Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ´ - 2 Re - Kings IV 14


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Εν τω δευτερω ετει του Ιωας, υιου του Ιωαχαζ βασιλεως του Ισραηλ, εβασιλευσεν Αμασιας, ο υιος του Ιωας βασιλεως του Ιουδα.1 Joásnak, Joacház fiának, Izrael királyának második esztendejében lett királlyá Amaszja, Joásnak, Júda királyának fia.
2 Εικοσιπεντε ετων ηλικιας ητο οτε εβασιλευσε, και εβασιλευσεν εικοσιεννεα ετη εν Ιερουσαλημ. Το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Ιωαδαν εξ Ιερουσαλημ.2 Huszonöt esztendős volt, amikor uralkodni kezdett s huszonkilenc esztendeig uralkodott Jeruzsálemben. Anyját, aki jeruzsálemi volt, Joadánnak hívták.
3 Και επραξε το ευθες ενωπιον Κυριου, πλην ουχι ως ο Δαβιδ ο πατηρ αυτου? επραξε κατα παντα οσα ειχε πραξει Ιωας ο πατηρ αυτου.3 Azt cselekedte, ami igaz az Úr előtt, – de nem annyira, mint atyja, Dávid. Egészen úgy cselekedett, ahogy apja, Joás cselekedett,
4 Οι υψηλοι ομως τοποι δεν αφηρεθησαν? ο λαος εθυσιαζεν ετι και εθυμιαζεν επι τους υψηλους τοπους.4 csakhogy a magaslatokat ő sem távolította el s a nép továbbra is a magaslatokon áldozott és gyújtott illatot.
5 Ως δε η βασιλεια εκραταιωθη εν τη χειρι αυτου, εθανατωσε τους δουλους αυτου τους θανατωσαντας τον βασιλεα τον πατερα αυτου.5 Amikor elfoglalta a királyságot, megölette azokat a szolgáit, akik apját, a királyt megölték,
6 Ομως τα τεκνα των φονευτων δεν εθανατωσε? κατα το γεγραμμενον εν τω βιβλιω του νομου του Μωυσεως, οπου προσεταξεν ο Κυριος, λεγων, Οι πατερες δεν θελουσι θανατονεσθαι δια τα τεκνα, ουδε τα τεκνα θελουσι θανατονεσθαι δια τους πατερας, αλλ' εκαστος θελει θανατονεσθαι δια το εαυτου αμαρτημα.6 de a gyilkosok fiait nem ölette meg, – miként meg van írva Mózes törvényének könyvében, amely szerint az Úr azt parancsolta és azt mondta: »Ne lakoljanak halállal az apák a fiakért, sem a fiak az apákért: mindenki csak a saját bűnéért lakoljon halállal.«
7 Ουτος εθανατωσεν εκ του Εδωμ δεκα χιλιαδας εν τη κοιλαδι του αλατος, και εκυριευσε την Σελα δια πολεμου και εκαλεσε το ονομα αυτης Ιοχθεηλ μεχρι της ημερας ταυτης.7 Ugyanő megverte az edomitákat – tízezret – a Sóaknás-völgyben, s bevette harccal Petrát s elnevezte azt Jektehélnek mind a mai napig.
8 Τοτε απεστειλεν ο Αμασιας μηνυτας προς τον Ιωας, υιον του Ιωαχαζ, υιου του Ιηου βασιλεως του Ισραηλ, λεγων, Ελθε, να ιδωμεν αλληλους προσωπικως.8 Ekkor követeket küldött Amaszja Joáshoz, Joacháznak, Jéhu, Izrael királya fiának fiához, ezzel az üzenettel: »Gyere, szálljunk szembe egymással.«
9 Και απεστειλεν ο Ιωας βασιλευς του Ισραηλ προς τον Αμασιαν βασιλεα του Ιουδα, λεγων, Η ακανθα η εν τω Λιβανω απεστειλε προς την κεδρον την εν τω Λιβανω, λεγουσα, Δος την θυγατερα σου εις τον υιον μου δια γυναικα? πλην διεβη θηριον του αγρου το εν τω Λιβανω, και κατεπατησε την ακανθαν?9 Visszaküldött erre Joás, Izrael királya, Amaszjához, Júda királyához, ezzel az üzenettel: »A libanoni bogáncs elküldött a libanoni cédrushoz, ezzel az üzenettel: Add lányodat fiamnak feleségül. De a libanoni erdei vadak arrafelé mentek és eltiporták a bogáncsot.
