Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Marco - Mark 8


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Εν εκειναις ταις ημεραις, επειδη ητο παμπολυς οχλος και δεν ειχον τι να φαγωσι, προσκαλεσας ο Ιησους τους μαθητας αυτου λεγει προς αυτους?1 De nouveau en ces jours-là une foule nombreuse était rassemblée, et elle n’avait rien à manger. Jésus appelle à lui les disciples et leur dit:
2 Σπλαγχνιζομαι δια τον οχλον, οτι τρεις ηδη ημερας μενουσι πλησιον μου και δεν εχουσι τι να φαγωσι?2 "J’ai vraiment compassion de ces gens, car voilà trois jours qu’ils sont avec moi et ils n’ont rien à manger.
3 και εαν απολυσω αυτους νηστεις εις τους οικους αυτων, θελουσιν αποκαμει καθ' οδον? διοτι τινες εξ αυτων ηλθον μακροθεν.3 Si je les renvoie à jeun chez eux, ils ne supporteront pas la route, car certains sont venus de loin.”
4 Και απεκριθησαν προς αυτον οι μαθηται αυτου? Ποθεν θελει τις δυνηθη να χορταση τουτους απο αρτων εδω επι της ερημιας;4 Ses disciples lui répondent: "Qui pourrait leur donner ici tout le pain dont ils ont besoin, quand l’endroit est désert?”
5 Και ηρωτησεν αυτους? Ποσους αρτους εχετε; Οι δε ειπον? Επτα.5 Jésus les interroge: "Combien avez-vous de pains?” Ils répondent: "Sept.”
6 Και προσεταξε τον οχλον να καθησωσιν επι της γης? και λαβων τους επτα αρτους, αφου ευχαριστησεν, εκοψε και εδιδεν εις τους μαθητας αυτου δια να βαλωσιν εμπροσθεν του οχλου? και εβαλον.6 Alors Jésus commande à la foule de s’allonger par terre. Il prend les sept pains, il rend grâces, il rompt le pain et commence à le donner à ses disciples pour le servir; et ils se mettent à servir la foule.
7 Ειχον και ολιγα οψαρακια? και ευλογησας ειπε να βαλωσι και αυτα.7 Ils avaient également quelques petits poissons: Jésus les bénit et dit de les servir aussi.
8 Εφαγον δε και εχορτασθησαν, και εσηκωσαν περισσευματα κλασματων επτα σπυριδας.8 Ils mangèrent et furent rassasiés; on ramassa ce qui restait, de quoi remplir sept corbeilles.
9 Ησαν δε οι φαγοντες ως τετρακισχιλιοι? και απελυσεν αυτους.9 Ils étaient pourtant près de 4 000. Après quoi Jésus les renvoya.
10 Και ευθυς εμβας εις το πλοιον μετα των μαθητων αυτου, ηλθεν εις τα μερη Δαλμανουθα.10 Aussitôt il monta dans la barque avec ses disciples et s’en alla vers Dalmanoutha.
11 Και εξηλθον οι Φαρισαιοι και ηρχισαν να καμνωσιν ερωτησεις προς αυτον, και εζητουν παρ' αυτου σημειον απο του ουρανου, πειραζοντες αυτον.11 Les Pharisiens arrivèrent et commencèrent à discuter avec Jésus: ils voulaient le mettre à l’épreuve, lui demandant un signe qui vienne du Ciel.
12 Τοτε αναστεναξας εκ καρδιας αυτου, λεγει? Δια τι η γενεα αυτη σημειον ζητει; αληθως σας λεγω, δεν θελει δοθη εις την γενεαν ταυτην σημειον.12 Jésus soupira et dit: "Pourquoi cette génération demande-t-elle un signe? En vérité, je vous le dis, aucun signe ne sera donné à cette génération.”
13 Και αφησας αυτους εισηλθε παλιν εις το πλοιον και απηλθεν εις το περαν.13 Il les planta là et s’embarqua pour regagner l’autre rive.
14 Ελησμονησαν δε να λαβωσιν αρτους και δεν ειχον μεθ' εαυτων εν τω πλοιω ειμη ενα αρτον.14 Ils avaient oublié de prendre des pains; ils n’en avaient qu’un seul avec eux dans la barque.
