Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Isaiah (ישעיה) - Isaia 34


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 לְדָוִד בְּשַׁנֹּותֹו אֶת־טַעְמֹו לִפְנֵי אֲבִימֶלֶךְ וַיְגָרֲשֵׁהוּ וַיֵּלַךְ1 Ψαλμος του Δαβιδ, οτε μετεβαλε τον τροπον αυτου εμπροσθεν του Αβιμελεχ? ουτος δε απελυσεν αυτον, και απηλθε.>> Θελω ευλογει τον Κυριον εν παντι καιρω? η αινεσις αυτου θελει εισθαι διαπαντος εν τω στοματι μου.
2 אֲבָרֲכָה אֶת־יְהוָה בְּכָל־עֵת תָּמִיד תְּהִלָּתֹו בְּפִי2 Εις τον Κυριον θελει καυχασθαι η ψυχη μου? οι ταπεινοι θελουσιν ακουσει, και θελουσι χαρη.
3 בַּיהוָה תִּתְהַלֵּל נַפְשִׁי יִשְׁמְעוּ עֲנָוִים וְיִשְׂמָחוּ3 Μεγαλυνατε τον Κυριον μετ' εμου, και ας υψωσωμεν ομου το ονομα αυτου.
4 גַּדְּלוּ לַיהוָה אִתִּי וּנְרֹומְמָה שְׁמֹו יַחְדָּו4 Εξεζητησα τον Κυριον, και επηκουσε μου, και εκ παντων των φοβων μου με ηλευθερωσεν.
5 דָּרַשְׁתִּי אֶת־יְהוָה וְעָנָנִי וּמִכָּל־מְגוּרֹותַי הִצִּילָנִי5 Απεβλεψαν προς αυτον και εφωτισθησαν, και τα προσωπα αυτων δεν κατησχυνθησαν.
6 הִבִּיטוּ אֵלָיו וְנָהָרוּ וּפְנֵיהֶם אַל־יֶחְפָּרוּ6 Ουτος ο πτωχος εκραξε, και ο Κυριος εισηκουσε, και εκ πασων των θλιψεων αυτου εσωσεν αυτον.
7 זֶה עָנִי קָרָא וַיהוָה שָׁמֵעַ וּמִכָּל־צָרֹותָיו הֹושִׁיעֹו7 Αγγελος Κυριου στρατοπεδευει κυκλω των φοβουμενων αυτον και ελευθερονει αυτους.
8 חֹנֶה מַלְאַךְ־יְהוָה סָבִיב לִירֵאָיו וַיְחַלְּצֵם8 Γευθητε και ιδετε οτι αγαθος ο Κυριος? μακαριος ο ανθρωπος ο ελπιζων επ' αυτον.
9 טַעֲמוּ וּרְאוּ כִּי־טֹוב יְהוָה אַשְׁרֵי הַגֶּבֶר יֶחֱסֶה־בֹּו9 Φοβηθητε τον Κυριον, οι αγιοι αυτου? διοτι δεν υπαρχει στερησις εις τους φοβουμενους αυτον.
10 יְראוּ אֶת־יְהוָה קְדֹשָׁיו כִּי־אֵין מַחְסֹור לִירֵאָיו10 Οι πλουσιοι πτωχευουσι και πεινωσιν? αλλ' οι εκζητουντες τον Κυριον δεν στερουνται ουδενος αγαθου.
11 כְּפִירִים רָשׁוּ וְרָעֵבוּ וְדֹרְשֵׁי יְהוָה לֹא־יַחְסְרוּ כָל־טֹוב11 Ελθετε, τεκνα, ακουσατε μου? τον φοβον του Κυριου θελω σας διδαξει.
12 לְכוּ־בָנִים שִׁמְעוּ־לִי יִרְאַת יְהוָה אֲלַמֶּדְכֶם12 Τις ειναι ο ανθρωπος οστις θελει ζωην, αγαπα ημερας, δια να ιδη καλον;
13 מִי־הָאִישׁ הֶחָפֵץ חַיִּים אֹהֵב יָמִים לִרְאֹות טֹוב13 Φυλαττε την γλωσσαν σου απο κακου, και τα χειλη σου απο του να λαλωσι δολον?
14 נְצֹר לְשֹׁונְךָ מֵרָע וּשְׂפָתֶיךָ מִדַּבֵּר מִרְמָה14 Εκκλινον απο του κακου και πραττε το αγαθον? ζητει ειρηνην και κυνηγει αυτην.
15 סוּר מֵרָע וַעֲשֵׂה־טֹוב בַּקֵּשׁ שָׁלֹום וְרָדְפֵהוּ15 Οι οφθαλμοι του Κυριου ειναι επι τους δικαιους, και τα ωτα αυτου εις την κραυγην αυτων.
16 עֵינֵי יְהוָה אֶל־צַדִּיקִים וְאָזְנָיו אֶל־שַׁוְעָתָם16 Το προσωπον του Κυριου ειναι κατα των πραττοντων κακον, δια να αφανιση απο της γης το μνημοσυνον αυτων.
17 פְּנֵי יְהוָה בְּעֹשֵׂי רָע לְהַכְרִית מֵאֶרֶץ זִכְרָם17 Εκραξαν οι δικαιοι, και ο Κυριος εισηκουσε, και εκ πασων των θλιψεων αυτων ελευθερωσεν αυτους.
18 צָעֲקוּ וַיהוָה שָׁמֵעַ וּמִכָּל־צָרֹותָם הִצִּילָם18 Ο Κυριος ειναι πλησιον των συντετριμμενων την καρδιαν, και σωζει τους ταπεινους το πνευμα.
19 קָרֹוב יְהוָה לְנִשְׁבְּרֵי־לֵב וְאֶת־דַּכְּאֵי־רוּחַ יֹושִׁיעַ19 Πολλαι αι θλιψεις του δικαιου, αλλ' εκ πασων τουτων θελει ελευθερωσει αυτον ο Κυριος.
20 רַבֹּות רָעֹות צַדִּיק וּמִכֻּלָּם יַצִּילֶנּוּ יְהוָה20 Αυτος φυλαττει παντα τα οστα αυτου? ουδεν εκ τουτων θελει συντριφθη.
21 שֹׁמֵר כָּל־עַצְמֹותָיו אַחַת מֵהֵנָּה לֹא נִשְׁבָּרָה21 Η κακια θελει θανατωσει τον αμαρτωλον? και οι μισουντες τον δικαιον θελουσιν απολεσθη.
22 תְּמֹותֵת רָשָׁע רָעָה וְשֹׂנְאֵי צַדִּיק יֶאְשָׁמוּ22 Ο Κυριος λυτρονει την ψυχην των δουλων αυτου, και δεν θελουσιν απολεσθη παντες οι ελπιζοντες επ' αυτον.
23 פֹּודֶה יְהוָה נֶפֶשׁ עֲבָדָיו וְלֹא יֶאְשְׁמוּ כָּל־הַחֹסִים בֹּו