Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Teremtés könyve 8


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Ekkor megemlékezett Isten Noéról, s minden állatról és minden baromról, amely vele volt a bárkában. Szelet támasztott a földön, és a vizek apadni kezdtek.1 Και ενεθυμηθη ο Θεος τον Νωε, και παντα τα ζωα, και παντα τα κτηνη, τα μετ' αυτου εν τη κιβωτω? και διεβιβασεν ο Θεος ανεμον επι την γην, και τα υδατα εσταθησαν.
2 Bezárultak a mélység forrásai és az ég zsilipjei, s megszűnt az eső az égből.2 Και εκλεισθησαν αι πηγαι της αβυσσου, και οι καταρρακται του ουρανου, και εκρατηθη ο υετος απο των ουρανων.
3 A vizek visszahúzódtak a földről, folytak visszafelé, és százötven nap múlva apadni kezdtek.3 Και εσυροντο τα υδατα απο της γης κατα συνεχειαν? και ωλιγοστευον τα υδατα μετα τας εκατον πεντηκοντα ημερας.
4 A hetedik hónapban, a hónap tizenhetedik napján megállapodott a bárka Ararát hegyein.4 Και εκαθισεν η κιβωτος την δεκατην εβδομην του εβδομου μηνος επι των ορεων Αραρατ.
5 A vizek pedig egyre apadtak a tizedik hónapig: s a tizedik hónapban a hónap első napján előtűntek a hegyek ormai.5 Τα δε υδατα ωλιγοστευον κατα συνεχειαν εως του δεκατου μηνος? την πρωτην του δεκατου μηνος εφανησαν αι κορυφαι των ορεων.
6 Amikor aztán még negyven nap elmúlt, kinyitotta Noé a bárka ablakát, amelyet készített, és kibocsátotta a hollót;6 Και μετα τεσσαρακοντα ημερας ηνοιξεν ο Νωε την θυριδα της κιβωτου, την οποιαν ειχε καμει?
7 az ide-oda szállt, majd visszatért, mert a vizek még nem száradtak fel a földön.7 και απεστειλε τον κορακα, οστις εξελθων υπηγαινε και ηρχετο, εωσου εξηρανθησαν τα υδατα απο της γης.
8 Ez után kibocsátotta a galambot is, hogy lássa, megszűntek-e már a vizek a föld színén.8 Και απεστειλε την περιστεραν κατοπιν αυτου, δια να ιδη αν επαυσαν τα υδατα απο προσωπου της γης?
9 De az, mivel nem talált helyet, ahol megpihenhetett volna a lába, visszatért hozzá a bárkára – ugyanis víz volt még az egész földön. – Erre ő kinyújtotta a kezét, megfogta, és bevette a bárkába.9 και μη ευρισκουσα η περιστερα αναπαυσιν των ποδων αυτης, επεστρεψε προς αυτον εις την κιβωτον, διοτι τα υδατα ησαν επι του προσωπου πασης της γης? και εκτεινας την χειρα αυτου, επιασεν αυτην και εισηγαγεν αυτην προς εαυτον εις την κιβωτον.
10 Ezután várt még másik hét napig, s akkor újra kibocsátotta a galambot a bárkából.10 Και ανεμεινεν ετι αλλας επτα ημερας, και παλιν απεστειλε την περιστεραν εκ της κιβωτου?
11 Az pedig estefelé visszatért hozzá, és zöld levelű olajfagallyat hozott a csőrében. Noé megértette, hogy megszűnt a víz a földön,11 και επεστρεψε προς αυτον η περιστερα προς το εσπερας, και ιδου, ητο εν τω στοματι αυτης φυλλον ελαιας, απεσπασμενον? και εγνωρισεν ο Νωε οτι επαυσαν τα υδατα απο της γης.
12 de várt még másik hét napig, aztán kibocsátotta a galambot, és az többé nem tért vissza hozzá.12 Και ανεμεινεν ετι αλλας επτα ημερας, και απεστειλε την περιστεραν? και δεν επανεστρεψε πλεον προς αυτον.