15 Και παρηγγελλεν εις αυτους, λεγων? Βλεπετε, προσεχετε απο της ζυμης των Φαρισαιων και της ζυμης του Ηρωδου.15 Et voici que Jésus leur fait cette recommandation: "Ouvrez l’œil, gardez-vous du levain des Pharisiens, gardez-vous de celui d’Hérode.”
16 Και διελογιζοντο προς αλληλους, λεγοντες οτι αρτους δεν εχομεν.16 Aussitôt ils font entre eux cette remarque qu’ils n’ont pas de pain.
17 Νοησας δε ο Ιησους, λεγει προς αυτους? Τι διαλογιζεσθε οτι δεν εχετε αρτους; ετι δεν νοειτε ουδε καταλαμβανετε; ετι πεπωρωμενην εχετε την καρδιαν σας;17 Jésus s’en aperçoit et leur dit: "De quoi discutez-vous: vous n’avez pas de pain? Vous ne comprenez toujours pas, vous ne réfléchissez pas! Avez-vous donc l’esprit bouché?
18 οφθαλμους εχοντες δεν βλεπετε, και ωτα εχοντες δεν ακουετε; και δεν ενθυμεισθε;18 Vous avez des yeux et vous ne voyez pas, vous avez des oreilles et vous n’entendez pas; vous ne vous souvenez pas.
19 οτε εκοψα τους πεντε αρτους εις τους πεντακισχιλιους, ποσους κοφινους πληρεις κλασματων εσηκωσατε; Λεγουσι προς αυτον? δωδεκα.19 “Le jour où j’ai partagé les cinq pains pour les 5 000 personnes, combien de paniers pleins de morceaux avez-vous ramassés?” Ils lui répondent: "Douze.”
20 Και οτε τους επτα εις τους τετρακισχιλιους, ποσας σπυριδας πληρεις κλασματων εσηκωσατε; Οι δε ειπον? Επτα.20 "Et le jour des sept pains pour les 4 000 personnes, combien de corbeilles remplies de morceaux avez-vous ramassées?” Ils disent: "Sept.”
21 Και ελεγε προς αυτους? Πως δεν καταλαμβανετε;21 “Alors, dit Jésus, ne comprenez-vous pas?”
22 Και ερχεται εις Βηθσαιδαν. Και φερουσι προς αυτον τυφλον και παρακαλουσιν αυτον να εγγιση αυτον.22 Comme ils arrivent à Bethsaïde, on lui amène un aveugle et on le supplie de le toucher.
23 Και πιασας την χειρα του τυφλου, εφερεν αυτον εξω της κωμης και πτυσας εις τα ομματα αυτου, επεθεσεν επ' αυτον τας χειρας και ηρωτα αυτον αν βλεπη τι.23 Jésus prend l’aveugle par la main et le conduit hors du village. Là il crache sur ses paupières, et lui impose les mains. Puis il l’interroge: "Vois-tu quelque chose?”
24 Και αναβλεψας ελεγε? Βλεπω τους ανθρωπους, ο, τι ως δενδρα βλεπω περιπατουντας.24 L’homme lève les yeux et dit: "C’est sûrement des hommes que j’aperçois: c’est comme des arbres, mais je les vois qui marchent.”
25 Επειτα παλιν επεθεσε τας χειρας επι τους οφθαλμους αυτου και εκαμεν αυτον να αναβλεψη, και αποκατεσταθη η ορασις αυτου, και ειδε καθαρως απαντας.25 Alors de nouveau Jésus lui impose les mains sur les yeux et l’homme est rétabli; il voit clairement, et même de loin il distingue tout nettement.
26 Και απεστειλεν αυτον εις τον οικον αυτου, λεγων? Μηδε εις την κωμην εισελθης μηδε ειπης τουτο εις τινα εν τη κωμη.26 Jésus le renvoie chez lui en lui disant: "N’entre même pas dans le village.”
27 Και εξηλθεν ο Ιησους και οι μαθηται αυτου εις τας κωμας της Καισαρειας Φιλιππου? και καθ' οδον ηρωτα τους μαθητας αυτου, λεγων προς αυτους? Τινα με λεγουσιν οι ανθρωποι οτι ειμαι;27 Jésus partit avec ses disciples pour les villages qui entourent Césarée de Philippe. Comme ils étaient en route, il posa cette question à ses disciples: "Qui dit-on que je suis?”
