1 τις δωη μοι εν τη ερημω σταθμον εσχατον και καταλειψω τον λαον μου και απελευσομαι απ' αυτων οτι παντες μοιχωνται συνοδος αθετουντων | 1 Bárcsak lenne a pusztában számomra egy vándornak való szállás, hogy elhagyhatnám népemet, és elmehetnék tőlük! Mert mindnyájan házasságtörők, hűtlenek gyülekezete. |
2 και ενετειναν την γλωσσαν αυτων ως τοξον ψευδος και ου πιστις ενισχυσεν επι της γης οτι εκ κακων εις κακα εξηλθοσαν και εμε ουκ εγνωσαν | 2 »Felajzották nyelvüket, mint az íjat; hazugsággal és nem igazsággal lettek hatalmasok az országban; mert gonoszságról gonoszságra haladnak, és engem nem ismernek – mondja az Úr. – |
3 εκαστος απο του πλησιον αυτου φυλαξασθε και επ' αδελφοις αυτων μη πεποιθατε οτι πας αδελφος πτερνη πτερνιει και πας φιλος δολιως πορευσεται | 3 Mindenki őrizkedjék a társától, és egyetlen testvérben se bízzatok, mert minden testvér csalva csal, és minden társ rágalmazva jár! |
4 εκαστος κατα του φιλου αυτου καταπαιξεται αληθειαν ου μη λαλησωσιν μεμαθηκεν η γλωσσα αυτων λαλειν ψευδη ηδικησαν και ου διελιπον του επιστρεψαι | 4 Mindenki becsapja a társát, és nem beszélnek igazat; hazug beszédre tanítják nyelvüket, gonosztevésben fáradoznak. |
5 τοκος επι τοκω δολος επι δολω ουκ ηθελον ειδεναι με | 5 Álnokság közepette van a lakásod, álnokságukban nem akarnak tudni rólam,« – mondja az Úr. |
6 δια τουτο ταδε λεγει κυριος ιδου εγω πυρωσω αυτους και δοκιμω αυτους οτι ποιησω απο προσωπου πονηριας θυγατρος λαου μου | 6 Ezért így szól a Seregek Ura: »Íme, én megolvasztom és megpróbálom őket, mert mi mást tehetnék népem leánya miatt? |
7 βολις τιτρωσκουσα η γλωσσα αυτων δολια τα ρηματα του στοματος αυτων τω πλησιον αυτου λαλει ειρηνικα και εν εαυτω εχει την εχθραν | 7 Gyilkos nyíl a nyelvük, álnokságot beszél; szájával békességről beszél társának, de bensejében cselt vet neki. |
8 μη επι τουτοις ουκ επισκεψομαι λεγει κυριος η εν λαω τω τοιουτω ουκ εκδικησει η ψυχη μου | 8 Vajon ezekért ne büntessem meg őket? – mondja az Úr. – Vagy ilyen nemzeten ne bosszuljam meg magam?« |
9 επι τα ορη λαβετε κοπετον και επι τας τριβους της ερημου θρηνον οτι εξελιπον παρα το μη ειναι ανθρωπους ουκ ηκουσαν φωνην υπαρξεως απο πετεινων του ουρανου και εως κτηνων εξεστησαν ωχοντο | 9 A hegyek miatt sírásba és gyászénekbe kezdek, és a puszta legelői miatt siratódalba, mert fölperzselődtek, senki sem jár arra, és nem hallják nyájnak hangját; az ég madaraitól az állatokig, elbujdostak, elmentek. |
10 και δωσω την ιερουσαλημ εις μετοικιαν και εις κατοικητηριον δρακοντων και τας πολεις ιουδα εις αφανισμον θησομαι παρα το μη κατοικεισθαι | 10 »Kőhalmazzá teszem Jeruzsálemet, sakálok tanyájává; Júda városait pedig pusztasággá teszem, és nem lesz lakójuk.« |
11 τις ο ανθρωπος ο συνετος και συνετω τουτο και ω λογος στοματος κυριου προς αυτον αναγγειλατω υμιν ενεκεν τινος απωλετο η γη ανηφθη ως ερημος παρα το μη διοδευεσθαι αυτην | 11 Ki az a bölcs ember, aki megérti ezt? Akihez szólt az Úr szája, hogy hirdesse: Miért pusztult el az ország, és perzselődött fel, mint a puszta, ahol senki sem jár? |
12 και ειπεν κυριος προς με δια το εγκαταλιπειν αυτους τον νομον μου ον εδωκα προ προσωπου αυτων και ουκ ηκουσαν της φωνης μου | 12 Ezt mondja az Úr: »Mivel elhagyták törvényemet, melyet elébük adtam, nem hallgattak szavamra, és nem jártak aszerint, |
13 αλλ' επορευθησαν οπισω των αρεστων της καρδιας αυτων της κακης και οπισω των ειδωλων α εδιδαξαν αυτους οι πατερες αυτων | 13 hanem szívük megátalkodottsága és a Baálok után mentek, amire atyáik tanították őket,« |
