Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo - Matthew 9


font
GREEK BIBLENOVA VULGATA
1 Και εμβας εις το πλοιον, διεπερασε και ηλθεν εις την εαυτου πολιν.1 Et ascendens in naviculam transfretavit et venit in civita tem suam.
2 Και ιδου, εφερον προς αυτον παραλυτικον κειμενον επι κλινης? και ιδων ο Ιησους την πιστιν αυτων, ειπε προς τον παραλυτικον? Θαρρει, τεκνον? συγκεχωρημεναι ειναι εις σε αι αμαρτιαι σου.2 Etecce offerebant ei paralyticum iacentem in lecto. Et videns Iesus fidem illorum,dixit paralytico: “ Confide, fili; remittuntur peccata tua ”.
3 Και ιδου, τινες εκ των γραμματεων ειπον καθ' εαυτους? Ουτος βλασφημει.3 Et eccequidam de scribis dixerunt intra se: “ Hic blasphemat ”.
4 Και ιδων ο Ιησους τους διαλογισμους αυτων, ειπε? Δια τι σεις διαλογιζεσθε πονηρα εν ταις καρδιαις σας;4 Et cum vidissetIesus cogitationes eorum, dixit: “ Ut quid cogitatis mala in cordibus vestris?
5 Διοτι τι ειναι ευκολωτερον, να ειπω, Συγκεχωρημεναι ειναι αι αμαρτιαι σου, η να ειπω, Εγερθητι και περιπατει;5 Quid enim est facilius, dicere: “Dimittuntur peccata tua”, aut dicere: “Surgeet ambula”?
6 Αλλα δια να γνωρισητε οτι εξουσιαν εχει ο Υιος του ανθρωπου επι της γης να συγχωρη αμαρτιας, τοτε λεγει προς τον παραλυτικον? Εγερθεις σηκωσον την κλινην σου και υπαγε εις τον οικον σου.6 Ut sciatis autem quoniam Filius hominis habet potestatem interra dimittendi peccata — tunc ait paralytico - : Surge, tolle lectum tuum etvade in domum tuam ”.
7 Και εγερθεις ανεχωρησεν εις τον οικον αυτου.7 Et surrexit et abiit in domum suam.
8 Ιδοντες δε οι οχλοι, εθαυμασαν και εδοξασαν τον Θεον, οστις εδωκε τοιαυτην εξουσιαν εις τους ανθρωπους.8 Videntes autemturbae timuerunt et glorificaverunt Deum, qui dedit potestatem talem hominibus.
9 Και διαβαινων ο Ιησους εκειθεν ειδεν ανθρωπον καθημενον εις το τελωνιον, Ματθαιον λεγομενον, και λεγει προς αυτον? Ακολουθει μοι. Και σηκωθεις ηκολουθησεν αυτον.9 Et cum transiret inde Iesus, vidit hominem sedentem in teloneo, Matthaeumnomine, et ait illi: “Sequere me”. Et surgens secutus est eum.
10 Και ενω εκαθητο εις την τραπεζαν εν τη οικια, ιδου, πολλοι τελωναι και αμαρτωλοι ελθοντες συνεκαθηντο μετα του Ιησου και των μαθητων αυτου.10 Et factum est, discumbente eo in domo, ecce multi publicani et peccatoresvenientes simul discumbebant cum Iesu et discipulis eius.
11 Και ιδοντες οι Φαρισαιοι ειπον προς τους μαθητας αυτου? Δια τι ο Διδασκαλος σας τρωγει μετα των τελωνων και αμαρτωλων;11 Et videntespharisaei dicebant discipulis eius: “ Quare cum publicanis et peccatoribusmanducat magister vester? ”.
12 Ο δε Ιησους ακουσας ειπε προς αυτους? Δεν εχουσι χρειαν ιατρου οι υγιαινοντες, αλλ' οι πασχοντες.12 At ille audiens ait: “ Non est opusvalentibus medico sed male habentibus.
