Scrutatio

Domenica, 2 giugno 2024 - Santi Marcellino e Pietro ( Letture di oggi)

ΚΡΙΤΑΙ - Giudici - Judges 1


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Και μετα τον θανατον του Ιησου, ηρωτησαν οι υιοι Ισραηλ τον Κυριον, λεγοντες, Τις θελει αναβη υπερ ημων πρωτος κατα των Χαναναιων, δια να πολεμηση αυτους;1 Dopo la morte di Iosuè sì domandarono i figliuoli d' Israel consiglio da Dio Signore, e dissero: chi anderà dinanzi da noi, e sarà nostro capitano (e guidatore dell' oste) contro al Cananeo?
2 Και ειπεν ο Κυριος, Ο Ιουδας θελει αναβη? ιδου, παρεδωκα τον τοπον εις την χειρα αυτου.2 E disse Iddio Signore: Giuda sarà quello il quale sarà vostro duca (e capitano e guidatore); ecco ch' io v' hoe dato il Cananeo nelle vostre mani.
3 Και ειπεν ο Ιουδας προς Συμεων τον αδελφον αυτου, Αναβα μετ' εμου εις τον κληρον μου, δια να πολεμησωμεν τους Χαναναιους, και εγω ομοιως θελω ελθει μετα σου εις τον κληρον σου. Και υπηγε μετ' αυτου ο Συμεων.3 E disse Giuda a Simeone suo fratello: vieni meco in mia compagnia, e combatti meco contro il Cananeo, e io verrò teco (in tua compagnia) ad acquistare la parte tua. E andò con lui Simeone.
4 Και ο Ιουδας ανεβη? και παρεδωκεν ο Κυριος τους Χαναναιους και τους Φερεζαιους εις την χειρα αυτων? και επαταξαν εξ αυτων εν Βεζεκ δεκα χιλιαδας ανδρων.4 E andò Giuda, e diede Iddio Signore nelle sue mani il Cananeo e il Ferezeo; e uccisono in Bezec diecimilia uomini.
5 Και ευρηκαν τον Αδωνι-Βεζεκ εν Βεζεκ, και επολεμησαν αυτον και επαταξαν τους Χαναναιους και τους Φερεζαιους.5 E trovarono Adonibezec in Bezec, e sì combatterono contra lui; e sì isconfissero (con esso lui insieme e uccisono) il Cananeo e il Ferezeo.
6 Ο δε Αδωνι-Βεζεκ εφυγε? και εκεινοι κατεδιωξαν οπισω αυτου και συνελαβον αυτον και απεκοψαν τους μεγαλους δακτυλους των χειρων αυτου και των ποδων αυτου.6 Ma Adonibezec sì fuggì; e sì gli è ito dietro; e sì lo presono, e sì gli tagliarono tutte le dita delle mani e de' piedi.
7 Και ειπεν ο Αδωνι-Βεζεκ, Εβδομηκοντα βασιλεις, αποκεκομμενοι τους μεγαλους δακτυλους των χειρων αυτων και των ποδων, εσυναζον τα πιπτοντα υποκατω της τραπεζης μου? ως εγω εκαμα, ουτως ανταπεδωκεν εις εμε ο Θεος. Και εφεραν αυτον εις Ιερουσαλημ, και απεθανεν εκει.7 E disse Adonibezec: settanta re, i quali aveano tutti tagliate le dita delle mani e de' piedi, (e istavano e) ricoglievano (gli minuzzoli del pane e) quello che rimanea de' cibi della mensa mia: così come io feci, così m' hae renduto ora Iddio Signore. E sì lo menarono in Ierusalem, e quivi si morì.
8 Και οι υιοι Ιουδα επολεμησαν κατα της Ιερουσαλημ και εκυριευσαν αυτην? και επαταξαν αυτην εν στοματι μαχαιρας και την πολιν παρεδωκαν εις πυρ.8 E combattendo i figliuoli di Giuda Ierusalem, sì la pigliarono e cacciàrola a terra, mettendola tutta al fuoco e (gli uomini e le femine) alle punta delle coltella.
