Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Luca - Luke 16


font
GREEK BIBLENEW JERUSALEM
1 Ελεγε δε και προς τους μαθητας αυτου? Ητο ανθρωπος τις πλουσιος, οστις ειχεν οικονομον, και ουτος κατηγορηθη προς αυτον ως διασκορπιζων τα υπαρχοντα αυτου.1 He also said to his disciples, 'There was a rich man and he had a steward who was denounced to himfor being wasteful with his property.
2 Και κραξας αυτον, ειπε προς αυτον? Τι ειναι τουτο το οποιον ακουω περι σου; δος τον λογαριασμον της οικονομιας σου? διοτι δεν θελεις δυνηθη πλεον να ησαι οικονομος.2 He called for the man and said, "What is this I hear about you? Draw me up an account of yourstewardship because you are not to be my steward any longer."
3 Ειπε δε καθ' εαυτον ο οικονομος? Τι να καμω, επειδη ο κυριος μου αφαιρει απ' εμου την οικονομιαν; να σκαπτω δεν δυναμαι, να ζητω εντρεπομαι?3 Then the steward said to himself, "Now that my master is taking the stewardship from me, what am I todo? Dig? I am not strong enough. Go begging? I should be too ashamed.
4 ενοησα τι πρεπει να καμω, δια να με δεχθωσιν εις τους οικους αυτων, οταν αποβληθω της οικονομιας.4 Ah, I know what I wil do to make sure that when I am dismissed from office there will be some towelcome me into their homes."
5 Και προσκαλεσας ενα εκαστον των χρεωφειλετων του κυριου αυτου, ειπε προς τον πρωτον? Ποσον χρεωστεις εις τον κυριον μου;5 'Then he called his master's debtors one by one. To the first he said, "How much do you owe mymaster?"
6 Ο δε ειπεν? Εκατον μετρα ελαιου. Και ειπε προς αυτον? Λαβε το εγγραφον σου και καθησας ταχεως γραψον πεντηκοντα.6 "One hundred measures of oil," he said. The steward said, "Here, take your bond; sit down and quickly write fifty."
7 Επειτα ειπε προς αλλον? Συ δε ποσον χρεωστεις; Ο δε ειπεν? Εκατον μοδια σιτου. Και λεγει προς αυτον? Λαβε το εγγραφον σου και γραψον ογδοηκοντα.7 To another he said, "And you, sir, how much do you owe?" "One hundred measures of wheat," hesaid. The steward said, "Here, take your bond and write eighty."
8 Και επηνεσεν ο κυριος τον αδικον οικονομον, οτι φρονιμως επραξε? διοτι οι υιοι του αιωνος τουτου ειναι φρονιμωτεροι εις την εαυτων γενεαν παρα τους υιους του φωτος.8 'The master praised the dishonest steward for his astuteness. For the children of this world are moreastute in dealing with their own kind than are the children of light.'
9 Και εγω σας λεγω? Καμετε εις εαυτους φιλους εκ του μαμωνα της αδικιας, δια να σας δεχθωσιν εις τας αιωνιους σκηνας, οταν εκλειψητε.9 'And so I tel you this: use money, tainted as it is, to win you friends, and thus make sure that when itfails you, they wil welcome you into eternal dwel ings.
10 Ο εν τω ελαχιστω πιστος και εν τω πολλω πιστος ειναι, και ο εν τω ελαχιστω αδικος και εν τω πολλω αδικος ειναι.10 Anyone who is trustworthy in little things is trustworthy in great; anyone who is dishonest in littlethings is dishonest in great.
11 Εαν λοιπον εις τον αδικον μαμωνα δεν εφανητε πιστοι, τον αληθινον πλουτον τις θελει σας εμπιστευθη;11 If then you are not trustworthy with money, that tainted thing, who wil trust you with genuine riches?
12 Και εαν εις το ξενον δεν εφανητε πιστοι, τις θελει σας δωσει το ιδικον σας;12 And if you are not trustworthy with what is not yours, who will give you what is your very own?
13 Ουδεις δουλος δυναται να δουλευη δυο κυριους διοτι η τον ενα θελει μισησει και τον αλλον θελει αγαπησει? η εις τον ενα θελει προσκολληθη και τον αλλον θελει καταφρονησει. Δεν δυνασθε να δουλευητε Θεον και μαμωνα.13 'No servant can be the slave of two masters: he wil either hate the first and love the second, or beattached to the first and despise the second. You cannot be the slave both of God and of money.'
14 Ηκουον δε ταυτα παντα και οι Φαρισαιοι, φιλαργυροι οντες, και περιεγελων αυτον.14 The Pharisees, who loved money, heard all this and jeered at him.
15 Και ειπε προς αυτους? Σεις εισθε οι δικαιονοντες εαυτους ενωπιον των ανθρωπων, ο Θεος ομως γνωριζει τας καρδιας σας? διοτι εκεινο, το οποιον μεταξυ των ανθρωπων ειναι υψηλον, βδελυγμα ειναι ενωπιον του Θεου.15 He said to them, 'You are the very ones who pass yourselves off as upright in people's sight, but Godknows your hearts. For what is highly esteemed in human eyes is loathsome in the sight of God.
