Scrutatio

Martedi, 21 maggio 2024 - Santi Martiri Messicani (Cristoforo Magallanes Jara e 24 compagni) ( Letture di oggi)

Teremtés könyve 15


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Ezen események után az Úr látomásban beszédet intézett Ábrámhoz, és azt mondta neki: »Ne félj, Ábrám, én az oltalmazód vagyok, és igen nagy lesz a jutalmad!«1 Μετα τα πραγματα ταυτα εγεινε λογος Κυριου προς τον Αβραμ εν οραματι, λεγων, Μη φοβου, Αβραμ? εγω ειμαι ο υπερασπιστης σου, ο μισθος σου θελει εισθαι πολυς σφοδρα.
2 Ábrám ekkor megkérdezte: »Uram, Isten, mit adhatnál nekem? Gyermektelenül költözöm én el, s házam gondviselőjének fia, a damaszkuszi Eliézer örökli a házamat!«2 Και ειπεν ο Αβραμ, Δεσποτα Κυριε, τι θελεις δωσει εις εμε, ενω εγω απερχομαι ατεκνος, ο δε κληρονομος της οικιας μου ειναι ουτος ο εκ Δαμασκου Ελιεζερ;
3 Aztán így folytatta Ábrám: »Nem adtál nekem gyermeket, és íme, a házamban született rabszolga lesz az örökösöm!«3 ειπε προσετι ο Αβραμ, Ιδου, δεν εδωκας εις εμε σπερμα? και ιδου, οικετης μου θελει με κληρονομησει.
4 De az Úr azt válaszolta neki: »Nem az lesz az örökösöd, hanem aki a te ágyékodból származik, az lesz a te örökösöd!«4 Και ιδου, λογος Κυριου εγεινε προς αυτον, λεγων, Δεν θελει σε κληρονομησει ουτος? αλλ' εκεινος οστις θελει εξελθει εκ των σπλαγχνων σου, αυτος θελει σε κληρονομησει.
5 Majd kivezette a szabadba, és azt mondta neki: »Nézz fel az égre, és számláld meg a csillagokat, ha tudod!« Aztán így folytatta: »Éppen ilyen lesz az utódod is.«5 Και εφερεν αυτον εξω και ειπεν, Αναβλεψον τωρα εις τον ουρανον και αριθμησον τα αστρα, εαν δυνασαι να εξαριθμησης αυτα? και ειπε προς αυτον, Ουτω θελει εισθαι το σπερμα σου.
6 Hitt az Úrnak, s ez igazságul tudatott be neki.6 Και επιστευσεν εις τον Κυριον? και ελογισθη εις αυτον εις δικαιοσυνην.
7 Ekkor azt mondta neki az Úr: »Én vagyok az Úr, aki kihoztalak a káldeai Úrból, hogy neked adjam ezt a földet birtokul.«7 Και ειπε προς αυτον, Εγω ειμαι ο Κυριος οστις σε εξηγαγον εκ της Ουρ των Χαλδαιων, δια να σοι δωσω την γην ταυτην εις κληρονομιαν.
8 Ám ő azt válaszolta: »Uram, Isten, miből tudhatnám meg, hogy a birtokom lesz?«8 Ο δε ειπε, Δεσποτα Κυριε, Ποθεν να γνωρισω οτι θελω κληρονομησει αυτην;
9 Az Úr erre azt felelte neki: »Hozz nekem egy háromesztendős üszőt, egy háromesztendős kecskét, egy háromesztendős kost, továbbá egy gerlét és egy galambot!«9 Και ειπε προς αυτον, Λαβε μοι δαμαλιν τριων ετων, και αιγα τριων ετων, και κριον τριων ετων, και τρυγονα, και περιστεραν.
10 Ekkor ő elhozta mindezeket, középen kettévágta őket, és lerakta a két darabot egymással szembe; a madarakat azonban nem vágta ketté.10 Και ελαβεν εις αυτον παντα ταυτα, και διεσχισεν αυτα εις το μεσον, και εθεσεν εκαστον τμημα απεναντι του ομοιου αυτου? τα πτηνα ομως δεν διεσχισε.
11 A húsokra ragadozó madarak szálltak, de Ábrám elűzte őket.11 Κατεβησαν δε ορνεα επι τα πτωματα, και ο Αβραμ εδιωξεν αυτα.
12 Amikor aztán a nap leszállóban volt, mély álom fogta el Ábrámot, és nagy rettegés és sötétség szállt rá.12 Περι δε την δυσιν του ηλιου, επεπεσεν εκστασις επι τον Αβραμ? και ιδου, φοβος σκοτεινος μεγας επιπιπτει επ' αυτον.
13 Az Úr azt mondta Ábrámnak: »Tudd meg előre, hogy utódod idegenként olyan földön lesz, amely nem az övé. Szolgaságba vetik és sanyargatják őket négyszáz esztendeig.13 Και ειπεν ο Κυριος προς τον Αβραμ, Εξευρε βεβαιως οτι το σπερμα σου θελει παροικησει εν γη ουχι εαυτων, και θελουσι δουλωσει αυτους, και θελουσι καταθλιψει αυτους, τετρακοσια ετη?
14 De a népet, amelynek szolgálni fognak, megítélem majd, s aztán kijönnek onnan nagy vagyonnal.14 το εθνος ομως, εις το οποιον θελουσι δουλωθη, εγω θελω κρινει? μετα δε ταυτα θελουσιν εξελθει με μεγαλα υπαρχοντα?
15 Te azonban békességben térsz meg atyáidhoz, és szép öregségben fognak eltemetni.15 συ δε θελεις απελθει προς τους πατερας σου εν ειρηνη? θελεις ενταφιασθη εν γηρατι καλω?
16 Utódaid a negyedik nemzedék idején térnek vissza ide, mert mindmáig nem telt még be az amoriták gonoszsága.«16 εν δε τη τεταρτη γενεα θελουσιν επιστρεψει εδω? διοτι ακομη δεν ανεπληρωθη η ανομια των Αμορραιων.
17 Amikor a nap lenyugodott, sűrű sötétség lett. És íme, megjelent egy füstölgő kemence és egy tüzes fáklya, s átvonult a húsdarabok között.17 Οτε δε ο ηλιος εδυσε και εγεινε πυκνον σκοτος, ιδου, καμινος καπνιζουσα και λαμπας πυρος ητις διεπερασε μεταξυ των διχοτομηματων τουτων.
18 Ezen a napon kötött az Úr szövetséget Ábrámmal, ezekkel a szavakkal: »Utódodnak adom ezt a földet, Egyiptom folyójától egészen a nagy folyóig, az Eufráteszig,18 Την ημεραν εκεινην εκαμε διαθηκην ο Κυριος προς τον Αβραμ, λεγων, εις το σπερμα σου εδωκα την γην ταυτην, απο του ποταμου της Αιγυπτου εως του ποταμου του μεγαλου, του ποταμου Ευφρατου?
19 a kenitákat, a kenizitákat, a kedmonitákat,19 τους Κεναιους, και τους Κενεζαιους, και τους Κεδμωναιους,
20 a hetitákat és a perizitákat, valamint a ráfaitákat, az amoritákat, a kanániakat, a girgasitákat és a jebuzitákat!«20 και τους Χετταιους, και τους Φερεζαιους, και τους Ραφαειμ,
21 και τους Αμορραιους, και τους Χαναναιους, και τους Γεργεσαιους, και τους Ιεβουσαιους.