Scrutatio

Martedi, 21 maggio 2024 - Santi Martiri Messicani (Cristoforo Magallanes Jara e 24 compagni) ( Letture di oggi)

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ - Deuteronomio - Deuteronomy 1


font
GREEK BIBLEBIBBIA RICCIOTTI
1 Ουτοι ειναι οι λογοι, τους οποιους ελαλησεν ο Μωυσης προς παντα τον Ισραηλ, εντευθεν του Ιορδανου εν τη ερημω, εν τη πεδιαδι κατεναντι Σουφ, μεταξυ Φαραν και Τοφελ και Λαβαν και Ασηρωθ και Διζααβ.1 - Questi sono i discorsi che Mosè tenne a tutto Israele, di là dal Giordano, nella pianura deserta, di contro al Mar Rosso, tra Faran, Tofel, Laban e Haserot, dove si trova molt'oro,
2 Ενδεκα ημεραι ειναι απο Χωρηβ, δια της οδου του ορους Σηειρ, εως Καδης-βαρνη.2 ad undici giornate dall'Horeb, per la via del monte Seir a Cadesbarne.
3 Και το τεσσαρακοστον ετος τον ενδεκατον μηνα, τη πρωτη του μηνος ελαλησεν ο Μωυσης προς τους υιους Ισραηλ, κατα παντα οσα προσεταξεν εις αυτον ο Κυριος περι αυτων?3 L'anno quarantesimo, il mese undecimo, il giorno primo, Mosè disse ai figliuoli d'Israele tutto quello che il Signore gli aveva comandato di dir loro,
4 αφου επαταξε τον Σηων βασιλεα των Αμορραιων, οστις κατωκει εν Εσεβων, και τον Ωγ βασιλεα της Βασαν, οστις κατωκει εν Ασταρωθ εν Εδρει?4 dopo che ebbe sconfitto Seon re degli Amorrei il quale abitava in Hesebon, ed Og re di Basan il quale stava in Astarot ed in Edrai,
5 εντευθεν του Ιορδανου εν τη γη Μωαβ ηρχισεν ο Μωυσης να διασαφη τον νομον τουτον, λεγων,5 di là dal Giordano nella terra di Moab. Cominciò Mosè a spiegar la legge, dicendo:
6 Κυριος ο Θεος ημων ελαλησε προς ημας εν Χωρηβ λεγων, Αρκει οσον εμεινατε εν τω ορει τουτω?6 «Il Signore Dio nostro ci parlò sull'Horeb e disse: - Basta quanto vi siete fermati su questo monte.
7 στρεψατε και ακολουθησατε την οδον σας και υπαγετε εις το ορος των Αμορραιων και εις παντας τους περιοικους αυτου εις την πεδιαδα, εις το ορος και εις την κοιλαδα και εις την μεσημβριαν και εις τα παραλια, την γην των Χαναναιων και τον Λιβανον, εως του μεγαλου ποταμου, του ποταμου Ευφρατου?7 Movetevi, e venite al monte degli Amorrei, e ne' luoghi circostanti, campagne, monti e bassure, verso mezzogiorno e lungo il lido del mare, nella terra de' Cananei e del Libano, sino al gran fiume Eufrate.
8 ιδου, εγω παρεδωκα εμπροσθεν σας την γην? εισελθετε και κυριευσατε την γην, την οποιαν ωμοσε Κυριος προς τους πατερας σας, προς τον Αβρααμ, προς τον Ισαακ και προς τον Ιακωβ, να δωση εις αυτους και εις το σπερμα αυτων μετ' αυτους.8 Ecco - disse - l'ho data a voi; entratevi, e possedetela, quella terra della quale il Signore giurò ad Abramo, Isacco e Giacobbe padri vostri, di darla a loro ed alla loro discendenza. -
9 Και ειπα προς εσας κατ' εκεινον τον καιρον, λεγων, Δεν δυναμαι εγω μονος να σας βασταζω?9 In quel tempo io vi dissi:
10 Κυριος ο Θεος σας σας επληθυνε και ιδου, την σημερον εισθε ως τα αστρα του ουρανου κατα το πληθος?10 - Non posso io solo governarvi, perchè il Signore Dio vostro vi ha fatti crescere, e siete oggi numerosi come le stelle del cielo.
11 Κυριος ο Θεος των πατερων σας να σας καμη χιλιακις περισσοτερους παρ' ο, τι εισθε και να σας ευλογηση, καθως ελαλησε προς εσας?11 Il Signore Dio dei padri vostri aggiunga ancora a questo numero molte migliaia, e vi benedica come ha detto di fare.