10 επαταξας τωοντι τον Εδωμ, και η καρδια σου σε υψωσε? χαιρου την δοξαν σου καθημενος εν τω οικω σου? δια τι εμπλεκεσαι εις κακον, δια το οποιον ηθελες πεσει, συ και ο Ιουδας μετα σου;10 Te megverted az edomitákat s föléjük kerekedtél s szíved felfuvalkodottá tett téged: elégedj meg a dicsőséggel s maradj házadban. Miért hívod ki a bajt, hogy elessél te és veled Júda?«
11 Αλλ' ο Αμασιας δεν υπηκουσεν. Ανεβη λοιπον ο Ιωας βασιλευς του Ισραηλ, και ειδον αλληλους προσωπικως, αυτος και Αμασιας ο βασιλευς του Ιουδα, εν Βαιθ-σεμες, ητις ειναι του Ιουδα.11 Ám Amaszja nem nyugodott. Felvonult tehát Joás, Izrael királya s szembeszálltak egymással, ő és Amaszja, Júda királya, Bétsemesnél, Júda városánál.
12 Και εκτυπηθη ο Ιουδας εμπροσθεν του Ισραηλ? και εφυγον εκαστος εις τας σκηνας αυτου.12 Júda vereséget szenvedett Izrael előtt, úgyhogy mindenki a sátrába menekült,
13 Και συνελαβεν ο Ιωας ο βασιλευς του Ισραηλ τον Αμασιαν βασιλεα του Ιουδα, υιον του Ιωας υιου του Οχοζιου, εν Βαιθ-σεμες? και ελθων εις Ιερουσαλημ, κατηδαφισε το τειχος της Ιερουσαλημ απο της πυλης Εφραιμ εως της πυλης της γωνιας, τετρακοσιας πηχας.13 Amaszját pedig, Júda királyát, Ahaszja fiának, Joásnak fiát elfogta Joás, Izrael királya Bétsemesnél és elvitte Jeruzsálembe. Ott aztán lerontotta Jeruzsálem falát, Efraim kapujától kezdve egészen a szegletkapuig, négyszáz könyöknyi darabon,
14 Και λαβων παν το χρυσιον και το αργυριον και παντα τα σκευη τα ευρεθεντα εν τω οικω του Κυριου και εν τοις θησαυροις του οικου του βασιλεως, και ανθρωπους ενεχυρα, επεστρεψεν εις Σαμαρειαν.14 majd vett minden aranyat és ezüstöt s minden tárgyat, amely az Úr házában meg a király kincsei között akadt és túszokat szedetett és visszatért Szamariába.
15 Αι δε λοιπαι πραξεις του Ιωας, οσας επραξε, και τα κατορθωματα αυτου, και πως επολεμησε μετα του Αμασιου βασιλεως του Ιουδα, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;15 Joás egyéb dolgai pedig, amelyeket cselekedett, meg a vitézsége, amellyel Amaszja, Júda királya ellen hadakozott, nemde meg vannak írva Izrael királyainak krónikás könyvében?
16 Και εκοιμηθη ο Ιωας μετα των πατερων αυτου και εταφη εν Σαμαρεια μετα των βασιλεων του Ισραηλ? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Ιεροβοαμ ο υιος αυτου.16 Amikor aztán Joás aludni tért atyáihoz, eltemették Szamariában Izrael királyai mellé s fia, Jeroboám lett a király helyette.
17 Ο δε Αμασιας, ο υιος του Ιωας, ο βασιλευς του Ιουδα, εζησε μετα τον θανατον του Ιωας υιου του Ιωαχαζ, βασιλεως του Ισραηλ, δεκαπεντε ετη.17 Amaszja, Joás fia, Júda királya, Joásnak, Joacház fiának, Izrael királyának halála után tizenöt esztendeig élt.
18 Αι δε λοιπαι πραξεις του Αμασιου δεν ειναι γεγραμμεναι εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα;18 Amaszja egyéb dolgai pedig, nemde meg vannak írva Júda királyainak krónikás könyvében?
19 Εκαμον δε κατ' αυτου συνωμοσιαν εν Ιερουσαλημ, και εφυγεν εις Λαχεις? απεστειλαν ομως κατοπιν αυτου εις Λαχεις και εθανατωσαν αυτον εκει.19 Végül is összeesküvés támadt ellene Jeruzsálemben, mire ő elmenekült Lákisba, de utána küldtek Lákisba s ott megölték.
