1 Η κατα Βαβυλωνος ορασις, την οποιαν ειδεν Ησαιας ο υιος του Αμως. | 1 Voici le jugement sur Babylone qui fut révélé à Isaïe fils d’Amos. |
2 Σηκωσατε σημαιαν επι το ορος το υψηλον, υψωσατε την φωνην προς αυτους, σεισατε την χειρα δια να εισελθωσιν εις τας πυλας των αρχοντων. | 2 Dressez un signal sur une montagne pelée, poussez des cris pour les appeler, faites des signes de la main pour qu’ils entrent par la porte des Princes! |
3 Εγω προσεταξα τους διωρισμενους μου, μαλιστα εκραξα τους δυνατους μου, δια να εκτελεσωσι τον θυμον μου, τους χαιροντας εις την δοξαν μου. | 3 J’ai tout juste donné des ordres à mes Saints; j’appelle aussi mes guerriers joyeux et fiers, au service de ma colère. |
4 Φωνη πληθους επι τα ορη ως μεγαλου λαου? θορυβωδης φωνη των βασιλειων των εθνων συνηγμενων? ο Κυριος των δυναμεων επισκεπτεται το στρατευμα της μαχης. | 4 Sur les montagnes on entend une foule, on dirait un peuple nombreux; c’est un vacarme de royaumes, de nations qui se rassemblent; Yahvé Sabaot passe en revue son armée. |
5 Ερχονται απο γης μακρας, εκ των περατων του ουρανου, ο Κυριος και τα οπλα της αγανακτησεως αυτου, δια να αφανισωσι πασαν την γην. | 5 Ils arrivent d’un pays lointain, des extrémités du ciel; Yahvé et les instruments de sa colère viennent ravager toute la terre. |
6 Ολολυζετε, διοτι η ημερα του Κυριου επλησιασε? θελει ελθει ως ολεθρος απο του Παντοδυναμου. | 6 Poussez des hurlements, car le jour de Yahvé est proche! Il arrive comme les dévastations du Dieu des Steppes. |
7 Δια τουτο πασαι αι χειρες θελουσιν εκλυθη, και πασα καρδια ανθρωπου θελει διαλυθη. | 7 C’est pourquoi toutes les nations sont prises de panique, tout homme perd courage. |
8 Και θελουσι τρομαξει? πονοι και θλιψεις θελουσι κατακυριευσει αυτους? θελουσιν εισθαι εν πονω, ως τικτουσα? θελουσι μεινει εκστατικοι ο εις προς τον αλλον? τα προσωπα αυτων θελουσιν εισθαι πεφλογισμενα. | 8 Ils sont épouvantés, pris de crampes et de douleurs; ils se tordent comme la femme qui accouche. Ils se regardent l’un l’autre, la peur se lit sur leur visage en feu. |
9 Ιδου, η ημερα του Κυριου ερχεται, σκληρα και πληρης θυμου και οργης φλογερας, δια να καταστηση την γην ερημον? και θελει εξαλειψει απ' αυτης τους αμαρτωλους αυτης. | 9 Car voici venu le jour de Yahvé, jour cruel; sa fureur, sa violente colère se déchaînent pour dévaster la terre et en éliminer les pécheurs. |
10 Διοτι τα αστρα του ουρανου και οι αστερισμοι αυτου δεν θελουσι δωσει το φως αυτων? ο ηλιος θελει σκοτισθη εν τη ανατολη αυτου, και η σεληνη δεν θελει εκπεμψει το φως αυτης. | 10 Les astres du ciel et leurs constellations ne donnent plus leur lumière; le soleil se lève tout noir et la lune ne donne plus sa clarté. |
11 Και θελω παιδευσει τον κοσμον δια την κακιαν αυτου και τους ασεβεις δια την ανομιαν αυτων και θελω παυσει την μεγαλαυχιαν των υπερηφανων και ταπεινωσει την υψηλοφροσυνην των φοβερων. | 11 Je punirai le monde pour sa méchanceté et les criminels pour leur injustice; je ferai taire l’orgueil des arrogants, j’abaisserai l’insolence des violents. |