12 πως θελω δυνηθη εγω μονος να βαστασω την ενοχλησιν σας και το φορτιον σας και τας αντιλογιας σας;12 Però, non basto io solo a sostener il peso de' vostri affari e delle vostre questioni.
13 λαβετε ανδρας σοφους και συνετους και γνωστους μεταξυ των φυλων σας, και θελω καταστησει αυτους αρχηγους εφ' υμας.13 Prendete di fra voi degli uomini saggi ed esperti, di costumi riconosciuti esemplari nelle vostre tribù, ed io li costituirò vostri capi. -
14 Και απεκριθητε προς εμε λεγοντες, Καλος ο λογος, τον οποιον ελαλησας, δια να καμωμεν αυτον.14 Allora mi rispondeste: - È buona cosa quella che tu vuoi fare. -
15 Τοτε ελαβον τους αρχηγους των φυλων σας, ανδρας σοφους και γνωστους και κατεστησα αυτους αρχηγους εφ' υμας, χιλιαρχους και εκατονταρχους και πεντηκονταρχους και δεκαρχους και επιστατας των φυλων σας.15 Io presi di fra le vostre tribù uomini saggi ed eletti, e li costituii vostri capi, capi di migliaia, di centinaia, di cinquantine e di diecine, che vi guidassero in ogni cosa.
16 Και προσεταξα εις τους κριτας σας κατ' εκεινον τον καιρον λεγων, Ακουετε αναμεσον των αδελφων σας και κρινετε δικαιως αναμεσον ανθρωπου και του αδελφου αυτου και του ξενου αυτου.16 E detti a loro questo ordine: - Ascoltateli, e giudicateli secondo giustizia, siano cittadini nostri o forestieri.
17 Εν τη κρισει δεν θελετε αποβλεπει εις προσωπα? θελετε ακουει τον μικρον ως τον μεγαλον? δεν θελετε φοβεισθαι προσωπον ανθρωπου? διοτι η κρισις ειναι του Θεου? και πασαν υποθεσιν, ητις ηθελεν εισθαι πολυ δυσκολος δια σας, αναφερετε αυτην εις εμε, και εγω θελω ακουει αυτην.17 Non si faccia differenza tra le persone; ascoltate l'umile come il potente, e non guardate alla persona d'alcuno, perchè dev'essere il giudizio di Dio. Che se qualcosa vi parrà difficile a giudicare, riferitela a me, ed io v'ascolterò. -
18 Και προσεταξα εις εσας κατα τον καιρον εκεινον παντα οσα επρεπε να πραττητε.18 E v'ordinai tutto quello che dovevate fare.
19 Και σηκωθεντες απο Χωρηβ, διεπερασαμεν πασαν την ερημον την μεγαλην και φοβεραν εκεινην, την οποιαν ειδετε, οδοιπορουντες προς το ορος των Αμορραιων, καθως Κυριος ο Θεος ημων προσεταξεν εις ημας, και ηλθομεν εως Καδης-βαρνη.19 Partiti poi dall'Horeb, attraversammo quel deserto sterminato e terribile che voi vedeste, indirizzati al monte dell'Amorreo, come ci aveva comandato il Signore Dio nostro. Arrivati a Cadesbarne,
20 Και ειπα προς εσας, Ηλθετε εις το ορος των Αμορραιων, το οποιον διδει εις ημας Κυριος ο Θεος ημων?20 vi dissi: -Siete giunti al monte dell'Amorreo, che il Signore Dio nostro darà a noi.
21 ιδου, Κυριος ο Θεος σου παρεδωκε την γην εμπροσθεν σου? αναβα, κυριευσον, καθως ελαλησε προς σε Κυριος ο Θεος των πατερων σου? μη φοβηθης μηδε δειλιασης.21 Vedi [o Israele] la terra che il Signore Dio tuo ti dà; avanzati, per impadronirtene, come il Signore Dio nostro disse a' tuoi padri: non temere, e non aver paura di niente. -
22 Και ηλθετε προς εμε παντες υμεις και ειπετε, Ας αποστειλωμεν ανδρας εμπροσθεν ημων και ας κατασκοπευσωσιν εις ημας την γην και ας απαγγειλωσι προς ημας την οδον δι' ης πρεπει να αναβωμεν? και τας πολεις εις τας οποιας θελομεν υπαγει.22 Allora vi presentaste a me tutti, e diceste: - Mandiamo degli uomini ad esplorar la regione, perchè ci dicano per quale strada dobbiamo avanzarci, ed a quali città indirizzarci. -
23 Και ηρεσεν εις εμε ο λογος και ελαβον εξ υμων δωδεκα ανδρας, ανδρα ενα κατα φυλην.23 Essendomi piaciuta la proposta, mandai dodici uomini scelti di fra voi, uno per ogni tribù.
