Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΝΕΕΜΙΑΣ - Neemia - Ezra-Nehemiah 8


font
GREEK BIBLEBIBBIA RICCIOTTI
1 Συνηχθη δε πας ο λαος, ως εις ανθρωπος, εις την πλατειαν την εμπροσθεν της πυλης των υδατων? και ειπον προς Εσδραν τον γραμματεα, να φερη το βιβλιον του νομου του Μωυσεως, τον οποιον ο Κυριος προσεταξεν εις τον Ισραηλ.1 - Era venuto il settimo mese, e i figli d'Israele che stavano nelle loro città s'adunarono tutti come un sol uomo sulla piazza davanti alla porta delle Acque. E dissero ad Esdra scriba, che portasse il libro della legge di Mosè, data dal Signore ad Israele.
2 Και την πρωτην ημεραν του εβδομου μηνος εφερεν Εσδρας ο ιερευς τον νομον εμπροσθεν της συναξεως ανδρων τε και γυναικων και παντων των δυναμενων να εννοωσιν ακουοντες.2 E il sacerdote Esdra portò la legge dinanzi a tutta l'assemblea degli uomini e delle donne, e di tutti quelli che potevan comprenderla, il giorno primo del mese settimo.
3 Και ανεγνωσεν εν αυτω, εν τη πλατεια τη εμπροσθεν της πυλης των υδατων, απο της αυγης μεχρι της μεσημβριας, ενωπιον των ανδρων και των γυναικων και των δυναμενων να εννοωσι? και τα ωτα παντος του λαου προσειχον εις το βιβλιον του νομου.3 E la lesse pubblicamente, sulla piazza che era davanti alla porta delle Acque; dal mattino sino a mezzogiorno, dinanzi agli uomini, alle donne ed ai dotti. E tutto il popolo stava in orecchi alla lettura del libro.
4 Ιστατο δε Εσδρας ο γραμματευς επι βηματος ξυλινου, το οποιον εκαμον επιτηδες? και πλησιον αυτου ιστατο Ματταθιας και Σεμα και Αναιας και Ουριας και Χελκιας και Μαασιας, εκ δεξιων αυτου? εξ αριστερων δε αυτου Φεδαιας και Μισαηλ και Μαλχιας και Ασουμ και Ασβαδανα, Ζαχαριας και Μεσουλλαμ.4 Lo scriba Esdra si pose su un gradino di legno che aveva fatto porre per parlarvi; e stavano vicino a lui Matatia, Semeia, Ania, Uria, Elcia e Maasia, alla destra; ed alla sinistra, Fadaia, Misael, Melchia, Asum, Asbadana, Zaccaria e Mosollam.
5 Και ηνοιξεν ο Εσδρας το βιβλιον ενωπιον παντος του λαου? διοτι ητο υπερανω παντος του λαου? και οτε ηνοιξεν αυτο, πας ο λαος ηγερθη.5 Aprì dunque Esdra il libro alla presenza di tutto il popolo, trovandosi in luogo più alto di tutti; e quando l'ebbe aperto, tutti s'alzarono in piedi.
6 Και ηυλογησεν ο Εσδρας τον Κυριον, τον Θεον τον μεγαν. Και πας ο λαος απεκριθη, Αμην, Αμην, υψονοντες τας χειρας αυτων? και κυψαντες, προσεκυνησαν τον Κυριον με τα προσωπα επι την γην.6 Esdra benedisse il Signore Iddio grande; e tutto il popolo rispose: «Amen, amen», alzando le mani. Poi s'inginocchiarono, e adorarono Iddio, prostrati sino a terra.
7 Ιησους δε και Βανι και Σερεβιας, Ιαμειν, Ακκουβ, Σαββεθαι, Ωδιας, Μαασιας, Κελιτα, Αζαριας, Ιωζαβαδ, Αναν, Φελαιας και οι Λευιται εξηγουν τον νομον εις τον λαον? και ο λαος ιστατο εν τω τοπω αυτου.7 Josue, Bani, Serebia, Jamin, Accub, Septai, Odia, Maasia, Celita, Azaria, Jozabed, Anan e Falaia leviti facevano cenno al popolo che tacesse per ascoltare la legge. Il popolo stava al suo posto.
8 Και ανεγνωσαν εν τω βιβλιω του νομου του Θεου ευκρινως, και εδωκαν την εννοιαν και εξηγησαν τα αναγινωσκομενα.8 E fu letto nel libro della legge di Dio a voce chiara e distinta, acciò fosse intesa; ed intesero quel che si leggeva.
9 Και ο Νεεμιας, ουτος ειναι ο Θιρσαθα, και Εσδρας ο ιερευς ο γραμματευς, και οι Λευιται οι εξηγουντες εις τον λαον, ειπον προς παντα τον λαον, Η ημερα αυτη ειναι αγια εις Κυριον τον Θεον σας? μη πενθειτε μηδε κλαιετε. Διοτι πας ο λαος εκλαιεν, ως ηκουσαν τους λογους του νομου.9 Allora Neemia (che è lo stesso che Atersata) ed Esdra sacerdote e scriba, ed i leviti che interpretavano a tutto il popolo la legge, dissero: «È questo un giorno consacrato al Signore Dio nostro; non piangete nè gemete». Tutti infatti piangevano all'udire le parole della legge.
