ΩΣΗΕ - Osea - Hosea 2
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | NOVA VULGATA |
---|---|
1 Ειπατε προς τους αδελφους σας, Αμμι, και προς τας αδελφας σας, Ρουχαμμα. | 1 Et erit numerus filiorum Israel quasi arena maris, quae sine mensura est et non numerabitur. Et erit: in loco, ubi dicebatur eis: “Non populus meus vos”, dicetur eis: “Filii Dei viventis”. |
2 Κριθητε μετα της μητρος σας, κριθητε? διοτι αυτη δεν ειναι γυνη μου και εγω δεν ειμαι ανηρ αυτης? ας αφαιρεση λοιπον τας πορνειας αυτης απ' εμπροσθεν αυτης και τας μοιχειας αυτης εκ μεσου των μαστων αυτης? | 2 Et congregabuntur filii Iudae et filii Israel pariter et ponent sibimet caput unum et ascendent de terra, quia magnus dies Iezrahel. |
3 μηποτε εκδυσας γυμνωσω αυτην και αποκαταστησω αυτην καθως εν τη ημερα της γεννησεως αυτης, και θεσω αυτην ως ερημον και καταστησω αυτην ως γην ανυδρον και θανατωσω αυτην εν διψη. | 3 Dicite fratribus vestris: “Populus meus” et sororibus vestris: “Misericordiam consecuta”. |
4 Και δεν θελω ελεησει τα τεκνα αυτης? επειδη ειναι τεκνα πορνειας. | 4 Contendite adversum matrem vestram; contendite, quoniam ipsa non uxor mea, et ego non vir eius; auferat fornicationes suas a facie sua et adulteria sua de medio uberum suorum, |
5 Διοτι η μητηρ αυτων επορνευσεν? η συλλαβουσα αυτα επραξεν αισχυνην? διοτι ειπε, Θελω υπαγει κατοπιν των εραστων μου, οιτινες μοι διδουσι τον αρτον μου και το υδωρ μου, το μαλλιον μου και το λιναριον μου, το ελαιον μου και τα ποτα μου. | 5 ne forte exspoliem eam nudam et statuam eam secundum diem nativitatis suae et ponam eam quasi solitudinem et statuam eam velut terram aridam et interficiam eam siti. |
6 Δια τουτο, ιδου, εγω θελω φραξει την οδον σου με ακανθας και οικοδομησει φραγμον, δια να μη ευρη τας οδους αυτης. | 6 Et filiorum illius non miserebor, quoniam filii fornicationum sunt, |
7 Και θελει τρεξει κατοπιν των εραστων αυτης και δεν θελει φθασει αυτους, και θελει ζητησει αυτους και δεν θελει ευρει? τοτε θελει ειπει, Θελω υπαγει και επιστρεψει προς τον πρωτον μου ανδρα? διοτι καλητερον ητο τοτε εις εμε παρα τωρα. | 7 quia fornicata est mater eorum, turpiter egit, quae concepit eos; quia dixit: “Vadam post amatores meos, qui dant panes mihi et aquas meas, lanam meam et linum meum, oleum meum et potum meum”. |
8 Και αυτη δεν εγνωριζεν οτι εγω εδωκα εις αυτην τον σιτον και τον οινον και το ελαιον, και επληθυνα το αργυριον εις αυτην και το χρυσιον, με τα οποια κατεσκευασαν τον Βααλ. | 8 Propter hoc ecce ego saepiam viam tuam spinis et saepiam eam maceria, et semitas suas non inveniet; |
9 Δια τουτο θελω επιστρεψει και λαβει τον σιτον μου εν τω καιρω αυτου και τον οινον μου εν τω διωρισμενω καιρω αυτου, και θελω αφαιρεσει το μαλλιον μου και το λιναριον μου, τα οποια ειχε δια να σκεπαζη την γυμνωσιν αυτης. | 9 et sequetur amatores suos et non apprehendet eos; et quaeret eos et non inveniet et dicet: “Vadam et revertar ad virum meum priorem, quia bene mihi erat tunc magis quam nunc”. |
10 Και τωρα θελω αποκαλυψει την ακαθαρσιαν αυτης εμπροσθεν των εραστων αυτης, και ουδεις θελει λυτρωσει αυτην εκ της χειρος μου. | 10 Et haec nescivit quia ego dedi ei frumentum et vinum et oleum et argentum multiplicavi ei et aurum, quae fecerunt Baal. |
11 Και θελω καταπαυσει πασαν την ευφροσυνην αυτης, τας εορτας αυτης, τας νεομηνιας αυτης και τα σαββατα αυτης και πασας τας πανηγυρεις αυτης. | 11 Idcirco convertar et sumam frumentum meum in tempore suo et vinum meum in tempore suo; et auferam lanam meam et linum meum, quae operiebant pudenda eius, |
