1 Απορριψαντες λοιπον πασαν κακιαν και παντα δολον και υποκρισεις και φθονους και πασας καταλαλιας, | 1 וְעַתָּה הָסִירוּ מִכֶּם כָּל־רֶשַׁע וְכָל־מִרְמָה וַחֲנֻפָּה וְקִנְאָה וְכָל־לָשׁוֹן רָע |
2 επιποθησατε ως νεογεννητα βρεφη το λογικον αδολον γαλα, δια να αυξηθητε δι' αυτου, | 2 וּכְעֹלֲלִים אֲשֶׁר מִקָּרוֹב נוֹלָדוּ הִתְאַוּוּ לֶחָלָב הַשִּׂכְלִי וְהַזָּךְ לְמַעַן תִּגְדְּלוּ־בוֹ אֶל־הַתְּשׁוּעָה |
3 επειδη εγευθητε οτι αγαθος ο Κυριος. | 3 אִם־אָמְנָם טְעַמְתֶּם כִּי־טוֹב הָאָדוֹן |
4 Εις τον οποιον προσερχομενοι, ως εις λιθον ζωντα, υπο μεν των ανθρωπων αποδεδοκιμασμενον, παρα δε τω Θεω εκλεκτον, εντιμον, | 4 אֲשֶׁר נִגַּשְׁתֶּם אֵלָיו אֶל־אֶבֶן חַיָּה אֲשֶׁר מָאֲסוּ־בָהּ בְּנֵי־הָאָדָם וְהִיא נִבְחָרָה וִיקָרָה לֵאלֹהִים |
5 και σεις, ως λιθοι ζωντες, οικοδομεισθε οικος πνευματικος, ιερατευμα αγιον, δια να προσφερητε πνευματικας θυσιας ευπροσδεκτους εις τον Θεον δια Ιησου Χριστου? | 5 וְנִבְנֵיתֶם גַּם־אַתֶּם כַּאֲבָנִים חַיּוֹת לְבַיִת רוּחָנִי לִכְהֻנַּת קֹדֶשׁ לְהַעֲלוֹת זִבְחֵי־רוּחַ לְרָצוֹן לֵאלֹהִים בְּיֵשׁוּעַ הַמָּשִׁיחַ |
6 δια τουτο και περιεχεται εν τη γραφη? Ιδου, θετω εν Σιων λιθον ακρογωνιαιον, εκλεκτον, εντιμον, και ο πιστευων επ' αυτον δεν θελει καταισχυνθη. | 6 וְזֶה הוּא שֶׁאָמַר הַכָּתוּב הִנְנִי יִסַּד בְּצִיּוֹן אֶבֶן פִּנָּה אֶבֶן בֹּחַן וִיקָרָה וְהַמַּאֲמִין בָּהּ לֹא יֵבוֹשׁ |
7 Εις εσας λοιπον τους πιστευοντας ειναι η τιμη, εις δε τους απειθουντας ο λιθος, τον οποιον απεδοκιμασαν οι οικοδομουντες, ουτος εγεινε κεφαλη γωνιας | 7 לָכֵן לָכֶם הַמַּאֲמִינִים הַיְקָר אֲבָל לַסּוֹרְרִים הָאֶבֶן אֲשֶׁר מָאֲסוּ הַבּוֹנִים הָיְתָה לְרֹאשׁ פִּנָּה וּלְאֶבֶן נֶגֶף וּלְצוּר מִכְשֹׁל |
8 και λιθος προσκομματος και πετρα σκανδαλου? οιτινες προσκοπτουσιν εις τον λογον, οντες απειθεις, εις το οποιον και ησαν προσδιωρισμενοι? | 8 וְהֵם נִכְשְׁלוּ יַעַן לֹא שָׁמְעוּ לַדָּבָר וְלָזֹאת גַּם־נוֹעָדוּ |
