ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 55
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | BIBBIA CEI 1974 |
---|---|
1 Εις τον πρωτον μουσικον, επι Νεγινωθ? Μασχιλ του Δαβιδ.>> Δος ακροασιν, Θεε, εις την προσευχην μου, και μη αποσυρθης απο της δεησεως μου. | 1 'Al maestro del coro. Per strumenti a corda. Maskil.' 'Di Davide.' |
2 Προσεξον εις εμε και εισακουσον μου? λυπουμαι εν τη μελετη μου και ταραττομαι, | 2 Porgi l'orecchio, Dio, alla mia preghiera, non respingere la mia supplica; |
3 απο της φωνης του εχθρου, απο της καταθλιψεως του ασεβους? διοτι ριπτουσιν επ' εμε ανομιαν και μετ' οργης με μισουσιν. | 3 dammi ascolto e rispondimi, mi agito nel mio lamento e sono sconvolto |
4 Η καρδια μου καταθλιβεται εντος μου, και φοβος θανατου επεσεν επ' εμε. | 4 al grido del nemico, al clamore dell'empio. Contro di me riversano sventura, mi perseguitano con furore. |
5 Φοβος και τρομος ηλθεν επ' εμε, και φρικη με εκαλυψε. | 5 Dentro di me freme il mio cuore, piombano su di me terrori di morte. |
6 Και ειπα, Τις να μοι εδιδε πτερυγας ως περιστερας? ηθελον πεταξει και αναπαυθη. | 6 Timore e spavento mi invadono e lo sgomento mi opprime. |
7 Ιδου, ηθελον απομακρυνθη φευγων, ηθελον διατριβει εν τη ερημω. Διαψαλμα. | 7 Dico: "Chi mi darà ali come di colomba, per volare e trovare riposo? |
8 Ηθελον ταχυνει την φυγην μου απο της ορμης του ανεμου, απο της θυελλης. | 8 Ecco, errando, fuggirei lontano, abiterei nel deserto. |
9 Καταποντισον αυτους, Κυριε? διαιρεσον τας γλωσσας αυτων? διοτι ειδον καταδυναστειαν και εριδα εν τη πολει. | 9 Riposerei in un luogo di riparo dalla furia del vento e dell'uragano". |
10 Ημεραν και νυκτα περικυκλουσιν αυτην περι τα τειχη αυτης? και ανομια και υβρις ειναι εν τω μεσω αυτης? | 10 Disperdili, Signore, confondi le loro lingue: ho visto nella città violenza e contese. |
11 πονηρια εν τω μεσω αυτης? και απατη και δολος δεν λειπουσιν απο των πλατειων αυτης. | 11 Giorno e notte si aggirano sulle sue mura, |
12 Επειδη δεν με ωνειδισεν εχθρος, το οποιον ηθελον υποφερει? δεν ηγερθη επ' εμε ο μισων με? τοτε ηθελον κρυφθη απ' αυτου? | 12 all'interno iniquità, travaglio e insidie e non cessano nelle sue piazze sopruso e inganno. |
13 Αλλα συ, ανθρωπε ομοψυχε, οδηγε μου και γνωστε μου? | 13 Se mi avesse insultato un nemico, l'avrei sopportato; se fosse insorto contro di me un avversario, da lui mi sarei nascosto. |
14 οιτινες συνωμιλουμεν μετα γλυκυτητος, συνεπορευομεθα εις τον οικον του Θεου. | 14 Ma sei tu, mio compagno, mio amico e confidente; |
15 Ας ελθη θανατος επ' αυτους? ας καταβωσι ζωντες εις τον αδην? διοτι μεταξυ αυτων, εν ταις κατοικιαις αυτων, ειναι κακιαι. | 15 ci legava una dolce amicizia, verso la casa di Dio camminavamo in festa. |
16 Εγω προς τον Θεον θελω κραζει, και ο Κυριος θελει με σωσει. | 16 Piombi su di loro la morte, scendano vivi negli inferi; perché il male è nelle loro case, e nel loro cuore. |
17 Εσπερας και πρωι και μεσημβριαν θελω παρακαλει και φωναζει? και θελει ακουσει της φωνης μου. | 17 Io invoco Dio e il Signore mi salva. |
18 Θελει λυτρωσει εν ειρηνη την ψυχην μου απο της μαχης της κατ' εμου? διοτι πολλοι ειναι εναντιον μου. | 18 Di sera, al mattino, a mezzogiorno mi lamento e sospiro ed egli ascolta la mia voce; |
19 Ο Θεος, ο υπαρχων προ των αιωνων, θελει εισακουσει και θελει ταπεινωσει αυτους? Διαψαλμα? διοτι δεν μεταβαλλουσι τροπον ουδε φοβουνται τον Θεον. | 19 mi salva, mi dà pace da coloro che mi combattono: sono tanti i miei avversari. |
20 Εκαστος εκτεινει τας χειρας αυτου επι τους ειρηνευοντας μετ' αυτου? αθετει την συνθηκην αυτου. | 20 Dio mi ascolta e li umilia, egli che domina da sempre. Per essi non c'è conversione e non temono Dio. |
21 Το στομα αυτου ειναι απαλωτερον βουτυρου, αλλ' εν τη καρδια αυτου ειναι πολεμος? τα λογια αυτου ειναι μαλακωτερα ελαιου, πλην ειναι ξιφη γυμνα. | 21 Ognuno ha steso la mano contro i suoi amici, ha violato la sua alleanza. |
22 Επιρριψον επι τον Κυριον το φορτιον σου, και αυτος θελει σε ανακουφισει? δεν θελει ποτε συγχωρησει να σαλευθη ο δικαιος. | 22 Più untuosa del burro è la sua bocca, ma nel cuore ha la guerra; più fluide dell'olio le sue parole, ma sono spade sguainate. |
23 Αλλα συ, Θεε, θελεις καταβιβασει αυτους εις φρεαρ απωλειας? ανδρες αιματων και δολιοτητος δεν θελουσι φθασει εις το ημισυ των ημερων αυτων? αλλ' εγω θελω ελπιζει επι σε. | 23 Getta sul Signore il tuo affanno ed egli ti darà sostegno, mai permetterà che il giusto vacilli. |
24 Tu, Dio, li sprofonderai nella tomba gli uomini sanguinari e fraudolenti: essi non giungeranno alla metà dei loro giorni. Ma io, Signore, in te confido. |