9 Και μετα ταυτα κατεβησαν οι υιοι Ιουδα δια να πολεμησωσι τους Χαναναιους, τους κατοικουντας εν τη ορεινη και εν τη μεσημβρινη και εν τη πεδινη.9 E poi vegnendo più giuso, combatterono contro al Cananeo, il quale abitava suso alle montagne, e dalla parte del mezzodì, e nelle pianure.
10 Και υπηγεν ο Ιουδας εναντιον των Χαναναιων των κατοικουντων εν Χεβρων? το δε ονομα της Χεβρων ητο προτερον Κιριαθ-αρβα? και εθανατωσαν τον Σεσαι, και τον Αχιμαν και τον Θαλμαι.10 E andando Giuda contro al Cananeo, il quale abitava in Ebron; il cui nome anticamente si chiamava Cariatarbe; sì isconfisse (e uccise) Sesai e Aiman e Tolmai.
11 Και εκειθεν υπηγον εναντιον των κατοικων της Δεβειρ? το δε ονομα της Δεβειρ ητο προτερον Κιριαθ-σεφερ.11 E partito quindi, sì andò agli abitatori (della città) di Dabir, il cui nome si era anticamente Cariat Sefer, cioè cittade delle lettere.
12 Και ειπεν ο Χαλεβ, Οστις παταξη την Κιριαθ-σεφερ και κυριευση αυτην, εις τουτον θελω δωσει Αχσαν την θυγατερα μου εις γυναικα.12 E disse Caleb: chi (isconfiggerà e) piglierà Cariat Sefer, e sì guasterà quella, io sì gli darò Asa, mia figliuola, per moglie.
13 Και εκυριευσεν αυτην Γοθονιηλ ο υιος του Κενεζ, ο νεωτερος αδελφος του Χαλεβ? και εδωκεν εις αυτον Αχσαν την θυγατερα αυτου εις γυναικα.13 E avendola presa Otoniel figliuolo di Cenez, fratello minore di Caleb, e' si gli diede la sua figliuola per moglie.
14 Και αυτη, οτε απηρχετο, παρεκινησεν αυτον να ζητηση παρα του πατρος αυτης τον αγρον? και κατεβη απο του ονου? και ειπε προς αυτην ο Χαλεβ, τι θελεις;14 La quale andando per la via, sì la (ammaestrò e) ammonì il marito suo, ch' ella domandasse (e chiedesse) al padre suo uno campo. La quale sospirando, (istando) e sedendo in su l'asino, sì le disse Caleb: che hai tu?
15 Η δε ειπε προς αυτον, Δος μοι ευλογιαν? επειδη εδωκας εις εμε γην μεσημβρινην, δος μοι και πηγας υδατων. Και εδωκεν εις αυτην ο Χαλεβ τας ανω πηγας και τας κατω πηγας.15 E quella respuose: dàmmi alcuna benedizione; imperciò che tu m' hai data terra arida (e secca), dàmmi ancora terra con rivi d'acqua. E dielle Caleb uno rivo di sopra e uno rivo di sotto.
16 Και ανεβησαν οι υιοι του Κεναιου, πενθερου του Μωυσεως, εκ της πολεως των φοινικων μετα των υιων Ιουδα εις την ερημον του Ιουδα, την προς μεσημβριαν της Αραδ? και υπηγον και κατωκησαν μετα του λαου.16 Ma i figliuoli di Cineo, cognato di Moisè, sì partirono suso della città delle palme, coi figliuoli di Giuda, nel deserto della sorte sua, il quale è dal mezzodì di Arad, e sì abitarono con lui.
17 Και υπηγεν ο Ιουδας μετα του Συμεων αδελφου αυτου, και επαταξαν τους Χαναναιους τους κατοικουντας την Σεφαθ, και κατεστρεψαν αυτην? και ωνομασαν την πολιν Ορμα.17 E andò Giuda insieme con Simeone suo fratello, e sì isconfissono insieme il Cananeo il quale abitava in Sefaat, e sì lo uccisono. E fue chiamato il nome suo della città ORMA, cioè (città) iscomunicata.
