1 Καλεσον τωρα, εαν τις σοι αποκριθη; και προς τινα των αγιων θελεις αποβλεψει; | 1 Kiálts csak! Van-e, aki felel neked? Fordulj valakihez a szentek közül! |
2 Διοτι η οργη φονευει τον αφρονα, και η αγανακτησις θανατονει τον μωρον. | 2 Valóban öli a balgát a harag, s az együgyűt bosszúság gyilkolja. |
3 Εγω ειδον τον αφρονα ριζουμενον? αλλ' ευθυς προειπα κατηραμενην την κατοικιαν αυτου. | 3 Láttam balgát gyökeret verni, de jó sorát tüstént megátkoztam. |
4 Οι υιοι αυτου ειναι μακραν απο της σωτηριας, και καταπιεζονται εμπροσθεν της πυλης, και ουδεις ο ελευθερων? | 4 Távol esnek fiai a jóléttől, eltapossák őket a kapuban, és nem lesz, aki mentse őket. |
5 των οποιων τον θερισμον κατατρωγει ο πεινων, και αρπαζει αυτον εκ των ακανθων και την περιουσιαν αυτων καταπινει ο διψων. | 5 Feleszi termését az éhező, s elragadja fegyverrel kezében; szomjasok szürcsölik vagyonát. |
6 Διοτι εκ του χωματος δεν εξερχεται η θλιψις, ουδε η λυπη βλαστανει εκ της γης? | 6 Semmi sem esik meg a földön ok nélkül, s a nyomorúság nem a földből fakad; |
7 αλλ' ο ανθρωπος γενναται δια την λυπην, και οι νεοσσοι των αετων δια να πετωσιν υψηλα. | 7 az ember úgy születik nyomorúságra, mint a madár repülésre. |
8 Αλλ' εγω τον Θεον θελω επικαλεσθη, και εν τω Θεω θελω εναποθεσει την υποθεσιν μου? | 8 Én pedig az Úrhoz fordulnék kéréssel, Isten elé terjeszteném ügyemet, |
9 οστις καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα, θαυμασια αναριθμητα? | 9 aki nagyokat visz végbe, s amiket nem lehet kifürkészni, csodákat, amiknek nincsen száma; |
10 οστις διδει βροχην επι το προσωπον της γης, και πεμπει υδατα επι το προσωπον των αγρων? | 10 aki esőt bocsát a föld színére, és vízzel öntözi az egész határt, |
11 οστις υψονει τους ταπεινους, και ανεγειρει εις σωτηριαν τους τεθλιμμενους? | 11 hogy az alázatosakat felemelje, s a szomorúakat jólétbe helyezze; |
12 οστις διασκεδαζει τας βουλας των πανουργων, και δεν δυνανται αι χειρες αυτων να εκτελεσωσι την επιχειρησιν αυτων? | 12 aki széttépi a ravaszok fondorkodását, hogy kezük ne vihesse véghez, amit kezdtek; |
13 οστις συλλαμβανει τους σοφους εν τη πανουργια αυτων? και η βουλη των δολιων ανατρεπεται? | 13 aki megfogja a bölcseket saját csalárdságukkal, és meghiúsítja az álnokok terveit: |
14 την ημεραν απαντωσι σκοτος, και εν μεσημβρια ψηλαφωσι καθως εν νυκτι. | 14 fényes nappal sötétbe botlanak, délben úgy tapogatnak, mint éjjel; |
15 Τον πτωχον ομως λυτρονει εκ της ρομφαιας, εκ του στοματος αυτων και εκ της χειρος του ισχυρου. | 15 aki megmenti a szegényt szájuk pallosától, s a nyomorban élőt az erősnek karjától; |
16 Και ο πτωχος εχει ελπιδα, της δε ανομιας το στομα εμφραττεται. | 16 így reménye nyílik a szegénynek, a gazság pedig befogja száját. |
17 Ιδου, μακαριος ο ανθρωπος, τον οποιον ελεγχει ο Θεος? δια τουτο μη καταφρονει την παιδειαν του Παντοδυναμου? | 17 Boldog az az ember, akit Isten megfenyít! Meg ne vesd tehát az Úr feddését! |
18 διοτι αυτος πληγονει και επιδενει? κτυπα, και αι χειρες αυτου ιατρευουσιν. | 18 Ő sebet ejt ugyan, de be is kötözi, megver – de keze gyógyít is. |
19 Εν εξ θλιψεσι θελει σε ελευθερωσει? και εν τη εβδομη δεν θελει σε εγγισει κακον. | 19 Kiragad téged hat szorongatásból, és nem ér baj a hetedikben. |
20 Εν τη πεινη θελει σε λυτρωσει εκ θανατου? και εν πολεμω εκ χειρος ρομφαιας. | 20 Az éhínségben megment a haláltól, s a hadban a kardnak erejétől. |
21 Απο μαστιγος γλωσσης θελεις εισθαι πεφυλαγμενος? και δεν θελεις φοβηθη απο του επερχομενου ολεθρου. | 21 Biztonságban vagy a nyelvnek ostorától, és nem kell félned, ha pusztulás közeledik; |
22 Τον ολεθρον και την πειναν θελεις καταγελα? και δεν θελεις φοβηθη απο των θηριων της γης. | 22 nevethetsz pusztuláson, éhségen, és nem kell félned a föld vadjaitól, |
23 Διοτι θελεις εχει συμμαχιαν μετα των λιθων της πεδιαδος? και τα θηρια του αγρου θελουσιν ειρηνευει μετα σου. | 23 mert frigyben vagy a szántó köveivel, s a mező vadja veled békességben lesz. |
24 Και θελεις γνωρισει οτι ειρηνη ειναι εν τη σκηνη σου, και θελεις επισκεφθη την κατοικιαν σου, και δεν θελει σοι λειπει ουδεν. | 24 Épségben tudhatod sátradat, és nem találsz hiányt, ha megnézed hajlékodat. |
25 Και θελεις γνωρισει οτι ειναι πολυ το σπερμα σου, και οι εκγονοι σου ως η βοτανη της γης. | 25 Majd tapasztalod, hogy magzatod sokasodik, és sarjad annyi lesz, mint a fű a földön. |
26 Θελεις ελθει εις τον ταφον εν βαθει γηρατι, καθως συσσωρευεται η θημωνια του σιτου εν τω καιρω αυτης. | 26 Bővelkedve szállsz a sírba, úgy, mint a learatott gabonát idejében betakarítják. |
27 Ιδου, τουτο εξιχνιασαμεν, ουτως εχει? ακουσον αυτο και γνωρισον εν σεαυτω. | 27 Ezt íme, így kutattuk ki, de így is van; halljad tehát és jegyezd meg magadnak!« |