10 Και ειπε προς αυτους, Υπαγετε, φαγετε παχεα και πιετε γλυκασματα, και αποστειλατε μεριδας προς τους μη εχοντας μηδεν ητοιμασμενον? διοτι η ημερα ειναι αγια εις τον Κυριον ημων? και μη λυπεισθε? διοτι η χαρα του Κυριου ειναι η ισχυς σας.10 Disse loro: «Andate, mangiate carni grasse, bevete vin dolce, e fatene parte a quelli che nulla avranno preparato; perchè è il giorno santo del Signore, e non dovete esser tristi perchè il gaudio del Signore è la nostra fortezza».
11 Και κατεσιγασαν οι Λευιται παντα τον λαον, λεγοντες, Ησυχαζετε? διοτι η ημερα ειναι αγια? και μη λυπεισθε.11 I leviti facevano cenno di silenzio a tutto il popolo e dicevano: «Tacete, perchè è un giorno santo, e non siate afflitti».
12 Και απηλθε πας ο λαος, δια να φαγωσι και να πιωσι και να αποστειλωσι μεριδας και να καμωσιν ευφροσυνην μεγαλην, διοτι ενοησαν τους λογους τους οποιους εφανερωσαν εις αυτους.12 Se n'andò dunque tutto il popolo a mangiare e bere ed a farne parte, facendo gran festa, perchè avevano compreso quello che era stato loro spiegato.
13 Και την δευτεραν ημεραν συνηχθησαν οι αρχοντες των πατριων παντος του λαου, οι ιερεις και οι Λευιται, προς Εσδραν τον γραμματεα, δια να διδαχθωσι τους λογους του νομου.13 Il secondo giorno, i capifamiglia di tutto il popolo, i sacerdoti e i leviti si riunirono presso lo scriba Esdra, perchè spiegasse loro le parole della legge.
14 Και ευρηκαν γεγραμμενον εν τω νομω, τον οποιον προσεταξεν ο Κυριος δια του Μωυσεως, να κατοικησωσιν οι υιοι Ισραηλ εν σκηναις εν τη εορτη του εβδομου μηνος?14 E nella legge trovarono scritto che il Signore, per mano di Mosè, aveva comandato ai figli d'Israele di abitare in tabernacoli per la solennità del settimo mese,
15 και να δημοσιευσωσι και να διακηρυξωσιν εις πασας τας πολεις αυτων και εις την Ιερουσαλημ, λεγοντες, Εξελθετε εις το ορος και φερετε κλαδους ελαιας και κλαδους αγριελαιας και κλαδους μυρσινης και κλαδους φοινικων και κλαδους δασυφυλλων δενδρων, δια να καμητε σκηνας, κατα το γεγραμμενον.15 e di bandirlo, e darne voce in tutte le sue città ed in Gerusalemme, dicendo: «Uscite per la montagna, e portate rami d'olivo, rami dei più begli alberi, rami di mirto, rami di palma, e rami d'alberi ricchi di fronde, per farne delle capanne, come sta scritto».
16 Και εξελθων ο λαος εφερε, και εκαμον εις εαυτους σκηνας, εκαστος επι του δωματος αυτου, και εν ταις αυλαις αυτων και εν ταις αυλαις του οικου του Θεου και εν τη πλατεια της πυλης των υδατων και εν τη πλατεια της πυλης του Εφραιμ.16 Ed uscirono, e ne portarono; e si fecero capanne, ciascuno sulla sua terrazza, nei suoi atrii, negli atrii della casa di Dio, sulla piazza della porta delle Acque, e sulla piazza della porta di Efraim.
17 Και πασα η συναξις των επιστρεψαντων απο της αιχμαλωσιας εκαμον σκηνας, και εκαθησαν εν ταις σκηναις? διοτι απο των ημερων Ιησου υιου του Ναυη μεχρι εκεινης της ημερας, οι υιοι Ισραηλ δεν ειχον καμει ουτω. Και εγεινεν ευφροσυνη μεγαλη σφοδρα.17 Tutta la moltitudine di quelli che eran tornati dalla cattività si fece dunque dei tabernacoli, ed abitarono in quelle capanne. Non lo avevano più fatto, i figli d'Israele, dal tempo di Giosuè figlio di Nun sino ad allora; fu dunque una straordinaria allegrezza.
18 Και καθ' εκαστην ημεραν, απο της πρωτης ημερας μεχρι της τελευταιας ημερας, ανεγινωσκεν εν τω βιβλιω του νομου του Θεου. Και εκαμον εορτην επτα ημερας? την δε ογδοην ημεραν πανδημον συναξιν, κατα το διατεταγμενον.18 Lesse [Esdra] dal libro della legge di Dio ogni giorno, dal primo sino all'ultimo; fecero festa per sette giorni, e nell'ottavo l'assemblea generale, secondo il rito.