SCRUTATIO

Domingo, 12 Octubre 2025 - Nostra Signora del Pilar ( Letture di oggi)

ΒΑΡΟΥΧ - Baruch 1


font
GREEK BIBLEBiblia Tysiąclecia
1 και ουτοι οι λογοι του βιβλιου ους εγραψεν βαρουχ υιος νηριου υιου μαασαιου υιου σεδεκιου υιου ασαδιου υιου χελκιου εν βαβυλωνι1 Oto słowa księgi, którą w Babilonie napisał Baruch, syn Neriasza, syna Machsejasza, syna Sedecjasza, syna Asadiasza, syna Chilkiasza,
2 εν τω ετει τω πεμπτω εν εβδομη του μηνος εν τω καιρω ω ελαβον οι χαλδαιοι την ιερουσαλημ και ενεπρησαν αυτην εν πυρι2 w piątym roku, siódmego dnia miesiąca od czasu, jak Chaldejczycy zajęli Jerozolimę i zniszczyli ją ogniem.
3 και ανεγνω βαρουχ τους λογους του βιβλιου τουτου εν ωσιν ιεχονιου υιου ιωακιμ βασιλεως ιουδα και εν ωσι παντος του λαου των ερχομενων προς την βιβλον3 Słowa tej księgi czytał Baruch wobec Jechoniasza, syna Jojakima, króla judzkiego, wobec całego ludu, przychodzącego na to czytanie,
4 και εν ωσιν των δυνατων και υιων των βασιλεων και εν ωσι των πρεσβυτερων και εν ωσι παντος του λαου απο μικρου εως μεγαλου παντων των κατοικουντων εν βαβυλωνι επι ποταμου σουδ4 wobec możnych, synów królewskich, starszyzny, wobec całego ludu, od najmniejszego aż do największego, wobec wszystkich mieszkających w Babilonie nad rzeką Sud.
5 και εκλαιον και ενηστευον και ηυχοντο εναντιον κυριου5 A oni płakali, pościli i modlili się przed Panem.
6 και συνηγαγον αργυριον καθα εκαστου ηδυνατο η χειρ6 Nazbierali też srebra, ile kto mógł dać,
7 και απεστειλαν εις ιερουσαλημ προς ιωακιμ υιον χελκιου υιου σαλωμ τον ιερεα και προς τους ιερεις και προς παντα τον λαον τους ευρεθεντας μετ' αυτου εν ιερουσαλημ7 posłali je do Jerozolimy, do kapłana Jojakima, syna Chilkiasza, syna Szaloma, i do innych kapłanów, do całego ludu i do znajdujących się z nim w Jerozolimie.
8 εν τω λαβειν αυτον τα σκευη οικου κυριου τα εξενεχθεντα εκ του ναου αποστρεψαι εις γην ιουδα τη δεκατη του σιουαν σκευη αργυρα α εποιησεν σεδεκιας υιος ιωσια βασιλευς ιουδα8 Wówczas też Baruch otrzymał [z powrotem] zabrane niegdyś ze świątyni naczynia domu Pańskiego dziesiątego miesiąca Siwan, aby je zawieźć do ziemi judzkiej, srebrne naczynia, które sprawił Sedecjasz, syn Jozjasza, król judzki,
9 μετα το αποικισαι ναβουχοδονοσορ βασιλεα βαβυλωνος τον ιεχονιαν και τους αρχοντας και τους δεσμωτας και τους δυνατους και τον λαον της γης απο ιερουσαλημ και ηγαγεν αυτον εις βαβυλωνα9 [zabrane] potem, gdy uprowadził Nabuchodonozor, król babiloński, Jechoniasza, zwierzchników, rzemieślników, możnych wraz z ludem pospolitym z Jerozolimy i zaprowadził ich do Babilonu.
10 και ειπαν ιδου απεστειλαμεν προς υμας αργυριον και αγορασατε του αργυριου ολοκαυτωματα και περι αμαρτιας και λιβανον και ποιησατε μαννα και ανοισατε επι το θυσιαστηριον κυριου θεου ημων10 Rzekli: Posyłamy wam srebro, kupcie za nie, [czego potrzeba] na całopalenie, ofiarę zaduśćczynną i kadzielną, uczyńcie też mannę i ofiarujcie na ołtarzu Pana, Boga naszego.
11 και προσευξασθε περι της ζωης ναβουχοδονοσορ βασιλεως βαβυλωνος και εις ζωην βαλτασαρ υιου αυτου ινα ωσιν αι ημεραι αυτων ως αι ημεραι του ουρανου επι της γης11 Módlcie się o zdrowie Nabuchodonozora, króla babilońskiego, i o zdrowie Baltazara, syna jego, aby były ich dni jak dni nieba na ziemi.
