Scrutatio

Mercoledi, 29 maggio 2024 - Sant'Alessandro ( Letture di oggi)

ΑΜΒΑΚΟΥΜ - Abacuc - Habakkuk 3


font
GREEK BIBLEBIBBIA VOLGARE
1 Προσευχη Αββακουμ του προφητου επι Σιγιωνωθ.1 Signore, io ho udito quello che tu m' hai detto e hai voluto ch' io oda, e ho temuto. Signore, vivifica l'opera tua nel mezzo delli anni.
2 Κυριε, ηκουσα την ακοην σου και εφοβηθην? Κυριε, ζωοποιει το εργον σου εν μεσω των ετων? Εν μεσω των ετων γνωστοποιει, αυτο? εν τη οργη σου μνησθητι ελεους.2 Tu la farai la manifesta nel mezzo degli anni; e quando tu sarai adirato, ti raccorderai della misericordia.
3 Ο Θεος ηλθεν απο Θαιμαν και ο Αγιος απο του ορους Φαραν? Διαψαλμα. εκαλυψεν ουρανους η δοξα αυτου, και της αινεσεως αυτου ητο πληρης η γη?3 Dio verrà della parte australe, e il santo verrà dal monte Faran. La gloria sua ha coperti li cieli, e la terra è piena della laude sua.
4 Και η λαμψις αυτου ητο ως το φως? ακτινες εξηρχοντο εκ της χειρος αυτου, και εκει ητο ο κρυψων της ισχυος αυτου.4 Lo splendore suo sarà come la luce; e le corna nelle sue mani. Quivi è nascosa la fortezza sua.
5 Εμπροσθεν αυτου προεπορευετο ο θανατος, και αστραπαι εξηρχοντο υπο τους ποδας αυτου.5 E dinanzi alla faccia sua andrà la morte. Il diavolo uscirà dinanzi a' suoi piedi.
6 Εσταθη και διεμετρησε την γην? επεβλεψε και διελυσε τα εθνη? και τα ορη τα αιωνια συνετριβησαν, οι αιωνιοι βουνοι εταπεινωθησαν? αι οδοι αυτου ειναι αιωνιοι.6 E stette, e misurò la terra. Ragguardò, e disfece le genti; e furono disfatti i monti del secolo. I monticelli del mondo sono inchinati dalla via della sua eternitade.
7 Ειδον τας σκηνας της Αιθιοπιας εν θλιψει? ετρομαξαν τα παραπετασματα της γης Μαδιαμ.7 Per la iniquità io vidi li padiglioni di Etiopia; e turberannosi le pelli della terra di Madian.
8 Μηπως ωργισθη ο Κυριος κατα των ποταμων; μηπως ητο ο θυμος σου κατα των ποταμων; η η οργη σου κατα της θαλασσης, ωστε επεβης επι τους ιππους σου και επι τας αμαξας σου προς σωτηριαν;8 Or se' ti tu adirato ne' fiumi, Signore? ovvero è ne' fiumi il furore tuo? ovvero nel mare la indignazione tua? Il quale salirai sopra li cavalli tuoi; e salvera'ti nelle carra tue.
9 Εσυρθη εξω το τοξον σου, καθως μεθ' ορκου ανηγγειλας εις τας φυλας. Διαψαλμα. Συ διεσχισας την γην εις ποταμους.9 Tu risusciterai e rizzerai su l'arco tuo, per osservare alle tribù i giuramenti i quali tu hai parlati (e fatti). Tu dividerai i fiumi delle terre.
10 Σε ειδον τα ορη και ετρομαξαν. Κατακλυσμος υδατων επηλθεν? η αβυσσος ανεπεμψε την φωνην αυτης, ανυψωσε τας χειρας αυτης.10 Ti vidono, e li monti si dolsono; il pelago profondo dell' acque sì passò via. L'abisso diede la voce sua, e la profondità levò le sue mani.
11 Ο ηλιος και η σεληνη εσταθησαν εν τω κατοικητηριω αυτων? εν τω φωτι των βελων σου περιεπατουν, εν τη λαμψει της αστραπτουσης λογχης σου.11 Il sole e la luna stettono nel tabernacolo loro; loro andaranno nella luce delle saette tue, e nello splendore dell' asta tua splendente e percotente.
12 Εν αγανακτησει διηλθες την γην, εν θυμω κατεπατησας τα εθνη.12 Nello strepito (tuo) tu conculcherai la terra; e nel furore (tuo) spaventerai le genti.
13 Εξηλθες εις σωτηριαν του λαου σου, εις σωτηριαν του χριστου σου? επαταξας τον αρχηγον του οικου των ασεβων, απεκαλυψας τα θεμελια εως βαθους. Διαψαλμα.13 Tu se' venuto per la salute del popolo tuo, a salvarci con Cristo tuo. Tu hai percosso il capo della casa dello empio; e dinudasti il fondamento suo insino al collo.
14 Διεπερασας με τας λογχας αυτου την κεφαλην των στραταρχων αυτου? εφωρμησαν ως ανεμοστροβιλος δια να μη διασκορπισωσιν? η αγαλλιασις αυτων ητο ως εαν εμελλον κρυφιως να καταφαγωσι τον πτωχον.14 Tu maledicesti le signorie sue, il capo dei suoi combattitori, i quali venivano come forti venti a dispergermi. L'allegrezza loro è come l'allegrezza di colui che divora il povero di nascoso.
15 Διεβης δια της θαλασσης μετα των ιππων σου, δια σωρων υδατων πολλων.15 Tu hai fatto la via nel mare a' cavalli tuoi, nello loto delle molte acque.
16 Ηκουσα, και τα εντοσθια μου συνεταραχθησαν? τα χειλη μου ετρεμον εις την φωνην? η σαθροτης εισηλθεν εις τα οστα μου, και υποκατω μου ελαβον τρομον? πλην εν τη ημερα της θλιψεως θελω αναπαυθη, οταν αναβη κατα του λαου ο μελλων να εκπορθηση αυτον.16 Io l'udi', e conturbossi il ventre mio; e dalla voce tremarono le labbra mie. Entri la puzza nell' ossa mie, ed escami di sotto con impeto, acciò ch' io mi riposi nel dì della tribulazione, acciò ch' io salisca al popolo nostro apparecchiato ad andare.
17 Αν και η συκη δεν θελει βλαστησει, μηδε θελει εισθαι καρπος εν ταις αμπελοις? ο κοπος της ελαιας θελει ματαιωθη, και οι αγροι δεν θελουσι δωσει τροφην? το ποιμνιον θελει εξολοθρευθη απο της μανδρας, και δεν θελουσιν εισθαι βοες εν τοις σταυλοις?17 Però che il fico non fiorirà, e non sarà germoglio nelle vigne. L'opera dell' ulivo mentirà, e li campi non daranno cibo. Sarà tolta la pecora dello ovile, e non sarà armento ne' presepi.
18 Εγω ομως θελω ευφραινεσθαι εις τον Κυριον, θελω χαιρει εις τον Θεον της σωτηριας μου.18 Ma io mi goderò nel Signore, e rallegrerommi in Iesù mio Idio.
19 Κυριος ο Θεος ειναι η δυναμις μου, και θελει καμει τους ποδας μου ως των ελαφων? και θελει με καμει να περιπατω επι τους υψηλους τοπους μου. Εις τον πρωτον μουσικον επι Νεγινωθ.19 Lo Signore Iddio è la mia fortezza; ed egli porrà i miei piedi, come li piedi de' cervi. E sopra i luoghi miei alti esso vittorioso mi menerà cantando salmi.