28 Οι δε απεκριθησαν? Ιωαννην τον Βαπτιστην, και αλλοι τον Ηλιαν, αλλοι δε ενα των προφητων.28 Ils lui répondirent: "Pour les uns tu es Jean-Baptiste; pour d’autres, Élie; pour d’autres encore, l’un des prophètes.”
29 Και αυτος λεγει προς αυτους? Αλλα σεις τινα με λεγετε οτι ειμαι; Και αποκριθεις ο Πετρος, λεγει προς αυτον? Συ εισαι ο Χριστος.29 Mais Jésus continua ses questions: "Et vous, qui dites-vous que je suis?” Pierre répondit: "Tu es le Messie.”
30 Και παρηγγειλεν αυστηρως εις αυτους να μη λεγωσιν εις μηδενα περι αυτου.30 Alors il leur donna un avertissement: ils ne devaient rien raconter à son sujet.
31 Και ηρχισε να διδασκη αυτους οτι πρεπει ο Υιος του ανθρωπου να παθη πολλα, και να καταφρονηθη απο των πρεσβυτερων και αρχιερεων και γραμματεων, και να θανατωθη, και μετα τρεις ημερας να αναστηθη?31 Jésus commença à les instruire en ce sens: "Le Fils de l’Homme doit souffrir beaucoup, il sera rejeté par les prêtres, les Anciens et les maîtres de la Loi; on le tuera et après trois jours il ressuscitera.”
32 και ελαλει τον λογον παρρησια. Και παραλαβων αυτον ο Πετρος κατ' ιδιαν, ηρχισε να επιτιμα αυτον.32 Il leur parlait de cela avec beaucoup d’assurance. Pierre alors le prend à part et commence à lui faire la leçon.
33 Ο δε επιστραφεις και ιδων τους μαθητας αυτου, επετιμησε τον Πετρον λεγων? Υπαγε οπισω μου, Σατανα? διοτι δεν φρονεις τα του Θεου, αλλα τα των ανθρωπων.33 Mais Jésus se retourne, et comme il voit là ses disciples, il sermonne Pierre et lui dit: "Passe derrière moi, Satan! Tu ne penses pas comme Dieu, mais de façon tout humaine.”
34 Και προσκαλεσας τον οχλον μετα των μαθητων αυτου, ειπε προς αυτους? Οστις θελει να ελθη οπισω μου, ας απαρνηθη εαυτον και ας σηκωση τον σταυρον αυτου, και ας με ακολουθη.34 Jésus avait appelé à lui la foule, en même temps que ses disciples, quand il leur dit: "Si quelqu’un veut marcher derrière moi, qu’il renonce à lui-même, qu’il prenne sa croix et qu’il me suive.
35 Διοτι οστις θελει να σωση την ζωην αυτου, θελει απολεσει αυτην? και οστις απολεση την ζωην αυτου ενεκεν εμου και του ευαγγελιου, ουτος θελει σωσει αυτην.35 Oui, celui qui veut se sauver lui-même se perdra; mais celui qui se sacrifie (pour moi et) pour l’Évangile se sauvera.
36 Επειδη τι θελει ωφελησει τον ανθρωπον, εαν κερδηση τον κοσμον ολον και ζημιωθη την ψυχην αυτου;36 “Où est le bénéfice, si l’on gagne le monde entier et qu’on se détruit soi-même?
37 Η τι θελει δωσει ο ανθρωπος εις ανταλλαγην της ψυχης αυτου;37 Avec quoi va-t-on racheter sa propre vie?
38 Διοτι οστις αισχυνθη δι' εμε και δια τους λογους μου εν τη γενεα ταυτη τη μοιχαλιδι και αμαρτωλω, και ο Υιος του ανθρωπου θελει αισχυνθη δι' αυτον, οταν ελθη εν τη δοξη του Πατρος αυτου μετα των αγγελων.38 “Celui qui rougira de moi et de mes paroles au milieu de cette génération adultère et pécheresse, le Fils de l’Homme aussi rougira de lui quand il viendra dans la Gloire de son Père, entouré des saints anges.”