SCRUTATIO

Mardi, 16 Décembre 2025 - Sant'Adelaide ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 4


font
GREEK BIBLEBiblia Tysiąclecia
1 Τοτε Ελιφας ο Θαιμανιτης απεκριθη και ειπεν?1 Teraz zabrał głos Elifaz z Temanu i tak rzekł:
2 Εαν επιχειρισθωμεν να λαλησωμεν προς σε, θελεις δυσαρεστηθη; αλλα τις δυναται να κρατηθη απο του να ομιληση;2 Wolno pomówić? Przykro ci? Lecz któż się wstrzyma od słów stwierdzonych doświadczeniem?
3 Ιδου, συ ενουθετησας πολλους? και χειρας αδυνατους ενισχυσας.3 Tyś przecież wielu pouczał, wzmacniałeś omdlałe ręce,
4 Οι λογοι σου υπεστηριξαν τους κλονιζομενους, και γονατα καμπτοντα ενεδυναμωσας.4 twe słowa krzepiły słabych, wspierałeś kolana zachwiane.
5 Τωρα δε ηλθεν επι σε τουτο, και βαρυθυμεις? σε εγγιζει, και ταραττεσαι.5 Gdy teraz przyszło na ciebie, tyś słaby, strwożony, gdy ciebie dotknęło.
6 Ο φοβος σου δεν ειναι το θαρρος σου, και η ευθυτης των οδων σου η ελπις σου;6 Czy bogobojność już nie jest twą ufnością, a nadzieją - doskonałość dróg twoich?
7 Ενθυμηθητι, παρακαλω? τις αθωος ων απωλεσθη; και που εξωλοθρευθησαν οι ευθεις;7 Przypomnij, czy zginął kto prawy? Gdzie sprawiedliwych zgładzono?
8 Καθως εγω ειδον, οσοι ηροτριασαν ανομιαν και εσπειραν ασεβειαν, θεριζουσιν αυτας?8 O ile wiadomo, złoczyńca, który sieje nieprawość, zbiera z niej plon.
9 εξολοθρευονται υπο του φυσηματος του Θεου, και απο της πνοης των μυκτηρων αυτου αφανιζονται?9 Od gniewu Boga on ginie, upada od gniewu Jego oburzenia:
10 ο βρυγμος του λεοντος και η φωνη του αγριου λεοντος και το γαυριαμα των σκυμνων, εσβεσθησαν?10 ryk lwa, wrzask lwicy, łamią się i zęby lwiątek;
11 ο λεων απολλυται δι' ελλειψιν θηραματος, και οι σκυμνοι της λεαινας διασκορπιζονται.11 lew ginie z braku łupu, a małe lwicy idą w rozsypkę.
12 Και λογος ηλθεν επ' εμε κρυφιως, και το ωτιον μου ελαβε τι παρ' αυτου.12 Doszło mnie tajemne słowo, jakiś szmer przyjęło me ucho
13 Εν μεσω των στοχασμων δια τα οραματα της νυκτος, οτε βαθυς υπνος πιπτει επι τους ανθρωπους,13 w zgłębianiu nocnych rozmyślań, gdy sen człowiekiem owładnął.
14 Φρικη συνελαβε με και τρομος, και μεγαλως τα οστα μου συνεσεισε.14 Strach mnie ogarnął i drżenie, że wszystkie się kości zatrzęsły,
15 Και πνευμα διηλθεν απ' εμπροσθεν μου, αι τριχες του σωματος μου ανεσηκωθησαν?15 tchnienie mi twarz owionęło, włosy się na mnie zjeżyły.
16 εσταθη, αλλ' εγω δεν διεκρινα την μορφην αυτου? σχημα εφανη εμπροσθεν των οφθαλμων μου? ηκουσα λεπτον φυσημα και φωνην λεγουσαν,16 Stał. Nie poznałem twarzy. Jakaś postać przed mymi oczami. Szelest. I głos dosłyszałem:
17 Ο ανθρωπος θελει εισθαι δικαιοτερος του Θεου; θελει εισθαι ο ανθρωπος καθαρωτερος του Ποιητου αυτου;17 Czyż u Boga człowiek jest niewinny, czy u Stwórcy śmiertelnik jest czysty?
18 Ιδου, αυτος δεν εμπιστευεται εις τους δουλους αυτου, και εν τοις αγγελοις αυτου βλεπει ελαττωμα?18 Wszak On sługom swoim nie ufa: i w aniołach braki dostrzega.
19 ποσω μαλλον εις τους κατοικουντας οικιας πηλινας, αιτινες εχουσι το θεμελιον αυτων εν τω χωματι και αφανιζονται εμπροσθεν του σαρακιου;19 A cóż mieszkańcy glinianych lepianek, których podstawy na piasku? - Łatwiej ich zgnieść niż mola.
20 Απο πρωι εως εσπερας φθειρονται? χωρις να νοηση τις, αφανιζονται δια παντος.20 Od rana do zmroku wyginą, bez sławy przepadną na wieki.
21 Το μεγαλειον αυτων το εν αυτοις δεν παρερχεται; Αποθνησκουσιν, αλλ' ουχι εν σοφια.21 Czy ich mieszkanie nie runie? Umrą, lecz nie w mądrości.