Scrutatio

Lunedi, 20 maggio 2024 - San Bernardino da Siena ( Letture di oggi)

ΗΣΑΙΑΣ - Isaia - Isaiah 36


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Εν τω δεκατω τεταρτω ετει του βασιλεως Εζεκιου ανεβη Σενναχειρειμ ο βασιλευς της Ασσυριας επι πασας τας οχυρας πολεις του Ιουδα και εκυριευσεν αυτας.1 La quatorzième année du roi Ézékias, Sennakérib roi d’Assyrie attaqua toutes les villes fortifiées de Juda et s’en empara.
2 Και απεστειλεν ο βασιλευς της Ασσυριας τον Ραβ-σακην απο Λαχεις εις Ιερουσαλημ, προς τον βασιλεα Εζεκιαν, μετα δυναμεως μεγαλης. Και εσταθη εν τω υδραγωγω, της ανω κολυμβηθρας εν τη μεγαλη οδω του αγρου του γναφεως.2 De Lakish, le roi d’Assyrie envoya son grand échanson à Jérusalem auprès du roi Ézékias avec une armée importante. Il vint se présenter près du canal de la piscine supérieure, sur le chemin du Champ du Foulon.
3 Τοτε εξηλθον προς αυτον Ελιακειμ, ο υιος του Χελκιου, ο οικονομος, και Σομνας ο γραμματευς και Ιωαχ, ο υιος του Ασαφ, ο υπομνηματογραφος.3 Alors le maître du palais, Élyakim, fils de Hilkiyas, le secrétaire Chebna et le porte-parole Yoah, fils d’Asaf, sortirent au devant de lui.
4 Και ειπε προς αυτους ο Ραβ-σακης, Ειπατε τωρα προς τον Εζεκιαν, Ουτω λεγει ο βασιλευς ο μεγας, ο βασιλευς της Ασσυριας? Ποιον ειναι το θαρρος, επι το οποιον θαρρεις;4 Le grand échanson leur dit: “Vous redirez à Ézékias ces paroles du grand roi, le roi d’Assyrie: Sur quoi peux-tu t’appuyer?
5 Λεγεις, πλην ειναι λογοι χειλεων, Εχω βουλην και δυναμιν δια πολεμον. Αλλ' επι τινα θαρρεις ωστε απεστατησας εναντιον μου;5 Tu crois peut-être que pour faire la guerre quelques déclarations remplacent la sagesse et la bravoure? Sur qui t’es-tu appuyé pour te révolter contre moi?
6 Ιδου, θαρρεις επι την ραβδον του συντετριμμενου εκεινου καλαμου, επι την Αιγυπτον? επι του οποιου εαν τις επιστηριχθη, θελει εμπηχθη εις την χειρα αυτου και τρυπησει αυτην? τοιουτος ειναι ο Φαραω ο βασιλευς της Αιγυπτου προς παντας τους θαρρουντας επ' αυτον.6 “Tu t’es appuyé sur l’Égypte. Mais ce n’est qu’un roseau brisé: celui qui s’appuie dessus, il lui entre dans la main et la transperce. Voilà ce qu’est Pharaon, le roi d’Égypte, pour tous ceux qui s’appuient sur lui!
7 Αλλ' εαν ειπης προς εμε, Επι Κυριον τον Θεον ημων θαρρουμεν, δεν ειναι αυτος, του οποιου τους υψηλους τοπους και τα θυσιαστηρια αφηρεσεν ο Εζεκιας και ειπε προς τον Ιουδαν και προς την Ιερουσαλημ, Εμπροσθεν τουτου του θυσιαστηριου θελετε προσκυνησει;7 Vous me direz peut-être: C’est en Yahvé notre Dieu que nous mettons notre confiance. Mais c’est bien lui qui avait des hauts-lieux et des autels qu’Ézékias a fait disparaître; il a donné cet ordre à Juda et à Jérusalem: Vous ne vous prosternerez qu’à Jérusalem et devant cet autel.
8 Τωρα λοιπον δος ενεχυρα εις τον κυριον μου τον βασιλεα της Ασσυριας, και εγω θελω σοι δωσει δισχιλιους ιππους, αν δυνασαι απο μερους σου να δωσης επιβατας επ' αυτους.8 “Fais donc maintenant un pari avec mon seigneur, le roi d’Assyrie: je te donne 2 000 chevaux si tu possèdes assez de cavaliers pour les monter.
9 Πως λοιπον θελεις τρεψει οπισω το προσωπον ενος τοπαρχου εκ των ελαχιστων δουλων του κυριου μου, και ηλπισας επι την Αιγυπτον δια αμαξας και δια ιππεις;9 Tu ne pourrais même pas faire reculer le moins puissant des chefs de corps de mon seigneur. Alors que tu comptais sur l’Égypte pour recevoir des chars et des cavaliers,
10 Και τωρα, ανευ του Κυριου ανεβην εγω επι τον τοπον τουτον, δια να καταστρεψω αυτον; ο Κυριος ειπε προς εμε, Αναβα επι την γην ταυτην και καταστρεψον αυτην.10 moi, c’est par la volonté de Yahvé que je suis monté contre ce pays pour le ravager. C’est Yahvé qui m’a dit: Monte contre ce pays et ravage-le!”
