Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΗΣΑΙΑΣ - Isaia - Isaiah 14


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ελεησει κυριος τον ιακωβ και εκλεξεται ετι τον ισραηλ και αναπαυσονται επι της γης αυτων και ο γιωρας προστεθησεται προς αυτους και προστεθησεται προς τον οικον ιακωβ1 Mert megkönyörül az Úr Jákobon, kiválasztja még egyszer Izraelt, és letelepíti őket földjükön. Az idegenek majd hozzájuk csatlakoznak, és Jákob házához társulnak.
2 και λημψονται αυτους εθνη και εισαξουσιν εις τον τοπον αυτων και κατακληρονομησουσιν και πληθυνθησονται επι της γης του θεου εις δουλους και δουλας και εσονται αιχμαλωτοι οι αιχμαλωτευσαντες αυτους και κυριευθησονται οι κυριευσαντες αυτων2 A nemzetek kézbeveszik őket, és elviszik lakóhelyükre, Izrael háza pedig tulajdonává teszi az idegeneket az Úr földjén, szolgákká és szolgálókká. Azokat viszik fogságba, akik elhurcolták őket, s ők uralkodni fognak sanyargatóikon.
3 και εσται εν τη ημερα εκεινη αναπαυσει σε ο θεος εκ της οδυνης και του θυμου σου και της δουλειας σου της σκληρας ης εδουλευσας αυτοις3 Ez történik majd azon a napon, amikor az Úr nyugalmat ad neked szenvedésed és gyötrelmed után, a kemény szolgaság után, melyben szolgáltál:
4 και λημψη τον θρηνον τουτον επι τον βασιλεα βαβυλωνος και ερεις εν τη ημερα εκεινη πως αναπεπαυται ο απαιτων και αναπεπαυται ο επισπουδαστης4 ezt a gúnydalt fogod zengeni Babilon királyáról: »Hogy eltűnt a sanyargató, hogy eltűnt a szorongatás!
5 συνετριψεν ο θεος τον ζυγον των αμαρτωλων τον ζυγον των αρχοντων5 Összetörte az Úr az istentelenek botját, a zsarnokok vesszejét,
6 παταξας εθνος θυμω πληγη ανιατω παιων εθνος πληγην θυμου η ουκ εφεισατο6 mely népeket vert dühödten szüntelen veréssel, nemzeteket igázott le haragjában kegyetlen üldözéssel.
7 ανεπαυσατο πεποιθως πασα η γη βοα μετ' ευφροσυνης7 Megnyugodott és megpihent az egész föld, ujjongásban tört ki.
8 και τα ξυλα του λιβανου ευφρανθησαν επι σοι και η κεδρος του λιβανου αφ' ου συ κεκοιμησαι ουκ ανεβη ο κοπτων ημας8 A ciprusok is örülnek miattad, s a Libanon cédrusai: ‘Mióta ledöntöttek téged, nem jön fel senki kiirtani minket.’
9 ο αδης κατωθεν επικρανθη συναντησας σοι συνηγερθησαν σοι παντες οι γιγαντες οι αρξαντες της γης οι εγειραντες εκ των θρονων αυτων παντας βασιλεις εθνων9 Lent az alvilág megrendült jöttödre; felriasztja kedvedért az árnyakat, a föld minden fejedelmét, felkelti trónjáról a nemzetek minden királyát.
10 παντες αποκριθησονται και ερουσιν σοι και συ εαλως ωσπερ και ημεις εν ημιν δε κατελογισθης10 Valamennyien megszólalnak, és ezt mondják neked: ‘Te is gyenge lettél, mint mi, hozzánk hasonlóvá lettél.’
11 κατεβη δε εις αδου η δοξα σου η πολλη σου ευφροσυνη υποκατω σου στρωσουσιν σηψιν και το κατακαλυμμα σου σκωληξ11 Az alvilágba szállt alá kevélységed és hárfáid zengése; rothadás alattad a fekvőhely, és férgek a takaród.
12 πως εξεπεσεν εκ του ουρανου ο εωσφορος ο πρωι ανατελλων συνετριβη εις την γην ο αποστελλων προς παντα τα εθνη12 Hogyan hullottál le az égből, te hajnalcsillag, a hajnalpírnak fia? Lebuktál a földre, nemzetek legyőzője!
13 συ δε ειπας εν τη διανοια σου εις τον ουρανον αναβησομαι επανω των αστρων του ουρανου θησω τον θρονον μου καθιω εν ορει υψηλω επι τα ορη τα υψηλα τα προς βορραν13 Te azt mondtad magadban: ‘Az égbe szállok fel, Isten csillagai fölé emelem trónomat, leülök a gyülekezet hegyén, a messzi északon.
14 αναβησομαι επανω των νεφελων εσομαι ομοιος τω υψιστω14 Felmegyek a magas felhők fölé, hasonló leszek a Magasságbelihez.’
15 νυν δε εις αδου καταβηση και εις τα θεμελια της γης15 De az alvilágba szállsz alá, a verem legmélyére!
16 οι ιδοντες σε θαυμασουσιν επι σοι και ερουσιν ουτος ο ανθρωπος ο παροξυνων την γην σειων βασιλεις16 Akik meglátnak, rád néznek, és téged figyelnek: ‘Hát ez az, aki megremegtette a földet, aki megrendítette a királyságokat?