13 Így tehát, Noé hatszázegyedik esztendejében, az első hónapban, a hónap első napján leapadtak a vizek a földön. Noé kinyitotta a bárka fedelét, kitekintett, és látta, hogy megszáradt a föld színe.13 Κατα δε το εξακοσιοστον πρωτον ετος του Νωε, την πρωτην του πρωτου μηνος, εξελιπον τα υδατα απο της γης? και εσηκωσεν ο Νωε την στεγην της κιβωτου, και ειδε, και ιδου, εξελιπε το υδωρ απο προσωπου της γης.
14 A második hónapra, a hónap huszonhetedik napjára megszáradt a föld.14 Και την εικοστην εβδομην ημεραν του δευτερου μηνος εξηρανθη η γη?
15 Ekkor Isten így szólt Noéhoz:15 και ελαλησεν ο Θεος προς τον Νωε, λεγων,
16 »Szállj ki a bárkából, te és veled a feleséged, fiaid és a fiaid feleségei!16 Εξελθε εκ της κιβωτου, συ, και η γυνη σου, και οι υιοι σου, και αι γυναικες των υιων σου μετα σου?
17 Hozd ki magaddal az összes állatot, amely veled van, minden testet, szárnyast, lábasjószágot, és minden csúszómászót, amely nyüzsög a földön! Járjatok-keljetek a földön: szaporodjatok és sokasodjatok rajta!«17 παντα τα ζωα τα μετα σου, απο πασης σαρκος, και πτηνα και κτηνη και παν ερπετον ερπον επι της γης, εξαγαγε μετα σου, και ας πολυπλασιασθωσιν επι της γης, και ας αυξηνθωσι και ας πληθυνθωσιν επι της γης.
18 Kiszállt tehát Noé és vele fiai, a felesége és fiainak a feleségei,18 Και εξηλθεν ο Νωε, και οι υιοι αυτου, και η γυνη αυτου, και αι γυναικες των υιων αυτου μετ' αυτου?
19 és kijött a bárkából valamennyi állat, lábasjószág és csúszómászó, amely nyüzsög a földön, faja szerint.19 παντα τα ζωα, παντα τα ερπετα και παντα τα πτηνα, παν ο, τι κινειται επι της γης, κατα τα ειδη αυτων, εξηλθον εκ της κιβωτου.
20 Ekkor Noé oltárt épített az Úrnak, vett minden tiszta állatból és madárból, és egészen elégő áldozatokat mutatott be az oltáron.20 Και ωκοδομησεν ο Νωε θυσιαστηριον εις τον Κυριον? και ελαβεν απο παντος κτηνους καθαρου, και απο παντος πτηνου καθαρου, και προσεφερεν ολοκαυτωματα επι του θυσιαστηριου.
21 Az Úr megérezte a kedves illatot, és szívében azt mondta az Úr: »Nem átkozom meg többé a földet az ember miatt: mert az emberi szív gondolata ifjúságától fogva hajlik a rosszra. Nem sújtom többé az összes élőlényt úgy, ahogy tettem.21 Και ωσφρανθη Κυριος οσμην ευωδιας? και ειπε Κυριος εν τη καρδια αυτου, Δεν θελω καταρασθη πλεον την γην εξ αιτιας του ανθρωπου? διοτι ο λογισμος της καρδιας του ανθρωπου ειναι κακος εκ νηπιοτητος αυτου? ουδε θελω παταξει πλεον παντα τα ζωντα, καθως εκαμον?
22 Amíg tartanak a föld napjai, meg nem szűnik többé a vetés és az aratás, a hideg és a meleg, a nyár és a tél, az éjszaka és a nappal.«22 εν οσω μενει γη, σπορα και θερισμος, και ψυχος και καυμα, και θερος και χειμων, και ημερα και νυξ, δεν θελουσι παυσει.