12 και δωσει κυριος ισχυν ημιν και φωτισει τους οφθαλμους ημων και ζησομεθα υπο την σκιαν ναβουχοδονοσορ βασιλεως βαβυλωνος και υπο την σκιαν βαλτασαρ υιου αυτου και δουλευσομεν αυτοις ημερας πολλας και ευρησομεν χαριν εναντιον αυτων12 Niech nam Pan da męstwo, niech oświeci nasze oczy, byśmy mogli żyć pod osłoną Nabuchodonozora, króla babilońskiego, i pod osłoną Baltazara, jego syna; byśmy im służyli przez wiele dni i znaleźli u nich łaskę.
13 και προσευξασθε περι ημων προς κυριον τον θεον ημων οτι ημαρτομεν τω κυριω θεω ημων και ουκ απεστρεψεν ο θυμος κυριου και η οργη αυτου αφ' ημων εως της ημερας ταυτης13 Módlcie się też i za nas do Pana, Boga naszego, ponieważ zgrzeszyliśmy przeciw Niemu, a zapalczywość i gniew Jego do obecnej chwili nie odwróciły się od nas.
14 και αναγνωσεσθε το βιβλιον τουτο ο απεστειλαμεν προς υμας εξαγορευσαι εν οικω κυριου εν ημερα εορτης και εν ημεραις καιρου14 Przyjmijcie tę księgę, którą wam przesyłamy, aby była odczytywana w dniu święta i w dniach zebrań.
15 και ερειτε τω κυριω θεω ημων η δικαιοσυνη ημιν δε αισχυνη των προσωπων ως η ημερα αυτη ανθρωπω ιουδα και τοις κατοικουσιν ιερουσαλημ15 Mówić będziecie: Panu, Bogu naszemu, [należna jest] sprawiedliwość, nam zaś zawstydzenie oblicza, jak to jest obecnie, oraz każdemu człowiekowi ziemi judzkiej: mieszkającym w Jerozolimie,
16 και τοις βασιλευσιν ημων και τοις αρχουσιν ημων και τοις ιερευσιν ημων και τοις προφηταις ημων και τοις πατρασιν ημων16 królom, zwierzchnikom, kapłanom, prorokom i przodkom naszym,
17 ων ημαρτομεν εναντι κυριου17 ponieważ zgrzeszyliśmy przed Panem,
18 και ηπειθησαμεν αυτω και ουκ ηκουσαμεν της φωνης κυριου θεου ημων πορευεσθαι τοις προσταγμασιν κυριου οις εδωκεν κατα προσωπον ημων18 nie wierzyliśmy Jemu, nie byliśmy posłuszni głosowi Pana, Boga naszego, by pójść za przykazaniami Jego, które nam dał.
19 απο της ημερας ης εξηγαγεν κυριος τους πατερας ημων εκ γης αιγυπτου και εως της ημερας ταυτης ημεθα απειθουντες προς κυριον θεον ημων και εσχεδιαζομεν προς το μη ακουειν της φωνης αυτου19 Od czasu kiedy Pan wyprowadził przodków naszych z ziemi egipskiej, aż do dnia dzisiejszego byliśmy niewierni wobec Pana, Boga naszego, byliśmy tak niedbali, iż nie słuchaliśmy Jego głosu.
20 και εκολληθη εις ημας τα κακα και η αρα ην συνεταξεν κυριος τω μωυση παιδι αυτου εν ημερα η εξηγαγεν τους πατερας ημων εκ γης αιγυπτου δουναι ημιν γην ρεουσαν γαλα και μελι ως η ημερα αυτη20 Przylgnęły przeto do nas nieszczęścia i przekleństwo, jakimi Pan zagroził przez Mojżesza, sługę swego, w dniu, w którym wyprowadził przodków naszych z Egiptu, aby nam dać ziemię, opływającą w mleko i miód, jak to jest i obecnie.
21 και ουκ ηκουσαμεν της φωνης κυριου του θεου ημων κατα παντας τους λογους των προφητων ων απεστειλεν προς ημας21 Nie byliśmy posłuszni głosowi Pana, Boga naszego, [przekazanemu] we wszystkich mowach proroków, posłanych do nas.
22 και ωχομεθα εκαστος εν διανοια καρδιας αυτου της πονηρας εργαζεσθαι θεοις ετεροις ποιησαι τα κακα κατ' οφθαλμους κυριου θεου ημων22 Każdy chodził według zamysłów swego złego serca, służyliśmy bowiem obcym bogom i czyniliśmy, co jest złe przed oczami Pana, Boga naszego.