Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo - Matthew 27


font
GREEK BIBLEVULGATA
1 Οτε δε εγεινε πρωι, συνεβουλευθησαν παντες οι αρχιερεις και οι πρεσβυτεροι του λαου κατα του Ιησου δια να θανατωσωσιν αυτον?1 Mane autem facto, consilium inierunt omnes principes sacerdotum et seniores populi adversus Jesum, ut eum morti traderent.
2 και δεσαντες αυτον, εφεραν και παρεδωκαν αυτον εις τον Ποντιον Πιλατον τον ηγεμονα.2 Et vinctum adduxerunt eum, et tradiderunt Pontio Pilato præsidi.
3 Τοτε ιδων Ιουδας ο παραδοσας αυτον οτι κατεδικασθη, μεταμεληθεις επεστρεψε τα τριακοντα αργυρια εις τους πρεσβυτερους,3 Tunc videns Judas, qui eum tradidit, quod damnatus esset, pœnitentia ductus, retulit triginta argenteos principibus sacerdotum, et senioribus,
4 λεγων? Ημαρτον παραδοσας αιμα αθωον. Οι δε ειπον? Τι προς ημας; συ οψει.4 dicens : Peccavi, tradens sanguinem justum. At illi dixerunt : Quid ad nos ? tu videris.
5 Και ριψας τα αργυρια εν τω ναω, ανεχωρησε και απελθων εκρεμασθη.5 Et projectis argenteis in templo, recessit : et abiens laqueo se suspendit.
6 Οι δε αρχιερεις, λαβοντες τα αργυρια, ειπον? Δεν ειναι συγκεχωρημενον να βαλωμεν αυτα εις το θησαυροφυλακιον, διοτι ειναι τιμη αιματος.6 Principes autem sacerdotum, acceptis argenteis, dixerunt : Non licet eos mittere in corbonam : quia pretium sanguinis est.
7 Και συμβουλευθεντες ηγορασαν με αυτα τον αγρον του κεραμεως, δια να ενταφιαζωνται εκει οι ξενοι.7 Consilio autem inito, emerunt ex illis agrum figuli, in sepulturam peregrinorum.
8 Δια τουτο ωνομασθη ο αγρος εκεινος Αγρος αιματος εως της σημερον.8 Propter hoc vocatus est ager ille, Haceldama, hoc est, Ager sanguinis, usque in hodiernum diem.
9 Τοτε επληρωθη το ρηθεν δια Ιερεμιου του προφητου, λεγοντος? Και ελαβον τα τριακοντα αργυρια, την τιμην του εκτιμηθεντος, τον οποιον εξετιμησαν απο των υιων Ισραηλ,9 Tunc impletum est quod dictum est per Jeremiam prophetam, dicentem : Et acceperunt triginta argenteos pretium appretiati, quem appretiaverunt a filiis Israël :
10 και εδωκαν αυτα εις τον αγρον του κεραμεως, καθως μοι παρηγγειλεν ο Κυριος.10 et dederunt eos in agrum figuli, sicut constituit mihi Dominus.
11 Ο δε Ιησους εσταθη εμπροσθεν του ηγεμονος? και ηρωτησεν αυτον ο ηγεμων, λεγων? Συ εισαι ο βασιλευς των Ιουδαιων; Ο δε Ιησους ειπε προς αυτον? Συ λεγεις.11 Jesus autem stetit ante præsidem, et interrogavit eum præses, dicens : Tu es rex Judæorum ? Dicit illi Jesus : Tu dicis.
12 Και ενω εκατηγορειτο υπο των αρχιερεων και των πρεσβυτερων, ουδεν απεκριθη.12 Et cum accusaretur a principibus sacerdotum et senioribus, nihil respondit.
13 Τοτε λεγει προς αυτον ο Πιλατος? Δεν ακουεις ποσα σου καταμαρτυρουσι;13 Tunc dicit illi Pilatus : Non audis quanta adversum te dicunt testimonia ?
