Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Lettera di Giacomo 1


font
DIODATIGREEK BIBLE
1 GIACOMO, servitor di Dio, e del Signor Gesù Cristo, alle dodici tribù, che son nella dispersione; salute1 Ιακωβος, δουλος του Θεου και του Κυριου Ιησου Χριστου, προς τας δωδεκα φυλας τας διεσπαρμενας, χαιρειν.
2 REPUTATE compiuta allegrezza, fratelli miei, quando sarete caduti in diverse tentazioni;2 Πασαν χαραν νομισατε, αδελφοι μου, οταν περιπεσητε εις διαφορους πειρασμους,
3 sapendo che la prova della vostra fede produce pazienza.3 γνωριζοντες οτι η δοκιμασια της πιστεως σας εργαζεται υπομονην.
4 Or abbia la pazienza un’opera compiuta; acciocchè voi siate compiuti ed intieri, non mancando di nulla.4 Η δε υπομονη ας εχη εργον τελειον, δια να ησθε τελειοι και ολοκληροι, μη οντες εις μηδεν ελλιπεις.
5 Che se alcun di voi manca di sapienza, chieggala a Dio, che dona a tutti liberalmente, e non fa onta, e gli sarà donata.5 Εαν δε τις απο σας ηναι ελλιπης σοφιας, ας ζητη παρα του Θεου του διδοντος εις παντας πλουσιως και μη ονειδιζοντος, και θελει δοθη εις αυτον.
6 Ma chieggala in fede, senza star punto in dubbio; perciocchè chi sta in dubbio è simile al fiotto del mare, agitato dal vento e dimenato.6 Ας ζητη ομως μετα πιστεως, χωρις να δισταζη παντελως? διοτι ο δισταζων ομοιαζει με κυμα θαλασσης κινουμενον υπο ανεμων και συνταραττομενον.
7 Imperocchè, non pensi già quel tal uomo di ricever nulla dal Signore;7 Διοτι ας μη νομιζη ο ανθρωπος εκεινος οτι θελει λαβει τι παρα του Κυριου.
8 essendo uomo doppio di cuore, instabile in tutte le sue vie.8 Ανθρωπος διγνωμος ειναι ακαταστατος εν πασαις ταις οδοις αυτου.
9 Or il fratello che è in basso stato si glorii della sua altezza.9 Ας καυχαται δε ο αδελφος ο ταπεινος εις το υψος αυτου,
10 E il ricco, della sua bassezza; perciocchè egli trapasserà come fior d’erba.10 ο δε πλουσιος εις την ταπεινωσιν αυτου, επειδη ως ανθος χορτου θελει παρελθει.
11 Imperocchè, come quando è levato il sole con l’arsura, egli ha tosto seccata l’erba, e il suo fiore è caduto, e la bellezza della sua apparenza è perita, così ancora si appasserà il ricco nelle sue vie.11 Διοτι ανετειλεν ο ηλιος με τον καυσωνα και εξηρανε τον χορτον, και το ανθος αυτου εξεπεσε, και το καλλος του προσωπου αυτου ηφανισθη? ουτω και ο πλουσιος θελει μαρανθη εν ταις οδοις αυτου.
12 Beato l’uomo che sopporta la tentazione; perciocchè, essendosi reso approvato, egli riceverà la corona della vita, la quale il Signore ha promessa a coloro che l’amano12 Μακαριος ο ανθρωπος, οστις υπομενει πειρασμον? διοτι αφου δοκιμασθη, θελει λαβει τον στεφανον της ζωης, τον οποιον υπεσχεθη ο Κυριος εις τους αγαπωντας αυτον.
13 Niuno, essendo tentato, dica: Io son tentato da Dio; poichè Iddio non può esser tentato di mali, e altresì non tenta alcuno.13 Μηδεις πειραζομενος ας λεγη οτι απο του Θεου πειραζομαι? διοτι ο Θεος ειναι απειραστος κακων και αυτος ουδενα πειραζει.
14 Ma ciascuno è tentato, essendo attratto e adescato dalla propria concupiscenza.14 Πειραζεται δε εκαστος υπο της ιδιας αυτου επιθυμιας, παρασυρομενος και δελεαζομενος.