17 ο θεις την οικουμενην ολην ερημον και τας πολεις καθειλεν τους εν επαγωγη ουκ ελυσεν17 Ő az, aki a földkerekséget sivataggá tette, városait lerombolta, és foglyait nem engedte haza?
18 παντες οι βασιλεις των εθνων εκοιμηθησαν εν τιμη ανθρωπος εν τω οικω αυτου18 A nemzetek királyai mind dicsőségben nyugszanak, mindenki a házában;
19 συ δε ριφηση εν τοις ορεσιν ως νεκρος εβδελυγμενος μετα πολλων τεθνηκοτων εκκεκεντημενων μαχαιραις καταβαινοντων εις αδου ον τροπον ιματιον εν αιματι πεφυρμενον ουκ εσται καθαρον19 téged azonban kivetnek sírodból, mint eldobott sarjat, beborítva meggyilkoltakkal, akik kard által vesztek el, és leszállnak a verem köveire; kidobnak, mint eltaposott hullát.
20 ουτως ουδε συ εση καθαρος διοτι την γην μου απωλεσας και τον λαον μου απεκτεινας ου μη μεινης εις τον αιωνα χρονον σπερμα πονηρον20 Temetésben nem lesz részed, mint nekik, mert földedet tönkretetted, népedet legyilkoltad; kihal neve mindörökre a gonoszok ivadékának!
21 ετοιμασον τα τεκνα σου σφαγηναι ταις αμαρτιαις του πατρος σου ινα μη αναστωσιν και την γην κληρονομησωσιν και εμπλησωσι την γην πολεων21 Készítsetek fiainak vágóhidat, atyáik bűne miatt, nehogy felkeljenek, és birtokba vegyék az országot, s betöltsék a földkerekség színét városokkal!’«
22 και επαναστησομαι αυτοις λεγει κυριος σαβαωθ και απολω αυτων ονομα και καταλειμμα και σπερμα ταδε λεγει κυριος22 »Felkelek ellenük – mondja a Seregek Ura –, és kiirtom Babilon nevét és maradékát, sarjadékát és ivadékát – mondja az Úr. –
23 και θησω την βαβυλωνιαν ερημον ωστε κατοικειν εχινους και εσται εις ουδεν και θησω αυτην πηλου βαραθρον εις απωλειαν23 Sündisznó odvává teszem, és mocsárrá, elsöpröm a pusztítás seprűjével« – mondja a Seregek Ura.
24 ταδε λεγει κυριος σαβαωθ ον τροπον ειρηκα ουτως εσται και ον τροπον βεβουλευμαι ουτως μενει24 Megesküdött a Seregek Ura, és így szólt: »Bizony, ahogy elgondoltam, úgy lesz, és amint elterveztem, úgy következik be.
25 του απολεσαι τους ασσυριους απο της γης της εμης και απο των ορεων μου και εσονται εις καταπατημα και αφαιρεθησεται απ' αυτων ο ζυγος αυτων και το κυδος αυτων απο των ωμων αφαιρεθησεται25 Összetöröm Asszíriát országomban, és hegyeimen eltaposom őt; leveszem róluk igáját, és terhét vállukról leemelem.«
26 αυτη η βουλη ην βεβουλευται κυριος επι την οικουμενην ολην και αυτη η χειρ η υψηλη επι παντα τα εθνη της οικουμενης26 Ez az elhatározott terv az egész föld felől, és ez a kinyújtott kéz az összes nemzet fölött.
27 α γαρ ο θεος ο αγιος βεβουλευται τις διασκεδασει και την χειρα την υψηλην τις αποστρεψει27 Mert amit a Seregek Ura eltervezett, ki hiúsíthatja meg? És ha keze ki van nyújtva, ki fordíthatja el?
28 του ετους ου απεθανεν αχαζ ο βασιλευς εγενηθη το ρημα τουτο28 Ácház király halálának évében hangzott el ez a kijelentés:
29 μη ευφρανθειητε παντες οι αλλοφυλοι συνετριβη γαρ ο ζυγος του παιοντος υμας εκ γαρ σπερματος οφεων εξελευσεται εκγονα ασπιδων και τα εκγονα αυτων εξελευσονται οφεις πετομενοι29 »Ne örvendezz, egész Filisztea, hogy összetört a botja a téged verőnek! Mert a kígyó gyökeréből áspiskígyó sarjad, és kígyó magva csak repülő kígyó.
30 και βοσκηθησονται πτωχοι δι' αυτου πτωχοι δε ανδρες επ' ειρηνης αναπαυσονται ανελει δε λιμω το σπερμα σου και το καταλειμμα σου ανελει30 A szegények elsőszülöttei jóllaknak, és a szűkölködők biztonságban pihennek; de a te gyökeredet éhséggel pusztítom el, és maradékodat megölöm.
31 ολολυζετε πυλαι πολεων κεκραγετωσαν πολεις τεταραγμεναι οι αλλοφυλοι παντες οτι καπνος απο βορρα ερχεται και ουκ εστιν του ειναι31 Jajgass, kapu! Kiálts, város! Reszkess, egész Filisztea! Mert észak felől füst közeleg, és nincs szökevény seregeiben.«
32 και τι αποκριθησονται βασιλεις εθνων οτι κυριος εθεμελιωσεν σιων και δι' αυτου σωθησονται οι ταπεινοι του λαου32 Mit feleljenek a nemzet követeinek? »Az Úr alapozta meg Siont, és benne keresnek menedéket népének szegényei!«