14 Και δεν απεκριθη προς αυτον ουδε προς ενα λογον, ωστε ο ηγεμων εθαυμαζε πολυ.14 Et non respondit ei ad ullum verbum, ita ut miraretur præses vehementer.
15 Κατα δε την εορτην εσυνειθιζεν ο ηγεμων να απολυη εις τον οχλον ενα δεσμιον, οντινα ηθελον.15 Per diem autem solemnem consueverat præses populo dimittere unum vinctum, quem voluissent :
16 Και ειχον τοτε δεσμιον περιβοητον λεγομενον Βαραββαν.16 habebat autem tunc vinctum insignem, qui dicebatur Barabbas.
17 Ενω λοιπον ησαν συνηγμενοι, ειπε προς αυτους ο Πιλατος? Τινα θελετε να σας απολυσω; τον Βαραββαν η τον Ιησουν τον λεγομενον Χριστον;17 Congregatis ergo illis, dixit Pilatus : Quem vultis dimittam vobis : Barabbam, an Jesum, qui dicitur Christus ?
18 Επειδη ηξευρεν οτι δια φθονον παρεδωκαν αυτον.18 Sciebat enim quod per invidiam tradidissent eum.
19 Ενω δε εκαθητο επι του βηματος, απεστειλε προς αυτον η γυνη αυτου, λεγουσα? Απεχε του δικαιου εκεινου? διοτι πολλα επαθον σημερον κατ' οναρ δι' αυτον.19 Sedente autem illo pro tribunali, misit ad eum uxor ejus, dicens : Nihil tibi, et justo illi : multa enim passa sum hodie per visum propter eum.
20 Οι δε αρχιερεις και οι πρεσβυτεροι επεισαν τους οχλους να ζητησωσι τον Βαραββαν, τον δε Ιησουν να απολεσωσι.20 Principes autem sacerdotum et seniores persuaserunt populis ut peterent Barabbam, Jesum vero perderent.
21 Και αποκριθεις ο ηγεμων ειπε προς αυτους? Τινα θελετε απο των δυο να σας απολυσω; οι δε ειπον? Τον Βαραββαν.21 Respondens autem præses, ait illis : Quem vultis vobis de duobus dimitti ? At illi dixerunt : Barabbam.
22 Λεγει προς αυτους ο Πιλατος? Τι λοιπον να καμω τον Ιησουν τον λεγομενον Χριστον; Λεγουσι προς αυτον παντες? Σταυρωθητω.22 Dicit illis Pilatus : Quid igitur faciam de Jesu, qui dicitur Christus ?
23 Ο δε ηγεμων ειπε? Και τι κακον επραξεν; Οι δε περισσοτερον εκραζον, λεγοντες? Σταυρωθητω.23 Dicunt omnes : Crucifigatur. Ait illis præses : Quid enim mali fecit ? At illi magis clamabant dicentes : Crucifigatur.
24 Και ιδων ο Πιλατος οτι ουδεν ωφελει, αλλα μαλλον θορυβος γινεται, λαβων υδωρ ενιψε τας χειρας αυτου εμπροσθεν του οχλου, λεγων? Αθωος ειμαι απο του αιματος του δικαιου τουτου? υμεις οψεσθε.24 Videns autem Pilatus quia nihil proficeret, sed magis tumultus fieret : accepta aqua, lavit manus coram populo, dicens : Innocens ego sum a sanguine justi hujus : vos videritis.
25 Και αποκριθεις πας ο λαος ειπε? Το αιμα αυτου ας ηναι εφ' ημας και επι τα τεκνα ημων.25 Et respondens universus populus, dixit : Sanguis ejus super nos, et super filios nostros.
26 Τοτε απελυσεν εις αυτους τον Βαραββαν, τον δε Ιησουν μαστιγωσας παρεδωκε δια να σταυρωθη.26 Tunc dimisit illis Barabbam : Jesum autem flagellatum tradidit eis ut crucifigeretur.
