Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Β´ - 2 Maccabei- Maccabees II 13


font
GREEK BIBLESAGRADA BIBLIA
1 τω δε ενατω και τεσσαρακοστω και εκατοστω ετει προσεπεσεν τοις περι τον ιουδαν αντιοχον τον ευπατορα παραγενεσθαι συν πληθεσιν επι την ιουδαιαν1 No ano cento e quarenta e nove, os partidários de Judas souberam que Antíoco vinha contra a Judéia, com um considerável exército.
2 και συν αυτω λυσιαν τον επιτροπον και επι των πραγματων εκαστον εχοντα δυναμιν ελληνικην πεζων μυριαδας ενδεκα και ιππεων πεντακισχιλιους τριακοσιους και ελεφαντας εικοσι δυο αρματα δε δρεπανηφορα τριακοσια2 Lísias, seu tutor e ministro, acompanhava-o; eles comandavam as tropas gregas, elevando-se a cento e dez mil infantes, cinco mil e trezentos cavaleiros, vinte e dois elefantes e trezentos carros armados de foices.
3 συνεμειξεν δε αυτοις και μενελαος και παρεκαλει μετα πολλης ειρωνειας τον αντιοχον ουκ επι σωτηρια της πατριδος οιομενος δε επι της αρχης κατασταθησεσθαι3 Menelau havia se ajuntado a eles e intervinha perfidamente junto ao rei, não a favor de sua pátria, mas tendo em mira a confirmação de sua dignidade.
4 ο δε βασιλευς των βασιλεων εξηγειρεν τον θυμον του αντιοχου επι τον αλιτηριον και λυσιου υποδειξαντος τουτον αιτιον ειναι παντων των κακων προσεταξεν ως εθος εστιν εν τω τοπω προσαπολεσαι αγαγοντας εις βεροιαν4 Todavia, o Rei dos reis excitou contra esse celerado a cólera de Antíoco e, tendo-o Lísias acusado de ser a causa de todos esses males, mandou o rei conduzi-lo a Beréia, para que fosse morto segundo o costume do país.
5 εστιν δε εν τω τοπω πυργος πεντηκοντα πηχεων πληρης σποδου ουτος δε οργανον ειχεν περιφερες παντοθεν αποκρημνον εις την σποδον5 Ora, havia ali uma torre de cinqüenta côvados, cheia de cinza e munida de um instrumento giratório que, de todos os lados, precipitava essa cinza.
6 ενταυθα τον ιεροσυλιας ενοχον η και τινων αλλων κακων υπεροχην πεποιημενον απαντες προσωθουσιν εις ολεθρον6 Era lá que qualquer culpado de roubo sacrílego, ou de algum outro crime particularmente grave, era lançado à morte pela multidão.
7 τοιουτω μορω τον παρανομον συνεβη θανειν μηδε της γης τυχοντα μενελαον7 Foi nesse suplício que morreu Menelau, o prevaricador, que não recebeu assim sepultura alguma.
8 πανυ δικαιως επει γαρ συνετελεσατο πολλα περι τον βωμον αμαρτηματα ου το πυρ αγνον ην και η σποδος εν σποδω τον θανατον εκομισατο8 E isso foi justo, porque ele havia pecado bastante contra o altar que sustenta o fogo puro e a cinza, e foi na cinza que ele encontrou a morte.
9 τοις δε φρονημασιν ο βασιλευς βεβαρβαρωμενος ηρχετο τα χειριστα των επι του πατρος αυτου γεγονοτων ενδειξομενος τοις ιουδαιοις9 Nesse meio tempo, o rei avançava, imaginando os mais bárbaros planos, decidido a empregar contra os judeus os piores castigos imaginados por seu pai.
10 μεταλαβων δε ιουδας ταυτα παρηγγειλεν τω πληθει δι' ημερας και νυκτος επικαλεισθαι τον κυριον ει ποτε και αλλοτε και νυν επιβοηθειν τοις του νομου και πατριδος και ιερου αγιου στερεισθαι μελλουσιν10 Sabendo disso, Judas mandou que o povo invocasse o Senhor, noite e dia, para que nessa circunstância, mais do que nunca, ele viesse em socorro daqueles que estavam ameaçados de perder a lei, a pátria e o templo.
11 και τον αρτι βραχεως ανεψυχοτα λαον μη εασαι τοις δυσφημοις εθνεσιν υποχειριους γενεσθαι11 Que ele não permitisse que o povo, apenas um pouco aliviado, recaísse sob os golpes das nações perversas.
12 παντων δε το αυτο ποιησαντων ομου και καταξιωσαντων τον ελεημονα κυριον μετα κλαυθμου και νηστειων και προπτωσεως επι ημερας τρεις αδιαλειπτως παρακαλεσας αυτους ο ιουδας εκελευσεν παραγινεσθαι12 Rezaram todos juntos e invocaram o Senhor misericordioso, entre lágrimas, jejuns, prostrados três dias consecutivos; Judas exortou-os e disse-lhes que estivessem preparados;
13 καθ' εαυτον δε συν τοις πρεσβυτεροις γενομενος εβουλευσατο πριν εισβαλειν του βασιλεως το στρατευμα εις την ιουδαιαν και γενεσθαι της πολεως εγκρατεις εξελθοντας κριναι τα πραγματα τη του θεου βοηθεια13 entrevistou-se ele com os anciãos, e decidiu não esperar que o exército do rei penetrasse na Judéia e se assenhoreasse da cidade, mas sair logo e travar uma batalha decisiva com o auxílio de Deus.
