Scrutatio

Sabato, 18 maggio 2024 - San Giovanni I papa ( Letture di oggi)

Sámuel első könyve 7


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Erre a kirjátjearimi emberek odamentek, s felvitték az Úr ládáját magukhoz, s felvitték Abinádáb házába a dombra, Eleazárt, a fiát pedig felszentelték, hogy őrizze az Isten ládáját.1 Και ηλθον οι ανδρες της Κιριαθ-ιαρειμ, και ανεβιβασαν την κιβωτον του Κυριου και εφεραν αυτην εις τον οικον του Αβιναδαβ επι τον λοφον, και Ελεαζαρ τον υιον αυτου καθιερωσαν, δια να φυλαττη την κιβωτον του Κυριου.
2 Amikor sok nap elmúlt már attól a naptól kezdve, hogy az Úr ládája Kirját-Jearimba került – már a huszadik esztendő volt –, az történt, hogy Izrael egész háza az Úrhoz kiáltott.2 Και αφ' ης ημερας ετεθη η κιβωτος εν Κιριαθ-ιαρειμ, παρηλθε καιρος πολυς? και εγειναν εικοσι ετη? και πας ο οικος Ισραηλ εστεναζεν, αναζητων τον Κυριον.
3 Ekkor Sámuel felszólította egész Izraelt: »Ha valóban teljes szívetekből akartok megtérni az Úrhoz, akkor távolítsátok el magatok közül az idegen isteneket, a Baálokat és az Astartéket, készítsétek el szíveteket az Úrnak és szolgáljatok egyedül neki, s akkor ő megszabadít titeket a filiszteusok kezéből.«3 Και ειπε Σαμουηλ προς παντα τον οικον Ισραηλ, λεγων, Εαν σεις επιστρεφητε εξ ολης υμων της καρδιας προς τον Κυριον, αποβαλετε εκ μεσου υμων τους Θεους τους αλλοτριους και τας Ασταρωθ, και ετοιμασατε τας καρδιας υμων προς τον Κυριον και αυτον μονον λατρευετε? και θελει ελευθερωσει υμας εκ χειρος των Φιλισταιων.
4 Erre Izrael fiai eltávolították a Baálokat és az Astartéket, s egyedül az Úrnak szolgáltak.4 Τοτε απεβαλον οι υιοι Ισραηλ τους Βααλειμ και τας Ασταρωθ και ελατρευσαν τον Κυριον μονον.
5 Ekkor azt mondta Sámuel: »Gyűjtsétek egybe egész Izraelt Micpába, hadd imádkozzam értetek az Úrhoz.«5 Και ειπε Σαμουηλ, Συναξατε παντα τον Ισραηλ εις Μισπα, και θελω προσευχηθη υπερ υμων προς τον Κυριον.
6 Egybe is gyűltek Micpába, s ott vizet merítettek, s kiöntötték az Úr színe előtt, s aznap böjtöltek és azt mondták: »Vétkeztünk az Úr ellen.« Aztán átvette Sámuel a bíráskodást Izrael fiai felett Micpában.6 Και συνηχθησαν ομου εις Μισπα, και ηντλησαν υδωρ και εξεχεαν ενωπιον του Κυριου, και ενηστευσαν την ημεραν εκεινην και ειπον εκει, Ημαρτησαμεν εις τον Κυριον. Και εκρινεν ο Σαμουηλ τους υιους Ισραηλ εν Μισπα.
7 Amikor azonban a filiszteusok meghallották, hogy Izrael fiai összegyűltek Micpában, a filiszteusok fejedelmei felvonultak Izrael ellen. Amikor ezt Izrael fiai meghallották, félelem fogta el őket a filiszteusoktól,7 Οτε δε ηκουσαν οι Φιλισταιοι οτι συνηθροισθησαν οι υιοι Ισραηλ εις Μισπα ανεβησαν οι σατραπαι των Φιλισταιων κατα του Ισραηλ. Και ακουσαντες οι υιοι Ισραηλ, εφοβηθησαν απο προσωπου των Φιλισταιων.
8 és azt mondták Sámuelnek: »Ne szűnj meg kiáltani értünk az Úrhoz, a mi Istenünkhöz, hogy szabadítson meg minket a filiszteusok kezéből.«8 Και ειπον οι υιοι Ισραηλ προς τον Σαμουηλ, Μη παυσης βοων υπερ ημων προς Κυριον τον Θεον ημων, δια να σωση ημας εκ χειρος των Φιλισταιων.