12 Και θελω αφανισει τας αμπελους αυτης και τας συκας αυτης, περι των οποιων ειπε, Μισθωματα μου ειναι ταυτα, τα οποια μοι εδωκαν οι ερασται μου? και θελω καταστησει αυτας δασος, και τα θηρια του αγρου θελουσι κατατρωγει αυτας. | 12 et nunc revelabo ignominiam eius in oculis amatorum eius, et nullus est qui eruat eam de manu mea. |
13 Και θελω επισκεφθη επ' αυτην τας ημερας των Βααλειμ, καθ ' ας εθυμιαζεν εις αυτους και εστολιζετο με τα ενωτια αυτης και τα περιδεραια αυτης και επορευετο κατοπιν των εραστων αυτης, εμε δε ελησμονησε, λεγει Κυριος. | 13 Et cessare faciam omne gaudium eius, sollemnitatem eius, neomeniam eius, sabbatum eius et omnia festa tempora eius; |
14 Δια τουτο, ιδου, εγω θελω εφελκυσει αυτην και θελω φερει αυτην εις την ερημον και θελω λαλησει προς την καρδιαν αυτης. | 14 et corrumpam vineam eius et ficum eius, de quibus dixit: “Mercedes hae meae sunt, quas dederunt mihi amatores mei”. Et ponam eas in saltum, et comedet illas bestia agri. |
15 Και εκειθεν θελω δωσει εις αυτην τους αμπελωνας αυτης και την κοιλαδα του Αχωρ δια θυραν ελπιδος? και θελει ψαλλει εκει ως εν ταις ημεραις της νεοτητος αυτης και ως εν τη ημερα της αναβασεως αυτης απο γης Αιγυπτου. | 15 Et visitabo super eam dies Baalim, quibus accendebat incensum et ornabatur inaure sua et monili suo et ibat post amatores suos, sed mei obliviscebatur, dicit Dominus. |
16 Και εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος, θελεις με καλεσει, Ο ανηρ μου? και δεν θελεις με καλεσει πλεον, Ο Βααλ μου? | 16 Propter hoc ecce ego lactabo eam et ducam eam in solitudinem et loquar ad cor eius; |
17 διοτι θελω αφαιρεσει τα ονοματα των Βααλειμ απο του στοματος αυτης και δεν θελουσιν αναφερεσθαι πλεον τα ονοματα αυτων. | 17 et dabo ei vineas eius ex eodem loco et vallem Achor, portam spei, et respondebit ibi iuxta dies iuventutis suae et iuxta dies ascensionis suae de terra Aegypti. |
18 Και εν τη ημερα εκεινη θελω καμει διαθηκην υπερ αυτων προς τα θηρια του αγρου και προς τα πετεινα του ουρανου και τα ερπετα της γης? τοξον δε και ρομφαιαν και πολεμον θελω συντριψει εκ της γης και θελω κατοικισει αυτους εν ασφαλεια. | 18 Et erit: in die illa, ait Dominus, vocabis me: “Vir meus” et non vocabis me ultra: “Baal meus”. |
19 Και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εις τον αιωνα? και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εν δικαιοσυνη και εν κρισει και εν ελεει και εν οικτιρμοις? | 19 Et auferam nomina Baalim de ore eius, et non recordabitur ultra nominis eorum. |
20 και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εν πιστει? και θελεις γνωρισει τον Κυριον. | 20 Et percutiam eis foedus in die illa cum bestia agri et cum volucre caeli et cum reptili terrae; et arcum et gladium et bellum conteram de terra et cubare eos faciam confidenter. |
21 Και εν εκεινη τη ημερα θελω αποκριθη, λεγει Κυριος, θελω αποκριθη προς τους ουρανους, και αυτοι θελουσιν αποκριθη προς την γην? | 21 Et sponsabo te mihi in sempiternum; et sponsabo te mihi in iustitia et iudicio et in misericordia et miserationibus. |
22 και η γη θελει αποκριθη προς τον σιτον και τον οινον και το ελαιον? και ταυτα θελουσιν αποκριθη προς τον Ιεζραελ. | 22 Et sponsabo te mihi in fide, et cognosces Dominum. |
23 Και θελω σπειρει αυτην δι' εμαυτον επι της γης? και θελω ελεησει την ουκ ηλεημενην? και θελω ειπει προς τον ου λαον μου, Λαος μου εισαι? και αυτοι θελουσιν ειπει, Θεος μου εισαι. | 23 Et erit: in illa die exaudiam, dicit Dominus, exaudiam caelos, et illi exaudient terram; |
24 et terra exaudiet triticum et vinum et oleum, et haec exaudient Iezrahel. | |
25 Et seminabo eam mihi in terram et miserebor eius, quae fuit “Absque misericordia”; | |
26 et dicam “Non populo meo”: “Populus meus tu”; et ipse dicet: “Deus meus es tu” ”. |