Scrutatio

Lunedi, 10 giugno 2024 - Santa Faustina di Cizico ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Marco 1


font
LA SACRA BIBBIAGREEK BIBLE
1 Inizio del vangelo di Gesù Cristo, Figlio di Dio.1 Αρχη του ευαγγελιου του Ιησου Χριστου, Υιου του Θεου.
2 Conforme a quanto sta scritto in Isaia profeta: Ecco, io mando il mio messaggero davanti a te, il quale preparerà la tua via.2 Καθως ειναι γεγραμμενον εν τοις προφηταις? Ιδου, εγω αποστελλω τον αγγελον μου προ προσωπου σου, οστις θελει κατασκευασει την οδον σου εμπροσθεν σου?
3 Voce di uno che grida nel deserto: Appianate la via del Signore, rendete dritti i suoi sentieri,3 Φωνη βοωντος εν τη ερημω, ετοιμασατε την οδον του Κυριου, ευθειας καμετε τας τριβους αυτου.
4 apparve Giovanni il battezzatore nel deserto, predicando un battesimo di penitenza per la remissione dei peccati.4 Ητο ο Ιωαννης βαπτιζων εν τη ερημω και κηρυττων βαπτισμα μετανοιας εις αφεσιν αμαρτιων.
5 Andavano da lui tutti gli abitanti della regione della Giudea e di Gerusalemme e si facevano battezzare da lui nel fiume Giordano, mentre confessavano i loro peccati.5 Και εξηρχοντο προς αυτον ολος ο τοπος της Ιουδαιας και οι Ιεροσολυμιται, και εβαπτιζοντο παντες εν τω Ιορδανη ποταμω υπ' αυτου, εξομολογουμενοι τας αμαρτιας αυτων.
6 Giovanni aveva un vestito di peli di cammello, una cintura di cuoio intorno ai fianchi e si nutriva di locuste e miele selvatico.6 Ητο δε ο Ιωαννης ενδεδυμενος τριχας καμηλου και εχων ζωνην δερματινην περι την οσφυν αυτου, και τρωγων ακριδας και μελι αγριον.
7 Predicava dicendo: "Dopo di me viene uno che è più forte di me, a cui io non sono degno di piegarmi a sciogliere i legacci dei suoi calzari.7 Και εκηρυττε, λεγων? Ερχεται ο ισχυροτερος μου οπισω μου, του οποιου δεν ειμαι αξιος σκυψας να λυσω το λωριον των υποδηματων αυτου.
8 Io vi ho battezzato con acqua; ma egli vi battezzerà con Spirito Santo".8 Εγω μεν σας εβαπτισα εν υδατι, αυτος δε θελει σας βαπτισει εν Πνευματι Αγιω.
9 Ora, in quei giorni, Gesù giunse da Nazaret di Galilea e fu battezzato da Giovanni nel Giordano.9 Και εν εκειναις ταις ημεραις ηλθεν ο Ιησους απο Ναζαρετ της Γαλιλαιας και εβαπτισθη υπο Ιωαννου εις τον Ιορδανην.
10 Quindi, mentre risaliva dall'acqua, vide i cieli che si squarciavano e lo Spirito che discendeva su di lui come colomba.10 Και ευθυς ενω ανεβαινεν απο του υδατος, ειδε τους ουρανους σχιζομενους και το Πνευμα καταβαινον ως περιστεραν επ' αυτον?
11 E una voce venne dai cieli: "Tu sei il Figlio mio diletto; in te mi sono compiaciuto".11 και φωνη εγεινεν εκ των ουρανων? Συ εισαι ο Υιος μου ο αγαπητος, εις τον οποιον ευηρεστηθην.
12 Successivamente lo Spirito lo spinse nel deserto.12 Και ευθυς το Πνευμα εκβαλλει αυτον εις την ερημον?
13 Egli rimase nel deserto quaranta giorni, tentato da Satana. Era con le fiere e gli angeli lo servivano.13 και ητο εκει εν τη ερημω ημερας τεσσαρακοντα πειραζομενος υπο του Σατανα, και ητο μετα των θηριων, και οι αγγελοι υπηρετουν αυτον.
14 Dopo che Giovanni fu arrestato, Gesù venne in Galilea, predicando il vangelo di Dio.14 Αφου δε παρεδοθη ο Ιωαννης, ηλθεν ο Ιησους εις την Γαλιλαιαν κηρυττων το ευαγγελιον της βασιλειας του Θεου
15 Diceva: "Il tempo è compiuto e il regno di Dio è giunto: convertitevi e credete al vangelo".15 και λεγων οτι επληρωθη ο καιρος και επλησιασεν η βασιλεια του Θεου? μετανοειτε και πιστευετε εις το ευαγγελιον.