9 Sámuel vett is egy szopós bárányt, s azt egészben bemutatta egészen elégő áldozatul az Úrnak, s amikor Sámuel az Úrhoz kiáltott Izraelért, az Úr meghallgatta őt.9 Και ελαβεν ο Σαμουηλ εν αρνιον γαλαθηνον, και προσεφερεν ολοκληρον ολοκαυτωμα εις τον Κυριον? και εβοησεν ο Σαμουηλ προς τον Κυριον υπερ του Ισραηλ? και επηκουσεν αυτου ο Κυριος.
10 Történt ugyanis, hogy miközben Sámuel bemutatta az egészen elégő áldozatot, a filiszteusok harcolni kezdtek Izrael ellen. Ám az Úr nagy mennydörgést támasztott azon a napon a filiszteusok felett és megrémítette őket, s így ők vereséget szenvedtek Izrael színe előtt.10 Και ενω προσεφερεν ο Σαμουηλ το ολοκαυτωμα, επλησιασαν οι Φιλισταιοι δια να πολεμησωσι κατα του Ισραηλ? και εβροντησεν ο Κυριος εν φωνη μεγαλη την ημεραν εκεινην επι τους Φιλισταιους και κατετροπωσεν αυτους? και εκτυπηθησαν εμπροσθεν του Ισραηλ.
11 Erre kijöttek Izrael emberei Micpából és üldözőbe vették a filiszteusokat, s verték őket egészen addig a helyig, amely Betkár alatt volt.11 Και εξηλθον οι ανδρες Ισραηλ εκ Μισπα, και κατεδιωξαν τους Φιλισταιους και επαταξαν αυτους, εως υποκατω της Βαιθ-χαρ.
12 Vett erre Sámuel egy követ és azt elhelyezte Micpa és Sen között és Abenézernek (azaz Segítség kövének) nevezte el azt a helyet, mondva: »Idáig segített minket az Úr!«12 Τοτε ελαβεν ο Σαμουηλ ενα λιθον και εστησε μεταξυ Μισπα και Σεν και εκαλεσε το ονομα αυτου Εβεν-εζερ, λεγων, Μεχρι τουδε εβοηθησεν ημας ο Κυριος.
13 Erre a filiszteusok meghunyászkodtak és nem mentek többé Izrael területére, s az Úr keze a filiszteusokon volt Sámuel valamennyi napja alatt.13 Και εταπεινωθησαν οι Φιλισταιοι και δεν ηλθον πλεον εις τα ορια του Ισραηλ? και ητο η χειρ του Κυριου κατα των Φιλισταιων πασας τας ημερας του Σαμουηλ.
14 Így azok a városok, amelyeket a filiszteusok elvettek Izraeltől, Akkarontól Gátig, visszakerültek vidékükkel együtt Izraelhez, s Izrael felszabadította őket a filiszteusok keze alól. Izrael és az amoriták között ekkor béke volt.14 Και αι πολεις, τας οποιας οι Φιλισταιοι ειχον λαβει απο του Ισραηλ, απεδοθησαν εις τον Ισραηλ, απο Ακκαρων εως Γαθ? και ηλευθερωσεν ο Ισραηλ τα ορια αυτων εκ χειρος των Φιλισταιων. Και ητο ειρηνη μεταξυ Ισραηλ και Αμορραιων.
15 Sámuel bíráskodott Izraelben élete valamennyi napján.15 Και εκρινεν ο Σαμουηλ τον Ισραηλ πασας τας ημερας της ζωης αυτου?
16 Esztendőnként elment és bejárta Bételt, Gilgált és Micpát, s bíráskodott Izraelen a nevezett helyeken.16 και επορευετο κατ' ετος περιερχομενος εις Βαιθηλ και Γαλγαλα και Μισπα και εκρινε τον Ισραηλ εν πασι τοις τοποις τουτοις?
17 Aztán visszatért Ramátába, mert ott volt a háza és ott bíráskodott Izraelen. Ott oltárt is épített az Úrnak.17 η δε επιστροφη αυτου ητο εις Ραμα? διοτι εκει ητο ο οικος αυτου και εκει εκρινε τον Ισραηλ? εκει προσετι ωκοδομησε θυσιαστηριον εις τον Κυριον.