24 Και στραφεντες ανεβησαν εις το ορος, και ηλθον μεχρι της φαραγγος Εσχωλ και κατεσκοπευσαν αυτην.24 I quali si misero in cammino, salirono fra' monti, e vennero sino alla Valle del Grappolo. Esplorata la terra,
25 Και λαβοντες εις τας χειρας αυτων εκ των καρπων της γης, εφεραν προς ημας, και απηγγειλαν προς ημας, λεγοντες, Καλη ειναι η γη, την οποιαν Κυριος ο Θεος ημων διδει εις ημας.25 presero de' suoi frutti per mostrarcene la fertilità e li portarono a noi, dicendo: - Buona è la terra che il Signore Dio nostro vuol darci. -
26 Αλλα σεις δεν ηθελησατε να αναβητε, αλλ' ηπειθησατε εις την προσταγην Κυριου του Θεου σας.26 Ma voi non voleste muovervi; increduli alle parole del Signore Dio nostro,
27 Και εγογγυσατε εις τας σκηνας σας, λεγοντες, Επειδη εμισει ημας ο Κυριος, εξεβαλεν ημας εκ της γης Αιγυπτου, δια να παραδωση ημας εις την χειρα των Αμορραιων, ωστε να εξολοθρευθωμεν?27 mormoraste nelle vostre tende, e diceste: - Il Signore ci vuol male; ci ha cavati dall'Egitto per darci in mano all'Amorreo, e distruggerci.
28 που αναβαινομεν ημεις; οι αδελφοι ημων εδειλιασαν την καρδιαν ημων, λεγοντες, Ο λαος ειναι μεγαλητερος και υψηλοτερος ημων? αι πολεις μεγαλαι και τετειχισμεναι εως του ουρανου? αλλα και υιους των Ανακειμ ειδομεν εκει.28 Dove andremo? Degli esploratori ci hanno incusso spavento, dicendo: "V'è una popolazione numerosissima, e di statura molto più alta di noi; città grandi, fortificate fino al cielo; vi abbiamo veduto degli uomini della razza d'Enac". -
29 Εγω δε ειπα προς εσας, Μη τρομαξητε μηδε φοβηθητε απ' αυτων?29 Ed io vi dissi: - Non temete, e non n'abbiate paura.
30 Κυριος ο Θεος σας, οστις προπορευεται εμπροσθεν σας, αυτος θελει πολεμησει υπερ υμων κατα παντα οσα εκαμεν υπερ υμων εν Αιγυπτω ενωπιον των οφθαλμων υμων?30 Il Signore Dio, che è il vostro condottiere, combatterà egli stesso per voi, come già fece in Egitto a vista di tutti. -
31 και εν τη ερημω, οπου ειδες τινι τροπω Κυριος ο Θεος σου σε εβαστασε, καθως βασταζει ανθρωπος τον υιον αυτου, κατα πασαν την οδον την οποιαν περιεπατησατε εωσου ηλθετε εις τουτον τον τοπον.31 E nel deserto, tu stesso l'hai visto [o Israele], il Signore Dio tuo t'ha portato in braccio come un uomo suol portare il figlio suo fanciullino, in tutto il viaggio che avete fatto per arrivare in questo luogo.
32 κατα τουτο ομως δεν επιστευσατε εις Κυριον τον Θεον σας,32 Ma nemmeno così credeste al Signore Dio vostro,
33 οστις προεπορευετο εμπροσθεν σας εν τη οδω, δια να σας ευρισκη τοπον στρατοπεδευσεως, την μεν νυκτα δια πυρος, δια να δεικνυη εις εσας την οδον καθ' ην επρεπε να βαδιζητε, την δε ημεραν δια νεφελης.33 il quale era andato innanzi a voi nel vostro cammino, e v'aveva segnato dove piantar le tende, mostrandovi la strada di notte, con una colonna di fuoco, e di giorno con una di nube.
