1 μη σπευδε επι στοματι σου και καρδια σου μη ταχυνατω του εξενεγκαι λογον προ προσωπου του θεου οτι ο θεος εν τω ουρανω και συ επι της γης επι τουτω εστωσαν οι λογοι σου ολιγοι | 1 Ne légy száddal elhamarkodott, és ne siessen szíved, hogy kimondd Isten színe előtt a szót, mert Isten a mennyben van, te pedig a földön; ezért kevésbeszédű légy! |
2 οτι παραγινεται ενυπνιον εν πληθει περισπασμου και φωνη αφρονος εν πληθει λογων | 2 A sok gondot álmok követik, és a sok szóbeszédben balgaság van. |
3 καθως αν ευξη ευχην τω θεω μη χρονισης του αποδουναι αυτην οτι ουκ εστιν θελημα εν αφροσιν συν οσα εαν ευξη αποδος | 3 Ha fogadtál valamit Istennek, ne késs azt megadni, mert nem tetszik neki a meg nem tartott, felelőtlen ígéret. Bármit fogadsz is, add meg! |
4 αγαθον το μη ευξασθαι σε η το ευξασθαι σε και μη αποδουναι | 4 Sokkal jobb nem tenni fogadást, mintsem megfogadni valamit, és az ígéretet nem teljesíteni. |
5 μη δως το στομα σου του εξαμαρτησαι την σαρκα σου και μη ειπης προ προσωπου του θεου οτι αγνοια εστιν ινα μη οργισθη ο θεος επι φωνη σου και διαφθειρη τα ποιηματα χειρων σου | 5 Ne engedd, hogy szád bűnbe vigyen téged, és ne mondd Isten küldöttje előtt: »Nem gondoltam meg!«, hogy Isten beszéded miatt haragra ne gerjedjen, és meg ne hiúsítsa kezed minden munkáját. |
6 οτι εν πληθει ενυπνιων και ματαιοτητες και λογοι πολλοι οτι συν τον θεον φοβου | 6 Mert ahol sok az álom, sok a hiúság is, és sok a szóbeszéd; te pedig féld az Istent! |
7 εαν συκοφαντιαν πενητος και αρπαγην κριματος και δικαιοσυνης ιδης εν χωρα μη θαυμασης επι τω πραγματι οτι υψηλος επανω υψηλου φυλαξαι και υψηλοι επ' αυτους | 7 Ha látod, hogy elnyomják a szegényeket, tiporják a törvényt, és felforgatják a jogot a tartományban, ne csodálkozz rajta, hiszen az egyik nagy ember fölött van egy másik nagy ember, és fölöttük vannak mások, akik még nagyobbak. |
8 και περισσεια γης εν παντι εστι βασιλευς του αγρου ειργασμενου | 8 Legfelül pedig a király parancsol az egész alatta levő országnak. |
9 αγαπων αργυριον ου πλησθησεται αργυριου και τις ηγαπησεν εν πληθει αυτων γενημα και γε τουτο ματαιοτης | 9 Aki pénzre éhes, nem telik be pénzzel, s aki szereti a gazdagságot, nem veszi annak hasznát; ez is csak hiúság! |
10 εν πληθει της αγαθωσυνης επληθυνθησαν εσθοντες αυτην και τι ανδρεια τω παρ' αυτης οτι αλλ' η του οραν οφθαλμοις αυτου | 10 Ahol nagy a vagyon, sokan vannak, akik fogyasztják, és mi egyéb haszna van birtokosának, mint hogy a gazdagságot szemével nézheti! |
11 γλυκυς υπνος του δουλου ει ολιγον και ει πολυ φαγεται και τω εμπλησθεντι του πλουτησαι ουκ εστιν αφιων αυτον του υπνωσαι | 11 Édes az álom a munkásnak, akár keveset eszik, akár sokat, a gazdagot ellenben bősége nem engedi nyugodtan aludni. |
12 εστιν αρρωστια ην ειδον υπο τον ηλιον πλουτον φυλασσομενον τω παρ' αυτου εις κακιαν αυτου | 12 Van még egy keserves nyomorúság, amelyet a nap alatt láttam: a gazdagság, amelyet birtokosa a saját vesztére tartogat. |
13 και απολειται ο πλουτος εκεινος εν περισπασμω πονηρω και εγεννησεν υιον και ουκ εστιν εν χειρι αυτου ουδεν | 13 Az ilyennek vagyona ugyanis nagy csapás folytán tönkremegy, és ha fia született, az végső ínségre jut. |
14 καθως εξηλθεν απο γαστρος μητρος αυτου γυμνος επιστρεψει του πορευθηναι ως ηκει και ουδεν ου λημψεται εν μοχθω αυτου ινα πορευθη εν χειρι αυτου | 14 Amint mezítelenül jött ki anyja méhéből, úgy megy el innen, és semmit sem visz magával abból, amit fáradsággal szerzett. |
15 και γε τουτο πονηρα αρρωστια ωσπερ γαρ παρεγενετο ουτως και απελευσεται και τις περισσεια αυτω η μοχθει εις ανεμον | 15 Már az is keserves nyomorúság, hogy amint jött, úgy is kell elmennie. Mit használ tehát neki, hogy szelet hajszolt? |
16 και γε πασαι αι ημεραι αυτου εν σκοτει και πενθει και θυμω πολλω και αρρωστια και χολω | 16 Hozzá még az, hogy élete minden napján sötétben költi el ételét, sok gondban, nyomorúságban és bánatban. |
17 ιδου ο ειδον εγω αγαθον ο εστιν καλον του φαγειν και του πιειν και του ιδειν αγαθωσυνην εν παντι μοχθω αυτου ω εαν μοχθη υπο τον ηλιον αριθμον ημερων ζωης αυτου ων εδωκεν αυτω ο θεος οτι αυτο μερις αυτου | 17 Azt találtam tehát helyesnek, hogy mindenki egyék, igyék, és élvezze az örömet fáradsága mellett, amellyel a nap alatt küszködik élete megszámlált napjain, amelyeket Isten neki adott, mivel ez jutott neki osztályrészül. |
18 και γε πας ο ανθρωπος ω εδωκεν αυτω ο θεος πλουτον και υπαρχοντα και εξουσιασεν αυτον του φαγειν απ' αυτου και του λαβειν το μερος αυτου και του ευφρανθηναι εν μοχθω αυτου τουτο δομα θεου εστιν | 18 Sőt, ha Isten bárkinek vagyont és kincset ad, és megengedi, hogy kivegye a részét belőle, élvezze és gyönyörűségét találja fáradsága gyümölcsében, ez Isten ajándéka. |
19 οτι ου πολλα μνησθησεται τας ημερας της ζωης αυτου οτι ο θεος περισπα αυτον εν ευφροσυνη καρδιας αυτου | 19 Nem gondol ugyanis az ilyen sokat élete napjaival, mert Isten a szívét a gyönyörökkel tölti el. |