13 Υπαγετε δε και μαθετε τι ειναι, Ελεον θελω και ουχι θυσιαν. Διοτι δεν ηλθον δια να καλεσω δικαιους αλλα αμαρτωλους εις μετανοιαν.13 Euntes autem discite quid est: “Misericordiam volo et non sacrificium”.Non enim veni vocare iustos sed peccatores ”.
14 Τοτε ερχονται προς αυτον οι μαθηται του Ιωαννου, λεγοντες? Δια τι ημεις και οι Φαρισαιοι νηστευομεν πολλα, οι δε μαθηται σου δεν νηστευουσι;14 Tunc accedunt ad eum discipuli Ioannis dicentes: “ Quare nos et pharisaeiieiunamus frequenter, discipuli autem tui non ieiunant? ”.
15 Και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Μηπως δυνανται οι υιοι του νυμφωνος να πενθωσιν, ενοσω ειναι μετ' αυτων ο νυμφιος; θελουσιν ομως ελθει ημεραι, οταν αφαιρεθη απ' αυτων ο νυμφιος, και τοτε θελουσι νηστευσει.15 Et ait illisIesus: “ Numquid possunt convivae nuptiarum lugere, quamdiu cum illis estsponsus? Venient autem dies, cum auferetur ab eis sponsus, et tunc ieiunabunt.
16 Και ουδεις βαλλει επιρραμμα αγναφου πανιου επι ιματιον παλαιον? διοτι αφαιρει το αναπληρωμα αυτου απο του ιματιου, και γινεται σχισμα χειροτερον.16 Nemo autem immittit commissuram panni rudis in vestimentum vetus; tollit enimsupplementum eius a vestimento, et peior scissura fit.
17 Ουδε βαλλουσιν οινον νεον εις ασκους παλαιους? ει δε μη, σχιζονται οι ασκοι, και ο οινος εκχεεται και οι ασκοι φθειρονται? αλλα βαλλουσιν οινον νεον εις ασκους νεους, και αμφοτερα διατηρουνται.17 Neque mittunt vinumnovum in utres veteres, alioquin rumpuntur utres, et vinum effunditur, et utrespereunt; sed vinum novum in utres novos mittunt, et ambo conservantur ”.
18 Ενω αυτος ελαλει ταυτα προς αυτους, ιδου, αρχων τις ελθων προσεκυνει αυτον, λεγων οτι η θυγατηρ μου ετελευτησε προ ολιγου? αλλα ελθε και βαλε την χειρα σου επ' αυτην και θελει ζησει.18 Haec illo loquente ad eos, ecce princeps unus accessit et adorabat eumdicens: “ Filia mea modo defuncta est; sed veni, impone manum tuam super eam,et vivet ”.
19 Και σηκωθεις ο Ιησους ηκολουθησεν αυτον και οι μαθηται αυτου.19 Et surgens Iesus sequebatur eum et discipuli eius.
20 Και ιδου, γυνη αιμορροουσα δωδεκα ετη, πλησιασασα οπισθεν ηγγισε το ακρον του ιματιου αυτου?20 Et ecce mulier, quae sanguinis fluxum patiebatur duodecim annis, accessitretro et tetigit fimbriam vestimenti eius.
21 διοτι ελεγε καθ' εαυτην, Εαν μονον εγγισω το ιματιον αυτου, θελω σωθη.21 Dicebat enim intra se: “ Sitetigero tantum vestimentum eius, salva ero ”.
22 Ο δε Ιησους επιστραφεις και ιδων αυτην ειπε? Θαρρει, θυγατερ? η πιστις σου σε εσωσε. Και εσωθη η γυνη απο της ωρας εκεινης.22 At Iesus conversus et videnseam dixit: “ Confide, filia; fides tua te salvam fecit ”. Et salva facta estmulier ex illa hora.
23 Και ελθων ο Ιησους εις την οικιαν του αρχοντος και ιδων τους αυλητας και τον οχλον θορυβουμενον,23 Et cum venisset Iesus in domum principis et vidisset tibicines et turbamtumultuantem,
24 λεγει προς αυτους? Αναχωρειτε? διοτι δεν απεθανε το κορασιον, αλλα κοιμαται. Και κατεγελων αυτον.24 dicebat: “ Recedite; non est enim mortua puella, sed dormit”. Et deridebant eum.