14 δους δε την επιτροπην τω κτιστη του κοσμου παρακαλεσας τους συν αυτω γενναιως αγωνισασθαι μεχρι θανατου περι νομων ιερου πολεως πατριδος πολιτειας περι δε μωδειν εποιησατο την στρατοπεδειαν14 Entregou, pois, a sorte das armas ao Criador do mundo e encorajou seus companheiros a combater valentemente até a morte em defesa das leis, do templo, da cidade, da pátria e da nação. Em seguida, levou seu exército até Modin.
15 αναδους δε τοις περι αυτον συνθημα θεου νικην μετα νεανισκων αριστων κεκριμενων επιβαλων νυκτωρ επι την βασιλικην αυλην την παρεμβολην ανειλεν εις ανδρας δισχιλιους και τον πρωτευοντα των ελεφαντων συν τω κατ' οικιαν οντι συνεκεντησεν15 Depois de ter entregue a seus homens a senha Vitória de Deus, tomou consigo os mais corajosos entre os jovens, e partiu de noite, a fim de atacar o acampamento que abrigava o rei. Mataram cerca de dois mil homens, massacraram o principal elefante e seu condutor e
16 και το τελος την παρεμβολην δεους και ταραχης επληρωσαν και εξελυσαν ευημερουντες16 por fim espalharam pelo campo o terror e a confusão; e obtido esse êxito, retiraram-se.
17 υποφαινουσης δε ηδη της ημερας τουτο εγεγονει δια την επαρηγουσαν αυτω του κυριου σκεπην17 Despontava o dia, quando cessou este ataque, graças à proteção de Deus.
18 ο δε βασιλευς ειληφως γευμα της των ιουδαιων ευτολμιας κατεπειρασεν δια μεθοδων τους τοπους18 Provando a audácia dos judeus, tentou o rei apoderar-se das fortificações por estratagemas.
19 και επι βαιθσουρα φρουριον οχυρον των ιουδαιων προσηγεν ετροπουτο προσεκρουεν ηλαττονουτο19 Partiu, a fim de colocar cerco diante de Betsur, praça forte dos judeus; foi porém rechaçado, sofrendo revés, e vencido,
20 τοις δε ενδον ιουδας τα δεοντα εισεπεμψεν20 enquanto Judas reabastecia os sitiados.
21 προσηγγειλεν δε τα μυστηρια τοις πολεμιοις ροδοκος εκ της ιουδαικης ταξεως ανεζητηθη και κατελημφθη και κατεκλεισθη21 Rodoco, combatente do exército dos judeus, revelou os segredos dos seus aos inimigos, mas após inquérito foi apanhado e metido no cárcere.
22 εδευτερολογησεν ο βασιλευς τοις εν βαιθσουροις δεξιαν εδωκεν ελαβεν απηει προσεβαλεν τοις περι τον ιουδαν ηττων εγενετο22 Pela segunda vez o rei parlamentou com os habitantes de Betsur, apresentou-lhes a mão, recebeu a deles, partiu para atacar o exército de Judas e foi vencido.
23 μετελαβεν απονενοησθαι τον φιλιππον εν αντιοχεια τον απολελειμμενον επι των πραγματων συνεχυθη τους ιουδαιους παρεκαλεσεν υπεταγη και ωμοσεν επι πασι τοις δικαιοις συνελυθη και θυσιαν προσηγαγεν ετιμησεν τον νεω και τον τοπον εφιλανθρωπησεν23 Soube então que Filipe, a quem tinha deixado em Antioquia para a direção dos negócios, se revoltara, e ficou muito consternado. Fez propostas aos judeus, aceitou as condições deles e jurou tudo o que lhe pareceu justo. Reconciliados, ofereceu um sacrifício, presenteou o templo e mostrou-se benévolo para com a cidade.
24 και τον μακκαβαιον απεδεξατο κατελιπεν στρατηγον απο πτολεμαιδος εως των γερρηνων ηγεμονιδην24 Acolheu com agrado Macabeu e deixou como governador na região Hegemônides, desde Ptolemaida até a terra dos gerrênios.
25 ηλθεν εις πτολεμαιδα εδυσφορουν περι των συνθηκων οι πτολεμαεις εδειναζον γαρ υπερ ων ηθελησαν αθετειν τας διασταλσεις25 Dirigiu-se a Ptolemaida, porque os habitantes estavam descontentes com esse tratado e indignados com os decretos promulgados.
26 προσηλθεν επι το βημα λυσιας απελογησατο ενδεχομενως συνεπεισεν κατεπραυνεν ευμενεις εποιησεν ανεζευξεν εις αντιοχειαν ουτω τα του βασιλεως της εφοδου και της αναζυγης εχωρησεν26 Lísias subiu à tribuna, defendeu-o como pôde, persuadiu e apaziguou o povo, levando-o a benévolos sentimentos, e voltou depois a Antioquia. Assim decorreram a ofensiva e a retirada do rei.