9 σεις ομως εισθε γενος εκλεκτον, βασιλειον ιερατευμα, εθνος αγιον, λαος τον οποιον απεκτησεν ο Θεος, δια να εξαγγειλητε τας αρετας εκεινου, οστις σας εκαλεσεν εκ του σκοτους εις το θαυμαστον αυτου φως? | 9 וְאַתֶּם הִנְּכֶם זֶרַע נִבְחָר מַמְלֶכֶת כֹּהֲנִים וְגוֹי קָדוֹשׁ וְעַם סְגֻלָּה לְמַעַן תְּסַפְּרוּ תְּהִלּוֹת הַקּוֹרֵא אֶתְכֶם מֵחשֶׁךְ אֶל־אוֹרוֹ הַנִּפְלָא |
10 οι ποτε μη οντες λαος, τωρα δε λαος του Θεου, οι ποτε μη ηλεημενοι, τωρα δε ελεηθεντες. | 10 אֲשֶׁר לְפָנִים לֹא־עָם הֱיִיתֶם וְעַתָּה עַם אֱלֹהִים וַאֲשֶׁר לְפָנִים לֹא רֻחָמוּ וְעַתָּה מְרֻחָמִים |
11 Αγαπητοι, σας παρακαλω ως ξενους και παρεπιδημους, να απεχητε απο των σαρκικων επιθυμιων, αιτινες στρατευονται κατα της ψυχης, | 11 אֲהוּבִים אַזְהִירְכֶם כְּגֵרִים וְתוֹשָׁבִים הִנָּזְרוּ מִתַּאֲוֺת הַבָּשָׂר הַמִּתְגָּרוֹת בַּנָּפֶשׁ |
12 να εχητε καλην την διαγωγην σας μεταξυ των εθνων, ινα ενω σας καταλαλουσιν ως κακοποιους, εκ των καλων εργων, οταν ιδωσιν αυτα, δοξασωσι τον Θεον εν τη ημερα της επισκεψεως. | 12 וְהֵיטִיבוּ דַרְכְּכֶם בַּגּוֹיִם לְמַעַן יַבִּיטוּ אֶל־מַעֲשֵׂיכֶם הַטּוֹבִים וְהָיָה תַּחַת אֲשֶׁר חֵרְפוּ אֶתְכֶם כְּפֹעֲלֵי אָוֶן יְכַבְּדוּ אֶת־הָאֱלֹהִים בְּיוֹם הַפְּקֻדָּה |
13 Υποταχθητε λοιπον εις πασαν ανθρωπινην διαταξιν δια τον Κυριον? ειτε εις βασιλεα, ως υπερεχοντα, | 13 וְהִכָּנְעוּ לְכָל־פְּקֻדַּת אָדָם בִּגְלַל הָאָדוֹן אִם־לַמֶּלֶךְ כָּרָאוּי לָרֹאשׁ |
14 ειτε εις ηγεμονας, ως δι' αυτου πεμπομενους εις εκδικησιν μεν κακοποιων, επαινον δε αγαθοποιων? | 14 אִם־לַמּשְׁלִים כָּרָאוּי לַשְּׁלוּחִים מֵאִתּוֹ לְנִקְמַת פֹּעֲלֵי אָוֶן וְלִתְהִלַּת עֹשֵׂי טוֹב |
15 διοτι ουτως ειναι το θελημα του Θεου, αγαθοποιουντες να αποστομονητε την αγνωσιαν των αφρονων ανθρωπων? | 15 כִּי כֵן הוּא חֵפֶץ אֱלֹהִים אֲשֶׁר בַּעֲשׂוֹתְכֶם הַטּוֹב תִּסְכְּרוּ אֶת־פִּי אִוֶּלֶת הָאֲנָשִׁים אֲשֶׁר אֵין־בָּם דָּעַת |
16 ως ελευθεροι, και μη ως εχοντες την ελευθεριαν επικαλυμμα της κακιας, αλλ' ως δουλοι του Θεου. | 16 כַּחָפְשִׁים וְלֹא־כְאִלּוּ הָיְתָה לָכֶם הַחֵרוּת לְמִכְסֵה הָרָעָה כִּי אִם־כְּעַבְדֵי אֱלֹהִים |
17 Παντας τιμησατε, την αδελφοτητα αγαπατε, τον Θεον φοβεισθε, τον βασιλεα τιματε. | 17 נַהֲגוּ כָבוֹד בְּכָל־אִישׁ אֶהֱבוּ אֵת הָאַחִים יְראוּ אֶת־אֱלֹהִים כַּבְּדוּ אֶת־הַמֶּלֶךְ |
