Habakkuk 1
123
Gen
Exod
Lev
Num
Deut
Josh
Judg
Ruth
1 Sam
2 Sam
1 Kgs
2 Kgs
1 Chr
2 Chr
Ezra
Neh
Tob
Jdt
Esth
1 Macc
2 Macc
Job
Ps
Prov
Eccl
Cant
Wis
Sir
Isa
Jer
Lam
Bar
Ezek
Dan
Hos
Joel
Amos
Obad
Jon
Mic
Nah
Hab
Zeph
Hag
Zech
Mal
Matt
Mark
Luke
John
Acts
Rom
1 Cor
2 Cor
Gal
Eph
Phil
Col
1 Thess
2 Thess
1 Tim
2 Tim
Titus
Phlm
Heb
Jas
1 Pet
2 Pet
1 John
2 John
3 John
Jude
Rev
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
DOUAI-RHEIMS | GREEK BIBLE |
---|---|
1 The burden that Habacuc the prophet saw. | 1 Η ορασις, την οποιαν ειδεν Αββακουμ ο προφητης. |
2 How long, O Lord, shall I cry, and thou wilt not hear? shall I cry out to thee suffering violence, and thou wilt not save? | 2 Εως ποτε, Κυριε, θελω κραζει, και δεν θελεις εισακουει; θελω βοα προς σε, Αδικια? και δεν θελεις σωζει; |
3 Why hast thou shewn me iniquity and grievance, to see rapine and injustice before me? and there is a judgment, but opposition is more powerful. | 3 Δια τι με καμνεις να βλεπω ανομιαν και να θεωρω ταλαιπωριαν και αρπαγην και αδικιαν εμπροσθεν μου; και υπαρχουσι διεγειροντες εριδα και φιλονεικιαν. |
4 Therefore the law is torn in pieces, and judgment cometh not to the end: because the wicked prevaileth against the just, therefore wrong judgment goeth forth. | 4 Δια τουτο ο νομος ειναι αργος, και δεν εξερχεται κρισις τελεια? επειδη ο ασεβης καταδυναστευει τον δικαιον, δια τουτο εξερχεται κρισις διεστραμμενη. |
5 Behold ye among the nations, and see: wonder, and be astonished: for a work is done in your days, which no man will believe when it shall be told. | 5 Ιδετε μεταξυ των εθνων και επιβλεψατε και θαυμασατε μεγαλως, διοτι εγω θελω πραξει εργον εν ταις ημεραις σας, το οποιον δεν θελετε πιστευσει, εαν τις διηγηθη αυτο. |
6 For behold, I will raise up the Chaldeans, a bitter and swift nation, marching upon the breadth of the earth, to possess the dwelling places that are not their own. | 6 Διοτι, ιδου, εγω εξεγειρω τους Χαλδαιους, το εθνος το πικρον και ορμητικον, το οποιον θελει διελθει το πλατος του τοπου, δια να κληρονομηση κατοικιας ουχι εαυτου. |
7 They are dreadful, and terrible: from themselves shall their judgment, and their burden proceed. | 7 Ειναι φοβεροι και τρομεροι? η κρισις αυτων και η εξουσια αυτων θελει προερχεσθαι εξ αυτων. |
8 Their horses are lighter than leopards, and swifter than evening wolves; and their horsemen shall be spread abroad: for their horsemen shall come from afar, they shall fly as an eagle that maketh haste to eat. | 8 Και οι ιπποι αυτων ειναι ταχυτεροι παρδαλεων και οξυτεροι λυκων της εσπερας? και οι ιππεις αυτων θελουσι διαχυθη και οι ιππεις αυτων θελουσιν ελθει απο μακροθεν? θελουσι πεταξει ως αετος σπευδων εις βρωσιν, |
9 They shall all come to the prey, their face is like a burning wind: and they shall gather together captives as the sand. | 9 παντες θελουσιν ελθει επι αρπαγη? η οψις των προσωπων αυτων ειναι ως ο ανατολικος ανεμος, και θελουσι συναξει τους αιχμαλωτους ως αμμον. |
10 And their prince shall triumph over kings, and princes shall be his laughingstock: and he shall laugh at every strong hold, and shall cast up a mount, and shall take it. | 10 Και θελουσι περιπαιζει τους βασιλεις, και οι αρχοντες θελουσιν εισθαι παιγνιον εις αυτους? θελουσιν εμπαιζει παν οχυρωμα? διοτι θελουσιν επισωρευσει χωμα και θελουσι κυριευσει αυτο. |
11 Then shall his spirit be changed, and he shall pass, and fall: this is his strength of his god. | 11 Τοτε το πνευμα αυτου θελει αλλοιωθη, και θελει υπερβη παν οριον και θελει ασεβει, αποδιδων την ισχυν αυτου ταυτην εις τον θεον αυτου. |
12 Wast thou not from the beginning, O Lord my God, my holy one, and we shall not die? Lord, thou hast appointed him for judgment: and made him strong for correction. | 12 Δεν εισαι συ απ' αιωνος, Κυριε Θεε μου, ο Αγιος μου; δεν θελομεν αποθανει. Συ, Κυριε, διεταξας αυτους δια κρισιν? και συ, Ισχυρε, κατεστησας αυτους εις παιδειαν ημων. |
13 Thy eyes are too pure to behold evil, and thou canst not look on iniquity. Why lookest thou upon them that do unjust things, and holdest thy peace when the wicked devoureth the man that is more just than himself? | 13 Οι οφθαλμοι σου ειναι καθαρωτεροι παρα ωστε να βλεπης τα πονηρα, και δεν δυνασαι να επιβλεπης εις την ανομιαν? δια τι επιβλεπεις εις τους παρανομους και σιωπας, οταν ο ασεβης καταπινη τον δικαιοτερον εαυτου, |
14 And thou wilt make men as the fishes of the sea, and as the creeping things that have no ruler. | 14 και καμνεις τους ανθρωπους ως τους ιχθυας της θαλασσης, ως τα ερπετα, τα μη εχοντα αρχοντα εφ' εαυτων; |
15 He lifted up all them with his hook, he drew them in his drag, and gathered them into his net: for this he will be glad and rejoice. | 15 Ανασυρουσι παντας δια του αγκιστρου, ελκουσιν αυτους εις το δικτυον αυτων και συναγουσιν αυτους εις την σαγηνην αυτων? δια τουτο ευφραινονται και χαιρουσι. |
16 Therefore will he offer victims to his drag, and he will sacrifice to his net: because through them his portion is made fat, and his meat dainty. | 16 Δια τουτο θυσιαζουσιν εις το δικτυον αυτων και καιουσι θυμιαμα εις την σαγηνην αυτων? διοτι δι' αυτων η μερις αυτων ειναι παχεια και το φαγητον αυτων εκλεκτον. |
17 For this cause therefore he spreadeth his net, and will not spare continually to slay the nations. | 17 Μη δια τουτο θελουσι παντοτε εκκενονει το δικτυον αυτων; και δεν θελουσι φειδεσθαι φονευοντες παντοτε τα εθνη; |