12 Θελω καταστησει ανθρωπον πολυτιμοτερον υπερ χρυσιον καθαρον? μαλιστα ανθρωπον υπερ το χρυσιον του Οφειρ. | 12 Je rendrai les mortels plus rares que l’or fin, les humains plus introuvables que l’or d’Ofir. |
13 Δια τουτο θελω ταραξει τους ουρανους, και η γη θελει σεισθη απο του τοπου αυτης, εν τω θυμω του Κυριου των δυναμεων και εν τη ημερα της φλογερας οργης αυτου. | 13 C’est pourquoi les cieux tremblent et la terre ne reste plus en place, à la vue de la fureur de Yahvé Sabaot, car aujourd’hui se déchaîne sa colère. |
14 Και θελουσιν εισθαι ως δορκαδιον κυνηγουμενον και ως προβατον εγκαταλελειμμενον? θελουσι στρεφεσθαι εκαστος προς τον λαον αυτου και θελουσι φευγει εκαστος εις τον τοπον αυτου. | 14 Alors, comme une gazelle que l’on poursuit, comme un troupeau que personne ne rassemble, chacun s’en retournera vers son peuple, chacun s’enfuira vers son pays. |
15 Πας ο ευρεθεις θελει διαπερασθη? και παντες οι συνηθροισμενοι θελουσι πεσει δια μαχαιρας. | 15 On poignarde ceux qu’on trouve; ceux que l’on prend tombent sous l’épée. |
16 Και τα τεκνα αυτων θελουσι συντριφθη εμπροσθεν αυτων? αι οικιαι αυτων θελουσι λεηλατηθη, και αι γυναικες αυτων θελουσι βιασθη. | 16 On écrase leurs petits enfants sous leurs yeux, leurs maisons sont saccagées et leurs femmes violées. |
17 Ιδου, θελω επεγειρει τους Μηδους εναντιον αυτων, οιτινες δεν θελουσι συλλογισθη αργυριον? και εις το χρυσιον, δεν θελουσιν ηδυνθη εις αυτο? | 17 Voici, je fais venir contre eux les Mèdes, des gens qui se moquent de l’argent et ne recherchent pas l’or. |
18 αλλα τα τοξα αυτων θελουσι συντριψει τους νεανισκους? και δεν θελουσιν ελεησει τον καρπον της κοιλιας? ο οφθαλμος αυτων δεν θελει φεισθη παιδια. | 18 Leurs arcs déchirent les jeunes gens, ils sont sans pitié pour les petits-enfants, sans considération pour les enfants. |
19 Και η Βαβυλων, η δοξα των βασιλειων, το ενδοξον καυχημα των Χαλδαιων, θελει εισθαι ως οτε κατεστρεψεν ο Θεος τα Σοδομα και τα Γομορρα? | 19 Alors Babylone, la reine des royaumes, la splendeur, l’orgueil des Kaldéens, sera comme Sodome et Gomorrhe quand Dieu les a détruites. |
20 ουδεποτε θελει κατοικηθη ουδε θελει κατασκηνωθη εως γενεας και γενεας? ουτε Αραβες θελουσι στησει τας σκηνας αυτων εκει, ουτε ποιμενες θελουσιν αναπαυεσθαι εκει? | 20 Pour les siècles des siècles elle sera inhabitée. L’Arabe n’y dressera pas sa tente, les bergers n’y feront pas reposer leurs troupeaux, |
21 αλλα θηρια θελουσιν αναπαυεσθαι εκει? και αι οικιαι αυτων θελουσιν εισθαι πληρεις ολολυζοντων ζωων? και στρουθοκαμηλοι θελουσι κατοικει εκει και σατυροι θελουσι χορευει εκει? | 21 mais les léopards s’y installeront, les grands aigles feront leurs nids dans ses maisons, les hiboux du désert y auront leurs demeures, et les démons à tête de bouc, leurs danses. |
22 και οι αιλουροι θελουσι φωναζει εν ταις ηρημωμεναις οικιαις αυτων και θωες εν τοις παλατιοις της τρυφης? και ο καιρος αυτης πλησιαζει να ελθη, και αι ημεραι αυτης δεν θελουσιν επιμακρυνθη. | 22 Les hyènes se logeront dans ses châteaux, les chacals dans ses luxueux palais; oui, sa fin est proche; ses jours ne seront pas prolongés. |