Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Genesis 47


font
DOUAI-RHEIMSGREEK BIBLE
1 Then Joseph went in and told Pharao, saying: My father and brethren, their sheep and their herds, and all that they possess, are come out of the land of Chanaan: and behold they stay in the land of Gessen.1 Ελθων δε ο Ιωσηφ, απηγγειλε προς τον Φαραω λεγων, Ο πατηρ μου και οι αδελφοι μου, και τα ποιμνια αυτων και αι αγελαι αυτων και παντα οσα εχουσιν, ηλθον εκ της γης Χανααν? και ιδου, ειναι εν τη γη Γεσεν.
2 Five men also the last of his brethren, he presented before the king:2 Και παραλαβων εκ των αδελφων αυτου πεντε ανδρας, παρεστησεν αυτους ενωπιον του Φαραω.
3 And he asked them: What is your occupation? They answered: Re thy servants are shepherds, both we, and our fathers.3 Και ειπεν ο Φαραω προς τους αδελφους αυτου, Τι ειναι το επιτηδευμα σας; οι δε ειπον προς τον Φαραω, Ποιμενες προβατων ειναι οι δουλοι σου και ημεις και οι πατερες ημων.
4 We are come to sojourn in thy land, because there is no grass for the flocks of thy servants, the famine being very grievous in the land of Chanaan: and we pray thee to give orders that we thy servants may be in the land of Gessen.4 Ειπον ετι προς τον Φαραω, Ηλθομεν δια να παροικησωμεν εν τη γη? διοτι δεν υπαρχει βοσκη δια τα ποιμνια των δουλων σου, επειδη επεβαρυνεν η πεινα εν τη γη Χανααν? τωρα λοιπον ας κατοικησωσι, παρακαλουμεν, οι δουλοι σου εν τη γη Γεσεν.
5 The king therefore said to Joseph: Thy father and thy brethren are come to thee.5 Και ειπεν ο Φαραω προς τον Ιωσηφ λεγων, Ο πατηρ σου και οι αδελφοι σου ηλθον προς σε?
6 The land of Egypt is before thee: make them dwell in the best place, and give them the land of Gessen. And if thou knowest that there are industrious men among them, make them rulers over my cattle.6 η γη της Αιγυπτου ειναι εμπροσθεν σου? εις το καλητερον της γης κατοικισον τον πατερα σου και τους αδελφους σου? ας κατοικησωσιν εν τη γη Γεσεν? και εαν γνωριζης οτι ευρισκονται μεταξυ αυτων ανδρες αξιοι, καταστησον αυτους επιστατας επι των ποιμνιων μου.
7 After this Joseph brought in his to the king, and presented him before him: and he blessed him.7 Εισηγαγε δε ο Ιωσηφ Ιακωβ τον πατερα αυτου και παρεστησεν αυτον ενωπιον του Φαραω? και ευλογησεν ο Ιακωβ τον Φαραω.
8 And being asked by him: How many are the days of the years of thy life?8 Και ειπεν ο Φαραω προς τον Ιακωβ, Ως ποσαι ειναι αι ημεραι των ετων της ζωης σου;
9 He answered: The days of my pilgrimage are a hundred and thirty years, few, and evil, and they are not come up to the days of the pilgrimage of my fathers.9 Και ο Ιακωβ ειπε προς τον Φαραω, Αι ημεραι των ετων της παροικιας μου ειναι εκατον τριακοντα ετη? ολιγαι και κακαι υπηρξαν αι ημεραι των ετων της ζωης μου και δεν εφθασαν εις τας ημερας των ετων της ζωης των πατερων μου εν ταις ημεραις της παροικιας αυτων.
10 And blessing the king, he went out.10 Και ευλογησεν ο Ιακωβ τον Φαραω και εξηλθεν απ' εμπροσθεν του Φαραω.
11 But Joseph gave a possession to his father and his brethren in Egypt, in the best place of the land, in Ramesses, as Pharao had commanded.11 Και κατωκισεν ο Ιωσηφ τον πατερα αυτου και τους αδελφους αυτου, και εδωκεν εις αυτους ιδιοκτησιαν εν τη γη της Αιγυπτου, εις το καλητερον της γης, εν τη γη Ραμεσση, καθως προσεταξεν ο Φαραω.