27 Τοτε οι στρατιωται του ηγεμονος, παραλαβοντες τον Ιησουν εις το πραιτωριον, συνηθροισαν επ' αυτον ολον το ταγμα των στρατιωτων?27 Tunc milites præsidis suscipientes Jesum in prætorium, congregaverunt ad eum universam cohortem :
28 και εκδυσαντες αυτον ενεδυσαν αυτον χλαμυδα κοκκινην,28 et exuentes eum, chlamydem coccineam circumdederunt ei,
29 και πλεξαντες στεφανον εξ ακανθων, εθεσαν επι την κεφαλην αυτου και καλαμον εις την δεξιαν αυτου, και γονυπετησαντες εμπροσθεν αυτου, ενεπαιζον αυτον, λεγοντες? Χαιρε, ο βασιλευς των Ιουδαιων?29 et plectentes coronam de spinis, posuerunt super caput ejus, et arundinem in dextera ejus. Et genu flexo ante eum, illudebant ei, dicentes : Ave rex Judæorum.
30 και εμπτυσαντες εις αυτον ελαβον τον καλαμον και ετυπτον εις την κεφαλην αυτου.30 Et exspuentes in eum, acceperunt arundinem, et percutiebant caput ejus.
31 Και αφου ενεπαιξαν αυτον, εξεδυσαν αυτον την χλαμυδα και ενεδυσαν αυτον τα ιματια αυτου, και εφεραν αυτον δια να σταυρωσωσιν.31 Et postquam illuserunt ei, exuerunt eum chlamyde, et induerunt eum vestimentis ejus, et duxerunt eum ut crucifigerent.
32 Ενω δε εξηρχοντο, ευρον ανθρωπον Κυρηναιον, ονομαζομενον Σιμωνα? τουτον ηγγαρευσαν δια να σηκωση τον σταυρον αυτου.32 Exeuntes autem invenerunt hominem Cyrenæum, nomine Simonem : hunc angariaverunt ut tolleret crucem ejus.
33 Και οτε ηλθον εις τοπον λεγομενον Γολγοθα, οστις λεγεται Κρανιου τοπος,33 Et venerunt in locum qui dicitur Golgotha, quod est Calvariæ locus.
34 εδωκαν εις αυτον να πιη οξος μεμιγμενον μετα χολης? και γευθεις δεν ηθελε να πιη.34 Et dederunt ei vinum bibere cum felle mistum. Et cum gustasset, noluit bibere.
35 Αφου δε εσταυρωσαν αυτον διεμερισθησαν τα ιματια αυτου, βαλλοντες κληρον, δια να πληρωθη το ρηθεν υπο του προφητου, Διεμερισθησαν τα ιματια μου εις εαυτους και επι τον ιματισμον μου εβαλον κληρον.35 Postquam autem crucifixerunt eum, diviserunt vestimenta ejus, sortem mittentes : ut impleretur quod dictum est per prophetam dicentem : Diviserunt sibi vestimenta mea, et super vestem meam miserunt sortem.
36 Και καθημενοι εφυλαττον αυτον εκει.36 Et sedentes servabant eum.
37 Και εθεσαν επανωθεν της κεφαλης αυτου την κατηγοριαν αυτου γεγραμμενην? Ουτος εστιν Ιησους ο βασιλευς των Ιουδαιων.37 Et imposuerunt super caput ejus causam ipsius scriptam : Hic est Jesus rex Judæorum.
38 Τοτε εσταυρωθησαν μετ' αυτου δυο λησται, εις εκ δεξιων και εις εξ αριστερων.38 Tunc crucifixi sunt cum eo duo latrones : unus a dextris, et unus a sinistris.
39 οι δε διαβαινοντες εβλασφημουν αυτον, κινουντες τας κεφαλας αυτων39 Prætereuntes autem blasphemabant eum moventes capita sua,
40 και λεγοντες? Ο χαλων τον ναον και δια τριων ημερων οικοδομων, σωσον σεαυτον? αν ησαι Υιος του Θεου, καταβα απο του σταυρου.40 et dicentes : Vah ! qui destruis templum Dei, et in triduo illud reædificas : salva temetipsum : si Filius Dei es, descende de cruce.