25 Οτε δε εξεβληθη ο οχλος, εισελθων επιασε την χειρα αυτης, και εσηκωθη το κορασιον.25 At cum eiecta esset turba, intravit et tenuit manumeius, et surrexit puella.
26 Και διεδοθη η φημη αυτη εις ολην την γην εκεινην.26 Et exiit fama haec in universam terram illam.
27 Και ενω ανεχωρει εκειθεν ο Ιησους, ηκολουθησαν αυτον δυο τυφλοι, κραζοντες και λεγοντες? Ελεησον ημας, υιε του Δαβιδ.27 Et transeunte inde Iesu, secuti sunt eum duo caeci clamantes et dicentes: “Miserere nostri, fili David! ”.
28 Και οτε εισηλθεν εις την οικιαν, επλησιασαν εις αυτον οι τυφλοι, και λεγει προς αυτους ο Ιησους? Πιστευετε οτι δυναμαι να καμω τουτο; Λεγουσι προς αυτον? Ναι, Κυριε.28 Cum autem venisset domum, accesserunt adeum caeci, et dicit eis Iesus: “ Creditis quia possum hoc facere? ”. Dicuntei: “Utique, Domine”.
29 Τοτε ηγγισε τους οφθαλμους αυτων, λεγων? Κατα την πιστιν σας ας γεινη εις εσας.29 Tunc tetigit oculos eorum dicens: “Secundum fidemvestram fiat vobis”.
30 Και ηνοιχθησαν αυτων οι οφθαλμοι? προσεταξε δε αυτους εντονως ο Ιησους, λεγων? Προσεχετε, ας μη εξευρη τουτο μηδεις.30 Et aperti sunt oculi illorum. Et comminatus est illisIesus dicens: “ Videte, ne quis sciat ”.
31 Αλλ' εκεινοι εξελθοντες διεφημισαν αυτον εν ολη τη γη εκεινη.31 Illi autem exeuntesdiffamaverunt eum in universa terra illa.
32 Ενω δε αυτοι εξηρχοντο, ιδου, εφεραν προς αυτον ανθρωπον κωφον δαιμονιζομενον?32 Egressis autem illis, ecce obtulerunt ei hominem mutum, daemonium habentem.
33 και αφου εξεβληθη το δαιμονιον, ελαλησεν ο κωφος, και εθαυμασαν οι οχλοι, λεγοντες οτι ποτε δεν εφανη τοιουτον εν τω Ισραηλ.33 Et eiecto daemone, locutus est mutus. Et miratae sunt turbae dicentes: “Numquam apparuit sic in Israel! ”.
34 Οι δε Φαρισαιοι ελεγον? Δια του αρχοντος των δαιμονιων εκβαλλει τα δαιμονια.34 Pharisaei autem dicebant: “ Inprincipe daemoniorum eicit daemones ”.
35 Και περιηρχετο ο Ιησους τας πολεις πασας και τας κωμας, διδασκων εν ταις συναγωγαις αυτων και κηρυττων το ευαγγελιον της βασιλειας και θεραπευων πασαν νοσον και πασαν ασθενειαν εν τω λαω.35 Et circumibat Iesus civitates omnes et castella, docens in synagogis eorum etpraedicans evangelium regni et curans omnem languorem et omnem infirmitatem.
36 Ιδων δε τους οχλους, εσπλαγχνισθη δι' αυτους, διοτι ησαν εκλελυμενοι και εσκορπισμενοι ως προβατα μη εχοντα ποιμενα.36 Videns autem turbas, misertus est eis, quia erant vexati et iacentes sicut ovesnon habentes pastorem.
37 Τοτε λεγει προς τους μαθητας αυτου? Ο μεν θερισμος πολυς, οι δε εργαται ολιγοι?37 Tunc dicit discipulis suis: “ Messis quidem multa,operarii autem pauci;
38 παρακαλεσατε λοιπον τον κυριον του θερισμου, δια να αποστειλη εργατας εις τον θερισμον αυτου.38 rogate ergo Dominum messis, ut mittat operarios inmessem suam ”.