12 And he nourished them, and all his father's house, allowing food to every one.12 Και ετρεφεν ο Ιωσηφ τον πατερα αυτου και τους αδελφους αυτου και παντα τον οικον του πατρος αυτου με αρτον, κατα τας οικογενειας αυτων.
13 For in the whole world there was want of bread, and a famine had oppressed the land: more especially of Egypt and Chanaan.13 Και αρτος δεν ητο καθ' ολην την γην? διοτι η πεινα ητο βαρεια σφοδρα, ωστε η γη της Αιγυπτου και η γη της Χανααν απεκαμον υπο της πεινης.
14 Out of which he gathered up all the money for the corn which they bought, and brought it into the king's treasure.14 Και συνηγαγεν ο Ιωσηφ απαν το αργυριον, το ευρισκομενον εν τη γη της Αιγυπτου και εν τη γη Χανααν, δια τον σιτον τον οποιον ηγοραζον? και εφερεν ο Ιωσηφ το αργυριον εις τον οικον του Φαραω.
15 And when the buyers wanted money, all Egypt came to Joseph, saying: Give us bread: why should we die in thy presence, having now net money.15 Και αφου εξελιπε το αργυριον εκ της γης Αιγυπτου και εκ της γης Χανααν, ηλθον παντες οι Αιγυπτιοι προς τον Ιωσηφ, λεγοντες, Δος αρτον εις ημας? επειδη δια τι να αποθανωμεν εμπροσθεν σου; διοτι εξελιπε το αργυριον.
16 And he answered them: Bring your cattle, and for them I will give you food, if you have no money.16 Ειπε δε ο Ιωσηφ, Φερετε τα κτηνη σας και θελω σας δωσει αρτον αντι των κτηνων σας, εαν εξελιπε το αργυριον.
17 And when they had brought them, he gave them food in exchange for their horses, and sheep, and oxen, end asses and he maintained them that year for the exchange of their cattle.17 Και εφεραν τα κτηνη αυτων προς τον Ιωσηφ και εδωκεν εις αυτους ο Ιωσηφ αρτον αντι των ιππων και αντι των προβατων και αντι των βοων και αντι των ονων? και εθρεψεν αυτους με αρτον εν τω ενιαυτω εκεινω αντι παντων των κτηνων αυτων.
18 And they came the second year, and said to him: We will not hide from our lord, how that our money is spent, and our cattle also are gone: neither art thou ignorant that we have nothing now left but our bodies and our lands.18 Αφου δε ετελειωσεν ο ενιαυτος εκεινος, ηλθον προς αυτον το δευτερον ετος και ειπον προς αυτον, δεν θελομεν κρυψει απο του κυριου ημων οτι εξελιπε το αργυριον? και τα κτηνη εγειναν του κυριου ημων? δεν εμεινεν αλλο εμπροσθεν του κυριου ημων, ειμη τα σωματα ημων και η γη ημων?
19 Why therefore shall we die before thy eyes? we will be thins, both we and our lands: buy us to be the king's servants, and give us seed, lest for want of tillers the land be turned into a wilderness.19 δια τι να απολεσθωμεν ενωπιον σου και ημεις και η γη ημων; αγορασον ημας και την γην ημων δια αρτον? και θελομεν εισθαι ημεις και η γη ημων δουλοι εις τον Φαραω? και δος εις ημας σπορον, δια να ζησωμεν και να μη αποθανωμεν και η γη να μη ερημωθη.
20 So Joseph bought all the land of Egypt, every man selling his possessions, because of the greatness of the famine. And he brought it into Pharao's hands:20 Και ηγορασεν ο Ιωσηφ πασαν την γην Αιγυπτου δια τον Φαραω? διοτι οι Αιγυπτιοι επωλησαν εκαστος τον αγρον αυτου, επειδη η πεινα υπερεβαρυνεν επ' αυτους? ουτως η γη εγεινε του Φαραω?
21 And all its people from one end of the borders of Egypt, even to the other end thereof,21 τον δε λαον μετετοπισεν αυτον εις πολεις, απ' ακρου των οριων της Αιγυπτου εως ακρου αυτης?