18 Ο Ιουδας εκυριευσε και την Γαζαν και τα ορια αυτης, και την Ασκαλωνα και τα ορια αυτης, και την Ακκαρων και τα ορια αυτης.18 E pigliò Giuda Gaza colli suoi confini, e anco Ascalone, e ancora Accarone co' suoi confini.
19 Και ητο Κυριος μετα του Ιουδα? και εκυριευσε το ορος? αλλα δεν ηδυνηθη να εκδιωξη τους κατοικους της κοιλαδος, διοτι ειχον αμαξας σιδηρας.19 E fu Iddio con Giuda, e tutte le montagne possedette; e non poteo ispegnere gli abitatori della valle, imperciò che abbondavano i carri che aveano alle ruote coltella taglienti.
20 Και εδοθη η Χεβρων εις τον Χαλεβ, καθως ειπεν ο Μωυσης? και εξεδιωξεν εκειθεν τους τρεις υιους του Ανακ.20 E diedero a Caleb la cittade di Ebron, sì come avea detto Moisè; il quale sì ne spense tre figliuoli di Enac.
21 Τον δε Ιεβουσαιον, τον κατοικουντα εν Ιερουσαλημ, δεν εξεδιωξαν οι υιοι Βενιαμιν? δια τουτο ο Ιεβουσαιος κατωκησε μετα των υιων Βενιαμιν εν Ιερουσαλημ εως της ημερας ταυτης.21 Ma il Jebuseo, abitatore di Jerusalem, non ispenseno i figliuoli di Beniamin; e abitò il Iebuseo, insieme co' figliuoli di Beniamin, in Ierusalem insino al dì d'oggi.
22 Και ο οικος Ιωσηφ ανεβησαν και αυτοι επι Βαιθηλ? και ο Κυριος ητο μετ' αυτων.22 E la casa di Iosef sì andò suso in Betel, e fue Iddio con loro.
23 Και απεστειλεν ο οικος Ιωσηφ να κατασκοπευσωσι την Βαιθηλ? το δε ονομα της πολεως ητο προτερον Λουζ.23 Ma quando assediavano la città, la quale prima si chiamava Luza,
24 Και ειδον οι κατασκοποι ανθρωπον εξερχομενον εκ της πολεως, και ειπον προς αυτον, Δειξον εις ημας, παρακαλουμεν, την εισοδον της πολεως, και θελομεν καμει ελεος εις σε.24 videro uno uomo che usciva della città, e sì gli dissero mostraci l'entrada della città; farèmoti misericordia.
25 Και εδειξεν εις αυτους την εισοδον της πολεως, και επαταξαν την πολιν εν στοματι μαχαιρας? τον δε ανθρωπον και πασαν την συγγενειαν αυτου απεπεμψαν.25 Il quale avendola loro mostrata, sì (entrarono dentro, e) presono la cittade, e ogni gente misono alle punta delle coltella; ma quello uomo, con tutto il suo parentado, sì lasciarono andare.
26 Και υπηγεν ο ανθρωπος εις την γην των Χετταιων και ωκοδομησε πολιν, και ωνομασεν αυτην Λουζ? τουτο ειναι το ονομα αυτης εως ημερας ταυτης.26 Il quale, lasciato, se n' andò nella terra di Ettim; e quivi sì edificò una cittade, e sì la chiamò Luza; la quale così si chiama insino al dì d' oggi.