41 Ομοιως δε και οι αρχιερεις εμπαιζοντες μετα των γραμματεων και πρεσβυτερων, ελεγον.41 Similiter et principes sacerdotum illudentes cum scribis et senioribus dicebant :
42 Αλλους εσωσεν, εαυτον δεν δυναται να σωση? αν ηναι βασιλευς του Ισραηλ, ας καταβη τωρα απο του σταυρου και θελομεν πιστευσει εις αυτον?42 Alios salvos fecit, seipsum non potest salvum facere : si rex Israël est, descendat nunc de cruce, et credimus ei :
43 πεποιθεν επι τον Θεον, ας σωση τωρα αυτον, εαν θελη αυτον? επειδη ειπεν οτι Θεου Υιος ειμαι.43 confidit in Deo : liberet nunc, si vult eum : dixit enim : Quia Filius Dei sum.
44 Το αυτο δε και οι λησται οι συσταυρωθεντες μετ' αυτου ωνειδιζον εις αυτον.44 Idipsum autem et latrones, qui crucifixi erant cum eo, improperabant ei.
45 Απο δε εκτης ωρας σκοτος εγεινεν εφ' ολην την γην εως ωρας εννατης?45 A sexta autem hora tenebræ factæ sunt super universam terram usque ad horam nonam.
46 περι δε την εννατην ωραν ανεβοησεν ο Ιησους μετα φωνης μεγαλης, λεγων? Ηλι, Ηλι, λαμα σαβαχθανι; τουτεστι, Θεε μου, Θεε μου, δια τι με εγκατελιπες;46 Et circa horam nonam clamavit Jesus voce magna, dicens : Eli, Eli, lamma sabacthani ? hoc est : Deus meus, Deus meus, ut quid dereliquisti me ?
47 Και τινες των εκει εστωτων ακουσαντες, ελεγον οτι τον Ηλιαν φωναζει ουτος.47 Quidam autem illic stantes, et audientes, dicebant : Eliam vocat iste.
48 Και ευθυς εδραμεν εις εξ αυτων και λαβων σπογγον και γεμισας οξους και περιθεσας εις καλαμον εποτιζεν αυτον.48 Et continuo currens unus ex eis, acceptam spongiam implevit aceto, et imposuit arundini, et dabat ei bibere.
49 Οι δε λοιποι ελεγον? Αφες, ας ιδωμεν αν ερχηται ο Ηλιας να σωση αυτον.49 Ceteri vero dicebant : Sine, videamus an veniat Elias liberans eum.
50 Ο δε Ιησους παλιν κραξας μετα φωνης μεγαλης, αφηκε το πνευμα.50 Jesus autem iterum clamans voce magna, emisit spiritum.
51 Και ιδου, το καταπετασμα του ναου εσχισθη εις δυο απο ανωθεν εως κατω, και η γη εσεισθη και αι πετραι εσχισθησαν,51 Et ecce velum templi scissum est in duas partes a summo usque deorsum : et terra mota est, et petræ scissæ sunt,
52 και τα μνημεια ηνοιχθησαν και πολλα σωματα των κεκοιμημενων αγιων ανεστησαν,52 et monumenta aperta sunt : et multa corpora sanctorum, qui dormierant, surrexerunt.
53 και εξελθοντες εκ των μνημειων μετα την αναστασιν αυτου εισηλθον εις την αγιαν πολιν και ενεφανισθησαν εις πολλους.53 Et exeuntes de monumentis post resurrectionem ejus, venerunt in sanctam civitatem, et apparuerunt multis.
54 Ο δε εκατονταρχος και οι μετ' αυτου φυλαττοντες τον Ιησουν, ιδοντες τον σεισμον και τα γενομενα, εφοβηθησαν σφοδρα, λεγοντες? Αληθως Θεου Υιος ητο ουτος.54 Centurio autem, et qui cum eo erant, custodientes Jesum, viso terræmotu, et his quæ fiebant, timuerunt valde, dicentes : Vere Filius Dei erat iste.
