1 Ο Ισραηλ ειναι αμπελος ευκληματουσα? εκαρποφορησεν αφθονως? κατα το πληθος των καρπων αυτου επληθυνε τα θυσιαστηρια? κατα την αγαθοτητα της γης αυτου ελαμπρυνε τα αγαλματα. | 1 Israel sì è una vite fronduta, e lo frutto è a lui eguale; egli moltiplicoe gli altari secondo la moltitudine del suo frutto; e secondo l'abbondanza della terra sua soprabbondò d' idolatrie. |
2 Η καρδια αυτων ειναι μεμερισμενη? τωρα θελουσι τιμωρηθη? αυτος θελει κατασκαψει τα θυσιαστηρια αυτων, θελει φθειρει τα αγαλματα αυτων. | 2 Lo cuore loro sì è (ora) diviso, e ora morranno; egli spezzerà le loro idolatrie, e spoglierà li loro altari. |
3 Διοτι τωρα θελουσιν ειπει, Ημεις δεν εχομεν βασιλεα, διοτι δεν εφοβηθημεν τον Κυριον? και ο βασιλευς τι ηθελε μας καμει; | 3 Però che diranno: noi non abbiamo re, (noi non doviamo orare) e non temiamo Iddio; e lo re che farà a noi? |
4 Ελαλησαν λογους, ομνυοντες ψευδως, ενω εκαμνον συνθηκην? οθεν η καταδικη θελει εκβλαστησει ως το κωνειον εν ταις αυλαξι του αγρου. | 4 Parlate le parole della visione sanza utilitade, e farete lo patto; e l' amaritudine germinerà come lo giudicio sopra li solchi del campo. |
5 Οι κατοικοι της Σαμαρειας θελουσι κατατρομαξει δια τον μοσχον της Βαιθ-αυεν? διοτι ο λαος αυτου θελει πενθησει δι' αυτον και οι ειδωλοθυται αυτου, οι χαιροντες εις αυτον, δια την δοξαν αυτου, διοτι μετωκισθη απ' αυτου. | 5 Li abitatori di Samaria lavorarono colle vacche di Betaven; però che il popolo suo pianse contro a lui, e li suoi guardiani piansono sopra lui nella gloria sua, però che passò da lui. |
6 Αυτος οτι θελει φερθη εις την Ασσυριαν, δωρον προς τον βασιλεα Ιαρειβ? αισχυνη θελει καταλαβει τον Εφραιμ, και ο Ισραηλ θελει εντραπη δια την βουλην αυτου. | 6 Ma egli ancora certamente fu portato per dono in Assur allo re vendicatore; la confusione piglierà Efraim, e Israel sarà confuso nella sua volontà. |
7 Αφανιζεται η Σαμαρεια και ο βασιλευς αυτης ως αφρος επι προσωπον υδατος. | 7 Samaria fece passare lo suo re, quasi come la spuma sopra l' acqua. |
8 Και οι βωμοι της Αυεν, η αμαρτια του Ισραηλ, θελουσι καταστραφη? ακανθαι και τριβολοι θελουσι βλαστησει επι τα θυσιαστηρια αυτων? και θελουσιν ειπει προς τα ορη, Καλυψατε μας? και προς τους λοφους, Πεσατε εφ' ημας. | 8 E saranno disperse le altezze dell' idolo, e lo peccato d' Israel; le spine e' tribuli ascenderanno sopra l'altare loro, e diranno a' monti: coprite noi; e alli colli diranno lasciatevi cadere sopra noi. |
9 Ισραηλ, ημαρτησας απο των ημερων της Γαβαα? εκει εσταθησαν? η εν Γαβαα κατα των υιων της ανομιας μαχη δεν εφθασεν εις αυτους. | 9 Nel tempo di Gabaa peccoe Israel, e ivi istettono; in Gabaa non gli piglierà battaglia sopra li figliuoli di malvagitade. |
10 Κατα την βουλην μου βεβαιως θελω παιδευσει αυτους? και οι λαοι θελουσι συναχθη εναντιον αυτων, οταν φερωνται εις αιχμαλωσιαν δια τας δυο ανομιας αυτων. | 10 E gastigherolli secondo lo mio desiderio; li popoli adunerannosi sopra loro, quando saranno ripresi per le loro diverse malvagitadi. |
11 Ο Εφραιμ ειναι μεν δαμαλις δεδιδαγμενη και αγαπωσα να αλωνιζη? πλην εγω θελω περασει ζυγον επι τον ωραιον αυτης τραχηλον? θελω υποζευξει τον Εφραιμ? ο Ιουδας θελει αροτρια, ο Ιακωβ θελει βωλοκοπει εις εαυτον. | 11 Efraim sì è vitella ammaestrata di amare la tritatura, e io passai sopra la bellezza del suo collo; io salirò sopra Efraim, Giuda arerà e Iacob romperà li solchi. |
12 Σπειρατε δι' εαυτους εν δικαιοσυνη, θερισατε εν ελεει? ανοιξατε την αφειμενην σας γην? διοτι ειναι καιρος να εκζητησητε τον Κυριον, εωσου ελθη και επισταλαξη δικαιοσυνην εφ' υμας. | 12 Seminatevi nella veritade (e con giustizia) e mietete nella bocca della misericordia, e rinnovate a voi lo campo nuovo; egli è tempo a domandare lo Signore, quando averete trovato chi v' insegni giustizia. |
13 Ηροτριασατε ασεβειαν, εθερισατε ανομιαν, εφαγετε καρπον ψευδους? διοτι ηλπισας εις την οδον σου, εις το πληθος των ισχυρων σου. | 13 Voi avete arato la malvagitade, e mieteste la empietade, e manucaste le biade di bugia; però che ti se' confidato nelle tue vie, nella (tua) moltitudine delli tuoi forti. |
14 Δια τουτο απωλεια θελει εγερθη μεταξυ των λαων σου, και παντα τα φρουρια σου θελουσιν εκπορθηθη, καθως ο Σαλμαν εξεπορθησε την Βαιθ-αρβελ εν τη ημερα της μαχης? η μητηρ κατεσυντριβη επι τα τεκνα. | 14 Lo tumulto (e lo rumore) si leverà nel tuo popolo, e tutte le tue armadure saranno guastate, sì come guastato è Salmana dalla sua casa, il quale giudicò Baal nel dì della battaglia; e la madre sopra li figliuoli è allisa. |
15 Ουτω θελει καμει εις εσας η Βαιθηλ ενεκεν της εσχατης ανομιας σας? πρωι θελει αφανισθη ολοτελως ο βασιλευς του Ισραηλ. | 15 Così fece a voi Betel, dalla faccia delle vostre malvagitadi. |