20 Και εφεραν αυτον επι ιππων, και εταφη εν Ιερουσαλημ μετα των πατερων αυτου, εν τη πολει Δαβιδ.20 Aztán lovakon visszavitték s eltemették Jeruzsálemben atyái mellé, Dávid városában.
21 Ελαβε δε πας ο λαος του Ιουδα τον Αζαριαν, οντα ηλικιας δεκαεξ ετων, και εκαμον αυτον βασιλεα αντι του πατρος αυτου Αμασιου.21 Erre vette Júda egész népe Azarját, aki tizenhat esztendős volt s királlyá tették apja, Amaszja helyett.
22 Και ωκοδομησε την Ελαθ και επεστρεψεν αυτην εις τον Ιουδα, αφου ο βασιλευς εκοιμηθη μετα των πατερων αυτου.22 Ő építette ki és szerezte vissza Ejlátot Júdának, miután a király aludni tért atyáihoz.
23 Εν τω δεκατω πεμπτω ετει του Αμασιου, υιου του Ιωας, βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσεν εν Σαμαρεια ο Ιεροβοαμ υιος του Ιωας, βασιλεως του Ισραηλ, ετη τεσσαρακοντα και εν.23 Amaszjának, Joás fiának, Júda királyának tizenötödik esztendejétől kezdve, negyvenegy esztendeig Jeroboám, Joásnak, Izrael királyának fia uralkodott Szamariában.
24 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου? δεν απεμακρυνθη απο πασων των αμαρτιων του Ιεροβοαμ υιου του Ναβατ, οστις εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση.24 Azt cselekedte, ami gonosz az Úr előtt: nem távozott Jeroboámnak, Nábát fiának semmi bűnétől, aki vétekre vitte Izraelt.
25 Ουτος αποκατεστησε το οριον του Ισραηλ, απο της εισοδου της Αιμαθ εως της θαλασσης της πεδιαδος, κατα τον λογον Κυριου του Θεου του Ισραηλ, τον οποιον ελαλησε δια του δουλου αυτου Ιωνα, υιου του Αμαθι, του προφητου, του απο Γαθ-εφερ.25 Ő állította helyre Izrael határait, Hamat bejárójától kezdve a Puszta tengeréig, az Úrnak, Izrael Istenének azon szava szerint, amelyet szolgája, Jónás próféta, Amáti fia által szólt, aki abból a Gátból való volt, amely Heferben van.
26 Διοτι ειδεν ο Κυριος την θλιψιν του Ισραηλ πικραν σφοδρα, οτι δεν ητο ουδεν κεκλεισμενον και ουδεν αφειμενον, ουδε ο βοηθησων τον Ισραηλ.26 Látta ugyanis az Úr Izrael nagyon keserves nyomorúságát s hogy oda vannak a tömlöcbe zártakig s az utolsóig, s nincs, aki megszabadítsa Izraelt,
27 Και δεν ειπεν ο Κυριος να εξαλειψη υποκατωθεν του ουρανου το ονομα του Ισραηλ, αλλ' εσωσεν αυτους δια χειρος του Ιεροβοαμ υιου του Ιωας.27 azt pedig nem mondta az Úr, hogy eltörli Izrael nevét az ég alól. Éppen azért megszabadította őket Jeroboámnak, Joás fiának keze által.
28 Αι δε λοιπαι πραξεις του Ιεροβοαμ και παντα οσα επραξε και τα κατορθωματα αυτου, πως επολεμησε και πως επανελαβε την Δαμασκον και την Αιμαθ του Ιουδα εις τον Ισραηλ, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;28 Jeroboám egyéb dolgai pedig és mindaz, amit cselekedett, meg a vitézsége, amellyel hadakozott, és hogy miképpen szerezte vissza Izraelnek Damaszkuszt és Hamatot, amely egykor Júdához tartozott, nemde meg vannak írva Izrael királyainak krónikás könyvében?
29 Και εκοιμηθη ο Ιεροβοαμ μετα των πατερων αυτου, μετα των βασιλεων του Ισραηλ? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Ζαχαριας ο υιος αυτου.29 Amikor aztán Jeroboám aludni tért atyáihoz, Izrael királyaihoz, fia, Zakariás lett a király helyette.