55 Ησαν δε εκει γυναικες πολλαι απο μακροθεν θεωρουσαι, αιτινες ηκολουθησαν τον Ιησουν απο της Γαλιλαιας υπηρετουσαι αυτον?55 Erant autem ibi mulieres multæ a longe, quæ secutæ erant Jesum a Galilæa, ministrantes ei :
56 μεταξυ των οποιων ητο Μαρια η Μαγδαληνη, και Μαρια η μητηρ του Ιακωβου και Ιωση, και η μητηρ των υιων Ζεβεδαιου.56 inter quas erat Maria Magdalene, et Maria Jacobi, et Joseph mater, et mater filiorum Zebedæi.
57 Οτε δε εγεινεν εσπερα, ηλθεν ανθρωπος πλουσιος απο Αριμαθαιας, το ονομα Ιωσηφ, οστις και αυτος εμαθητευσεν εις τον Ιησουν?57 Cum autem sero factum esset, venit quidam homo dives ab Arimathæa, nomine Joseph, qui et ipse discipulus erat Jesu :
58 ουτος ελθων προς τον Πιλατον, εζητησε το σωμα του Ιησου. Τοτε ο Πιλατος προσεταξε να αποδοθη το σωμα.58 hic accessit ad Pilatum, et petiit corpus Jesu. Tunc Pilatus jussit reddi corpus.
59 Και λαβων το σωμα ο Ιωσηφ, ετυλιξεν αυτο με σινδονα καθαραν,59 Et accepto corpore, Joseph involvit illud in sindone munda,
60 και εθεσεν αυτο εν τω νεω αυτου μνημειω, το οποιον ελατομησεν εν τη πετρα, και προσκυλισας λιθον μεγαν εις την θυραν του μνημειου ανεχωρησεν.60 et posuit illud in monumento suo novo, quod exciderat in petra. Et advolvit saxum magnum ad ostium monumenti, et abiit.
61 Ητο δε εκει Μαρια η Μαγδαληνη και η αλλη Μαρια, καθημεναι απεναντι του ταφου.61 Erant autem ibi Maria Magdalene, et altera Maria, sedentes contra sepulchrum.
62 Και τη επαυριον, ητις ειναι μετα την παρασκευην, συνηχθησαν οι αρχιερεις και οι Φαρισαιοι προς τον Πιλατον62 Altera autem die, quæ est post Parasceven, convenerunt principes sacerdotum et pharisæi ad Pilatum,
63 λεγοντες? Κυριε, ενεθυμηθημεν οτι εκεινος ο πλανος ειπεν ετι ζων, Μετα τρεις ημερας θελω αναστηθη.63 dicentes : Domine, recordati sumus, quia seductor ille dixit adhuc vivens : Post tres dies resurgam.
64 Προσταξον λοιπον να ασφαλισθη ο ταφος εως της τριτης ημερας, μηποτε οι μαθηται αυτου ελθοντες δια νυκτος κλεψωσιν αυτον και ειπωσι προς τον λαον, Ανεστη εκ των νεκρων? και θελει εισθαι η εσχατη πλανη χειροτερα της πρωτης.64 Jube ergo custodiri sepulchrum usque in diem tertium : ne forte veniant discipuli ejus, et furentur eum, et dicant plebi : Surrexit a mortuis : et erit novissimus error pejor priore.
65 Ειπε δε προς αυτους ο Πιλατος? Εχετε φυλακας? υπαγετε, ασφαλισατε καθως εξευρετε.65 Ait illis Pilatus : Habetis custodiam, ite, custodite sicut scitis.
66 Οι δε υπηγον και ησφαλισαν τον ταφον, σφραγισαντες τον λιθον και επιστησαντες τους φυλακας.66 Illi autem abeuntes, munierunt sepulchrum, signantes lapidem, cum custodibus.