Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 23


font
GREEK BIBLECATHOLIC PUBLIC DOMAIN
1 Και εζησεν η Σαρρα εκατον εικοσιεπτα ετη? ταυτα ειναι τα ετη της ζωης της Σαρρας.1 Now Sarah lived for one hundred and twenty-seven years.
2 Και απεθανεν η Σαρρα εν Κιριαθ-αρβα? αυτη ειναι η Χεβρων εν γη Χανααν? και ηλθεν ο Αβρααμ δια να κλαυση την Σαρραν και να πενθηση αυτην.2 And she died in the city of Arba, which is Hebron, in the land of Canaan. And Abraham came to mourn and weep for her.
3 Και σηκωθεις ο Αβρααμ απ' εμπροσθεν του νεκρου αυτου, ελαλησε προς τους υιους του Χετ λεγων,3 And when he had risen up from the funeral duties, he spoke to the sons of Heth, saying:
4 ξενος και παροικος ειμαι εγω μεταξυ σας? δοτε μοι κτημα ταφου μεταξυ σας, δια να θαψω τον νεκρον μου απ' εμπροσθεν μου.4 “I am a newcomer and a sojourner among you. Give me the right of a sepulcher among you, so that I may bury my dead.”
5 Απεκριθησαν δε οι υιοι του Χετ προς τον Αβρααμ λεγοντες προς αυτον,5 The sons of Heth responded by saying:
6 Ακουσον ημας, κυριε μου? συ εισαι μεταξυ ημων ηγεμων εκ Θεου? θαψον τον νεκρον σου εις το εκλεκτοτερον εκ των μνημειων ημων? ουδεις εξ ημων θελει αρνηθη το μνημειον αυτου προς σε, δια να θαψης τον νεκρον σου.6 “Hear us, O lord, you are a leader of God among us. Bury your dead in our chosen sepulchers. And no man shall be able to prohibit you from burying your dead within his memorial.”
7 Τοτε σηκωθεις ο Αβρααμ προσεκυνησε προς τον λαον του τοπου, προς τους υιους του Χετ?7 Abraham arose, and he reverenced the people of the land, namely, the sons of Heth.
8 και ελαλησε προς αυτους λεγων, Εαν ευαρεστηται η ψυχη σας να θαψω τον νεκρον μου απ' εμπροσθεν μου, ακουσατε μου και μεσιτευσατε υπερ εμου προς τον Εφρων τον υιον του Σωαρ,8 And he said to them: “If it pleases your soul that I should bury my dead, hear me, and intercede on my behalf with Ephron, the son of Zohar,
9 και ας μοι δωση το σπηλαιον αυτου Μαχπελαχ, το εν τη ακρα του αγρου αυτου? εις πληρη τιμην ας μοι δωση αυτο, δια κτημα ταφου μεταξυ σας.9 so that he may give me the double cave, which he has at the far end of his field. He may transfer it to me for as much money as it is worth in your sight, for the possession of a sepulcher.”
10 Ο δε Εφρων εκαθητο εν τω μεσω των υιων του Χετ? και απεκριθη ο Εφρων ο Χετταιος προς τον Αβρααμ εις επηκοον των υιων του Χετ, παντων των εισερχομενων εις την πυλην της πολεως αυτου, λεγων,10 Now Ephron dwelt in the midst of the sons of Heth. And Ephron responded to Abraham in the hearing of everyone who was entering at the gate of his city, saying:
11 Ουχι, κυριε μου, ακουσον μου? σοι διδω τον αγρον, σοι διδω και το σπηλαιον το εν αυτω? επι παρουσια των υιων του λαου μου διδω αυτα εις σε? θαψον τον νεκρον σου.11 “Let it never be so, my lord, but you should pay greater heed to what I say. The field I will transfer to you, and the cave that is in it. In the presence of the sons of my people, bury your dead.”
12 Και προσεκυνησεν ο Αβρααμ εμπροσθεν του λαου του τοπου?12 Abraham reverenced in the sight of the people of the land.
13 και ειπε προς τον Εφρων εις επηκοον του λαου του τοπου λεγων, Εαν συ θελης, ακουσον μου, παρακαλω? θελω δωσει το αργυριον του αγρου? λαβε αυτο παρ' εμου, και θελω θαψει τον νεκρον μου εκει.13 And he spoke to Ephron, standing in the midst of the people: “I ask you to hear me. I will give you money for the field. Take it, and so I will bury my dead in it.”
14 Ο δε Εφρων απεκριθη προς τον Αβρααμ, λεγων προς αυτον,14 And Ephron responded: “My lord, hear me.
15 Ακουσον μου, κυριε μου? γη τετρακοσιων σικλων αργυριου, τι ειναι μεταξυ εμου και σου; θαψον λοιπον τον νεκρον σου.15 The land that you request is worth four hundred shekels of silver. This is the price between me and you. But how much is this? Bury your dead.”
16 Και ηκουσεν ο Αβρααμ τον Εφρων? και εζυγισεν ο Αβρααμ εις τον Εφρων το αργυριον, το οποιον ειπεν εις επηκοον των υιων του Χετ τετρακοσιους σικλους αργυριου, δεκτου μεταξυ εμπορων.16 And when Abraham had heard this, he weighed out the money that Ephron had requested, in the hearing of the sons of Heth, four hundred shekels of silver, of the approved public currency.
17 Και ο αγρος του Εφρων, οστις ητο εν Μαχπελαχ, εμπροσθεν της Μαμβρη, ο αγρος και το σπηλαιον το εν αυτω και παντα τα δενδρα τα εν τω αγρω και εν πασι τοις οριοις κυκλω, ησφαλισθησαν17 And having confirmed that the field, in which there was a double cave overlooking Mamre, formerly belonged to Ephron, both it and the sepulcher, and all its trees, with all its surrounding limits,
18 εις τον Αβρααμ δια κτημα, ενωπιον των υιων του Χετ, ενωπιον παντων των εισερχομενων εις την πυλην της πολεως αυτου.18 Abraham took it as a possession, in the sight of the sons of Heth and of everyone who was entering at the gate of his city.
19 Και μετα ταυτα εθαψεν ο Αβρααμ Σαρραν την γυναικα αυτου εν τω σπηλαιω του αγρου Μαχπελαχ, εμπροσθεν της Μαμβρη? αυτη ειναι Χεβρων εν γη Χανααν.19 So then, Abraham buried his wife Sarah in the double cave of the field that overlooked Mamre. This is Hebron in the land of Canaan.
20 Και ο αγρος και το σπηλαιον το εν αυτω, ησφαλισθησαν εις τον Αβρααμ δια κτημα ταφον παρα των υιων του Χετ.20 And the field was confirmed to Abraham, with the cave that was in it, as a memorial possession before the sons of Heth.