34 Και ηκουσεν ο Κυριος την φωνην των λογων σας και ωργισθη, και ωμοσε λεγων,34 Or quando il Signore ebbe udito il suono dei vostri lamenti, sdegnato disse e giurò:
35 Ουδεις εκ των ανθρωπων τουτων της κακης ταυτης γενεας θελει ιδει την γην την καλην, την οποιαν ωμοσα να δωσω εις τους πατερας σας,35 - Nessuno degli uomini di questa generazione perversa vedrà quella terra buona che io con giuramento promisi ai padri vostri,
36 εκτος Χαλεβ υιου του Ιεφοννη? ουτος θελει ιδει αυτην, και εις τουτον θελω δωσει την γην, εις την οποιαν επατησε και εις τους υιους αυτου, διοτι ουτος εντελως ηκολουθησε τον Κυριον.36 eccetto Caleb figlio di Iefone; egli la vedrà, ed io darò a lui ed ai suoi figli la terra da lui esplorata, perchè è stato fedele al Signore. -
37 Και κατ' εμου εθυμωθη ο Κυριος δια σας, λεγων, Ουδε συ θελεις εισελθει εκει?37 Nè fa meraviglia ch'egli s'indignasse col popolo, mentre a me pure disse il Signore, sdegnato per cagion vostra: - Nemmeno tu vi metterai piede;
38 Ιησους ο υιος του Ναυη, ο παρισταμενος ενωπιον σου, ουτος θελει εισελθει εκει? ενισχυσον αυτον, διοτι αυτος θελει κληροδοτησει αυτην εις τον Ισραηλ?38 ma in vece tua vi entrerà Giosuè figlio di Nun, tuo aiutante. Tu esortalo ed incoraggialo, ed egli spartirà a sorte la terra ad Israele.
39 και τα παιδια σας, τα οποια ελεγετε οτι θελουσι γεινει λαφυρον, και οι υιοι σας, οιτινες την σημερον δεν γνωριζουσι καλον η κακον, αυτοι θελουσιν εισελθει εκει και εις αυτους θελω δωσει αυτην, και αυτοι θελουσι κληρονομησει αυτην?39 I vostri bambini, de' quali avete detto che sarebbero stati fatti prigionieri, ed i figli vostri che ancora non conoscono la differenza tra il bene ed il male, quelli v'entreranno, e darò a loro quella regione, e la possederanno.
40 σεις ομως επιστρεψατε και υπαγετε εις την ερημον, κατα την οδον της Ερυθρας θαλασσης.40 Quanto a voi, tornatevene indietro, e andate nel deserto per la via del Mar Rosso. -
41 Τοτε απεκριθητε και ειπετε προς εμε, Ημαρτησαμεν εις τον Κυριον? ημεις θελομεν αναβη και πολεμησει κατα παντα οσα προσεταξεν εις ημας Κυριος ο Θεος ημων. Και ζωσθεντες εκαστος τα πολεμικα οπλα αυτου, ησθε προπετεις να αναβητε εις το ορος.41 Allora mi rispondeste: - Abbiamo peccato contro il Signore; saliremo, e combatteremo, come ha comandato il Signore Dio nostro. - Ma mentre in ordine di battaglia andavate verso la montagna,
42 Και ειπε Κυριος προς εμε, Ειπε προς αυτους, Μη αναβητε μηδε πολεμησητε, διοτι εγω δεν ειμαι εν μεσω υμων, δια να μη συντριφθητε εμπροσθεν των εχθρων σας.42 il Signore, mi disse: - Di' loro: "Non salite, e non combattete, se non volete esser battuti da' vostri nemici; perchè io non sono con voi". -
43 ουτως ελαλησα προς εσας? και δεν εισηκουσατε, αλλ' ηπειθησατε εις την προσταγην του Κυριου, και θρασυνομενοι ανεβητε εις το ορος.43 Io ve lo riferii, e non mi ascoltaste; ma resistendo al comando del Signore, gonfi di superbia, saliste verso il monte.
44 Και εξηλθον οι Αμορραιοι, οι κατοικουντες εν τω ορει εκεινω, εις συναντησιν υμων και κατεδιωξαν υμας, καθως καμνουσιν αι μελισσαι, και επαταξαν υμας εν Σηειρ, εως Ορμα.44 Uscito fuori l'Amorreo che abitava sui monti, e venutovi incontro, v'assalì come soglion assalire le api, e vi fece a pezzi da Seir sino ad Horma.
45 Τοτε επιστρεψαντες εκλαυσατε ενωπιον του Κυριου? αλλ' ο Κυριος δεν εισηκουσε της φωνης υμων ουδε εδωκεν εις υμας ακροασιν.45 Quando ritornati vi metteste a piangere innanzi al Signore, egli non v'ascoltò, nè volle arrendersi alle vostre grida.
46 Και εμεινατε εν Καδης ημερας πολλας, οσασδηποτε ημερας εμεινατε.46 Così rimaneste per molto tempo in Cadesbarne.