14 δια τουτο ταδε λεγει κυριος ο θεος ισραηλ ιδου εγω ψωμιω αυτους αναγκας και ποτιω αυτους υδωρ χολης | 14 azért így szól a Seregek Ura, Izrael Istene: »Íme, én ürömmel etetem meg ezt a népet, és mérgezett vízzel itatom meg őket. |
15 και διασκορπιω αυτους εν τοις εθνεσιν εις ους ουκ εγινωσκον αυτοι και οι πατερες αυτων και επαποστελω επ' αυτους την μαχαιραν εως του εξαναλωσαι αυτους εν αυτη | 15 Szétszórom őket a nemzetek közé, melyeket nem ismertek sem ők, sem atyáik; és elküldöm utánuk a kardot, míg meg nem semmisítem őket. |
16 ταδε λεγει κυριος καλεσατε τας θρηνουσας και ελθετωσαν και προς τας σοφας αποστειλατε και φθεγξασθωσαν | 16 Így szól a Seregek Ura: Figyeljetek, és hívjátok a siratóasszonyokat, hadd jöjjenek! Küldjetek a hozzáértő asszonyokért, hadd jöjjenek!« |
17 και λαβετωσαν εφ' υμας θρηνον και καταγαγετωσαν οι οφθαλμοι υμων δακρυα και τα βλεφαρα υμων ρειτω υδωρ | 17 Siessenek, és kezdjenek fölöttünk gyászénekbe, hadd ússzék könnyben a szemünk, és a szempillánk víztől ázzék! |
18 οτι φωνη οικτου ηκουσθη εν σιων πως εταλαιπωρησαμεν κατησχυνθημεν σφοδρα οτι εγκατελιπομεν την γην και απερριψαμεν τα σκηνωματα ημων | 18 Mert gyászének hangja hallatszik Sionból: »Hogy elpusztultunk! Mily nagyon megszégyenültünk! Mert el kellett hagynunk az országot, mert feldúlták hajlékainkat!« |
19 ακουσατε δη γυναικες λογον θεου και δεξασθω τα ωτα υμων λογους στοματος αυτου και διδαξατε τας θυγατερας υμων οικτον και γυνη την πλησιον αυτης θρηνον | 19 Halljátok hát, asszonyok, az Úr igéjét, és fogadja be fületek szájának igéjét! Tanítsátok leányaitokat gyászénekre, és mindenki a társnőjét siratódalra! |
20 οτι ανεβη θανατος δια των θυριδων υμων εισηλθεν εις την γην υμων του εκτριψαι νηπια εξωθεν και νεανισκους απο των πλατειων | 20 Mert felhágott a halál ablakainkba, bejött palotáinkba; hogy kiirtsa a gyermekeket az utcáról, az ifjakat a terekről. |
21 και εσονται οι νεκροι των ανθρωπων εις παραδειγμα επι προσωπου του πεδιου της γης υμων και ως χορτος οπισω θεριζοντος και ουκ εσται ο συναγων | 21 Beszélj! Így szól az Úr: »Ott hever az emberek holtteste, mint trágya a mezőn, és mint kéve az arató mögött, melyet senki sem szed össze.« |
22 ταδε λεγει κυριος μη καυχασθω ο σοφος εν τη σοφια αυτου και μη καυχασθω ο ισχυρος εν τη ισχυι αυτου και μη καυχασθω ο πλουσιος εν τω πλουτω αυτου | 22 Így szól az Úr: »Ne dicsekedjék a bölcs bölcsességével, és ne dicsekedjék az erős erejével; ne dicsekedjék a gazdag gazdagságával! |
23 αλλ' η εν τουτω καυχασθω ο καυχωμενος συνιειν και γινωσκειν οτι εγω ειμι κυριος ποιων ελεος και κριμα και δικαιοσυνην επι της γης οτι εν τουτοις το θελημα μου λεγει κυριος | 23 Hanem azzal dicsekedjék, aki dicsekszik, hogy értelmes, és tudja rólam, hogy én vagyok az Úr, aki kegyelmet gyakorolok, jogot és igazságot a földön; mert ezekben telik kedvem, – mondja az Úr. – |
24 ιδου ημεραι ερχονται λεγει κυριος και επισκεψομαι επι παντας περιτετμημενους ακροβυστιας αυτων | 24 Íme, jönnek napok – mondja az Úr –, amikor meglátogatok minden körülmetéltet, aki mégis körülmetéletlen; |
25 επ' αιγυπτον και επι την ιουδαιαν και επι εδωμ και επι υιους αμμων και επι υιους μωαβ και επι παντα περικειρομενον τα κατα προσωπον αυτου τους κατοικουντας εν τη ερημω οτι παντα τα εθνη απεριτμητα σαρκι και πας οικος ισραηλ απεριτμητοι καρδιας αυτων | 25 Egyiptomot és Júdát, Edomot és Ammon fiait, Moábot és minden megnyírt halántékút, akik a pusztában laknak. Mert minden nemzet körülmetéletlen, és Izrael egész háza körülmetéletlen szívű.« |