15 Poi appresso, la concupiscenza, avendo conceputo, partorisce il peccato; e il peccato, essendo compiuto, genera la morte.15 Επειτα η επιθυμια αφου συλλαβη, γεννα την αμαρτιαν, η δε αμαρτια εκτελεσθεισα γεννα τον θανατον.
16 Non errate, fratelli miei diletti:16 Μη πλανασθε, αδελφοι μου αγαπητοι.
17 ogni buona donazione, ed ogni dono perfetto, è da alto, discendendo dal padre dei lumi, nel quale non vi è mutamento, nè ombra di cambiamento.17 Πασα δοσις αγαθη και παν δωρημα τελειον ειναι ανωθεν καταβαινον απο του Πατρος των φωτων, εις τον οποιον δεν υπαρχει αλλοιωσις η σκια μεταβολης.
18 Egli ci ha di sua volontà generati per la parola della verità, acciocchè siamo in certo modo le primizie delle sue creature18 Εξ ιδιας αυτου θελησεως εγεννησεν ημας δια του λογου της αληθειας, δια να ημεθα ημεις απαρχη τις των κτισματων αυτου.
19 PERCIÒ, fratelli miei diletti, sia ogni uomo pronto all’udire, tardo al parlare, lento all’ira.19 Λοιπον, αδελφοι μου αγαπητοι, ας ειναι πας ανθρωπος ταχυς εις το να ακουη, βραδυς εις το να λαλη, βραδυς εις οργην?
20 Perciocchè l’ira dell’uomo non mette in opera la giustizia di Dio.20 διοτι η οργη του ανθρωπου δεν εργαζεται την δικαιοσυνην του Θεου.
21 Perciò, deposta ogni lordura, e feccia di malizia, ricevete con mansuetudine la parola innestata in voi, la quale può salvar le anime vostre.21 Δια τουτο απορριψαντες πασαν ρυπαριαν και περισσειαν κακιας δεχθητε μετα πραοτητος τον εμφυτευθεντα λογον τον δυναμενον να σωση τας ψυχας σας.
22 E siate facitori della parola, e non solo uditori; ingannando voi stessi.22 Γινεσθε δε εκτελεσται του λογου και μη μονον ακροαται, απατωντες εαυτους.
23 Perciocchè, se alcuno è uditor della parola, e non facitore, egli è simile ad un uomo che considera la sua natia faccia in uno specchio.23 Διοτι εαν τις ηναι ακροατης του λογου και ουχι εκτελεστης, ουτος ομοιαζει με ανθρωπον, οστις θεωρει το φυσικον αυτου προσωπον εν κατοπτρω?
24 Imperocchè, dopo ch’egli si è mirato, egli se ne va, e subito ha dimenticato quale egli fosse.24 διοτι εθεωρησεν εαυτον και ανεχωρησε, και ευθυς ελησμονησεν οποιος ητο.
25 Ma chi avrà riguardato bene addentro nella legge perfetta, che è la legge della libertà, e sarà perseverato; esso, non essendo uditore dimentichevole, ma facitor dell’opera, sarà beato nel suo operare.25 Οστις ομως εγκυψη εις τον τελειον νομον της ελευθεριας και επιμεινη εις αυτον, ουτος γενομενος ουχι ακροατης επιλησμων, αλλ' εκτελεστης εργου, ουτος θελει εισθαι μακαριος εις την εκτελεσιν αυτου.
26 Se alcuno pare esser religioso fra voi, e non tiene a freno la sua lingua, ma seduce il cuor suo, la religion di quel tale è vana.26 Εαν τις μεταξυ σας νομιζη οτι ειναι θρησκος, και δεν χαλινονη την γλωσσαν αυτου αλλ' απατα την καρδιαν αυτου, τουτου η θρησκεια ειναι ματαια.
27 La religione pura ed immacolata, dinanzi a Dio e Padre, è questa; visitar gli orfani, e le vedove, nelle loro afflizioni; e conservarsi puro dal mondo27 Θρησκεια καθαρα και αμιαντος ενωπιον του Θεου και Πατρος ειναι αυτη, να επισκεπτηται τους ορφανους και τας χηρας εν τη θλιψει αυτων, και να φυλαττη εαυτον αμολυντον απο του κοσμου.