22 Except the land of the priests, which had been given them by the king: to whom also a certain allowance of food was given out of the public stores, and therefore they were not forced to sell their possessions.22 μονον την γην των ιερεων δεν ηγορασε? διοτι οι ιερεις ειχον μεριδιον προσδιωρισμενον υπο του Φαραω? και ετρωγον το μεριδιον αυτων, το οποιον εδωκεν εις αυτους ο Φαραω? δια τουτο δεν επωλησαν την γην αυτων.
23 Then Joseph said to the people : Behold as you see, both you and your lands belong to Pharao: take seed and sow the fields,23 Τοτε ειπεν ο Ιωσηφ προς τον λαον, Ιδου, ηγορασα εσας και την γην σας σημερον εις τον Φαραω? ιδου, λαβετε σπορον και σπειρατε την γην?
24 That you may have corn. The fifth part you shall give to the king: the other four you shall have for seed, and for food for your families and children.24 και εν τω καιρω των γεννηματων, θελετε δωσει το πεμπτον εις τον Φαραω? τα δε τεσσαρα μερη θελουσιν εισθαι εις εσας δια σπορον των αγρων και δια τροφην σας και δια τους οντας εν τοις οικοις υμων και δια τροφην των παιδιων υμων.
25 And they answered: Our life is in thy hand: only let my lord look favourably upon us, and we will gladly serve the king.25 Οι δε ειπον, συ εσωσας την ζωην ημων? ας ευρωμεν χαριν εμπροσθεν του κυριου ημων και θελομεν εισθαι δουλοι του Φαραω.
26 From that time unto this day, in the whole land of Egypt, the fifth part is paid to the king, and it is become as a law, except the land of the priests, which was free from this covenant.26 Και εθεσεν ο Ιωσηφ τουτο νομον εν τη γη της Αιγυπτου μεχρι της σημερον, να διδεται το πεμπτον εις τον Φαραω? εκτος της γης των ιερεων μονον, ητις δεν εγεινε του Φαραω.
27 So Israel dwelt in Egypt, that is, in the land of Gessen, and possessed it: and grew, and was multiplied exceedingly.27 Κατωκησε δε ο Ισραηλ εν τη γη της Αιγυπτου, εν τη γη Γεσεν? και απεκτησαν εν αυτη κτηματα, και ηυξηνθησαν και επληθυνθησαν σφοδρα.
28 And he lived in it seventeen years: and all the days of his life came to a hundred and forty-seven years.28 Επεζησε δε ο Ιακωβ εν τη γη της Αιγυπτου δεκαεπτα ετη? και εγειναν αι ημεραι των ετων της ζωης του Ιακωβ εκατον τεσσαρακοντα επτα ετη.
29 And when he saw that the day of his death drew nigh, he called his son Joseph, and said to him: If I have found favour in thy sight, put thy hand under my thigh; and thou shalt shew me this kindness and truth, not to bury me in Egypt:29 Και επλησιασαν αι ημεραι του Ισραηλ δια να αποθανη? και καλεσας τον υιον αυτου τον Ιωσηφ, ειπε προς αυτον, Εαν ευρηκα τωρα χαριν εμπροσθεν σου, βαλε, παρακαλω, την χειρα σου υπο τον μηρον μου, και καμε εις εμε ελεος και αληθειαν? μη με θαψης, παρακαλω, εν τη Αιγυπτω?
30 But I will sleep with my fathers, end thou shalt take me away out of this land, and bury me in the burying place of my ancestors. And Joseph answered him: I will do what thou hast commanded.30 αλλα θελω κοιμηθη μετα των πατερων μου και θελεις με μετακομισει εκ της Αιγυπτου και θελεις με θαψει εν τω ταφω αυτων. Ο δε ειπεν, Εγω θελω καμει κατα τον λογον σου.
31 And he said: Swear then to me. And as he was swearing, Israel adored God, turning to the bed's head.31 Ο δε ειπεν, Ομοσον μοι και ωμοσεν εις αυτον. Και προσεκυνησεν ο Ισραηλ επι το ακρον της ραβδου αυτου.