Scrutatio

Domenica, 19 maggio 2024 - San Celestino V - Pietro di Morrone ( Letture di oggi)

Habakkuk 3


font
NEW AMERICAN BIBLEGREEK BIBLE
1 Prayer of Habakkuk, the prophet. To a plaintive tune.1 Προσευχη Αββακουμ του προφητου επι Σιγιωνωθ.
2 O LORD, I have heard your renown, and feared, O LORD, your work. In the course of the years revive it, in the course of the years make it known; in your wrath remember compassion!2 Κυριε, ηκουσα την ακοην σου και εφοβηθην? Κυριε, ζωοποιει το εργον σου εν μεσω των ετων? Εν μεσω των ετων γνωστοποιει, αυτο? εν τη οργη σου μνησθητι ελεους.
3 God comes from Teman , the Holy One from Mount Paran. Covered are the heavens with his glory, and with his praise the earth is filled.3 Ο Θεος ηλθεν απο Θαιμαν και ο Αγιος απο του ορους Φαραν? Διαψαλμα. εκαλυψεν ουρανους η δοξα αυτου, και της αινεσεως αυτου ητο πληρης η γη?
4 His splendor spreads like the light; rays shine forth from beside him, where his power is concealed.4 Και η λαμψις αυτου ητο ως το φως? ακτινες εξηρχοντο εκ της χειρος αυτου, και εκει ητο ο κρυψων της ισχυος αυτου.
5 Before him goes pestilence, and the plague follows in his steps.5 Εμπροσθεν αυτου προεπορευετο ο θανατος, και αστραπαι εξηρχοντο υπο τους ποδας αυτου.
6 He pauses to survey the earth; his look makes the nations tremble. The eternal mountains are shattered, the age-old hills bow low along his ancient ways.6 Εσταθη και διεμετρησε την γην? επεβλεψε και διελυσε τα εθνη? και τα ορη τα αιωνια συνετριβησαν, οι αιωνιοι βουνοι εταπεινωθησαν? αι οδοι αυτου ειναι αιωνιοι.
7 I see the tents of Cushan collapse; trembling are the pavilions of the land of Midian.7 Ειδον τας σκηνας της Αιθιοπιας εν θλιψει? ετρομαξαν τα παραπετασματα της γης Μαδιαμ.
8 Is your anger against the streams, O LORD? Is your wrath against the streams, your rage against the sea, That you drive the steeds of your victorious chariot?8 Μηπως ωργισθη ο Κυριος κατα των ποταμων; μηπως ητο ο θυμος σου κατα των ποταμων; η η οργη σου κατα της θαλασσης, ωστε επεβης επι τους ιππους σου και επι τας αμαξας σου προς σωτηριαν;
9 Bared and ready is your bow, filled with arrows is your quiver. Into streams you split the earth;9 Εσυρθη εξω το τοξον σου, καθως μεθ' ορκου ανηγγειλας εις τας φυλας. Διαψαλμα. Συ διεσχισας την γην εις ποταμους.
10 at sight of you the mountains tremble. A torrent of rain descends; the ocean gives forth its roar. The sun forgets to rise,10 Σε ειδον τα ορη και ετρομαξαν. Κατακλυσμος υδατων επηλθεν? η αβυσσος ανεπεμψε την φωνην αυτης, ανυψωσε τας χειρας αυτης.
11 the moon remains in its shelter, At the light of your flying arrows, at the gleam of your flashing spear.11 Ο ηλιος και η σεληνη εσταθησαν εν τω κατοικητηριω αυτων? εν τω φωτι των βελων σου περιεπατουν, εν τη λαμψει της αστραπτουσης λογχης σου.
12 In wrath you bestride the earth, in fury you trample the nations.12 Εν αγανακτησει διηλθες την γην, εν θυμω κατεπατησας τα εθνη.
13 You come forth to save your people, to save your anointed one. You crush the heads of the wicked, you lay bare their bases at the neck.13 Εξηλθες εις σωτηριαν του λαου σου, εις σωτηριαν του χριστου σου? επαταξας τον αρχηγον του οικου των ασεβων, απεκαλυψας τα θεμελια εως βαθους. Διαψαλμα.
14 You pierce with your shafts the heads of their princes whose boast would be of devouring the wretched in their lair.14 Διεπερασας με τας λογχας αυτου την κεφαλην των στραταρχων αυτου? εφωρμησαν ως ανεμοστροβιλος δια να μη διασκορπισωσιν? η αγαλλιασις αυτων ητο ως εαν εμελλον κρυφιως να καταφαγωσι τον πτωχον.
15 You tread the sea with your steeds amid the churning of the deep waters.15 Διεβης δια της θαλασσης μετα των ιππων σου, δια σωρων υδατων πολλων.
16 I hear, and my body trembles; at the sound, my lips quiver. Decay invades my bones, my legs tremble beneath me. I await the day of distress that will come upon the people who attack us.16 Ηκουσα, και τα εντοσθια μου συνεταραχθησαν? τα χειλη μου ετρεμον εις την φωνην? η σαθροτης εισηλθεν εις τα οστα μου, και υποκατω μου ελαβον τρομον? πλην εν τη ημερα της θλιψεως θελω αναπαυθη, οταν αναβη κατα του λαου ο μελλων να εκπορθηση αυτον.
17 For though the fig tree blossom not nor fruit be on the vines, Though the yield of the olive fail and the terraces produce no nourishment, Though the flocks disappear from the fold and there be no herd in the stalls,17 Αν και η συκη δεν θελει βλαστησει, μηδε θελει εισθαι καρπος εν ταις αμπελοις? ο κοπος της ελαιας θελει ματαιωθη, και οι αγροι δεν θελουσι δωσει τροφην? το ποιμνιον θελει εξολοθρευθη απο της μανδρας, και δεν θελουσιν εισθαι βοες εν τοις σταυλοις?
18 Yet will I rejoice in the LORD and exult in my saving God.18 Εγω ομως θελω ευφραινεσθαι εις τον Κυριον, θελω χαιρει εις τον Θεον της σωτηριας μου.
19 GOD, my Lord, is my strength; he makes my feet swift as those of hinds and enables me to go upon the heights. For the leader; with stringed instruments.19 Κυριος ο Θεος ειναι η δυναμις μου, και θελει καμει τους ποδας μου ως των ελαφων? και θελει με καμει να περιπατω επι τους υψηλους τοπους μου. Εις τον πρωτον μουσικον επι Νεγινωθ.