11 Τοτε ειπεν ο Ελιακειμ και ο Σομνας και ο Ιωαχ προς τον Ραβ-σακην, Λαλησον, παρακαλω, προς τους δουλους σου εις την Συριακην γλωσσαν? διοτι καταλαμβανομεν αυτην? και μη λαλει προς ημας Ιουδαιστι εις επηκοον του λαου του επι του τειχους.11 Élyakim, Chebna et Yoah, répondirent au grand échanson: “Je t’en prie, parle à tes serviteurs en araméen, car nous le comprenons, mais ne nous parle pas en judéen devant tous ces gens qui se trouvent sur le rempart.”
12 Αλλ' ο Ραβ-σακης ειπε, Μηπως ο κυριος μου απεστειλεν εμε προς τον κυριον σου και προς σε, δια να λαλησω τους λογους τουτους; δεν με απεστειλε προς τους ανδρας τους καθημενους επι του τειχους δια να φαγωσι την κοπρον αυτων και να πιωσι το ουρον αυτων με σας;12 Le grand échanson leur dit: “Est-ce à ton patron et à toi que mon patron m’a envoyé porter ces paroles? N’est-ce pas plutôt à ces hommes assis sur la muraille, qui bientôt devront tout comme vous manger leurs excréments et boire leur urine?”
13 Τοτε ο Ραβ-σακης εσταθη και εφωνησεν Ιουδαιστι μετα φωνης μεγαλης και ειπεν, Ακουσατε τους λογους του βασιλεως του μεγαλου, του βασιλεως της Ασσυριας?13 Le grand échanson se leva donc et, d’une voix forte, il cria en judéen: “Écoutez la parole du grand roi, du roi d’Assyrie;
14 ουτω λεγει ο βασιλευς? Μη σας απατα ο Εζεκιας? διοτι δεν θελει δυνηθη να σας λυτρωση.14 ainsi a parlé le roi: Ézékias vous trompe! Il est incapable de vous sauver de ma main.
15 Και μη σας καμνη ο Εζεκιας να θαρρητε επι τον Κυριον, λεγων, Ο Κυριος βεβαιως θελει μας λυτρωσει? η πολις αυτη δεν θελει παραδοθη εις την χειρα του βασιλεως της Ασσυριας.15 Et qu’il ne vous dise pas de compter sur Yahvé, qu’il ne dise pas: Yahvé nous délivrera sûrement et cette ville ne sera pas livrée entre les mains du roi d’Assyrie.
16 Μη ακουετε του Εζεκιου? διοτι ουτω λεγει ο βασιλευς της Ασσυριας? Καμετε συμβιβασμον μετ' εμου και εξελθετε προς εμε? και φαγετε εκαστος απο της αμπελου αυτου και εκαστος απο της συκης αυτου και πιετε εκαστος απο των υδατων της δεξαμενης αυτου?16 “N’écoutez pas Ézékias. Au contraire le roi d’Assyrie vous dit: Faites la paix avec moi, rendez-vous à moi, et chacun de vous continuera à manger de sa vigne ou de son figuier; chacun de vous boira de l’eau de sa citerne.
17 εωσου ελθω και σας λαβω εις γην ομοιαν με την γην σας, γην σιτου και οινου, γην αρτου και αμπελωνων.17 Plus tard je viendrai et je vous emmènerai dans un pays semblable au vôtre, un pays de blé et de vin, un pays de pain et de vignobles.
18 Μη σας απατα ο Εζεκιας, λεγων, Ο Κυριος θελει μας λυτρωσει. Ελυτρωσε τις εκ των θεων των εθνων την γην αυτου εκ της χειρος του βασιλεως της Ασσυριας;18 “Ézékias vous trompe quand il vous dit: Yahvé nous délivrera! Est-ce que les dieux des nations ont été capables de sauver chacun son pays de la main du roi d’Assyrie?
19 Που οι θεοι της Αιμαθ και Αρφαδ; που οι θεοι της Σεφαρουιμ; μηπως ελυτρωσαν εκ της χειρος μου την Σαμαρειαν;19 Où sont les dieux de Hamat et d’Arpad, où sont les dieux de Séfarvayim? Où sont les dieux du pays de Samarie? Ont-ils été capables de sauver Samarie de ma main?
20 Τινες μεταξυ παντων των θεων των τοπων τουτων ελυτρωσαν την γην αυτων εκ της χειρος μου, ωστε και ο Κυριος να λυτρωση την Ιερουσαλημ εκ της χειρος μου;20 Parmi tous les dieux de ces pays, lequel a délivré son pays de ma main? Et Yahvé délivrerait Jérusalem?”
21 Εκεινοι δε εσιωπων και δεν απεκριθησαν λογον προς αυτον? διοτι ο βασιλευς ειχε προσταξει, λεγων, Μη αποκριθητε προς αυτον.21 Le peuple gardait le silence, il ne répondit pas un mot car le roi en avait donné l’ordre: “Vous ne lui répondrez pas!”
22 Τοτε Ελιακειμ ο υιος του Χελκιου, ο οικονομος, και Σομνας ο γραμματευς, και Ιωαχ ο υιος του Ασαφ, ο υπομνηματογραφος, ηλθον προς τον Εζεκιαν με διεσχισμενα ιματια και απηγγειλαν προς αυτον τους λογους του Ραβ-σακη.22 Alors le maître du palais, Élyakim, fils de Hilkiyas, le secrétaire Chebna et le porte-parole Yoah, fils d’Asaf, retournèrent auprès d’Ézékias, les vêtements déchirés. Ils lui rapportèrent les paroles du grand échanson.