Scrutatio

Martedi, 21 maggio 2024 - Santi Martiri Messicani (Cristoforo Magallanes Jara e 24 compagni) ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Α´ - 1 Cronache - Chronicles I 14


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και απεστειλεν χιραμ βασιλευς τυρου αγγελους προς δαυιδ και ξυλα κεδρινα και οικοδομους τοιχων και τεκτονας ξυλων του οικοδομησαι αυτω οικον1 Hírám, Tírusz királya követeket, cédrusfát, kőműveseket és ácsmestereket küldött Dávidhoz, hogy házat építsenek neki.
2 και εγνω δαυιδ οτι ητοιμησεν αυτον κυριος επι ισραηλ οτι ηυξηθη εις υψος η βασιλεια αυτου δια τον λαον αυτου ισραηλ2 Ekkor Dávid megértette, hogy az Úr megerősítette őt Izraelen való királyságában, s hogy tekintélyt szerzett népe körében, Izraelen való királyságának.
3 και ελαβεν δαυιδ ετι γυναικας εν ιερουσαλημ και ετεχθησαν δαυιδ ετι υιοι και θυγατερες3 Jeruzsálemben Dávid további feleségeket vett és fiúkat s leányokat nemzett.
4 και ταυτα τα ονοματα αυτων των τεχθεντων οι ησαν αυτω εν ιερουσαλημ σαμαα ισοβααμ ναθαν σαλωμων4 Így hívták azokat, akik Jeruzsálemben születtek neki: Sámua, Sobáb, Nátán, Salamon,
5 και ιβααρ και ελισαε και ελιφαλετ5 Jibhár, Elisua, Elifálet,
6 και ναγε και ναφαγ και ιανουου6 Nóga, Náfeg, Jáfia,
7 και ελισαμαε και βαλεγδαε και ελιφαλετ7 Elisáma, Baáljáda és Elifálet.
8 και ηκουσαν αλλοφυλοι οτι εχρισθη δαυιδ βασιλευς επι παντα ισραηλ και ανεβησαν παντες οι αλλοφυλοι ζητησαι τον δαυιδ και ηκουσεν δαυιδ και εξηλθεν εις απαντησιν αυτοις8 Amikor azonban a filiszteusok meghallották, hogy Dávidot egész Izrael királyává kenték, valamennyien felvonultak, hogy megkeressék. Amikor ezt Dávid meghallotta, kivonult eléjük.
9 και αλλοφυλοι ηλθον και συνεπεσον εν τη κοιλαδι των γιγαντων9 A filiszteusok is megérkeztek, és ellepték a Refaim völgyet.
10 και ηρωτησεν δαυιδ δια του θεου λεγων ει αναβω επι τους αλλοφυλους και δωσεις αυτους εις τας χειρας μου και ειπεν αυτω κυριος αναβηθι και δωσω αυτους εις τας χειρας σου10 Ekkor Dávid megkérdezte az Urat: »Felvonuljak-e a filiszteusok ellen, s kezembe adod-e őket?« Az Úr azt mondta erre neki: »Vonulj fel s a kezedbe adom őket.«
11 και ανεβη εις βααλφαρασιν και επαταξεν αυτους εκει δαυιδ και ειπεν δαυιδ διεκοψεν ο θεος τους εχθρους μου εν χειρι μου ως διακοπην υδατος δια τουτο εκαλεσεν το ονομα του τοπου εκεινου διακοπη φαρασιν11 Amikor aztán azok felvonultak Baál-Farászimba, Dávid ott megverte őket és azt mondta: »Eloszlatta kezem által Isten az ellenségeimet, úgy, amint eloszlanak a vizek«, ezért nevezték el azt a helyet Baál-Farászimnak.
12 και εγκατελιπον εκει τους θεους αυτων και ειπεν δαυιδ κατακαυσαι αυτους εν πυρι12 Azok ott hagyták isteneiket, mire Dávid megparancsolta, hogy égessék el őket.
13 και προσεθεντο ετι αλλοφυλοι και συνεπεσαν ετι εν τη κοιλαδι των γιγαντων13 A filiszteusok másodízben is betörtek és ellepték a völgyet.
14 και ηρωτησεν δαυιδ ετι εν θεω και ειπεν αυτω ο θεος ου πορευση οπισω αυτων αποστρεφου απ' αυτων και παρεση αυτοις πλησιον των απιων14 Erre Dávid ismét megkérdezte Istent, s Isten azt mondta neki: »Ne vonulj fel utánuk, hanem térj ki előlük és a körtefák felől vonulj ellenük,
15 και εσται εν τω ακουσαι σε την φωνην του συσσεισμου των ακρων των απιων τοτε εξελευση εις τον πολεμον οτι εξηλθεν ο θεος εμπροσθεν σου του παταξαι την παρεμβολην των αλλοφυλων15 s ha majd járás neszét hallod a körtefák tetejéről, akkor vonulj ki a harcra, mert akkor vonul ki előtted Isten, hogy megverje a filiszteusok táborát.«
16 και εποιησεν καθως ενετειλατο αυτω ο θεος και επαταξεν την παρεμβολην των αλλοφυλων απο γαβαων εως γαζαρα16 Dávid úgy is cselekedett, ahogy Isten megparancsolta neki, és megverte a filiszteusok táborát Gibeontól Gézerig.
17 και εγενετο ονομα δαυιδ εν παση τη γη και κυριος εδωκεν τον φοβον αυτου επι παντα τα εθνη17 Erre elterjedt Dávid híre minden országban, és az Úr félelmet keltett iránta minden nemzetnél.