16 Ο νομος και οι προφηται εως Ιωαννου υπηρχον? απο τοτε η βασιλεια του Θεου ευαγγελιζεται, και πας τις βιαζεται να εισελθη εις αυτην.16 'Up to the time of John it was the Law and the Prophets; from then onwards, the kingdom of God hasbeen preached, and everyone is forcing their way into it.
17 Ευκολωτερον δε ειναι ο ουρανος και η γη να παρελθωσι παρα μια κεραια του νομου να πεση.17 'It is easier for heaven and earth to disappear than for one little stroke to drop out of the Law.
18 Πας οστις χωριζεται την γυναικα αυτου και νυμφευεται αλλην, μοιχευει, και πας οστις νυμφευεται κεχωρισμενην απο ανδρος, μοιχευει.18 'Everyone who divorces his wife and marries another is guilty of adultery, and the man who marries awoman divorced by her husband commits adultery.
19 Ητο δε ανθρωπος τις πλουσιος και ενεδυετο πορφυραν και στολην βυσσινην, ευφραινομενος καθ' ημεραν μεγαλοπρεπως.19 'There was a rich man who used to dress in purple and fine linen and feast magnificently every day.
20 Ητο δε πτωχος τις ονομαζομενος Λαζαρος, οστις εκειτο πεπληγωμενος πλησιον της πυλης αυτου20 And at his gate there used to lie a poor man called Lazarus, covered with sores,
21 και επεθυμει να χορτασθη απο των ψιχιων των πιπτοντων απο της τραπεζης του πλουσιου? αλλα και οι κυνες ερχομενοι εγλειφον τας πληγας αυτου.21 who longed to fil himself with what fel from the rich man's table. Even dogs came and licked hissores.
22 Απεθανε δε ο πτωχος και εφερθη υπο των αγγελων εις τον κολπον του Αβρααμ? απεθανε δε και ο πλουσιος και εταφη.22 Now it happened that the poor man died and was carried away by the angels into Abraham'sembrace. The rich man also died and was buried.
23 Και εν τω αδη υψωσας τους οφθαλμους αυτου, ενω ητο εν βασανοις, βλεπει τον Αβρααμ απο μακροθεν και τον Λαζαρον εν τοις κολποις αυτου.23 'In his torment in Hades he looked up and saw Abraham a long way off with Lazarus in his embrace.
24 Και αυτος φωναξας ειπε? Πατερ Αβρααμ, ελεησον με και πεμψον τον Λαζαρον, δια να βαψη το ακρον του δακτυλου αυτου εις υδωρ και να καταδροσιση την γλωσσαν μου, διοτι βασανιζομαι εν τη φλογι ταυτη?24 So he cried out, "Father Abraham, pity me and send Lazarus to dip the tip of his finger in water andcool my tongue, for I am in agony in these flames."
25 ειπε δε ο Αβρααμ? Τεκνον, ενθυμηθητι οτι απελαβες συ τα αγαθα σου εν τη ζωη σου, και ο Λαζαρος ομοιως τα κακα? τωρα ουτος μεν παρηγορειται, συ δε βασανιζεσαι?25 Abraham said, "My son, remember that during your life you had your fill of good things, just asLazarus his fill of bad. Now he is being comforted here while you are in agony.
26 και εκτος τουτων παντων, μεταξυ ημων και υμων χασμα μεγα ειναι εστηριγμενον, ωστε οι θελοντες να διαβωσιν εντευθεν προς εσας να μη δυνανται, μηδε οι εκειθεν να διαπερωσι προς υμας.26 But that is not al : between us and you a great gulf has been fixed, to prevent those who want tocross from our side to yours or from your side to ours."
27 Ειπε δε? παρακαλω σε λοιπον, πατερ, να πεμψης αυτον εις τον οικον του πατρος μου?27 'So he said, "Father, I beg you then to send Lazarus to my father's house,
28 διοτι εχω πεντε αδελφους? δια να μαρτυρηση εις αυτους, ωστε να μη ελθωσι και αυτοι εις τον τοπον τουτον της βασανου.28 since I have five brothers, to give them warning so that they do not come to this place of torment too."
29 Λεγει προς αυτον ο Αβρααμ, Εχουσι τον Μωυσην και τους προφητας? ας ακουσωσιν αυτους.29 Abraham said, "They have Moses and the prophets, let them listen to them."
30 Ο δε ειπεν? Ουχι, πατερ Αβρααμ, αλλ' εαν τις απο νεκρων υπαγη προς αυτους, θελουσι μετανοησει.30 The rich man replied, "Ah no, father Abraham, but if someone comes to them from the dead, they willrepent."
31 Ειπε δε προς αυτον? Εαν τον Μωυσην και τους προφητας δεν ακουωσιν, ουδε εαν τις αναστηθη εκ νεκρων θελουσι πεισθη.31 Then Abraham said to him, "If they wil not listen either to Moses or to the prophets, they wil not beconvinced even if someone should rise from the dead."