27 Ουδε ο Μανασσης εξεδιωξε τους κατοικους της Βαιθ-σαν και των κωμων αυτης, ουτε της Θααναχ και των κωμων αυτης, ουτε τους κατοικους της Δωρ και των κωμων αυτης, ουτε τους κατοικους της Ιβλεαμ και των κωμων αυτης, ουτε τους κατοικους της Μεγιδδω και των κωμων αυτης? αλλ' οι Χαναναιοι επεμενον να κατοικωσιν εν τω τοπω εκεινω.27 E Manasse non guastò, Betsan e Tanac con le ville sue, e gli abitatori di Dor e di Ieblaam e di Mageddo colle ville sue; incominciò il Cananeo ad abitare con loro.
28 Και οτε κατεσταθη ο Ισραηλ δυνατος, υπεβαλε τους Χαναναιους εις φορον και δεν εξεδιωξεν αυτους ολοκληρως.28 E poi che sì fu confortato (e riposato) Israel, si gli fece suoi tributarii; nè non gli volse ispegnere (nè uccidere).
29 Ουδε ο Εφραιμ εξεδιωξε τους Χαναναιους τους κατοικουντας εν Γεζερ? αλλ' οι Χαναναιοι κατωκουν εν Γεζερ μεταξυ αυτων.29 E ancora Efraim non uccise il Cauaneo il quale abitava in Gazer, ma abitò con esso (loro).
30 Ουδε ο Ζαβουλων εξεδιωξε τους κατοικουντας την Κιτρων ουδε τους κατοικουντας την Νααλωλ? αλλ' οι Χαναναιοι κατωκουν μεταξυ αυτων και εγειναν υποτελεις.30 Zabulon non ispense (e cacciò a terra nè uccise) gli abitatori di Cetron e di Naalol; ma abitò (e istette) il Cananeo nel mezzo di loro, e diventò suo tributario.
31 Ουδε ο Ασηρ εξεδιωξε τους κατοικους της Ακχω, ουτε τους κατοικους της Σιδωνος, ουτε της Ααλαβ, ουτε της Αχζιβ, ουτε της Χελβα, ουτε της Αφικ, ουτε της Ρεωβ?31 Ancora Aser non ispense (e non uccise) gli abitatori di Acco e di Sidone e di Aalab e di Acazib, di Elba e di Afec e di Roob;
32 αλλ' ο Ασηρ κατωκει μεταξυ των Χαναναιων των κατοικων του τοπου? διοτι δεν εξεδιωξεν αυτους.32 e abitò (Aser) nel mezzo del Cananeo, abitatore di quella terra, e non lo uccise.
33 Ουδε ο Νεφθαλι εξεδιωξε τους κατοικους της Βαιθ-σεμες, ουτε τους κατοικους της Βαιθ-αναθ, αλλα κατωκει μεταξυ των Χαναναιων των κατοικων του τοπου? οι δε κατοικοι της Βαιθ-σεμες και της Βαιθ-αναθ εγειναν υποτελεις εις αυτον.33 E Neftali ancora non ispense (nè uccise) gli abitatori di Betsames e di Betanat; e abitò (Neftali) tra il Cananeo abitatore di quella terra, e furongli suoi tributarii i Betsamiti e' Betaniti.
34 Και συνεκλεισαν οι Αμορραιοι τους υιους Δαν εις το ορος? διοτι δεν αφινον αυτους να καταβαινωσιν εις την κοιλαδα?34 E strinse l' Amorreo i figliuoli di Dan in sul monte, e non dièdono loro luogo, che potessono venire giuso ne' piani;
35 οι δε Αμορραιοι επεμενον να κατοικωσιν εν τω ορει Ερες, εις Αιαλων και εις Σααλβιμ? η χειρ ομως του οικου Ιωσηφ υπερισχυσεν, ωστε εγειναν υποτελεις.35 e abitò nel monte di ARES, il quale tanto viene a dire quanto testimonianza, in Aialon e Salebim. E aggravò Iosef e la casa sua [la mano] (sopra l'Amorreo), e fue suo tributario.
36 Το δε οριον την Αμορραιων ητο απο της αναβασεως της Ακραββιμ, απο της Πετρας και επανω.36 E fue il termine degli Amorrei del salire della pietra dello scorpione e tutti i luoghi di sopra.