Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Evangélium Márk szerint 2


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Néhány nap múlva újra bement Kafarnaumba,1 Και μεθ' ημερας παλιν εισηλθεν εις Καπερναουμ και ηκουσθη οτι ειναι εις οικον.
2 és elterjedt a híre, hogy a házban van. Sokan összegyűltek, úgyhogy már az ajtóhoz sem fértek, és hirdette nekik az igét.2 Και ευθυς συνηχθησαν πολλοι, ωστε δεν εχωρουν πλεον αυτους ουδε τα προθυρα? και εκηρυττεν εις αυτους τον λογον.
3 Közben odajöttek hozzá néhányan, akik egy bénát hoztak, négyen cipelték.3 Και ερχονται προς αυτον φεροντες παραλυτικον, βασταζομενον υπο τεσσαρων?
4 Mivel nem tudták eléje vinni a tömeg miatt, kibontották a ház tetejét, ahol ő volt, és átlyukasztva azt, lebocsátották az ágyat, amelyen a béna feküdt.4 και μη δυναμενοι να πλησιασωσιν εις αυτον εξ αιτιας του οχλου, εχαλασαν την στεγην οπου ητο, και διατρυπησαντες καταβιβαζουσι τον κραββατον, εφ' ου κατεκειτο ο παραλυτικος.
5 A hitüket látva Jézus így szólt a bénához: »Fiam! Bűneid bocsánatot nyertek.«5 Ιδων δε ο Ιησους την πιστιν αυτων, λεγει προς τον παραλυτικον? Τεκνον, συγκεχωρημεναι ειναι εις σε αι αμαρτιαι σου.
6 Ültek ott néhányan az írástudók közül is. Ezek azt gondolták magukban:6 Ησαν δε τινες των γραμματεων εκει καθημενοι και διαλογιζομενοι εν ταις καρδιαις αυτων?
7 »Hogyan beszélhet ez így? Káromkodik. Ki bocsáthatja meg a bűnöket más, mint egyedül az Isten?«7 Δια τι ουτος λαλει τοιαυτας βλασφημιας; τις δυναται να συγχωρη αμαρτιας ειμη εις, ο Θεος;
8 Jézus rögtön észrevette lelkében, hogy így gondolkodnak magukban, ezért azt mondta nekik: »Miért gondoljátok ezeket szívetekben?8 Και ευθυς νοησας ο Ιησους δια του πνευματος αυτου οτι ουτω διαλογιζονται καθ' εαυτους, ειπε προς αυτους? Δια τι διαλογιζεσθε ταυτα εν ταις καρδιαις σας;
9 Mi könnyebb, azt mondani a bénának: ‘Bocsánatot nyertek bűneid’, vagy azt mondani: ‘Kelj föl, vedd ágyadat és járj’?9 τι ειναι ευκολωτερον, να ειπω προς τον παραλυτικον, Συγκεχωρημεναι ειναι αι αμαρτιαι σου, η να ειπω, Σηκωθητι και επαρε τον κραββατον σου και περιπατει;
10 Hogy pedig lássátok, hogy az Emberfiának hatalma van a földön a bűnöket megbocsátani – ekkor a bénához fordult: –10 αλλα δια να γνωρισητε οτι εξουσιαν εχει ο Υιος του ανθρωπου επι της γης να συγχωρη αμαρτιας λεγει προς τον παραλυτικον?
11 Mondom neked, kelj föl, vedd ágyadat és menj haza!«11 Προς σε λεγω, Σηκωθητι και επαρε τον κραββατον σου και υπαγε εις τον οικον σου.
12 Az pedig mindjárt fel is kelt, fogta az ágyát, és elment mindenki szeme láttára, úgyhogy mindnyájan csodálkoztak, és dicsőítették az Istent. Ezt mondták: »Ilyet még nem láttunk soha.«12 Και ηγερθη ευθυς και σηκωσας τον κραββατον, εξηλθεν ενωπιον παντων, ωστε εξεπληττοντο παντες και εδοξαζον τον Θεον, λεγοντες οτι ουδεποτε ειδομεν τοιαυτα.
13 Ezután megint kiment a tenger mellé. Az egész tömeg hozzá sereglett, és tanította őket.13 Και εξηλθε παλιν παρα την θαλασσαν? και πας ο οχλος ηρχετο προς αυτον, και εδιδασκεν αυτους.
14 Amint továbbment, meglátta Lévit, Alfeus fiát a vámnál ülni, és megszólította: »Kövess engem!« Az fölkelt, és követte őt.14 Και διαβαινων ειδε Λευιν τον του Αλφαιου καθημενον εις το τελωνιον, και λεγει προς αυτον? Ακολουθει με. Και σηκωθεις ηκολουθησεν αυτον.
15 Mikor később asztalhoz ült ennek a házában, sok vámos és bűnös telepedett le Jézussal és tanítványaival együtt; sokan voltak ugyanis, akik követték őt.15 Και ενω εκαθητο εις την τραπεζαν εν τη οικια αυτου, συνεκαθηντο και πολλοι τελωναι και αμαρτωλοι μετα του Ιησου και των μαθητων αυτου? διοτι ησαν πολλοι, και ηκολουθησαν αυτον.