18 Οι οικεται υποτασσεσθε εν παντι φοβω εις τους κυριους σας, ου μονον εις τους αγαθους και επιεικεις, αλλα και εις τους διεστραμμενους. | 18 הָעֲבָדִים הִכָּנְעוּ לִפְנֵי אֲדֹנֵיכֶם בְּכָל־יִרְאָה לֹא לִפְנֵי הַטּוֹבִים וְהָעֲנָוִים לְבַד כִּי אִם־גַּם־לִפְנֵי הָעִקְּשִׁים |
19 Διοτι τουτο ειναι χαρις, το να υποφερη τις λυπας δια την εις τον Θεον συνειδησιν, πασχων αδικως. | 19 כִּי חֶסֶד הוּא לָאִישׁ אִם־יִשְׂבַּע מַמְּרֹרִים וִיעֻנֶּה חִנָּם לְמַעַן דַּעַת הָאֱלֹהִים |
20 Διοτι ποια δοξα ειναι, εαν αμαρτανοντες και ραπιζομενοι υπομενητε; εαν ομως αγαθοποιουντες και πασχοντες υπομενητε, τουτο ειναι χαρις παρα τω Θεω. | 20 כִּי אִם־חָטֹא תֶחֶטְאוּ וּסְבַלְתֶּם מַכּוֹת אֶגְרוֹף מַה־תִּתְהַלָּלוּ אַךְ אִם־תְּעֻנּוּ וּסְבַלְתֶּם בַּעֲשׂוֹתְכֶם הַטּוֹב חֶסֶד הוּא מִלִּפְנֵי אֱלֹהִים |
21 Διοτι εις τουτο προσεκληθητε, επειδη και ο Χριστος επαθεν υπερ υμων, αφινων παραδειγμα εις υμας δια να ακολουθησητε τα ιχνη αυτου? | 21 כִּי לָזֹאת נִקְרֵאתֶם כִּי גַם־הַמָּשִׁיחַ עֻנָּה בַעֲבוּרְכֶם וְהִשְׁאִיר לָכֶם מוֹפֵת לָלֶכֶת בְּעִקְּבוֹתָיו |
22 οστις αμαρτιαν δεν εκαμεν, ουδε ευρεθη δολος εν τω στοματι αυτου. | 22 אֲשֶׁר חֵטְא לֹא עָשָׂה וְלֹא מִרְמָה בְּפִיו |
23 Οστις λοιδορουμενος δεν αντελοιδορει, πασχων δεν ηπειλει, αλλα παρεδιδεν εαυτον εις τον κρινοντα δικαιως? | 23 אֲשֶׁר שָׁמַע חֶרְפָּתוֹ וְלֹא הֵשִׁיב נַעֲנָה וְלֹא גָעַר כִּי אִם־מָסַר דִּינוֹ לַשֹּׁפֵט צֶדֶק וְאֶת־חַטֹּאתֵנוּ הוּא נָשָׂא בִּגְוִיָּתוֹ עַל־הָעֵץ |
24 οστις τας αμαρτιας ημων αυτος εβαστασεν εν τω σωματι αυτου επι του ξυλου, δια να ζησωμεν εν τη δικαιοσυνη, αποθανοντες κατα τας αμαρτιας? με του οποιου την πληγην ιατρευθητε. | 24 לְמַעַן נִחְיֶה לַצְּדָקָה מֵאַחַר שֶׁנִּפְטַרְנוּ מִן־הַחֲטָאִים |
25 Διοτι υπηρχετε ως προβατα πλανωμενα, αλλα τωρα επεστραφητε εις τον ποιμενα και επισκοπον των ψυχων σας. | 25 אֲשֶׁר בַּחֲבֻרָתוֹ נִרְפָּא לָכֶם כִּי הֱיִיתֶם כְּצֹאן אֹבְדוֹת וְעַתָּה שַׁבְתֶּם אֶל־הָרֹעֶה פְּקִיד נַפְשֹׁתֵיכֶם |