16 Passando lungo il mare di Galilea, vide Simone e Andrea, fratello di Simone, che gettavano le reti in mare. Infatti, erano pescatori.16 Περιπατων δε παρα την θαλασσαν της Γαλιλαιας, ειδε τον Σιμωνα και Ανδρεαν τον αδελφον αυτου, ριπτοντας δικτυον εις την θαλασσαν? διοτι ησαν αλιεις?
17 Disse loro Gesù: "Seguitemi e vi farò diventare pescatori di uomini".17 και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Ελθετε οπισω μου, και θελω σας καμει να γεινητε αλιεις ανθρωπων.
18 Prontamente, essi, lasciate le reti, lo seguirono.18 Και ευθυς αφησαντες τα δικτυα αυτων, ηκολουθησαν αυτον.
19 Procedendo poco più oltre, vide Giacomo di Zebedeo e Giovanni suo fratello, che stavano anch'essi sulla barca, rassettando le reti,19 Και προχωρησας εκειθεν ολιγον, ειδεν Ιακωβον τον του Ζεβεδαιου και Ιωαννην τον αδελφον αυτου, και αυτους εν τω πλοιω επισκευαζοντας τα δικτυα,
20 e subito li chiamò. Essi, lasciato il loro padre Zebedeo con gli operai sulla barca, gli andarono appresso.20 και ευθυς εκαλεσεν αυτους. Και αφησαντες τον πατερα αυτων Ζεβεδαιον εν τω πλοιω μετα των μισθωτων, υπηγον οπισω αυτου.
21 Vanno a Cafarnao. Quindi egli, entrato di sabato nella sinagoga, si mise a insegnare.21 Και εισερχονται εις Καπερναουμ? και ευθυς εν τω σαββατω εισελθων ο Ιησους εις την συναγωγην εδιδασκε.
22 E si stupivano del suo insegnamento, giacché li ammaestrava come uno che ha autorità e non come gli scribi.22 Και εξεπληττοντο δια την διδαχην αυτου? διοτι εδιδασκεν αυτους ως εχων εξουσιαν, και ουχι ως οι γραμματεις.
23 Vi era nella loro sinagoga un uomo posseduto da uno spirito immondo, il quale si mise a gridare:23 Και ητο εν τη συναγωγη αυτων ανθρωπος εχων πνευμα ακαθαρτον, και ανεκραξε,
24 "Che c'è fra noi e te, Gesù Nazareno? Sei venuto a rovinarci? Io so chi tu sei: il Santo di Dio!".24 λεγων? Φευ, τι ειναι μεταξυ ημων και σου, Ιησου Ναζαρηνε; ηλθες να μας απολεσης; σε γνωριζω τις εισαι, ο Αγιος του Θεου.
25 Ma Gesù lo sgridò dicendogli: "Taci ed esci da lui!".25 Και επετιμησεν αυτο ο Ιησους, λεγων? Σιωπα και εξελθε εξ αυτου.
26 Allora lo spirito impuro lo scosse violentemente, poi mandò un grande grido e uscì da lui.26 Και το πνευμα το ακαθαρτον, αφου εσπαραξεν αυτον και εκραξε μετα φωνης μεγαλης, εξηλθεν εξ αυτου.
27 Tutti furono presi da spavento, tanto che si chiedevano tra loro: "Che è mai questo? Una dottrina nuova, data con autorità. Comanda perfino agli spiriti impuri e questi gli ubbidiscono".27 Και παντες εξεπλαγησαν, ωστε συνεζητουν προς αλληλους, λεγοντες? Τι ειναι τουτο; τις αυτη η νεα διδαχη, διοτι μετα εξουσιας προσταζει και τα ακαθαρτα πνευματα, και υπακουουσιν εις αυτον;
28 Quindi la sua fama si sparse ovunque, per tutta la regione della Galilea.28 Εξηλθε δε η φημη αυτου ευθυς εις ολην την περιχωρον της Γαλιλαιας.
29 Usciti dalla sinagoga, vennero nella casa di Simone e Andrea, insieme con Giacomo e Giovanni.29 Και ευθυς εξελθοντες εκ της συναγωγης, ηλθον εις την οικιαν Σιμωνος και Ανδρεου μετα του Ιακωβου και Ιωαννου.
30 Or la suocera di Simone giaceva a letto con la febbre e subito gli parlarono di lei.30 Η δε πενθερα του Σιμωνος ητο κατακοιτος πασχουσα πυρετον. Και ευθυς ελαλησαν προς αυτον περι αυτης.
