Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Ecclesiastes/Qohelet 5


font
DOUAI-RHEIMSGREEK BIBLE
1 Speak not any thing rashly, and let not thy heart be hasty to utter a word before God. For God is in heaven, and thou upon earth: therefore let thy words be few.1 Φυλαττε τον ποδα σου, οταν υπαγης εις τον οικον του Θεου? και προθυμου μαλλον να ακουης, παρα να προσφερης θυσιαν αφρονων, οιτινες δεν αισθανονται οτι πραττουσι κακως.
2 Dreams follow many cares: and in many words shall be found folly.2 Μη σπευδε δια του στοματος σου, και η καρδια σου ας μη επιταχυνη να προφερη λογον ενωπιον του Θεου? διοτι ο Θεος ειναι εν τω ουρανω, συ δε επι της γης? οθεν οι λογοι σου ας ηναι ολιγοι.
3 If thou hast vowed any thing to God, defer not to pay it: for an unfaithful and foolish promise displeaseth him: but whatsoever thou hast vowed, pay it.3 Επειδη το μεν ονειρον ερχεται εν τω πληθει των περισπασμων? η δε φωνη του αφρονος εν τω πληθει των λογων.
4 And it is much better not to vow, than after a vow not to perform the things promised.4 Οταν ευχηθης ευχην εις τον Θεον, μη βραδυνης να αποδωσης αυτην? διοτι δεν ευαρεστειται εις τους αφρονας? αποδος ο, τι ηυχηθης.
5 Give not thy mouth to cause thy flesh to sin: and say not before the angel: There is no providence: lest God be angry at thy words, and destroy all the works of thy hands.5 Καλλιον να μη ευχηθης, παρα ευχηθεις να μη αποδωσης.
6 Where there are many dreams, there are many vanities, and words without number: but do thou fear God.6 Μη συγχωρησης εις το στομα σου να φερη επι σε αμαρτιαν? μηδε ειπης ενωπιον του αγγελου, οτι ητο εξ αγνοιας? δια τι να οργισθη ο Θεος εις την φωνην σου και να αφανιση τα εργα των χειρων σου;
7 If thou shalt see the oppressions of the poor, and violent judgments, and justice perverted in the province, wonder not at this matter: for he that is high hath another higher, and there are others still higher than these:7 Διοτι εν τω πληθει των ονειρων και εν τω πληθει των λογων ειναι ματαιοτητες? συ δε φοβου τον Θεον.
8 Moreover there is the king that reigneth over all the land subject to him.8 Εαν ιδης καταθλιψιν πενητος και παραβιασιν κρισεως και δικαιοσυνης εν τη χωρα, μη θαυμασης δια τουτο? διοτι ο επι τον υψηλον υψηλοτερος επιτηρει? και επι τουτους υψηλοτεροι.
9 A covetous man shall not be satisfied with money: and he that loveth riches shall reap no fruit from them: so this also is vanity.9 Η γη ωφελει υπερ παντα? και αυτος ο βασιλευς υπο των αγρων υπηρετειται.
10 Where there are great riches, there are also many to eat them. And what doth it profit the owner, but that he seeth the riches with his eyes?10 Ο αγαπων το αργυριον δεν θελει χορτασθη αργυριου? ουδε εισοδηματων ο αγαπων την αφθονιαν? ματαιοτης και τουτο.
11 Sleep is sweet to a labouring man, whether he eat lttle or much: but the fulness of the rich will not suffer him to sleep.11 Πληθυνομενων των αγαθων πληθυνονται και οι τρωγοντες αυτα? και τις η ωφελεια εις τους κυριους αυτων, ειμη το να θεωρωσιν αυτα δια των οφθαλμων αυτων;
12 There is also another grievous evil, which I have seen under the sun: riches kept to the hurt of the owner.12 Ο υπνος του εργαζομενου ειναι γλυκυς, ειτε ολιγον φαγη, ειτε πολυ? ο δε του πλουσιου χορτασμος δεν αφινει αυτον να κοιμαται.
13 For they are lost with very great affliction: he hath begotten a son, who shall be in extremity of want.13 Υπαρχει κακον θλιβερον, το οποιον ειδον υπο τον ηλιον? πλουτος φυλαττομενος υπο του εχοντος αυτον προς βλαβην αυτου.
14 As he came forth naked from his mother's womb, so shall he return, and shall take nothing away with him of his labour.14 Και ο πλουτος εκεινος χανεται υπο συμφορας κακης? αυτος δε γεννα υιον και δεν εχει ουδεν εν τη χειρι αυτου.
15 A most deplorable evil: as he came, so shall he return. What then doth it profit him that he hath laboured for the wind?15 Καθως εξηλθεν εκ της κοιλιας της μητρος αυτου, γυμνος θελει επιστρεψει, υπαγων καθως ηλθε? και δεν θελει βασταζει ουδεν εκ του κοπου αυτου, δια να εχη εν τη χειρι αυτου.
16 All the days of his life he eateth in darkness, and in many cares, and in misery, and sorrow.16 Και τουτο ετι κακον θλιβερον, καθως ηλθεν, ουτω να υπαγη? και τις ωφελεια εις αυτον οτι εκοπιασε δια τον ανεμον;
17 This therefore hath seemed good to me, that a man should eat and drink, and enjoy the fruit of his labour, wherewith he hath laboured under the sun, all the days of his life, which God hath given him: and this is his portion.17 Θελει προσετι τρωγει κατα πασας αυτου τας ημερας εν σκοτει και εν πολλη λυπη και αρρωστια και βασανω.
18 And every man to whom God hath given riches, and substance, and hath given him power to eat thereof, and to enjoy his portion, and to rejoice of his labour: this is the gift of God.18 Ιδου, τι ειδον εγω αγαθον? ειναι καλον να τρωγη τις και να πινη και να απολαμβανη τα αγαθα ολου του κοπου αυτου, τον οποιον κοπιαζει υπο τον ηλιον, κατα τον αριθμον των ημερων της ζωης αυτου, οσας εδωκεν ο Θεος εις αυτον? διοτι τουτο ειναι η μερις αυτου.
19 For he shall not much remember the days of his life, because God entertaineth his heart with delight,19 Και εις οντινα ανθρωπον ο Θεος δοσας πλουτη και υπαρχοντα, εδωκεν εις αυτον και εξουσιαν να τρωγη απ' αυτων και να λαμβανη το μεριδιον αυτου και να ευφραινεται εις τον κοπον αυτου, τουτο ειναι δωρον Θεου?
20 διοτι δεν θελει ενθυμεισθαι πολυ τας ημερας της ζωης αυτου? επειδη ο Θεος αποκρινεται εις την καρδιαν αυτου δι' ευφροσυνης.