Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Évangile selon Matthieu 15


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Des Pharisiens et des maîtres de la Loi étaient arrivés de Jérusalem; ils s’approchèrent de Jésus et lui demandèrent:1 Τοτε προσερχονται προς τον Ιησουν οι απο Ιεροσολυμων γραμματεις και Φαρισαιοι, λεγοντες?
2 "Pourquoi tes disciples laissent-ils de côté la tradition des anciens? Ils ne se lavent pas les mains quand ils prennent leur repas.”2 Δια τι οι μαθηται σου παραβαινουσιν την παραδοσιν των πρεσβυτερων; διοτι δεν νιπτονται τας χειρας αυτων οταν τρωγωσιν αρτον.
3 Alors Jésus leur dit: "Et vous, pourquoi laissez-vous de côté le commandement de Dieu au nom de votre tradition?3 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? Δια τι και σεις παραβαινετε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας;
4 Car Dieu a dit: Honore ton père et ta mère, et aussi: celui qui maudit son père ou sa mère sera mis à mort.4 Διοτι ο Θεος προσεταξε, λεγων? Τιμα τον πατερα σου και την μητερα? και, Ο κακολογων πατερα η μητερα εξαπαντος να θανατονηται?
5 “Mais selon vous, quelqu’un peut répondre à son père ou à sa mère: ‘Ce que tu pourrais attendre de moi, je l’ai consacré à Dieu’.5 σεις ομως λεγετε? Οστις ειπη προς τον πατερα η προς την μητερα, Δωρον ειναι ο, τι ηθελες ωφεληθη εξ εμου, αρκει, και δυναται να μη τιμηση τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου?
6 Et on n’est plus tenu d’aider son père ou sa mère. Donc, avec votre tradition, vous annulez la parole de Dieu.6 και ηκυρωσατε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας.
7 “Comédiens! Le prophète Isaïe a joliment bien parlé de vous quand il a dit:7 Υποκριται, καλως προεφητευσε περι υμων ο Ησαιας, λεγων?
8 Ce peuple m’honore des lèvres mais son cœur est loin de moi.8 Ο λαος ουτος με πλησιαζει με το στομα αυτων και με τα χειλη με τιμα, η δε καρδια αυτων μακραν απεχει απ' εμου.
9 Leur culte ne vaut rien, les préceptes qu’ils enseignent ne sont que des lois humaines.”9 Εις ματην δε με σεβονται, διδασκοντες διδασκαλιας, ενταλματα ανθρωπων.
10 Alors Jésus appelle son monde. Il leur dit: "Écoutez et tâchez de comprendre.10 Και προσκαλεσας τον οχλον, ειπε προς αυτους? Ακουετε και νοειτε.
11 Ce qui entre dans la bouche ne rend pas la personne impure; elle est rendue impure par ce qui sort de sa bouche.”11 Δεν μολυνει τον ανθρωπον το εισερχομενον εις το στομα, αλλα το εξερχομενον εκ του στοματος τουτο μολυνει τον ανθρωπον.
12 Les disciples viennent dire à Jésus: "Sais-tu que les Pharisiens sont scandalisés de ce que tu viens de dire?”12 Τοτε προσελθοντες οι μαθηται αυτου, ειπον προς αυτον? Εξευρεις οτι οι Φαρισαιοι ακουσαντες τον λογον τουτον εσκανδαλισθησαν;
13 Il leur répond: "Toute plante que mon Père du Ciel n’a pas plantée sera arrachée.13 Ο δε αποκριθεις ειπε? Πασα φυτεια, την οποιαν δεν εφυτευσεν ο Πατηρ μου ο ουρανιος, θελει εκριζωθη.
14 Laissez-les; ce sont des guides aveugles, et quand un aveugle guide un autre aveugle, les deux tombent dans le fossé.”14 Αφησατε αυτους? ειναι οδηγοι τυφλοι τυφλων? τυφλος δε τυφλον εαν οδηγη, αμφοτεροι εις βοθρον θελουσι πεσει.