31 Avvicinatosi, le prese la mano e la fece alzare. La febbre la lasciò ed ella si mise a servirli.31 Και πλησιασας ηγειρεν αυτην πιασας την χειρα αυτης, και αφηκεν αυτην ο πυρετος ευθυς, και υπηρετει αυτους.
32 Venuta la sera, quando il sole fu tramontato, gli conducevano ogni sorta di malati e di indemoniati.32 Αφου δε εγεινεν εσπερα, οτε εδυσεν ο ηλιος, εφεραν προς αυτον παντας τους πασχοντας και τους δαιμονιζομενους?
33 Tutta la città si era raccolta davanti alla porta!33 και η πολις ολη ητο συνηγμενη εμπροσθεν της θυρας?
34 Egli guarì molti malati di varie malattie e scacciò molti demòni, ma non permetteva che i demòni parlassero, perché lo conoscevano bene.34 και εθεραπευσε πολλους πασχοντας διαφορους αρρωστιας, και δαιμονια πολλα εξεβαλε, και δεν αφινε τα δαιμονια να λαλωσιν, επειδη εγνωριζον αυτον.
35 La mattina dopo, molto presto, alzatosi uscì e si ritirò in un luogo solitario, ove rimase a pregare.35 Και το πρωι ενω ητο ορθρος βαθυς, σηκωθεις εξηλθε? και υπηγεν εις ερημον τοπον και εκει προσηυχετο.
36 Allora Simone con i suoi compagni si mise a cercarlo;36 Και εδραμον κατοπιν αυτου ο Σιμων και οι μετ' αυτου,
37 e, avendolo trovato, gli dicono: "Tutti ti cercano!".37 και ευροντες αυτον λεγουσι προς αυτον οτι παντες σε ζητουσι.
38 Dice loro: "Andiamo altrove, nei villaggi vicini, per predicare anche là. Per questo, infatti, sono uscito".38 Και λεγει προς αυτους? Ας υπαγωμεν εις τας πλησιον κωμοπολεις, δια να κηρυξω και εκει? επειδη δια τουτο εξηλθον.
39 E se ne andò predicando nelle loro sinagoghe per tutta la Galilea e scacciando i demòni.39 Και εκηρυττεν εν ταις συναγωγαις αυτων εις ολην την Γαλιλαιαν και εξεβαλλε τα δαιμονια.
40 Gli si avvicina un lebbroso e lo supplica in ginocchio dicendogli: "Se vuoi, puoi mondarmi".40 Και ερχεται προς αυτον λεπρος παρακαλων αυτον και γονυπετων εμπροσθεν αυτου και λεγων προς αυτον οτι, εαν θελης, δυνασαι να με καθαρισης.
41 Mossosi a compassione, Gesù stese la mano, lo toccò e gli disse: "Sì, lo voglio; sii mondato!".41 Ο δε Ιησους σπλαγχνισθεις, εξετεινε την χειρα και ηγγισεν αυτον και λεγει προς αυτον? Θελω, καθαρισθητι.
42 Subito la lebbra si allontanò da lui e fu mondato.42 Και ως ειπε τουτο, ευθυς εφυγεν απ' αυτου η λεπρα, και εκαθαρισθη.
43 Quindi con tono severo lo mandò via43 Και προσταξας αυτον εντονως, ευθυς απεπεμψεν αυτον
44 dicendogli: "Bada di non dir niente a nessuno; piuttosto va' a mostrarti al sacerdote e offri, in testimonianza per essi, quanto prescritto da Mosè per la tua purificazione".44 και λεγει προς αυτον? Προσεχε μη ειπης προς μηδενα μηδεν, αλλ' υπαγε, δειξον σεαυτον εις τον ιερεα και προσφερε περι του καθαρισμου σου οσα προσεταξεν ο Μωυσης δια μαρτυριαν εις αυτους.
45 Quegli, però, allontanatosi di lì, incominciò a proclamare insistentemente e a divulgare il fatto, sicché Gesù non poteva più entrare apertamente in una città, ma se ne restava fuori, in luoghi solitari. Tuttavia la gente accorreva a lui da ogni parte.45 Αλλ' εκεινος εξελθων ηρχισε να κηρυττη πολλα και να διαφημιζη τον λογον, ωστε πλεον δεν ηδυνατο αυτος να εισελθη φανερα εις πολιν, αλλ' ητο εξω εν ερημοις τοποις? και ηρχοντο προς αυτον πανταχοθεν.