγαλου πλανωνται επι τα ορη5 dies enim interfectionis,
et conculcationis, et fletuum,
Domino Deo exercituum,
in valle Visionis,
scrutans murum,
et magnificus super montem.
6 οι δε αιλαμιται ελαβον φαρετρας αναβαται ανθρωποι εφ' ιπποις και συναγωγη παραταξεως6 Et Ælam sumpsit pharetram,
currum hominis equitis,
et parietem nudavit clypeus.
7 και εσονται αι εκλεκται φαραγγες σου πλησθησονται αρματων οι δε ιππεις εμφραξουσι τας πυλας σου7 Et erunt electæ valles tuæ plenæ quadrigarum,
et equites ponent sedes suas in porta.
8 και ανακαλυψουσιν τας πυλας ιουδα και εμβλεψονται τη ημερα εκεινη εις τους εκλεκτους οικους της πολεως8 Et revelabitur operimentum Judæ,
et videbis in die illa
armamentarium domus saltus.
9 και ανακαλυψουσιν τα κρυπτα των οικων της ακρας δαυιδ και ειδοσαν οτι πλειους εισιν και οτι απεστρεψαν το υδωρ της αρχαιας κολυμβηθρας εις την πολιν9 Et scissuras civitatis David videbitis,
quia multiplicatæ sunt ;
et congregastis aquas piscinæ inferioris,
10 και οτι καθειλοσαν τους οικους ιερουσαλημ εις οχυρωμα του τειχους τη πολει10 et domos Jerusalem numerastis,
et destruxistis domos ad muniendum murum.
11 και εποιησατε εαυτοις υδωρ ανα μεσον των δυο τειχεων εσωτερον της κολυμβηθρας της αρχαιας και ουκ ενεβλεψατε εις τον απ' αρχης ποιησαντα αυτην και τον κτισαντα αυτην ουκ ειδετε11 Et lacum fecistis inter duos muros
ad aquam piscinæ veteris ;
et non suspexistis ad eum qui fecerat eam,
et operatorem ejus de longe non vidistis.
12 και εκαλεσεν κυριος σαβαωθ εν τη ημερα εκεινη κλαυθμον και κοπετον και ξυρησιν και ζωσιν σακκων12 Et vocabit Dominus Deus exercituum
in die illa
ad fletum, et ad planctum,
ad calvitium, et ad cingulum sacci ;
13 αυτοι δε εποιησαντο ευφροσυνην και αγαλλιαμα σφαζοντες μοσχους και θυοντες προβατα ωστε φαγειν κρεα και πιειν οινον λεγοντες φαγωμεν και πιωμεν αυριον γαρ αποθνησκομεν13 et ecce gaudium et lætitia,
occidere vitulos et jugulare arietes,
comedere carnes, et bibere vinum :
comedamus et bibamus,
cras enim moriemur.
14 και ανακεκαλυμμενα ταυτα εστιν εν τοις ωσιν κυριου σαβαωθ οτι ουκ αφεθησεται υμιν αυτη η αμαρτια εως αν αποθανητε14 Et revelata est in auribus meis vox Domini exercituum :
Si dimittetur iniquitas hæc vobis donec moriamini,
dicit Dominus Deus exercituum.
15 ταδε λεγει κυριος σαβαωθ πορευου εις το παστοφοριον προς σομναν τον ταμιαν και ειπον αυτω15 Hæc dicit Dominus Deus exercituum :
Vade, ingredere ad eum qui habitat in tabernaculo,
ad Sobnam, præpositum templi, et dices ad eum :
16 τι συ ωδε και τι σοι εστιν ωδε οτι ελατομησας σεαυτω ωδε μνημειον και εποιησας σεαυτω εν υψηλω μνημειον και εγραψας σεαυτω εν πετρα σκηνην16 Quid tu hic, aut quasi quis hic ?
quia excidisti tibi hic sepulchrum,
excidisti in excelso memoriale diligenter,
in petra tabernaculum tibi.
17 ιδου δη κυριος σαβαωθ εκβαλει και εκτριψει ανδρα και αφελει την στολην σου17 Ecce Dominus asportari te faciet,
sicut asportatur gallus gallinaceus ;
et quasi amictum, sic sublevabit te.
18 και τον στεφανον σου τον ενδοξον και ριψει σε εις χωραν μεγαλην και αμετρητον και εκει αποθανη και θησει το αρμα σου το καλον εις ατιμιαν και τον οικον του αρχοντος σου εις καταπατημα18 Coronas coronabit te tribulatione ;
quasi pilam mittet te in terram latam et spatiosam ;
ibi morieris, et ibi erit currus gloriæ tuæ,
ignominia domus domini tui.
19 και αφαιρεθηση εκ της οικονομιας σου και εκ της στασεως σου19 Et expellam te de statione tua,
et de ministerio tuo deponam te.
20 και εσται εν τη ημερα εκεινη καλεσω τον παιδα μου ελιακιμ τον του χελκιου20 Et erit in die illa :
vocabo servum meum Eliacim, filium Helciæ,
21 και ενδυσω αυτον την στολην σου και τον στεφανον σου δωσω αυτω και το κρατος και την οικονομιαν σου δωσω εις τας χειρας αυτου και εσται ως πατηρ τοις ενοικουσιν εν ιερουσαλημ και τοις ενοικουσιν εν ιουδα21 et induam illum tunica tua,
et cingulo tuo confortabo eum,
et potestatem tuam dabo in manu ejus ;
et erit quasi pater habitantibus Jerusalem
et domui Juda.
22 και δωσω την δοξαν δαυιδ αυτω και αρξει και ουκ εσται ο αντιλεγων22 Et dabo clavem domus David
super humerum ejus ;
et aperiet, et non erit qui claudat ;
et claudet, et non erit qui aperiat.
23 και στησω αυτον αρχοντα εν τοπω πιστω και εσται εις θρονον δοξης του οικου του πατρος αυτου23 Et figam illum paxillum in loco fideli,
et erit in solium gloriæ domui patris ejus.
24 και εσται πεποιθως επ' αυτον πας ενδοξος εν τω οικω του πατρος αυτου απο μικρου εως μεγαλου και εσονται επικρεμαμενοι αυτω24 Et suspendent super eum omnem gloriam domus patris ejus ;
vasorum diversa genera,
omne vas parvulum,
a vasis craterarum usque ad omne vas musicorum.
25 εν τη ημερα εκεινη ταδε λεγει κυριος σαβαωθ κινηθησεται ο ανθρωπος ο εστηριγμενος εν τοπω πιστω και πεσειται και αφαιρεθησεται η δοξα η επ' αυτον οτι κυριος ελαλησεν25 In die illa, dicit Dominus exercituum,
auferetur paxillus qui fixus fuerat in loco fideli,
et frangetur, et cadet,
et peribit quod pependerat in eo,
quia Dominus locutus est.