15 Alors Pierre lui dit: "Mais explique-nous donc ta sentence.”15 Αποκριθεις δε ο Πετρος ειπε προς αυτον? Εξηγησον εις ημας την παραβολην ταυτην.
16 Jésus répond: "Vous avez donc vous aussi l’esprit bouché?16 Και ο Ιησους ειπεν? Ετι και σεις ασυνετοι εισθε;
17 Vous ne comprenez pas que tout ce qui entre dans la bouche va dans le ventre et termine aux ordures?17 Δεν εννοειτε ετι οτι παν το εισερχομενον εις το στομα καταβαινει εις την κοιλιαν και εκβαλλεται εις αφεδρωνα;
18 Mais ce qui sort de la bouche vient du cœur, et c’est cela qui rend l’homme impur.18 Τα δε εξερχομενα εκ του στοματος εκ της καρδιας εξερχονται, και εκεινα μολυνουσι τον ανθρωπον.
19 Du cœur proviennent les pensées mauvaises, le meurtre, l’adultère, l’impureté, le vol, les faux témoignages et les calomnies.19 Διοτι εκ της καρδιας εξερχονται διαλογισμοι πονηροι, φονοι, μοιχειαι, πορνειαι, κλοπαι, ψευδομαρτυριαι, βλασφημιαι.
20 Tout cela rend l’homme impur, mais manger sans s’être lavé les mains n’a jamais rendu quelqu’un impur.”20 Ταυτα ειναι τα μολυνοντα τον ανθρωπον? το δε να φαγη τις με ανιπτους χειρας δεν μολυνει τον ανθρωπον.
21 Jésus partit de là et s’en alla vers la frontière de Tyr et Sidon.21 Και εξελθων εκειθεν ο Ιησους ανεχωρησεν εις τα μερη Τυρου και Σιδωνος.
22 Une femme cananéenne, qui venait de ce territoire, arriva alors en criant: "Aie pitié de moi, Seigneur, fils de David! Ma fille est affligée d’un démon!”22 Και ιδου, γυνη Χαναναια, εξελθουσα απο των οριων εκεινων, εκραυγασε προς αυτον λεγουσα? Ελεησον με, Κυριε, υιε του Δαβιδ? η θυγατηρ μου κακως δαιμονιζεται.
23 Jésus ne répond rien. Les disciples insistent auprès de lui: "Renvoie-la, vois comme elle crie après nous!”23 Ο δε δεν απεκριθη προς αυτην λογον. Και προσελθοντες οι μαθηται αυτου, παρεκαλουν αυτον, λεγοντες? Απολυσον αυτην, διοτι κραζει οπισθεν ημων.
24 Jésus leur répond: "Je n’ai été envoyé qu’aux brebis perdues du peuple d’Israël.”24 Ο δε αποκριθεις ειπε? Δεν απεσταλην ειμη εις τα προβατα τα απολωλοτα του οικου Ισραηλ.
25 Mais la femme vient se jeter aux pieds de Jésus en lui disant: "Seigneur, fais quelque chose pour moi!”25 Η δε ελθουσα προσεκυνει αυτον, λεγουσα? Κυριε, βοηθει μοι.
26 Jésus lui répond: "On ne prend pas le pain des enfants pour le jeter aux chiens.”26 Ο δε αποκριθεις ειπε? Δεν ειναι καλον να λαβη τις τον αρτον των τεκνων και να ριψη εις τα κυναρια.
27 La femme lui dit: "Bien sûr, Seigneur, mais les petits chiens mangent les miettes qui tombent de la table des maîtres.”27 Η δε ειπε? Ναι, Κυριε? αλλα και τα κυναρια τρωγουσιν απο των ψιχιων των πιπτοντων απο της τραπεζης των κυριων αυτων.