16 Az írástudók és a farizeusok, azt látva, hogy a bűnösökkel és vámosokkal eszik, megkérdezték tanítványait: »Miért eszik a ti Mesteretek vámosokkal és bűnösökkel?«16 Οι δε γραμματεις και Φαρισαιοι, ιδοντες αυτον τρωγοντα μετα των τελωνων και αμαρτωλων, ελεγον προς τους μαθητας αυτου? Δια τι μετα των τελωνων και αμαρτωλων τρωγει και πινει;
17 Jézus meghallotta és azt mondta nekik: »Nem az egészségeseknek kell az orvos, hanem a betegeknek, nem az igazakat jöttem hívni, hanem a bűnösöket.«17 Και ακουσας ο Ιησους, λεγει προς αυτους? Δεν εχουσι χρειαν ιατρου οι υγιαινοντες, αλλ' οι πασχοντες? δεν ηλθον δια να καλεσω δικαιους αλλα αμαρτωλους εις μετανοιαν.
18 János tanítványai és a farizeusok böjtöltek. Odajöttek néhányan, és megkérdezték Jézustól: »Miért böjtölnek János és a farizeusok tanítványai, a te tanítványaid pedig nem böjtölnek?«18 Οι μαθηται δε του Ιωαννου και οι των Φαρισαιων ενηστευον. Και ερχονται και λεγουσι προς αυτον? Δια τι οι μαθηται του Ιωαννου και οι των Φαρισαιων νηστευουσιν, οι δε μαθηται σου δεν νηστευουσι;
19 Jézus így felelt: »Vajon böjtölhet-e a násznép, amíg velük van a vőlegény? Amíg náluk van a vőlegény, nem böjtölhetnek.19 Και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Μηπως δυνανται οι υιοι του νυμφωνος, ενοσω ο νυμφιος ειναι μετ' αυτων, να νηστευωσιν; οσον καιρον εχουσι τον νυμφιον μεθ' εαυτων, δεν δυνανται να νηστευωσι?
20 Eljönnek azonban a napok, amikor elveszik tőlük a vőlegényt: akkor majd böjtölnek, azon a napon.20 θελουσιν ομως ελθει ημεραι, οταν αφαιρεθη απ' αυτων ο νυμφιος, και τοτε θελουσι νηστευσει εν εκειναις ταις ημεραις.
21 Senki sem varr régi ruhára nyers szövetből foltot, mert elszakítja az ép részt is, és a szakadás még nagyobb lesz.21 Και ουδεις ραπτει επιρραμμα αγναφου πανιου επι ιματιον παλαιον? ει δε μη, το αναπληρωμα αυτου το νεον αφαιρει απο του παλαιου, και γινεται σχισμα χειροτερον.
22 Senki sem tölt új bort régi tömlőkbe, különben a bor szétszakítja a tömlőket, és kiömlik, s a tömlők is tönkremennek. Az új bor új tömlőkbe való.«22 Και ουδεις βαλλει οινον νεον εις ασκους παλαιους? ει δε μη, ο οινος ο νεος διασχιζει τους ασκους, και ο οινος εκχεεται και οι ασκοι φθειρονται? αλλα πρεπει οινος νεος να βαλληται εις ασκους νεους.
23 Történt ismét, hogy amikor szombaton a vetések közt járt, tanítványai útközben tépdesni kezdték a kalászokat.23 Και οτε διεβαινεν εν σαββατω δια των σπαρτων, οι μαθηται αυτου, ενω ωδευον, ηρχισαν να ανασπωσι τα ασταχυα.
24 A farizeusok azt mondták neki: »Nézd, azt csinálják szombaton, amit nem szabad.«24 Και οι Φαρισαιοι ελεγον προς αυτον? Ιδου, δια τι πραττουσιν εν τοις σαββασιν εκεινο, το οποιον δεν συγχωρειται;
25 Ő így felelt nekik: »Sohasem olvastátok, mit cselekedett Dávid , amikor szükséget szenvedett, és éhezett ő, és akik vele voltak?25 Και αυτος ελεγε προς αυτους? Ποτε δεν ανεγνωσατε τι επραξεν ο Δαβιδ, οτε ελαβε χρειαν και επεινασεν αυτος και οι μετ' αυτου;
26 Hogyan ment be az Isten házába Abjatár főpap idejében, és evett a kitett kenyerekből, amelyeket nem szabad másnak megenni, csak a papoknak, és adott a vele lévőknek is?«26 πως εισηλθεν εις τον οικον του Θεου επι Αβιαθαρ του αρχιερεως, και εφαγε τους αρτους της προθεσεως, τους οποιους δεν ειναι συγκεχωρημενον ειμη εις τους ιερεις να φαγωσι, και εδωκε και εις τους οντας μετ' αυτου;
27 Aztán hozzátette: »A szombat lett az emberért, és nem az ember a szombatért.27 Και ελεγε προς αυτους? το σαββατον εγεινε δια τον ανθρωπον, ουχι ο ανθρωπος δια το σαββατον?
28 Ezért az Emberfia ura a szombatnak is.«28 ωστε ο Υιος του ανθρωπου κυριος ειναι και του σαββατου.