28 Alors Jésus lui fait cette réponse: "Femme, ta foi est grande, que la chose se fasse comme tu le veux.” Et dès ce moment-là sa fille fut guérie.28 Τοτε αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτην? Ω γυναι, μεγαλη σου η πιστις? ας γεινη εις σε ως θελεις. Και ιατρευθη η θυγατηρ αυτης απο της ωρας εκεινης.
29 Jésus partit de là et vint sur les bords de la mer de Galilée. Il gravit la montagne, et là il s’assit.29 Και μεταβας εκειθεν ο Ιησους, ηλθε παρα την θαλασσαν της Γαλιλαιας, και αναβας εις το ορος εκαθητο εκει.
30 Toute une foule venait à lui; ils amenaient leurs éclopés, des aveugles, des infirmes, des muets et beaucoup d’autres encore. Ils les jetaient à ses pieds et Jésus les guérissait.30 Και ηλθον προς αυτον οχλοι πολλοι εχοντες μεθ' εαυτων χωλους, τυφλους, κωφους, κουλλους και αλλους πολλους? και ερριψαν αυτους εις τους ποδας του Ιησου, και εθεραπευσεν αυτους?
31 En voyant cela la foule était émerveillée: les muets parlaient, les infirmes étaient guéris, les éclopés marchaient, les aveugles voyaient! Et ils rendaient grâce au Dieu d’Israël.31 ωστε οι οχλοι εθαυμασαν βλεποντες κωφους λαλουντας, κουλλους υγιεις, χωλους περιπατουντας και τυφλους βλεποντας? και εδοξασαν τον Θεον του Ισραηλ.
32 Alors Jésus appela à lui ses disciples et leur dit: "J’ai vraiment compassion de ces gens, car voilà trois jours qu’ils sont avec moi et ils n’ont rien à manger. Je ne veux pas les renvoyer à jeun, car ils pourraient se trouver mal en chemin.”32 Ο δε Ιησους, προσκαλεσας τους μαθητας αυτου, ειπε? Σπλαγχνιζομαι δια τον οχλον, διοτι τρεις ηδη ημερας μενουσι πλησιον μου και δεν εχουσι τι να φαγωσι? και να απολυσω αυτους νηστεις δεν θελω, μηποτε αποκαμωσι καθ' οδον.
33 Les disciples lui disent: "L’endroit est désert, comment pourrions-nous trouver assez de pain pour tant de gens?”33 Και λεγουσι προς αυτον οι μαθηται αυτου? Ποθεν εις ημας εν τη ερημια αρτοι τοσοι, ωστε να χορτασωμεν τοσον οχλον;
34 Jésus leur demande: "Combien de pains avez-vous?” Ils disent: "Sept, et quelques petits poissons.”34 Και λεγει προς αυτους ο Ιησους? Ποσους αρτους εχετε; οι δε ειπον? Επτα, και ολιγα οψαρακια.
35 Jésus demande aux gens de s’asseoir par terre.35 Και προσεταξε τους οχλους να καθησωσιν επι την γην.
36 Il prend les sept pains et les poissons, il rend grâces et rompt le pain, puis il commence à le donner aux disciples qui le distribuent à la foule.36 Και λαβων τους επτα αρτους και τα οψαρια, αφου ευχαριστησεν, εκοψε και εδωκεν εις τους μαθητας αυτου, οι δε μαθηται εις τον οχλον.
37 Tous mangèrent et furent rassasiés; on ramassa ce qui restait, de quoi remplir sept corbeilles.37 Και εφαγον παντες και εχορτασθησαν, και εσηκωσαν το περισσευμα των κλασματων επτα σπυριδας πληρεις?
38 C’étaient pourtant près de 4 000 hommes qui avaient mangé, sans compter les femmes et les enfants.38 οι δε τρωγοντες ησαν τετρακισχιλιοι ανδρες εκτος γυναικων και παιδιων.
39 Jésus renvoya la foule et monta dans la barque; il s’en alla vers la frontière de Magadan.39 Αφου δε απελυσε τους οχλους, εισηλθεν εις το πλοιον και ηλθεν εις τα ορια Μαγδαλα.